ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Υπόθεση Αρ. 2176/2006)

 

14 Απριλίου, 2009

 

[ΝΙΚΟΛΑЇΔΗΣ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

ΑΝΝΙΤΑ ΧΡ. ΠΑΝΤΖΑΡΗ,

 

Αιτήτρια,

 

ν.

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΕΠΑΡΧΙΑΚΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΛΕΜΕΣΟΥ,

 

Καθ΄ων η αίτηση.

_______________

 

Γ. Ζ. Γεωργίου, για την Αιτήτρια.

Αλ. Καλησπέρα-Καρή (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους Καθ΄ ων η αίτηση.

________________

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΝΙΚΟΛΑΙΔΗΣ, Δ.:  Η αιτήτρια αξιώνει ακύρωση της απόφασης των καθ΄ ων η αίτηση ημερ. 28.8.2006, με την οποία ανακλήθηκε το εκδοθέν πιστοποιητικό τελικής εγκρίσεως ημερ. 23.1.2004, αναφορικά με χορηγηθείσα πολεοδομική άδεια και άδεια οικοδομής για την ανάπτυξη κατοικίας σε τεμάχιο ιδιοκτησίας της στις Πάνω Πλάτρες.

 

Είχε εξασφαλίσει πολεοδομική άδεια για την ανάπτυξη κατοικίας στο πιο πάνω τεμάχιο υπό όρους, καθώς και ανάλογη άδεια οικοδομής.  Με επιστολή της ημερ. 12.5.2003 ζήτησε την έκδοση πιστοποιητικού τελικής εγκρίσεως, αφού η κατοικία είχε ολοκληρωθεί.  Παράλληλα δεσμεύτηκε ότι θα τηρήσει τον όρο (3) της άδειας οικοδομής, να αφαιρεθεί δηλαδή από το τεμάχιό της ο καθορισθείς χώρος για δρόμο και χώρο πρασίνου ή και ρυμοτομίας, προτού εκδοθεί πιστοποιητικό τελικής εγκρίσεως.  Η αιτήτρια διασφάλισε και βεβαίωση του Διευθυντή του Τμήματος Κτηματολογίου και Χωρομετρίας ημερ. 17.12.2003, ότι η σχετική χωρομετρική εργασία είχε συμπληρωθεί.

 

Στο διοικητικό φάκελο της υπόθεσης υπάρχει το σημείωμα 18 με το οποίο επιβεβαιώνονται τα ανωτέρω, σχετικά δηλαδή με την αφαίρεση της λωρίδας πρασίνου, όπως επίσης και το ότι η οικοδομή έχει ανεγερθεί σύμφωνα με τα εγκριθέντα σχέδια και όρους της άδειας οικοδομής, γι΄ αυτό και όπως αναφέρεται στο σημείωμα «εγκρίνεται η έκδοση πιστοποιητικού εγκρίσεως».  Πράγματι, στις 23.1.2004, εκδόθηκε από τους καθ΄ων η αίτηση πιστοποιητικό εγκρίσεως.

 

Στη συνέχεια η αιτήτρια με επιστολή της ημερ. 29.9.2004 επισυνάπτοντας το πιστοποιητικό εγκρίσεως ζήτησε την έκδοση εκσυγχρονισμένου τίτλου ιδιοκτησίας για το συγκεκριμένο τεμάχιο.

 

Οι καθ΄ ων η αίτηση ζήτησαν και έλαβαν τις απόψεις του Επαρχιακού Μηχανικού Τμήματος Δημοσίων ΄Εργων Λεμεσού, ο οποίος με επιστολή του ημερ. 17.5.2006, εισηγήθηκε ότι η αιτήτρια θα έπρεπε να κατασκευάσει οχετό κατά μήκος του δρόμου για την ομαλή ροή των νερών της βροχής και πεζοδρόμιο πλάτους 2 μέτρων, ενώ η υπόλοιπη λωρίδα γης μεταξύ του πεζοδρομίου και του υφιστάμενου ασφαλτοστρωμένου δρόμου θα έπρεπε να ασφαλτοστρωθεί και να συνδεθεί ομαλά με τον υφιστάμενο δρόμο.  Περαιτέρω, οι καθ΄ων η αίτηση διαπίστωσαν ότι, παρά την έκδοση στην αιτήτρια πιστοποιητικού εγκρίσεως, το οποίο προφανώς εκδόθηκε, όπως αναφέρθηκε από τους καθ΄ων η αίτηση, εκ παραδρομής, δεν είχαν υλοποιηθεί όλοι οι όροι της πολεοδομικής άδειας και της άδειας οικοδομής.

 

Με την παρούσα προσφυγή η αιτήτρια αξιώνει ακύρωση της απόφασης. Υποστηρίζει ότι ουσιαστικά οι καθ΄ ων η αίτηση ανακάλεσαν παράνομα το πιστοποιητικό τελικής εγκρίσεως που οι ίδιοι εξέδωσαν στις 23.1.2004.  Επισημαίνει στοιχεία στο διοικητικό φάκελο και ιδιαίτερα το σημείωμα 13, ημερ. 11.8.2003, όπου ο Χρ. Λεοντίου, υπάλληλος των καθ΄ ων η αίτηση, επιβεβαίωσε ότι μετά από επιτόπια έρευνα διαπιστώθηκε ότι η οικοδομή είχε ανεγερθεί σύμφωνα με τα εγκεκριμένα σχέδια της άδειας, ενώ στο σημείωμα 18, ημερ. 22.1.2004, καταγράφεται ότι εγκρίνεται η έκδοση του πιστοποιητικού εγκρίσεως, εφ΄όσον η οικοδομή είχε ανεγερθεί σύμφωνα με τα εγκριθέντα σχέδια και τους όρους άδειας οικοδομής. ΄Ετσι, σύμφωνα πάντα με την αιτήτρια, το πιστοποιητικό τελικής εγκρίσεως εκδόθηκε νόμιμα, ύστερα από δέουσα έρευνα.

 

Με παραπομπή σε σχετική νομολογία η αιτήτρια επισημαίνει ότι η ανάκληση νόμιμης πράξης όπως χαρακτηρίζει την περίπτωσή της, πρέπει να γίνεται εντός εύλογου χρόνου και, εν πάση περιπτώσει, σε περίπτωση παρόδου του εύλογου χρόνου αυτή να δικαιολογείται για λόγους δημοσίου συμφέροντος.

 

Η αιτήτρια ισχυρίζεται ότι πουθενά στην πολεοδομική άδεια ή στην άδεια οικοδομής που της παραχωρήθηκαν, καταγράφονται οι όροι κατασκευής πεζοδρομίου ή ασφαλτόστρωση, όπως απαιτείται με την προσβαλλόμενη απόφαση.

 

Οι καθ΄ ων η αίτηση υποστηρίζουν ότι νομίμως ανακλήθηκε το εκδοθέν πιστοποιητικό τελικής εγκρίσεως.  Παραπέμπουν δε στην επιστολή ημερ. 29.5.2003, όπου ο ΄Επαρχος πληροφορεί την αιτήτρια ότι το αίτημά της για έκδοση πιστοποιητικού τελικής εγκρίσεως δεν μπορεί να ικανοποιηθεί πριν υλοποιηθούν όλοι οι όροι της πολεοδομικής άδειας.  Τέλος, ισχυρίζονται ότι αφού η αιτήτρια ουδέποτε προσκόμισε νέο εκσυγχρονισμένο χωρομετρικό σχέδιο και τίτλο ιδιοκτησίας, η έκδοση πιστοποιητικού τελικής εγκρίσεως δεν ήταν δυνατή και συνεπώς η έκδοση του πιστοποιητικού στις 23.1.2004 έγινε εκ παραδρομής.

 

Οι καθ΄ ων η αίτηση καταλήγουν ότι η ανάκληση έγινε μέσα σε εύλογο, υπό τις περιστάσεις, χρόνο και ότι, εν πάση περιπτώσει, έστω κι΄ αν κριθεί ότι ο χρόνος που πέρασε δεν ήταν εύλογος, η ανάκληση της πράξης δικαιολογείται γιατί έγινε για λόγους δημοσίου συμφέροντος, που είναι η τήρηση της νομιμότητας και της ρυμοτομίας.

 

Η προσφυγή θα πρέπει να επιτύχει γιατί η ανάκληση του πιστοποιητικού τελικής εγκρίσεως που είχε δοθεί στην αιτήτρια, δεν είναι νόμιμη.  Θα πρέπει κατ΄ αρχάς να λεχθεί ότι η αιτήτρια δεν έχει συμμορφωθεί με τον όρο 504 της πολεοδομικής άδειας για την κατασκευή μικρής γέφυρας στην είσοδο της κατοικίας για την ομαλή ροή των νερών της βροχής, σύμφωνα με τις υποδείξεις του Επαρχιακού Μηχανικού Δημοσίων ΄Εργων Λεμεσού.  Δεν είχε συμμορφωθεί ούτε με τον όρο για κατασκευή οχετού κατά μήκος του δρόμου για την ομαλή ροή των ομβρίων υδάτων.  Στο διοικητικό φάκελο δεν φαίνεται να υπάρχει οποιοδήποτε πιστοποιητικό συμπλήρωσης του έργου ή τμήματός του, που να έχει εκδοθεί κατά τον καθορισμένο τρόπο από τον επιβλέποντα μηχανικό σύμφωνα με την πρώτη επιφύλαξη του άρθρου 10 (2) του περί Ρυθμίσεως Οδών και Οικοδομών Νόμου, Κεφ. 96.

 

Όλα τα πιο πάνω στοιχεία δεικνύουν ότι δεν τηρήθηκαν οι προϋποθέσεις του Νόμου και ειδικότερα του άρθρου 10 (1) και (2) του Κεφ. 96, σχετικά με την έκδοση πιστοποιητικού εγκρίσεως, εφ΄ όσον ο όρος 504 της πολεοδομικής άδειας δεν έχει ικανοποιηθεί, ενώ δεν υπήρχε κατατεθημένο πιστοποιητικό συμπλήρωσης του έργου από τον επιβλέποντα μηχανικό.

 

Δεν υπάρχει οτιδήποτε όμως στο διοικητικό φάκελο που να δείχνει ότι η αιτήτρια ήταν ενήμερη της παρανομίας της πράξης κατά το χρόνο της έκδοσής της.

 

Όπως προκύπτει από το φάκελο, η αιτήτρια αρχικά ζήτησε την έκδοση πιστοποιητικού τελικής εγκρίσεως σύμφωνα με τον όρο (3) της άδειας οικοδομής που εξασφάλισε και ο οποίος προνοούσε ότι πριν υποβληθεί αίτηση για έκδοση πιστοποιητικού εγκρίσεως θα πρέπει να κατατεθεί εγκεκριμένο χωρομετρικό σχέδιο για αφαίρεση από τον τίτλο ιδιοκτησίας του χώρου πρασίνου και του δρόμου.  Αφού δόθηκε η συγκατάθεσή της, όπως προνοούσε ο όρος 3 και διασφαλίστηκε  από το Τμήμα Κτηματολογίου και Χωρομετρίας ότι η σχετική χωρομετρική εργασία είχε συμπληρωθεί, ζητήθηκε η έκδοση πιστοποιητικού τελικής εγκρίσεως η οποία και δόθηκε στις 23.1.2004, εφ΄ όσον προηγουμένως οι καθ΄ων η αίτηση έλαβαν υπ΄ όψιν το σημείωμα 13, όπου επιβεβαιωνόταν ότι η οικοδομή έχει ανεγερθεί σύμφωνα με τα εγκεκριμένα σχέδια της άδειας.  Επίσης επισημαίνεται το σημείωμα 18, με το οποίο εγκρινόταν η έκδοση του πιστοποιητικού εγκρίσεως.

 

Με όλα τα πιο πάνω δεδομένα υπ΄ όψιν η αιτήτρια δεν μπορούσε να γνώριζε τυχόν παρανομία του εκδοθέντος πιστοποιητικού τελικής εγκρίσεως, ενώ δεν μπορεί να λεχθεί ότι υπήρχε μεταβολή των πραγματικών συνθηκών στις οποίες στηρίχτηκε η έκδοσή του, έτσι ώστε να επιτρέπεται η ανάκληση της πράξης, σύμφωνα με το άρθρο 54 (4) του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999, Ν.158(Ι)/99.

 

Έτσι, έχουμε ανάκληση παράνομης διοικητικής πράξης η οποία επιτρέπεται υπό κάποιες προϋποθέσεις, σύμφωνα με το άρθρο 54 (1) και (2) του Ν. 158(Ι)/99.  Η ανάκληση παράνομης διοικητικής πράξης επιτρέπεται και μετά την παρέλευση εύλογου χρόνου εφ΄ όσον γίνεται για λόγους δημοσίου συμφέροντος.  Δεν είναι όμως αποδεχτή η αόριστη επίκληση του δημοσίου συμφέροντος το οποίο και πρέπει να συγκεκριμενοποιείται με αναφορά σε περιστατικά έτσι που να αποκαλύπτει το συλλογισμό και να επιτρέπει το δικαστικό έλεγχο.  Θα πρέπει επίσης να συνοδεύεται από ειδική αιτιολογία έτσι που το δικαστήριο να μπορεί να ελέγχει τα πραγματικά περιστατικά που επικαλείται η διοίκηση και τα οποία συγκροτούν την έννοια του εκάστοτε κατά νόμο σκοπουμένου συμφέροντος (βλέπε Ζίττης κ.α. ν. Δημοκρατίας (2000) 3 Α.Α.Δ. 198, 204).

 

Θεωρώ ότι ο χρόνος που παρήλθε μεταξύ της έκδοσης της παράνομης διοικητικής πράξης και της ανάκλησής της δεν είναι εύλογος υπό τις περιστάσεις και γι΄αυτό η πράξη μπορεί να ανακληθεί μόνο αν εκδόθηκε  έπειτα από δόλια ή απατηλή ενέργεια της αιτήτριας ή αν αυτή ήταν ενήμερη της παρανομίας της πράξης κατά το χρόνο της έκδοσης.  Τέλος, μπορεί να ανακληθεί για λόγους δημοσίου συμφέροντος.  ΄Εχουμε αποκλείσει τα δύο πιο πάνω και στη συνέχεια θα εξετάσουμε αν υφίστανται λόγοι δημοσίου συμφέροντος.

 

Με βάση τις πιο πάνω αρχές και τα στοιχεία από το διοικητικό φάκελο, δεν φαίνεται να τίθεται θέμα ανάκλησης παράνομης διοικητικής πράξης για λόγους δημοσίου συμφέροντος γιατί η γενική επίκληση δεν είναι αρκετή. Κατ΄ ουσία δεν γίνεται καν επίκληση του δημοσίου συμφέροντος από τους καθ΄ ων η αίτηση.  Αντίθετα, με την έκδοση της προσβαλλόμενης πράξης επιδιώκεται η επιβολή νέων όρων που μέχρι τότε δεν είχαν υποβληθεί.  Συγκεκριμένα πρόκειται για τους όρους (β) και (γ), ενώ με τον όρο (δ) φαίνεται ότι η αιτήτρια έχει ήδη συμμορφωθεί.  Μόνο ο όρος (α) για την κατασκευή μικρής γέφυρας στην είσοδο της κατοικίας φαίνεται να είχε τεθεί προηγουμένως και να μην έχει ουσιαστικά τηρηθεί από την αιτήτρια.

 

Η προσφυγή επιτυγχάνει και η προσβαλλόμενη πράξη ακυρώνεται, με €1.200 έξοδα, πλέον Φ.Π.Α., εναντίον των καθ΄ ων η αίτηση.

 

 

Φρ. Νικολαΐδης, Δ.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

/ΜΔ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο