ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 1596/2007)
10 Μαρτίου 2009
[ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δικαστής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 23, 24, 25, 26, 28 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
NEARCHOS BONDED STORES LTD,
Αιήτρια,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ
ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑΣ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΤΕΛΩΝΕΙΩΝ,
Καθ΄Ης η αίτηση
_________
Χρ. Χριστάκη, για τον Αιτητή.
Α. Ζερβού, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ΄Ων η Αίτηση.
_________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ.: Η Αιτήτρια εταιρεία διαχειρίζεται αποθήκη τελωνειακής αποταμίευσης στη Λεμεσό. Σε διάρρηξη της αποθήκης της εκλάπη ένα μη δασμολογηθέν αυτοκίνητο το οποίο ευρίσκετο στον ανοικτό χώρο της αποθήκης. Αφού η υπόθεση διερευνήθηκε και από την Αστυνομία, η Διευθύντρια του Τμήματος Τελωνείων του Υπουργείου Οικονομικών εξουσιοδότησε το Τελωνείο Λεμεσού να αποστείλει στην Αιτήτρια βεβαίωση τελωνειακής οφειλής για καταβολή των αναλογούντων στο αυτοκίνητο φόρων και χρηματική επιβάρυνση. Την 15.6.2007 το Τελωνείο Λεμεσού απέστειλε στην Αιτήτρια βεβαίωση τελωνειακής οφειλής £3.653.00 και χρηματική επιβάρυνση 365.00, αναφέροντας τα ακόλουθα:
«Σύμφωνα με την έκθεση του αποθεματικού ελέγχου σε συνδυασμό με την επιστολή έγκρισης της διαρρηχθείσας Α.Τ.Α Α524700CY διαπιστώθηκε ότι δεν τηρήθηκε ο όρος (β) που προβλέπεται σε αυτή και σύμφωνα με τον οποίο 'πρέπει να λαμβάνονται όλα τα αναγκαία μέτρα ώστε τα αποταμιευμένα εμπορεύματα να διατηρούνται σε ασφάλεια.'
Λόγω των ανωτέρω γεγονότων και επειδή η κλοπή του οχήματος δεν οφείλεται σε ανωτέρα βία ή σε τυχαίο γεγονός, γεννάται εναντίον σας Τελωνειακή Οφειλή και Άλλη Τελωνειακή Οφειλή.»
Η Αιτήτρια υπέβαλε αίτημα αναθεώρησης της βεβαίωσης στη βάση ότι η κλοπή ήταν υπό τις συνθήκες έξω από τις προσδοκίες των αποτελεσμάτων λήψης εύλογων μέτρων. Το αίτημα μελετήθηκε και απορρίφθηκε την 14.9.2007, με τη διαπίστωση ότι η κλοπή όντως οφείλετο στην παράβαση των όρων έγκρισης της αποθήκης. Κατά της απόφασης αυτής στρέφεται η προσφυγή.
Η Δημοκρατία εγείρει προδικαστική ένσταση ότι η Αιτήτρια στερείται εννόμου συμφέροντος να προωθεί την προσφυγή καθ΄όσον, μετά από την έρευνα της Αστυνομίας από την οποία διεφάνη η παράβαση του όρου (β), η Αιτήτρια την 13.4.2007 συμφώνησε ανεπιφυλάκτως να καταβάλει και κατέβαλε το συμβιβαστικό ποσό των £50 αντί να διωχθεί ποινικά για παράβαση των όρων λειτουργίας της αποθήκης. Αυτό, λέγει η Δημοκρατία, συνιστούσε αποδοχή της παράβασης των όρων λειτουργίας της αποθήκης στη βάση της οποίας και εστηρίχθη η τελωνειακή βεβαίωση, και εμποδίζει την Αιτήτρια να αμφισβητεί τώρα τη νομιμότητα της απόφασης, παραπέμποντας στην υπόθεση L.P. Franceskides & Co Ltd ν. Δημοκρατίας, 756/2006, 20.5.2006.
Η υπόθεση εκείνη όμως διακρίνεται καθ΄όσον εκεί είχε καταβληθεί ανεπιφυλάκτως το ίδιο το ποσό του επιβληθέντος φόρου. Εδώ η καταβολή του συμβιβαστικού ποσού ήταν προς αποφυγή ποινικής δίωξης και δεν ήταν μονοσήμαντη. Εφ΄όσον ο σκοπός της ήταν ο συμβιβασμός της ποινικής δίωξης, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι συνιστούσε σαφώς και αποδοχή της όποιας υποχρέωσης για καταβολή τελωνειακής οφειλής η οποία μάλιστα δεν είχε ακόμα καθορισθεί ως προς τη βάση και την έκταση της ώστε η Αιτήτρια να είχε πλήρη γνώση.
Στρέφομαι λοιπόν να εξετάσω την ουσία της προσφυγής. Η Αιτήτρια ισχυρίζεται ότι η απόφαση ήταν πεπλανημένη και μη στηριχθείσα σε δέουσα έρευνα. Καθ΄όσον το ζητούμενο ήταν η ενδεχόμενη παράβαση του όρου (β), θα έπρεπε να εξετασθεί κατά πόσο η Αιτήτρια είχε συμμορφωθεί με την υποχρέωση, όπως προβλέπει ο όρος (β) «να λαμβάνονται όλα τα αναγκαία μέτρα ώστε τα αποταμιευμένα εμπορεύματα να διατηρούνται σε ασφάλεια». Η Αιτήτρια παραπέμπει στα γεγονότα, όπως τα είχε εκθέσει στο αίτημα της για αναθεώρηση της βεβαίωσης, που αφορούσαν τις συνθήκες λειτουργίας της αποθήκης και δη τη φύλαξη του εν λόγω αυτοκινήτου, για να καταδείξει ότι δεν μπορούσε να εξαχθεί συμπέρασμα ευθύνης της για την κλοπή.
Η νομοθετική ρύθμιση του θέματος βρίσκεται στον περί Φόρων Κατανάλωσης Νόμο του 2004 (Ν. 91(Ι)/2004) και δη στο άρθρο 13(1)(α)(i) το οποίο έχει εφαρμογή στην προκειμένη περίπτωση και το οποίο προνοεί:
«(13).(1)(α) Εφόσον αποδειχθεί στο Διευθυντή από τον εγκεκριμένο αποθηκευτή ότι εναρμονισμένα προϊόντα που βρίσκονται σε καθεστώς αναστολής παρουσιάζουν:
(i) απώλειες που οφείλονται σε τυχαία περιστατικά ή σε ανωτέρα βία.
.......................
ο Διευθυντής δύναται να απαλλάσσει τα προϊόντα από τον ειδικό φόρο κατανάλωσης .»
Η θέση της Αιτήτριας είναι ότι, με βάση τα γεγονότα της υπόθεσης, τα οποία δεν διερευνήθησαν και δεν ελήφθησαν δεόντως υπ΄όψη, η κλοπή οφείλετο σε τυχαίο περιστατικό για το οποίο η ίδια δεν είχε ευθύνη. Εισηγείται μάλιστα ότι ο όρος «τυχαία περιστατικά» είναι ευρύτερος του όρου «αφεύκτου αιτίας» στον προηγούμενο και τώρα καταργηθέντα περί Τελωνείων και Φόρων Καταναλώσεως Νόμο.
Η εισήγηση της Αιτήτριας είναι ορθή. Φαίνεται ότι το στοιχείο και το μόνο στοιχείο στο οποίο η διοίκηση βασίσθηκε ήταν το ότι η προστατευτική αλυσίδα στην πρόσοψη του χώρου της αποθήκης ήταν στερεωμένη σε δύο πασσάλους αντί τρεις όπως προνοούσε η άδεια έγκρισης της αποθήκης και ήταν στο έδαφος αντί να ήταν τεντωμένη. Αυτό είναι προφανές και στο ίδιο το σημείωμα του λειτουργού ο οποίος διενήργησε την έρευνα σε σχέση με το αίτημα της Αιτήτριας για αναθεώρηση της βεβαίωσης, στο οποίο αναφέρεται ότι:
«Σημαντική διαπίστωση από την μελέτη της υπόθεσης ήταν ότι από τον αποθεματικό έλεγχο που διενεργήθηκε στην εν λόγω Α.Τ.Α. στις 12/2/07 εκτός του ότι επιβεβαιώθηκε η απώλεια του συγκεκριμένου αυτοκινήτου διαπιστώθηκε παράβαση των όρων λειτουργίας της αποθήκης σε σχέση με την ασφαλή φύλαξη των αποταμιευμένων εμπορευμάτων. Πιο συγκεκριμένα, η προστατευτική αλυσίδα που βρίσκεται στην πρόσοψη του χώρου της αποθήκης και που σύμφωνα με την άδεια έγκρισής της θα έπρεπε να στηρίζεται σε τρεις ενδιάμεσους πασσάλους, βρισκόταν στο έδαφος χωρίς να είναι τεντωμένη και ήταν στερεωμένη σε δύο μόνο πασσάλους στις αντίστοιχες πλευρές της πρόσοψης. Επομένως τα μέτρα φύλαξης των εμπορευμάτων στην προκειμένη περίπτωση δεν ήταν επαρκή και σύμφωνα με τους όρους έγκρισης.»
Σε αυτό ήταν που στηρίχθηκε η σύσταση του για απόρριψη του αιτήματος. Προφανώς όμως δεν διερευνήθησαν και δεν λήφθησαν υπ΄όψη τα γεγονότα στα οποία είχε αναφερθεί η Αιτήτρια στο αίτημά της και τα οποία ήσαν:
«1. Η αποθήκη των με τον αναγνωριστικό αριθμό Α524700 CY ευρίσκεται στον πλέον πολυσύχναστο και πλήρως φωτιζόμενο δρόμο της Λινόπετρας ήτοι στην οδό Κολωνακίου αρ. 31 στη Λεμεσό.
2. Ο χώρος της εν λόγω αποθήκης προστατεύεται στις 3 πλευρές του (Βόρεια, ανατολικά, δυτικά) με στύλλους και τέλλι μεγάλου ύψους ως και με καλλιτρίδα του ίδιου ύψους αποκλείοντας την είσοδο και έξοδο από τες πλευρές αυτές οι οποίες είναι εκτεθειμένες.
3. Σε ότι αφορά την νότια πλευρά της αποθήκης η οποία εφάπτεται στην οδό Κολωνακίου και η οποία είναι πλήρως φωτιζόμενη, προστατεύετο με μεγάλη αλυσίδα η οποία λόγω του τρόπου τοποθέτησης και του μεγέθους της εμπόδιζε την έξοδο οιουδήποτε οχήματος από την αποθήκη.
4. Η ανέγερση και περίφραξη της αποθήκης έγινε σύμφωνα με τα εγκριθέντα σχέδια χωρίς οιαδήποτε αλλαγή επ΄αυτών.
5. Περαιτέρω το κλειδί του συγκεκριμένου αυτοκινήτου (το οποίο ήτο ηλεκτρονικό) φυλαττόταν κλειδωμένο σε γραφείο εντός υποστατικού το οποίο επίσης ήτο κλειδωμένο και ασφαλισμένο εντός του χώρου της αποθήκης.
6. Η κλοπή του συγκεκριμμένου αυτοκινήτου έγινε σε νυχτερινές ώρες αφού σε αρχικό στάδιο έγινε διάρρηξη του υποστατικού εντός της αποθήκης, διάρρηξη του γραφείου όπου φυλαττόταν το κλειδί του αυτοκινήτου και το οποίο να σημειωθή ότι δεν έφερε οποιαδήποτε διακριτικά ότι αφορούσε το συγκεκριμμένο αυτοκίνητο και τέλος με την αποκοπή της αλυσίδας με κοπτικά μέσα η οποία εμπόδιζε την έξοδο οιουδήποτε αυτοκινήτου από την αποθήκη.»
Αυτά τα γεγονότα έτειναν να καταδείξουν την έλλειψη ουσιώδους συνάφειας μεταξύ της οποιασδήποτε παράβασης του όρου (β) αναφορικά με την αλυσίδα στην πρόσοψη της αποθήκης και την κλοπή του αυτοκινήτου ως προς το ζητούμενο, που ήταν κατά πόσο η Αιτήτρια είχε συμβολή και ευθύνη στην κλοπή λόγω της εν λόγω παράβασης ή κατά πόσο η κλοπή ήταν τυχαία ως ανεξάρτητη της εν λόγω παράβασης. Το Τελωνείο δεν συνέδεσε την παράβαση προς το ζητούμενο παρά μόνο θεώρησε ότι η εν λόγω παράβαση του όρου εξυπάκουε ανεπάρκεια των μέτρων φύλαξης. Και στην ίδια την επιστολή με την οποία η Αιτήτρια επληροφορείτο την απόρριψη του αιτήματος της για αναθεώρηση αναφέρονται μόνο τα ακόλουθα:
«Με βάση το πιο πάνω νομοθετικό πλαίσιο και λαμβάνοντας υπόψη τις συνθήκες κάτω από τις οποίες διαπράχθηκε η πιο πάνω κλοπή, καταληκτικά συμπεραίνεται ότι αυτή οφείλεται σε παράβαση των όρων έγκρισης που είχαν αρχικά τεθεί για την χορήγηση της Άδειας Διαχείρισης της Αποθήκης Τελωνειακής Αποταμίευσης.»
Η ίδια γενικότητα διέπει και την προηγηθείσα βεβαίωση η οποία παρετέθη ανωτέρω, όπου αναφέρεται απλώς, αφού γίνεται αναφορά σε μη τήρηση του όρου (β):
«Λόγω των ανωτέρω γεγονότων και επειδή η κλοπή του οχήματος δεν οφείλεται σε ανωτέρα βία ή σε τυχαίο γεγονός, γεννάται εναντίον σας Τελωνειακή Οφειλή και Άλλη Τελωνειακή Οφειλή.»
Διαπιστώνεται λοιπόν πλάνη και έλλειψη δέουσας έρευνας αλλά και ακόλουθη έλλειψη αιτιολογίας της απόφασης.
Δεν θα με απασχολήσουν οι υπόλοιποι λόγοι ακύρωσης τους οποίους επικαλείται ο Αιτητής και οι οποίοι αφορούν την αρχή της καλής πίστης και το δικαίωμα ακρόασης.
Η προσφυγή επιτυγχάνει και η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται. Η Δημοκρατία θα καταβάλει €1000 έξοδα στον Αιτητή.
Δ. Χατζηχαμπής,
Δ.
/ΚΧ"Π