ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 602/2008)
27 Ιανουαρίου, 2009
[ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤO ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
SHAH SAIF ULLAH,
Αιτητής,
ΚΑΙ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΑΡΧΗ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ,
Καθ΄ης η Αίτηση.
- - - - - - -
Λ. Κληρίδης, για τον Αιτητή.
Ε. Καρακάννα, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την Καθ΄ης η Αίτηση.
- - - - - - -
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ.: Ο αιτητής κατάγεται από το Αφγανιστάν. Εισήλθε στην Κύπρο παράνομα στις 20.11.2003. Στις 24.11.2003 υπέβαλε αίτηση για πολιτικό άσυλο, ισχυριζόμενος ότι ο λόγος που εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του ήταν ότι στο Αφγανιστάν πίστευαν ότι ανήκει στην Alqaeda. Πρόσθεσε ότι κινδυνεύει η ζωή του στη χώρα του και ότι, σε περίπτωση επιστροφής του στο Αφγανιστάν, θα τον σκοτώσουν.
Στις 26.6.2006 αρμόδιος Λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου πήρε συνέντευξη από τον αιτητή. Κατά τη συνέντευξη ισχυρίστηκε ότι αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τη χώρα του λόγω του εμφυλίου πολέμου. Από το 1989 μέχρι και το 2003 ζούσε, μαζί με την οικογένειά του, στο Πακιστάν. Αναγκάστηκε, όμως, να εγκαταλείψει και το Πακιστάν λόγω της γενικής κατάστασης που επικρατούσε και, συγκεκριμένα, λόγω των συχνών ελέγχων που διενεργούσαν οι αστυνομικές αρχές στο Πακιστάν. Δεν είχε βίζα, ούτε διαβατήριο, ούτε ταυτότητα, και φοβόταν ότι θα τον συλλάβουν και τον φυλακίσουν. Πρόσθεσε ότι δεν επιθυμεί να επιστρέψει στο Αφγανιστάν αφού εκεί δεν έχει σπίτι, ούτε χρήματα, αλλά ούτε και την οικογένειά του, η οποία βρίσκεται στο Πακιστάν. Τέλος, ο αιτητής δήλωσε ότι στην Κύπρο ήλθε με την ελπίδα να βγάλει χρήματα και να συντηρήσει τον εαυτό του.
Μετά το τέλος της συνέντευξης, ο αρμόδιος Λειτουργός ετοίμασε εισήγηση στον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου, εισηγούμενος την απόρριψη του αιτήματος, εισήγηση την οποία ο δεύτερος και αποδέχθηκε, στηριζόμενος στο άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου, με το οποίο καθορίζεται η έννοια του πολιτικού πρόσφυγα και, δυνάμει του άρθρου 19(1), με το οποίο αναγνωρίζεται το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, μόνο όπου ο αιτητής έχει βάσιμο λόγο ότι θα υποστεί σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη που, σύμφωνα με το άρθρο 19(2), μπορεί να πάρει τη μορφή βασανιστηρίων ή απάνθρωπης και εξευτελιστικής μεταχείρισης.
Ο αιτητής καταχώρησε ακολούθως διοικητική προσφυγή, μέσω του νομικού του εκπροσώπου, την οποία η Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων επίσης απέρριψε, δίδοντας εμπεριστατωμένη αιτιολογία της απόφασής της. Επιπρόσθετα, η Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων έκρινε ότι δεν συνέτρεχαν ούτε οι προϋποθέσεις του άρθρου 19(Α), ούτως ώστε να παραχωρηθεί στον αιτητή το καθεστώς διαμονής για ανθρωπιστικούς λόγους.
Με την παρούσα προσφυγή ο αιτητής προσβάλλει τη νομιμότητα της απόφασης της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων με την οποία απορρίφθηκε η αίτησή του για πολιτικό άσυλο.
Προβάλλονται ως λόγοι ακυρώσεως:
(α) ότι πάσχει η αιτιολογία τόσο της εισήγησης της Υπηρεσίας Ασύλου όσο και της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων που την επικύρωσε,
(β) ότι η επίδικη απόφαση ουσιαστικά εξεδόθη όχι από τον Πρόεδρο της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, αλλά από τον αρμόδιο Λειτουργό, ο οποίος ανεπίτρεπτα προέβη σε αξιολόγηση της μαρτυρίας που έλαβε, αντί να αφήσει το θέμα της αξιολόγησής της στον Προϊστάμενό του αλλά και στον Πρόεδρο της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων,
(γ) ότι η νομοθεσία που δίδει στον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου το δικαίωμα απόρριψης της προσφυγής και, ταυτόχρονα, δίδει την ίδια δικαιοδοσία στην Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, συνιστά ανορθόδοξη διαδικασία εφόσον οδηγεί σε σύγκρουση αρμοδιοτήτων, και,
(δ) ότι η επίδικη απόφαση αντί να αποφασίζει τα επίδικα σημεία τα οποία ηγέρθησαν με την διοικητική προσφυγή του αιτητή, εδράζεται σε εξέταση εκ νέου ολόκληρου του φακέλου από την ημέρα της άφιξης του αιτητή στην Κύπρο, αλλά και σε σημεία τα οποία ουδέποτε τέθησαν στον αιτητή.
Οι προβαλλόμενοι λόγοι ακυρώσεως είναι εντελώς αβάσιμοι. Η επίδικη απόφαση της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων είναι πλήρως αιτιολογημένη, και ουδεμία παράβαση του περί Προσφύγων Νόμου υπάρχει. Ούτε, βέβαια, εγείρεται ζήτημα σύγκρουσης αρμοδιοτήτων, εφόσον η Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων είναι ιεραρχικώς ανώτερο διοικητικό όργανο με εξουσία να ελέγχει τις αποφάσεις της Υπηρεσίας Ασύλου. Επιπλέον, είναι ασφαλώς δικαίωμα της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, σύμφωνα πάντοτε με τον περί Προσφύγων Νόμο, να εξετάζει εκ νέου την όλη υπόθεση και να καταλήγει στη δική της απόφαση αφού λάβει υπόψη κάθε στοιχείο το οποίο θεωρεί σχετικό με την ενώπιόν της υπόθεση.
Το Δικαστήριο δεν προβαίνει σε επανεκτίμηση των γεγονότων ούτε και υποκαθιστά την κρίση της αρμόδιας διοικητικής αρχής, εν προκειμένω της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, με τη δική του. Το Δικαστήριο ελέγχει τη νομιμότητα της προσβαλλόμενης απόφασης κατ΄ εφαρμογή των αρχών του διοικητικού δικαίου.
Η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται με €500 έξοδα εις βάρος του αιτητή.
Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται βάσει του Άρθρου 146.4(α) του Συντάγματος.
Ρ. Γαβριηλίδης,
Δ.
/ΧΤΘ