ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 1569/2005)
9 Ιανουαρίου, 2009
[ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤO AΡΘΡO 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
Σ.Ε.Π.Α.Ν. (ΚΑΦΕΤΕΡΙΑ) ΛΤΔ,
Αιτήτρια,
ΚΑΙ
ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΜΕΣΩ
1. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ,
2. ΕΦΟΡΟΥ ΦΟΡΟΥ ΠΡΟΣΤΙΘΕΜΕΝΗΣ ΑΞΙΑΣ,
Καθ΄ων η Αίτηση.
- - - - - - -
Γ. Αμπίζας, για την Αιτήτρια.
Γ. Λαζάρου, Ανώτερος Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ΄ων η Αίτηση.
- - - - - - -
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ.: Οι αιτητές Σ.Ε.Π.Α.Ν. (Καφετέρια) Λτδ είναι εγγεγραμμένοι στο Μητρώο Φ.Π.Α. από 1.7.1992 με αριθμό εγγραφής 100439-00W. Έχουν επιχείρηση καφεστιατορίου-μπυραρίας στην Αγία Νάπα με την επωνυμία "Square Pub".
Το Επαρχιακό Γραφείο Φ.Π.Α. Λάρνακας, ασκώντας τις εξουσίες του με βάση τους περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας Νόμους 1990 μέχρι (Αρ.2) του 2000 και τους περί Προστιθέμενης Αξίας Νόμους του 2000 μέχρι (Αρ.4) του 2005, διενήργησε έλεγχο στα βιβλία και αρχεία της επιχείρησης, ο οποίος ολοκληρώθηκε στις 16.9.2005. Κατά τον έλεγχο εξετάστηκαν οι φορολογικές περίοδοι από 1.1.1998 μέχρι 30.9.2004, σε σχέση με τα υποβληθέντα στοιχεία στις φορολογικές δηλώσεις για τις ίδιες περιόδους. Από την εξέταση διαπιστώθηκαν τα πιο κάτω:
1. Οι αιτητές παρέλειψαν να παρουσιάσουν για έλεγχο όλα τα βιβλία, στοιχεία και αρχεία που οι αρμόδιοι λειτουργοί είχαν ζητήσει για να ελεγχθούν. Συγκεκριμένα, δεν παρουσίασαν όλα τα τιμολόγια αγορών που αφορούσαν τη φορολογική περίοδο 1.7.2003-30.9.2003. Για την περίοδο 1.4.2004-30.6.2004 δεν παρουσίασαν στοιχεία για τις αγορές και τις πωλήσεις. Επίσης δεν παρουσίασαν τους τιμοκαταλόγους για τα έτη 1998 μέχρι 2002.
2. Οι αιτητές δεν τήρησαν βιβλίο αποθεμάτων σχετικά με τη διακύμανση των αποθεμάτων έτσι που να είναι δυνατός ο έλεγχος της ορθής καταβολής του φόρου με βάση τις διατάξεις του άρθρου 39(1) του Ν.246/1990 και του άρθρου 3(3) του περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας (Τήρηση Βιβλίων και Στοιχείων) Διατάγματος του 1992 (ΚΔΠ114/1992) και τις διατάξεις του κανονισμού 22(1)(α)(iv) των περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας (Γενικών) Κανονισμών του 2001 μέχρι 2004.
3. Οι αιτητές δεν τήρησαν αρχείο για τα περιουσιακά στοιχεία της επιχείρησης που διατίθενται για ιδιωτική χρήση ή παρέχονται ως δώρο στο οποίο να καταχωρείται: (i) η φύση και το είδος των αγαθών, (ii) η ημερομηνία της διάθεσης των αγαθών, (iii) ο συντελεστής και το ποσό του φόρου που αναλογεί, (iv) το κόστος των αγαθών μη περιλαμβανομένου του Φ.Π.Α., σύμφωνα με το άρθρο 4(3)(α) του περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας (Τήρησης Βιβλίων, Αρχείων και Στοιχείων) Διατάγματος του 1992 (ΚΔΠ114/1992) και σύμφωνα με τον Κανονισμό 22(1)(α)(v) των περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας (Γενικών) Κανονισμών του 2001-2002 της υποπαραγράφου (3)(α) της παραγράφου 4 της Γνωστοποίησης που εκδόθηκε με βάση τον Κανονισμό 22(2) (ΚΔΠ27/2002).
Οι αιτητές δεν αμφισβήτησαν τις διαπιστώσεις του Εφόρου οι οποίες υποδεικνύονται στην επιστολή του ημερομηνίας 28.9.2006, όπου αναφερόταν ότι:
"(α) Παραλείψατε να παρουσίασετε όλα τα βιβλία, στοιχεία και αρχεία που σας ζητήθηκαν. Συγκεκριμένα δεν παρουσιάσατε όλα τα τιμολόγια αγορών της περιόδου 1/7/2003-30/9/2003, ενώ για την περίοδο 1/4/2004-30/6/2004 δεν φέρατε στοιχεία για τις αγορές και τις πωλήσεις σας, ως επίσης και τους τιμοκαταλόγους για τα έτη 1998-2002.
(β) Δεν τηρούνται όλα τα βιβλία, αρχεία και στοιχεία που προνοούνται από την περί Φ.Π.Α. Νομοθεσία (ΚΔΠ 114/92 και κανονισμός 22 της ΚΔΠ 314/2001). Συγκεκριμένα, δεν τηρείτε κατάσταση διακύμανσης αποθεμάτων αλλά ούτε γίνεται καταγραφή του κόστους κατανάλωσης ποτών από το προσωπικό.
(γ) Το ποσοστό κέρδους που παρουσιάζουν τα βιβλία σας δεν συμφωνεί με το αντίστοιχο που υπολογίστηκε από την Υπηρεσία Φ.Π.Α. με βάση τις τιμές πώλησης και κόστους των ποτών."
Ως εκ τούτου, τυγχάνει εφαρμογής το άρθρο 34(1) του περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας Νόμου του 1990-2000. Οι προϋποθέσεις του εν λόγω άρθρου έχουν αναλυθεί στην Kokos Athanasiou Motors Ltd. ν. Δημοκρατίας, Υπόθεση Αρ. 229/1996, 6.2.1997 (επικυρώθηκε κατ΄ έφεση στην ΑΕ2421, 20.1.2000). Στην πρωτόδικη απόφαση λέχθηκαν τα εξής:
"Σύμφωνα με την ορθή ερμηνεία του άρθρου 34(1) ο Έφορος νομιμοποιείται να ασκήσει τις δυνάμει τούτου εξουσίες του εάν συντρέχει οποιαδήποτε από τις πιο πάνω προϋποθέσεις.
(α) Παράλειψη του φορολογουμένου να υποβάλει τις απαιτούμενες από το Νόμο φορολογικές δηλώσεις.
(β) Μη τήρηση των αναγκαίων εγγράφων.
(γ) Άρνηση παροχής των αναγκαίων διευκολύνσεων για επαλήθευση των φορολογικών δηλώσεων.
(δ) Υποβολή φορολογικών δηλώσεων οι οποίες είναι ελλιπείς ή περιέχουν σφάλματα.
Η ύπαρξη της πρώτης προϋπόθεσης εξετάζεται με βάση την αντικειμενική κατάσταση πραγμάτων. Οι λοιπές προϋποθέσεις επαφείονται στην κρίση του Εφόρου. Αν πληρούνται οι πιο πάνω προϋποθέσεις ή οποιαδήποτε από αυτές τότε ο Έφορος έχει εξουσία να βεβαιώσει το ποσό του οφειλομένου φόρου χρησιμοποιώντας κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο την κρίση του. (Βλ. Van Boeckel v. Customs and Excise Commissioners (1981) 2 All E.R. 505, 507).
.....................................................................................................................................
Σε προσφυγή δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος οι αιτητές φέρουν το βάρος της αποδείξεως. Στην απουσία οποιασδήποτε μαρτυρίας από τους αιτητές περί του αντιθέτου η ύπαρξη των προϋποθέσεων που θέτει το άρθρο 34(1) του Νόμου θα κριθεί με βάση το περιεχόμενο της επίδικης απόφασης. Αφού έλαβα υπόψη διαπιστώνω την ύπαρξη των προϋποθέσεων (β) και (δ) (πιο πάνω, σελ. 2). Ακολουθεί πως ο Έφορος είχε εξουσία να προχωρήσει στη βεβαίωση του φόρου δυνάμει του άρθρου 34(1) του Νόμου."
Με την παρούσα προσφυγή οι αιτητές ζητούν:
"Απόφαση και/ή δήλωση με την οποία να κηρύσσεται άκυρη και στερούμενη οποιουδήποτε αποτελέσματος η απόφαση των καθ΄ων η αίτηση που περιέχεται στην επιστολή του Εφόρου Φόρου Προστιθέμενης Αξίας ημερομηνίας 28/9/2005, η οποία λήφθηκε από τους Αιτητές αργότερα και δια της οποίας στάληκε στους αιτητές βεβαίωση οφειλόμενου φόρου £19.057,64 για την περίοδο 01/01/98 μέχρι 30/09/2004."
Θεωρώ ότι, από τις ενέργειες του Εφόρου, μετά τις διαπιστώσεις που καταγράφονται στην επιστολή της 28.9.2005, προκύπτει ότι έχει εξετάσει με δίκαιο και καλόπιστο τρόπο όλο το υλικό που είχε τεθεί ενώπιόν του, όπως και το υλικό που είχε εξασφαλισθεί ως αποτέλεσμα της έρευνάς του. Έχει, επομένως, ασκήσει την εξουσία του έντιμα και καλόπιστα, η δε προσβαλλόμενη απόφαση ήταν εύλογα επιτρεπτή με βάση τα ενώπιόν του στοιχεία.
Αναφορικά με τη θέση των αιτητών περί της μη λήψης υπόψη της μελέτης των λογιστών των αιτητών αυτή δεν βρίσκει έρεισμα στο ενώπιόν μου υλικό. Αντίθετα με όσα ισχυρίζονται οι αιτητές, η μελέτη των λογιστών τους αξιολογήθηκε (βλέπε σελ. 149-154 της Έκθεσης). Συναφώς, υπενθυμίζω ότι πρόκειται για απόφαση φορολογικής αρχής. Ισχύουν, επομένως, οι αρχές που διέπουν το δικαστικό έλεγχο των αποφάσεων του Εφόρου Φόρου Εισοδήματος. Σύμφωνα με τις εν λόγω αρχές το Δικαστήριο δεν επεμβαίνει στην εκτίμηση των γεγονότων υποκαθιστώντας την κρίση του Εφόρου με τη δική του. Επεμβαίνει μόνο όταν η επίδικη απόφαση δεν ήταν εύλογα επιτρεπτή με βάση τα ενώπιον του Εφόρου γεγονότα. (Βλ. Γεωργιάδου ν. Δημοκρατίας (1982) ΑΑΔ 659). Στην παρούσα υπόθεση, από το ενώπιόν μου υλικό, προκύπτει ότι ο Έφορος έχει εκτιμήσει δεόντως όλα τα ενώπιόν του στοιχεία, περιλαμβανομένης της μελέτης των λογιστών των αιτητών, και δεν υπάρχει πεδίο επέμβασης.
Η προσφυγή απορρίπτεται με €1.200 έξοδα εις βάρος των αιτητών.
Ρ. Γαβριηλίδης,
Δ.
/ΧΤΘ