ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2008) 4 ΑΑΔ 867

10 Οκτωβρίου, 2008

[ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

ΑΜΑΛΙΑ ΛΑΥΡΕΝΤΗ ΓΕΩΡΓΙΑΔΟΥ,

Αιτήτρια,

v.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ

ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΟΙΚΗΣΕΩΣ ΠΑΦΟΥ,

Καθ' ων η αίτηση.

(Υπόθεση Αρ. 350/2007)

 

Οδοί και Οικοδομές ― Ερμηνεία του όρου «δημόσια οδός» στα πλαίσια του περί Οδών και Οικοδομών Νόμου, Κεφ. 96 σε συνδυασμό με το Κεφ. 83 και το Κεφ. 224 ― Αντιδιαστολή της έννοιας της «δημοσίας οδού», με την έννοια του όρου «δημόσιος δρόμος».

Διοικητικό Δίκαιο ― Γενικές αρχές ― Αρχή της χρηστής διοίκησης ― Η πηγάζουσα από αυτήν απαγόρευση της αντιφατικής συμπεριφοράς των διοικητικών οργάνων.

Η αιτήτρια προσέφυγε κατά της απόφασης απόρριψης της αίτησής της, για έκδοση πολεοδομικής άδειας ανέγερσης οικίας στην ακίνητη ιδιοκτησία της.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, ακυρώνοντας την επίδικη απόφαση, αποφάσισε ότι:

1.  Ο όρος «δημόσιος δρόμος» στην παράγραφο 1(δ)(i) της πολιτικής 9(Γ)(β) της Δήλωσης Πολιτικής εν προκειμένω, δεν ορίζεται στην ίδια την Δήλωση Πολιτικής, δεν μπορεί όμως να ταυτίζεται εξαντλητικά με την έννοια της «δημόσιας οδού» στο Κεφάλαιο 96, ως οδού καθιστάμενης δημόσιας άμα τη εκδώσει πιστοποιητικού εγκρίσεως της κατασκευής της.  Δεν περιορίζει το Κεφάλαιο 96 την παραδοσιακή έννοια της «δημόσιας οδού» ή «δημόσιου δρόμου».  Ο ορισμός του όρου «δημόσια οδός» στο Κεφάλαιο 83, επισημαίνει ακριβώς την ευρύτητα της έννοιας ως χώρου στον οποίο το κοινό γενικά έχει δικαίωμα διόδου, με έμφαση στη de facto χρήση του από το κοινό και όχι στην εγγραφή του επ' ονόματι οποιασδήποτε αρμοδίας αρχής.  Έτσι είναι αντιληπτός ο όρος και στο Κεφάλαιο 224.  Σημασία έχει λοιπόν η τέτοια καθιερωμένη χρήση του χώρου από το κοινό, ώστε να καταδεικνύεται ο δημόσιος χαρακτήρας του. 

2.  Στην προκειμένη περίπτωση είναι κοινό έδαφος ότι ο εν λόγω δρόμος είχε κατασκευασθεί από το 1955 και εχρησιμοποιείτο έκτοτε ως δημόσιος.  Και όχι μόνο τούτο.  Η ίδια η διοίκηση τον συντηρούσε έκτοτε, αναγνωρίζουσα έτσι την ιδιότητά του ως δημόσιου, γεγονός που και τελικά επιβεβαιώθηκε με την εγγραφή του δρόμου ως δημόσιου.  Συνάγεται περαιτέρω ότι η διοίκηση κατ' επίφαση θεωρούσε το δρόμο δημόσιο κατά το διαχωρισμό που είχε προγενέστερα διενεργηθεί, ώστε να πληρούντο οι προϋποθέσεις της παραγράφου 1(δ)(i).

3.  Η διαχρονική στάση της διοίκησης την εμποδίζει να συμπεριφέρεται τώρα αντιφατικά και να επιδιώκει να αναιρέσει την πάγια αποδοχή της, ότι πρόκειται για δημόσιο δρόμο τον οποίο όχι μόνο κατασκεύασε και συντηρούσε, αλλά και θεώρησε ως δημόσιο για να επιτρέψει το διαχωρισμό του αρχικού ακινήτου.  Αν της επιτρέπετο να πράξει τούτο, θα προέκυπτε αντίθεση με την αρχή της χρηστής διοίκησης.

Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.

Προσφυγή.

Α. Μαρκίδης, για την Αιτήτρια.

Μ. Χατζηγεωργίου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση.

Cur. adv. vult.

ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ.: Η Αιτήτρια, ιδιοκτήτρια ακινήτου εκτός ορίων ανάπτυξης στη Λυσό, υπέβαλε το 2005 αίτηση για χορήγηση πολεοδομικής άδειας για ανέγερση οικίας στο εν λόγω ακίνητο της. Το εν λόγω ακίνητο προέκυψε από διαχωρισμό που έγινε το 2003. Το αρχικό ακίνητο εφάπτετο δρόμου που είχε κατασκευασθεί από το 1955 και έκτοτε εσυντηρείτο από την Επαρχιακή Διοίκηση αλλά δεν είχε αποτυπωθεί στα επίσημα κτηματολογικά σχέδια καθ' όσον δεν είχαν ληφθεί οι έγγραφες συγκαταθέσεις των ιδιοκτητών των ακινήτων από τα οποία διήρχετο. Σύμφωνα με την παράγραφο 1(δ)(i) της πολιτικής 9(Γ)(β) της Δήλωσης Πολιτικής, η πολεοδομική αρχή μπορεί να χορηγήσει πολεοδομική άδεια για ανέγερση οικίας εκτός του ορίου ανάπτυξης σε ακίνητο που προέκυψε από διαχωρισμό μετά την 1.12.1990 νοουμένου ότι το αρχικό ακίνητο εφάπτετο δημοσίου δρόμου πλάτους 4 μέτρων.  Η πολεοδομική αρχή, στηριζόμενη στο ότι ο εν λόγω δρόμος, αν και υφιστάμενος, δεν είχε εγγραφεί, απέρριψε την αίτηση για το λόγο ότι:

«Το υπό ανάπτυξη τεμάχιο προέκυψε από διαχωρισμό μεγαλύτερου τεμαχίου μετά την 01/12/1990. Το αρχικό τεμάχιο δεν εφαπτόταν πριν τον διαχωρισμό του σε δημόσιο δρόμο σ' αντίθεση με τις πρόνοιες της Πολιτικής 9(Γ)(1)(δ)(ι) της Δήλωσης Πολιτικής του 2000.»

Να σημειωθεί ότι κατά το χρόνο λήψης της απόφασης την οποία και προσβάλλει η προσφυγή ο εν λόγω δρόμος είχε τελικά εγγραφεί αφού εξασφαλίσθησαν οι συγκαταθέσεις (η σχετική αίτηση υπεβλήθη και ενεκρίθη το 2004), αυτό όμως δεν θα επηρέαζε το κατά πόσο το αρχικό ακίνητο εφάπτετο δημοσίου δρόμου κατά το διαχωρισμό του το 2003.

Βασική εισήγηση του ευπαιδεύτου συνηγόρου της Αιτήτριας είναι ότι η προσβαλλόμενη απόφαση παραβιάζει τις πρόνοιες της παραγράφου 1(δ)(i). Ο όρος «δημόσιος δρόμος», εισηγείται, δεν είναι ταυτόσημος με τον όρο «δημόσια οδός» στο Κεφάλαιο 96 για σκοπούς έγκρισης και ελέγχου νέων οδών, πρέπει δε για σκοπούς ιδιωτικών δικαιωμάτων να θεωρείται, ως δημόσιος, δρόμος ο οποίος de facto και εθιμικά έχει περιέλθει, με την ουσιαστική συναίνεση του ιδιοκτήτη, στον έλεγχο και τη συντήρηση της αρμόδιας αρχής, όπως στην προκειμένη περίπτωση. Παραπέμπει μάλιστα στο Άρθρο 2 του Κεφαλαίου 83 όπου ο όρος «δημόσια οδός» ορίζεται ως περιλαμβάνων «χώρο επί του οποίου το κοινό έχει δικαίωμα διόδου» όπως και στο Άρθρο 2 του Κεφαλαίου 224 όπου ο όρος «δημόσιος δρόμος» ορίζεται ομοίως. Κακώς λοιπόν, καταλήγει, η πολεοδομική αρχή εξομοίωσε την έννοια του δημόσιου δρόμου με την έννοια της εγγεγραμμένης οδού, παραβιάζοντας έτσι και την αρχή της χρηστής διοίκησης ως προς τις εύλογες προσδοκίες του πολίτη βασιζόμενες στην από πεντηκονταετίας επικρατούσα κατάσταση στην οποία συμμετείχε η διοίκηση.

Η Δημοκρατία βασίζει τις εισηγήσεις της στη θέση ότι η de facto κατάσταση δεν μπορεί να καθορίζει τη νομική μορφή του δρόμου ως δημόσιου και ότι δεν τίθεται θέμα να εμποδίζεται η διοίκηση να αμφισβητεί τη φύση του δρόμου ως δημόσιου ως εκ της συμμετοχής της στη de facto κατάσταση.

Θεωρώ ορθές τις εισηγήσεις της Αιτήτριας. Ο όρος «δημόσιος δρόμος» στην παράγραφο 1(δ)(i) δεν ορίζεται στη Δήλωση Πολιτικής, δεν μπορεί όμως να ταυτίζεται εξαντλητικά με την έννοια της «δημόσιας οδού» στο Κεφάλαιο 96 ως οδού καθιστάμενης δημόσιας άμα τη εκδόσει πιστοποιητικού εγκρίσεως της κατασκευής της. Ο εν λόγω νόμος ρυθμίζει μόνο τα της διάνοιξης ή κατασκευής οδού και καθιστά αναγκαία για το σκοπό αυτό την εξασφάλιση άδειας και ακολούθως πιστοποιητικού εγκρίσεως της κατασκευής ώστε η οδός να καθίσταται πλέον δημόσια. Δεν περιορίζει όμως το Κεφάλαιο 96 την παραδοσιακή έννοια της «δημόσιας οδού» ή «δημόσιου δρόμου». Ο ορισμός του όρου «δημόσια οδός» στο Κεφάλαιο 83, στο οποίο παραπέμπει ο ευπαίδευτος συνήγορος για την Αιτήτρια, επισημαίνει ακριβώς την ευρύτητα της έννοιας ως χώρου στον οποίο το κοινό γενικά έχει δικαίωμα διόδου με έμφαση στη de facto χρήση του από το κοινό και όχι στην εγγραφή του επ΄ονόματι οποιασδήποτε αρμοδίας αρχής. Έτσι είναι αντιληπτός ο όρος και στο Κεφάλαιο 224. Σημασία έχει λοιπόν η τέτοια καθιερωμένη χρήση του χώρου από το κοινό ώστε να καταδεικνύεται ο δημόσιος χαρακτήρας του. 

Στην προκειμένη περίπτωση είναι κοινό έδαφος ότι ο εν λόγω δρόμος είχε κατασκευασθεί από το 1955 και εχρησιμοποιείτο έκτοτε ως δημόσιος. Και όχι μόνο τούτο. Η ίδια η διοίκηση τον συντηρούσε έκτοτε, αναγνωρίζουσα έτσι την ιδιότητά του ως δημόσιου, γεγονός που και τελικά επιβεβαιώθηκε με την εγγραφή του δρόμου ως δημόσιου. Πέραν τούτων όμως, κατά την ακρόαση της προσφυγής το Δικαστήριο ζήτησε και προσκομίσθηκε ο φάκελος που αφορά το διαχωρισμό του αρχικού ακινήτου για να διαπιστωθεί η αντίληψη της διοίκησης κατά το διαχωρισμό ως προς το αν το αρχικό ακίνητο εφάπτετο δημόσιου δρόμου, έχοντας ιδιαιτέρως υπόψη ότι αυτό θα ήταν και προϋπόθεση για να επιτραπεί ο διαχωρισμός. Προκύπτει λοιπόν από το φάκελο αυτό ότι επί τη προοπτική του διαχωρισμού εζητήθη από την Αιτήτρια και αυτή έδωσε τη συγκατάθεσή της όπως ο υφιστάμενος δρόμος αφαιρεθεί από την ιδιοκτησία της δωρεάν και εγγραφεί ως δημόσιος δρόμος, τότε δε μόνο εγκρίθηκε ο διαχωρισμός. Συνάγεται ότι η διοίκηση κατ' επίφαση θεωρούσε το δρόμο δημόσιο κατά το διαχωρισμό ώστε να πληρούντο οι προϋποθέσεις της παραγράφου 1(δ)(i).

Αυτό οδηγεί μάλιστα και σε μια άλλη πτυχή της υπόθεσης. Η διαχρονική στάση της διοίκησης την εμποδίζει να συμπεριφέρεται τώρα αντιφατικά και να επιδιώκει να αναιρέσει την πάγια αποδοχή της ότι πρόκειται για δημόσιο δρόμο τον οποίο όχι μόνο κατασκεύασε και συντηρούσε αλλά και θεώρησε ως δημόσιο για να επιτρέψει το διαχωρισμό του αρχικού ακινήτου. Αν της επιτρέπετο να πράξει τούτο θα προέκυπτε αντίθεση με την αρχή της χρηστής διοίκησης.

Για τους λόγους αυτούς η προσφυγή επιτυγχάνει και η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται. Η Δημοκρατία θα καταβάλει €1.000 στην Αιτήτρια.

Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο