ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2008) 4 ΑΑΔ 350
26 Μαΐου, 2008
[ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚA ΜΕ ΤA ΑΡΘΡA 23, 28 KAI 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤAΓΜΑΤΟΣ
1. ΦΡΟΣΩ ΔΗΜΟΣΘΕΝΗ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ-ΔΡΟΥΣΙΩΤΗ
ΔΙΑ ΤΟΥ ΠΛΗΡΕΞΟΥΣΙΟΥ ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΟΥ ΤΗΣ
ΤΑΣΟΥ ΛΑΜΝΙΣΟΥ,
2. ΔΗΜΟΣ ΧΑΤΖΗΜΙΛΤΗΣ,
3. ΛΕΥΚΗ ΠΕΤΡΙΔΟΥ,
Αιτητές,
v.
1. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΥΠΟΥΡΓΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ,
2. ΥΠΟΥΡΓΟY ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ,
Καθ' ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 296/2006)
Αναγκαστική Απαλλοτρίωση ― Η υποχρέωση επιστροφής του απαλλοτριωθέντος, εάν ο σκοπός της απαλλοτρίωσης δεν καθίσταται εφικτός ― Το Άρθρο 23(5) του Συντάγματος και η παραβίασή του στην κριθείσα περίπτωση.
Οι αιτητές αξίωσαν την ακύρωση της άρνησης των καθ' ων η αίτηση να τους επιστρέψουν την ιδιοκτησία τους, η οποία είχε απαλλοτριωθεί το 1990, χωρίς έκτοτε να έχει υλοποιηθεί ο σκοπός της απαλλοτρίωσης.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, ακυρώνοντας την επίδικη απόφαση, αποφάσισε ότι:
Ο ουσιαστικός λόγος ακυρώσεως που προβάλλεται εν προκειμένω, είναι ότι ο σκοπός της απαλλοτρίωσης, παρά την παρέλευση σχεδόν 18 χρονών από τη δημοσίευσή της, όχι μόνο δεν έχει επιτευχθεί, αλλά η διοίκηση δεν έχει προβεί εμπράκτως σε οποιαδήποτε ενέργεια, εύλογα αναγκαία, για την πραγματοποίηση του σκοπού της απαλλοτρίωσης. Ο λόγος αυτός, όντως, ευσταθεί.
Επί του θέματος είναι σχετική η απόφαση της Ολομέλειας στη Ζήνων Ευθυμιάδης ν. Δημοκρατίας (2006) 3 Α.Α.Δ. 166, η οποία αφορούσε απαλλοτρίωση γειτνιαζόντων, με το επίδικο ακίνητο, τεμαχίων. Στην εν λόγω απόφαση, αφού έγινε αναδρομή στις κατά καιρούς εκδοθείσες αποφάσεις, τονίστηκε ότι, εάν το κριτήριο του εφικτά πραγματοποιήσιμου συναρτάται προς την υποκειμενική διάθεση της διοίκησης να συνεχίζει να επιθυμεί και να ενδιαφέρεται για την πραγμάτωση του έργου στο μέλλον, χωρίς όμως συγχρόνως να έχει ήδη εμπράκτως προβεί στις ενέργειες εκείνες που κρίνονται εύλογα αναγκαίες προς την πραγμάτωσή του, το κριτήριο αυτό θα αφίσταται του Συνταγματικού κριτηρίου, εφόσον θα παρέχει στη διοίκηση εσαεί δικαίωμα να κρατά το κτήμα χωρίς να πραγματώνει το σκοπό της κτήσης του και, έτσι, να εξουδετερώνει την επιδίωξη του Άρθρου 23(5) του Συντάγματος.
Δεν υπάρχει εδώ οποιαδήποτε διαφοροποίηση από την πιο πάνω απόφαση. Οι όποιες ενέργειες της διοίκησης δεν μπορούν να θεωρηθούν ως ουσιαστικές ενέργειες για υλοποίηση του σκοπού της απαλλοτρίωσης.
Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.
Αναφερόμενη Υπόθεση:
Ευθυμιάδης ν. Δημοκρατίας (2006) 3 Α.Α.Δ. 166.
Προσφυγή.
Γ. Παπαθεοδώρου, για τους Αιτητές.
Ε. Κλεόπα, Ανώτερη Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση.
Cur. adv. vult.
ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ.: Στις 17.1.1989 δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας η γνωστοποίηση απαλλοτρίωσης με αριθμό 1759 στην οποία αναφερόταν ότι η υπό απαλλοτρίωση ιδιοκτησία ήταν αναγκαία "για τη στέγαση Κυβερνητικών Υπηρεσιών και η απαλλοτρίωση της επιβάλλεται για τον πιο κάτω λόγο δηλ. για την ανέγερση νέου Κυβερνητικού Τυπογραφείου". Στη συνέχεια, την 1.6.1990, δημοσιεύθηκε Διάταγμα Απαλλοτρίωσης με αρ. 871.
Στην υπό απαλλοτρίωση ιδιοκτησία περιλαμβανόταν και το υπ' αριθμό εγγραφής J 264* τεμάχιο, ενορία Αποστόλου Βαρνάβα και Αγ. Μακαρίου, Δήμου Στροβόλου, Λευκωσία, του οποίου οι αιτητές ήταν συνιδιοκτήτες (το ακίνητο). Η αιτήτρια 1 κατείχε 2/4 μερίδια και οι αιτητές 2 και 3 από 1/4 μερίδιο ο κάθε ένας.
Με επιστολές του δικηγόρου τους, ημερομηνίας 6.12.2004 και 6.11.2005, οι αιτητές, δεδομένου ότι το ακίνητο δεν χρησιμοποιήθηκε για το σκοπό που απαλλοτριώθηκε, ζήτησαν την ανάκληση της απαλλοτρίωσης και την επιστροφή του ακινήτου. Παράλληλα, κατέστησαν σαφή την πρόθεσή τους να επιστρέψουν το ποσό που τους είχε καταβληθεί. Εις απάντηση, ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Οικονομικών, με επιστολές του ημερομηνίας 4.2.2005 και 26.1.2006, απέρριψε το αίτημα. Ανέφερε, συναφώς, ότι "ο σκοπός της απαλλοτρίωσης εξακολουθεί να ισχύει και η καθυστέρηση που ομολογουμένως υπάρχει οφείλεται σε πραγματικές δυσκολίες που υπάρχουν λόγω της πολυπλοκότητας του έργου και των διαδικασιών που έπρεπε να ακολουθηθούν" και ότι "δεν τίθεται θέμα επιστροφής του στους πρώην ιδιοκτήτες του οι οποίοι έχουν ήδη αποζημιωθεί".
Με την παρούσα προσφυγή οι αιτητές επιδιώκουν την ακύρωση της απόφασης του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου Οικονομικών με την οποία απορρίφθηκε αίτημά τους για την ανάκληση της απαλλοτρίωσης και την επιστροφή του ακινήτου.
Ο ουσιαστικός λόγος ακυρώσεως που προβάλλεται είναι ότι ο σκοπός της απαλλοτρίωσης, παρά την παρέλευση σχεδόν 18 χρονών από τη δημοσίευσή της, όχι μόνο δεν έχει επιτευχθεί, αλλά η διοίκηση δεν έχει προβεί εμπράκτως σε οποιαδήποτε ενέργεια, εύλογα αναγκαία, για την πραγματοποίηση του σκοπού της απαλλοτρίωσης. Ο λόγος αυτός, όντως, ευσταθεί. Όπως προκύπτει από το διοικητικό φάκελο (Τεκμ. 2 και 2Α) δεν έχουν ακόμη προκηρυχθεί οι προσφορές για την ανέγερση του Τυπογραφείου. Έχουν προκηρυχθεί μόνο προσφορές για την τοποθέτηση οχετού στο νέο Κυβερνητικό Τυπογραφείο. Μέχρι το Δεκέμβριο του 2005 δεν είχε ολοκληρωθεί η στατική μελέτη. Όπως δε φαίνεται και σε επιστολή του Διευθυντή του Κυβερνητικού Τυπογραφείου προς το Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Οικονομικών, ημερομηνίας 19.12.2005, δεν υπάρχει οριστική απόφαση για ανέγερση του Τυπογραφείου.
Επί του θέματος είναι σχετική η απόφαση της Ολομέλειας στη Ζήνων Ευθυμιάδης ν. Δημοκρατίας (2006) 3 Α.Α.Δ. 166, η οποία αφορούσε απαλλοτρίωση για την ανέγερση του Τυπογραφείου, γειτνιαζόντων, με το επίδικο ακίνητο, τεμαχίων. Στην εν λόγω απόφαση, αφού έγινε αναδρομή στις κατά καιρούς εκδοθείσες αποφάσεις, τονίστηκε ότι, εάν το κριτήριο του εφικτά πραγματοποιήσιμου συναρτάται προς την υποκειμενική διάθεση της διοίκησης να συνεχίζει να επιθυμεί και να ενδιαφέρεται για την πραγμάτωση του έργου στο μέλλον, χωρίς όμως συγχρόνως να έχει ήδη εμπράκτως προβεί στις ενέργειες εκείνες που κρίνονται εύλογα αναγκαίες προς την πραγμάτωσή του, το κριτήριο αυτό θα αφίσταται του Συνταγματικού κριτηρίου, εφόσον θα παρέχει στη διοίκηση εσαεί δικαίωμα να κρατά το κτήμα χωρίς να πραγματώνει το σκοπό της κτήσης του και, έτσι, να εξουδετερώνει την επιδίωξη του Άρθρου 23(5) να θέσει χρονικό όριο στην ετοιμότητα και ικανότητα της διοίκησης να υλοποιήσει το έργο για το οποίο η παραπομπή στο εφικτά υλοποιήσιμο του σκοπού της απαλλοτρίωσης "υποκαθιστά την ορθή διατύπωση του συνταγματικού κριτηρίου η οποία συναρτά την εφαρμογή του Άρθρου 23(5) προς τη διαρκή υποχρέωση της Διοίκησης να χρησιμοποιήσει το κτήμα για το σκοπό για τον οποίο απαλλοτριώθηκε και έτσι να καθιστά συνεχώς, και βεβαίως όχι μόνο μέσα στην περίοδο των τριών ετών από την απαλλοτρίωση, εφικτά πραγματοποιήσιμο το σκοπό αυτό". Όπως τονίστηκε, "το να τίθεται το ερώτημα με άλλους όρους, δηλαδή το κατά πόσο ο σκοπός της απαλλοτρίωσης εγκαταλείφθη ή δεν κατέστη ανέφικτος, δεν συνιστά απλώς αλλαγή έμφασης αλλά εμπεριέχει τον κίνδυνο να διολισθήσει η διερεύνηση από τα πραγματικά αντικειμενικά δεδομένα που διέπουν το εφικτά πραγματοποιήσιμο του σκοπού σε πεδίο όχι πολύ πέραν των υποκειμενικών διαθέσεων της διοίκησης με ανάλογες συνέπειες, ως εκ της προκύπτουσας διαφοροποίησης του επιπέδου των απαιτούμενων ενεργειών της διοίκησης, στο αποτέλεσμα της όποιας συγκεκριμένης υπόθεσης. Το βάρος στον πρώην ιδιοκτήτη δεν είναι να αποδείξει ότι ο σκοπός της απαλλοτρίωσης εγκαταλείφθη ή δεν κατέστη ανέφικτος, αλλά ότι η διοίκηση δεν προέβη στις ενέργειες εκείνες που θα εκρίνοντο ευλόγως αναγκαίες προς την υλοποίηση του έργου. Η σαφής ορολογία του Άρθρου 23(5) αντανακλά δεόντως την αντίληψή μας για την ουσιαστική διάστασή του όπως την έχουμε εκφράσει."
Δεν υπάρχει εδώ οποιαδήποτε διαφοροποίηση από την πιο πάνω απόφαση. Οι όποιες ενέργειες της διοίκησης δεν μπορούν να θεωρηθούν ως ουσιαστικές ενέργειες για υλοποίηση του σκοπού της απαλλοτρίωσης. Συνακόλουθα, θεωρώ ότι η μη ανάκληση της απαλλοτρίωσης του ακινήτου και η μη επιστροφή του στους αιτητές παραβιάζει τόσο το Σύνταγμα όσο και το σχετικό Νόμο.
Η προσφυγή επιτυγχάνει με €1.000 έξοδα, περιλαμβανομένου Φ.Π.Α., υπέρ των αιτητών. Η παράλειψη των καθ' ων η αίτηση να ανακαλέσουν την απαλλοτρίωση του ακινήτου και να το επιστρέψουν στους αιτητές, είναι άκυρη. Ότι δε παρελήφθη πρέπει να εκτελεστεί.
Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.