ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 2299/2006)
17 Οκτωβρίου, 2008
[ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΜΥΡΙΑ ΣΧΙΖΑ,
Αιτήτρια,
ΚΑΙ
ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΜΕΣΩ
1. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ,
2. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ,
3. ΥΠΟΥΡΓΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ,
Καθ΄ων η Αίτηση.
- - - - - - -
Β. Χριστοδουλίδου, για την Αιτήτρια.
Μ. Κυπριανού Τρυφωνοπούλου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ΄ων η Αίτηση.
- - - - - - -
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ.: Η αιτήτρια, συμβασιούχος δασκάλα στη Δημόσια Εκπαίδευση από το 2002, υπέβαλε αίτηση για απόσπαση στην Κυπριακή Εκπαιδευτική Υπηρεσία Μεγάλης Βρετανίας. Η αίτηση υποβλήθηκε σε ανταπόκριση ανακοίνωσης του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού, με την οποία ζητούσε από τους δασκάλους, μόνιμους ή συμβασιούχους, την υποβολή αιτήσεων, εφόσον ενδιαφέρονταν για απόσπαση στην Κυπριακή Εκπαιδευτική Υπηρεσία Μεγάλης Βρετανίας. Με απόφασή του, ημερομηνίας 22.6.2006, το Υπουργικό Συμβούλιο ενέκρινε την απόσπαση της αιτήτριας στην Κυπριακή Εκπαιδευτική Υπηρεσία Μεγάλης Βρετανίας, με μόνο το μισθό της Κύπρου, χωρίς επιδόματα εξωτερικού. Συνακόλουθα, η αιτήτρια υπέγραψε «συμφωνητικό» με το Διευθυντή Δημοτικής Εκπαίδευσης, εκ μέρους του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού, για να υπηρετήσει με απόσπαση στην Κυπριακή Εκπαιδευτική Υπηρεσία Μεγάλης Βρετανίας, ειδικότερα στην ευρύτερη περιοχή του Λονδίνου, από 1.9.2006, για περίοδο ενός χρόνου, σύμφωνα με τους όρους υπηρεσίας των Εκπαιδευτικών Λειτουργών της Κυπριακής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας, όπως ήθελαν τυχόν τροποποιηθεί, και «Με μόνο το μισθό της Κύπρου, χωρίς επιδόματα εξωτερικού».
Με την παρούσα προσφυγή η αιτήτρια ζητά από το Δικαστήριο την ακόλουθη θεραπεία:
"Δήλωση και/ή διάταγμα του Δικαστηρίου ότι ο όρος που τέθηκε στην απόφαση των Καθ΄ων η Αίτηση να αποδεκτούν το αίτημα της Αιτήτριας να υπηρετήσει με απόσπαση στην Κυπριακή Εκπαιδευτική Αποστολή Μεγάλης Βρετανίας, η οποία εμφαίνεται στην υπογραφείσα συμφωνία ημερ. 20/9/2006, συμφώνως του οποίου όρου η Αιτήτρια έλαβε γνώση κατά ή περί τις 20/9/06, είναι άκυρος και στερημένος νομικώς ισχύος και αποτελέσματος."
Η δικηγόρος των καθ΄ων η αίτηση πρόβαλε τρεις προδικαστικές ενστάσεις: ότι η προσφυγή εκφεύγει του αναθεωρητικού ελέγχου του Ανωτάτου Δικαστηρίου εφόσον το θέμα εμπίπτει στη σφαίρα του ιδιωτικού και όχι του δημοσίου δικαίου, ότι η επίδικη «πράξη» δεν είναι εκτελεστή διοικητική πράξη, και, εν πάση περιπτώσει, η αιτήτρια στερείται του αναγκαίου εννόμου συμφέροντος εφόσον «με ελεύθερη βούληση και οικειοθελώς υπέγραψε στις 20.09.2006 συμβόλαιο σύμφωνα με τους όρους τους οποίους θα εργαζόταν στην Κ.Ε.Α. μόνο με το μισθό της Κύπρου, χωρίς επιδόματα εξωτερικού.» Εις απάντηση, και με αναφορά στην ένσταση της έλλειψης εννόμου συμφέροντος, η δικηγόρος της αιτήτριας υποστήριξε ότι η εκ μέρους της αιτήτριας υπογραφή στο συμφωνητικό του όρου ότι δεν θα ελάμβανε επιδόματα εξωτερικού, δεν την αποστερεί από το έννομό της συμφέρον να αμφισβητήσει τη νομιμότητα της πράξης. Και τούτο διότι (α) η υπογραφή της συμφωνίας από την αιτήτρια δεν αποτελούσε επιλογή της, καθότι η τυχόν εκ μέρους της μη υπογραφή της συμφωνίας, που εμπεριείχε τον επίδικο όρο, θα οδηγούσε αναπόδραστα στην απόρριψη του αιτήματός της για απόσπαση στην Κυπριακή Εκπαιδευτική Υπηρεσία Μεγάλης Βρετανίας. Ως εκ τούτου, δεν υπάρχει ανεπιφύλακτη εκ μέρους της αποδοχή, και (β) εφόσον τίθεται θέμα συνταγματικών δικαιωμάτων της αιτήτριας, δεν μπορεί να γίνεται λόγος περί ανεπιφύλακτης αποδοχής.
Η ένσταση του εννόμου συμφέροντος ευσταθεί. Και τούτο, ανεξάρτητα από το κατά πόσο ευσταθούν και οι δύο άλλες ενστάσεις επί των οποίων δεν θεωρώ χρήσιμο να αποφανθώ. Η απόφαση του Χατζηχαμπή, Δ., στη Στέλλα Μαβροβέλι ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Υπόθεση 2300/2006, 7.9.2007, η οποία αφορούσε τον ίδιο όρο του ίδιου συμφωνητικού με πανομοιότυπα γεγονότα, όπως και στην παρούσα προσφυγή, με βρίσκει απόλυτα σύμφωνο. Την παραθέτω:
"Η αιτήτρια εργάζεται ως διδασκάλισσα στη δημοτική εκπαίδευση από το 1999. Υπέβαλε, ενώ υπηρετούσε, αίτημα για απόσπαση στην Κυπριακή Εκπαιδευτική Υπηρεσία της Μεγάλης Βρετανίας και έγινε αποδεκτό το αίτημα της στις 20.9.06 υπό τον όρο ότι αποσπάται μόνο με τον μισθό που ελάμβανε στη Κύπρο χωρίς επίδομα εξωτερικού. Υπεγράφη σχετική συμφωνία την ίδια ημερομηνία μεταξύ της αιτήτριας και της Δημοκρατίας η οποία περιλάμβανε αυτό τον όρο. Στις 4.12.06 όμως η αιτήτρια καταχώρισε την προσφυγή αυτή με την οποία ζητά δήλωση ότι ο όρος αυτός που περιλήφθηκε στην εν λόγω συμφωνία είναι άκυρος και παράνομος. Προέκυψε ως εκ τούτου αμέσως θέμα κατά πόσο η προσφυγή θα μπορούσε να διατηρείται εφόσον κοινό έδαφος είναι ότι η αιτήτρια απεδέχθη τον όρο αυτό σύμφωνα με τον οποίο η απόσπαση της θα ήταν χωρίς το επίδομα εξωτερικού. Το Δικαστήριο ζήτησε αγορεύσεις επ΄αυτού του σημείου και έχουν καταχωρηθεί οι αγορεύσεις των μερών οι οποίες καλύπτουν όχι μόνο το θέμα της αποδοχής αλλά επεκτείνονται και ευρύτερα σε άλλα θέματα και δη στο κατά πόσο η προσφυγή αφορά θέμα διοικητικού δικαίου ή μάλλον θέμα ιδιωτικού δικαίου. Το θέμα εκείνο δεν θα με απασχολήσει.
Δεν θα μπορούσα να φανταστώ πιο καθαρή περίπτωση από αυτή στην οποία δεν είναι δυνατό αιτήτρια η οποία έχει αποδεχθεί την απόσπαση της, την οποία τονίζω η ίδια είχε ζητήσει, υπό τον όρο ότι δεν θα ελάμβανε επίδομα εξωτερικού, και μετά να στρέφεται κατά του όρου αυτού χωρίς τον οποίο πρόδηλον είναι ότι άλλη θα ήταν ενδεχομένως η εξέλιξη των πραγμάτων. Αποδοκιμάζει επομένως με την προσφυγή της η αιτήτρια εκείνο το οποίο αρχικά όταν επεδίωξε την απόσπαση της επιδοκίμασε. Εισηγείται η αιτήτρια ότι δεν υπήρχε ελεύθερη βούληση της στην υπογραφή της συμφωνίας και την αποδοχή του όρου καθότι όπως λέγει αν δεν την αποδεχόταν θα υπήρχαν δυσμενείς επιπτώσεις για την ίδια εφόσον δεν θα επιλεγόταν και δεν θα είχε τους οικονομικούς πόρους που εξασφαλίζει από την εργασία της. Δεν πιστεύω ότι αυτό συνιστά οτιδήποτε που να υποδεικνύει ότι η συμφωνία και η αποδοχή του όρου έγινε χωρίς την ελεύθερη βούληση της αιτήτριας και επομένως θεωρώ ότι δεν υπάρχει δυνατότητα συνέχισης της προσφυγής η οποία και απορρίπτεται με £200 έξοδα."
Η προσφυγή απορρίπτεται, με €500 έξοδα εις βάρος της αιτήτριας.
Ρ. Γαβριηλίδης,
Δ.
/ΧΤΘ