ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Υπόθεση Αρ. 647/2007)

 

10 Ιουλίου 2008

 

[ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

FLECHA CONTRACTING LTD,

Αιτήτρια,

- ΚΑΙ -

 

ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ

ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΑΙ ΕΡΓΩΝ,

Καθ΄ ων η αίτηση.

---------------------------

Κ. Καλλής, για την Αιτήτρια.

Α. Πανταζή (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας,

για τους Καθ΄ ων η αίτηση.

---------------------------

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

        ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.:  Προσβάλλεται η απόφαση των καθ΄ ων ημερ. 4.4.07 να μην κατακυρώσουν στους αιτητές την προσφορά που υπέβαλαν για την κατασκευή πεζοδρομίων στο χωριό Τριμίκλινη.

 

        Διατείνονται οι αιτητές ότι η προσβαλλόμενη πράξη πάσχει από το γεγονός ότι η Επιτροπή Αξιολόγησης, το μόνο που διαπίστωσε ως προς την προσφορά των αιτητών ήταν ότι αυτή ήταν πολύ ψηλότερη της εκτιμήσεως του Επαρχιακού Γραφείου Λεμεσού το οποίο είχε προϋπολογίσει το έργο στις £187.340 συν Φ.Π.Α., ενώ η προσφορά των αιτητών ήταν κατά 25.17% ψηλότερη.  Σημειώνεται ότι είχαν υποβληθεί συνολικά εννέα προσφορές, εκ των οποίων επτά θεωρήθηκαν μη έγκυρες λόγω μη παροχής νομότυπης εγγύησης, η άλλη δε προσφορά ήταν επίσης υψηλότερη, όπως και των αιτητών, αλλά κατά 55.28%.  Ως εκ τούτου οι καθ΄ ων ακύρωσαν  τις  προσφορές  με  απόφαση να τις επαναπροκηρύξουν. Όμως στη γνωστοποιηθείσα και προσβαλλόμενη απόφαση χρησιμοποιείται από τον Επαρχιακό Μηχανικό η λέξη «εξωπραγματική», σε αντίθεση με την απόφαση της Επιτροπής Αξιολόγησης η οποία έκανε λόγο μόνο για υψηλότερη τιμή. 

 

        Εκ των πιο πάνω οι αιτητές εισηγούνται ότι η απόφαση είναι αναιτιολόγητη διότι η τριμελής Επιτροπή Αξιολόγησης δεν διαπίστωσε ότι η προσφορά ήταν εξωπραγματική, που είναι ένας από τους λόγους που δυνάμει των περί Σύναψης Συμβάσεων (Προμήθειες, Έργα και Υπηρεσίες) (Γενικών) Κανονισμών του 2004, (Κ.Δ.Π. 71/04), μπορούν να οδηγήσουν σε ακύρωση του διαγωνισμού και επομένως η μη επιλογή της προσφοράς των αιτητών λήφθηκε με λανθασμένο στοιχείο κρίσης, ήτοι, ότι η τιμή ήταν αρκετά υψηλή και όχι με το ορθό στοιχείο που ήταν κατά πόσο ήταν εξωπραγματική η τιμή.  Κατά δεύτερο λόγο, προσβάλλεται η πράξη λόγω κακής άσκησης διακριτικής ευχέρειας και πλάνης προερχόμενη βασικά εκ του ίδιου λόγου ότι δηλαδή η διοίκηση χρησιμοποίησε λανθασμένο μέτρο κρίσης.

 

 Αντίθετη είναι η θέση των καθ΄ ων, οι οποίοι διατείνονται ότι η προσέγγιση των αιτητών είναι λανθασμένη διότι το Δικαστήριο πρέπει να ελέγξει τη νομιμότητα της αιτιολογίας της απόφασης της Επιτροπής Αξιολόγησης και όχι οποιαδήποτε μεταγενέστερη αιτιολογία όπως αυτή που έδωσε ο Επαρχιακός Μηχανικός.  Εν πάση περιπτώσει η προσβαλλόμενη πράξη αποτελούσε πράξη πληροφοριακού χαρακτήρα και μόνο και επομένως μη εκτελεστή.  Εκτελεστή είναι μόνο η απόφαση της Επιτροπής Αξιολόγησης.  Αλλά και περαιτέρω, νόμιμα και με πλήρη αιτιολογία δεν έγινε η ανάθεση της σύμβασης στους αιτητές εφόσον αυτή ήταν υψηλότερη της εκτίμησης του Επαρχιακού Γραφείου Δημοσίων Έργων Λεμεσού, ενώ δεν υπάρχει κανόνας δικαίου που υποχρεώνει μια αναθέτουσα αρχή να ολοκληρώσει ένα διαγωνισμό ή να αναθέσει τη σύμβαση χωρίς άλλο, επειδή υποβλήθηκε έστω μια και μοναδική έγκυρη προσφορά. 

 

        Κρίνεται, από τη μελέτη των στοιχείων που έχουν παρουσιαστεί, ότι η προσφυγή δεν μπορεί να επιτύχει διότι η απόφαση είναι πλήρως αιτιολογημένη με αναφορά στο υψηλό της τιμής που πρόσφεραν οι αιτητές και που απέκλινε κατά πολύ από τον προϋπολογισμό του έργου από το αρμόδιο Τμήμα.  Έγινε πολύς λόγος και από τις δύο πλευρές για τον τρόπο που έτυχε χειρισμού η αξιολόγηση των προσφορών με εξειδικευμένη αναφορά σε αυτή των αιτητών από την Επιτροπή Αξιολόγησης.  Σημειώνεται ευθύς εξ αρχής ότι δεν είναι η απόφαση της Επιτροπής Αξιολόγησης  ημερ. 23.3.07  που  προσβάλλεται, αλλά  η  απόφαση όπως αυτή καταγράφηκε και  γνωστοποιήθηκε στους αιτητές με την επιστολή ημερ. 4.4.07 του Επαρχιακού Μηχανικού Δημοσίων Έργων.  Η απόφαση της Επιτροπής Αξιολόγησης αποτελούσε εσωτερικό ρυθμιστικό ή προπαρασκευαστικό  μέτρο, απευθύνθηκε προς το Τμήμα Δημοσίων Έργων (Παράρτημα 4 στην ένσταση), παραλήφθηκε από αυτό στις 27.3.07 και έτυχε της έγκρισης του Αναπληρωτή Διευθυντή του Τμήματος την ίδια ημερομηνία.  Η βούληση της διοίκησης εξωτερικεύθηκε με την επιστολή των καθ΄ ων μέσω του Τμήματος Δημοσίων Έργων Λεμεσού ημερ. 4.4.07 (Παράρτημα 5 στην ένσταση), και σε αυτή αναφέρεται ότι η προσφορά των αιτητών δεν επιλέγηκε γιατί είχε θεωρηθεί με βάση το άρθρο 26(4)(γ) των Κανονισμών ως «εξωπραγματική», συγκρινόμενη με την εκτίμηση του γραφείου του Επαρχιακού Μηχανικού, γεγονός που συνάδει με το λεκτικό του Κανονισμού.

 

        Όντως ο πιο πάνω Κανονισμός δίνει το δικαίωμα στη διοίκηση να ακυρώσει διαγωνισμό όταν, μεταξύ άλλων, οι τιμές όλων των προσφορών που πληρούν τους όρους και τις τεχνικές προδιαγραφές «... είναι εξωπραγματικές ή φαίνονται να είναι προϊόν προσυνεννόησης μεταξύ των προσφερόντων, με αποτέλεσμα να καταστρατηγείται η έννοια υγιούς ανταγωνισμού.».  Περαιτέρω, πράγματι η Επιτροπή Αξιολόγησης διαπίστωσε με αναφορά στην προσφορά των αιτητών ότι αυτή ήταν αρκετά ψηλή, αλλά αυτό δεν απέκλειε τους καθ΄ ων ως αρμοδίους για τη λήψη της τελικής απόφασης να θεωρήσουν τη τιμή αυτή ως «εξωπραγματική» και να διαμορφώσουν ανάλογα το σκεπτικό τους, εντός των πλαισίων του σχετικού Κανονισμού.  Η έννοια του «εξωπραγματικού» δεν έχει, κρίνεται, κάποια ιδιαίτερη τεχνική σημασία, αλλά είναι λέξη η οποία μπορεί να περιλάβει προσφορές και τιμές που είναι έξω από το μέτρο το οποίο προϋπολογίζει ή καθορίζει κατά την εκτίμηση του το αρμόδιο Τμήμα. Είναι γι΄ αυτό που ορθώς οι καθ΄ ων διά της επιστολής τους ημερ. 4.4.07 χαρακτηρίζουν την προσφορά των αιτητών ως εξωπραγματική, «.. συγκρινόμενη με την εκτίμηση του Γραφείου του Επαρχιακού Μηχανικού».  Άλλωστε, η Επιτροπή Αξιολόγησης δεν χαρακτήρισε ούτε την άλλη έγκυρη προσφορά που ήταν υψηλότερη κατά 55.28% ως εξωπραγματική, αλλά ως υπερβολική. 

 

        Σύμφωνα με τους όρους της προσφοράς (όρος 10.1 στη σελ. 7 της προκήρυξης διαγωνισμού - μέρος του Παραρτήματος 1 στην ένσταση), η Επιτροπή Αξιολόγησης έχει το δικαίωμα να ακυρώσει το διαγωνισμό σε οποιοδήποτε χρόνο πριν την κατακύρωση χωρίς να είναι υπόχρεη να δώσει λόγους για την ακύρωση αυτή, ενώ δεν δεσμεύεται να αποδεχθεί τη χαμηλότερη ή οποιαδήποτε άλλη προσφορά.  Οι αιτητές αποδέχθηκαν αυτό τον όρο και δεν έχει λεχθεί οτιδήποτε που να αντιστρατεύεται τη νομιμότητα τέτοιου όρου, δίνοντας έτσι την ευχέρεια στη διοίκηση να λάβει εκείνη την απόφαση που υπό τις περιστάσεις θεωρεί ορθή.  Ούτε ο όρος αυτός σημαίνει ότι δεν υπόκειται η απόφαση για ακύρωση σε δικαστικό έλεγχο, ενώ βεβαίως η διοίκηση ακυρώνοντας την προσφορά έδωσε και τη δέουσα αιτιολογία.  Περαιτέρω είναι εμφανές ότι αυτό το οποίο ώθησε τους καθ΄ ων να ακυρώσουν εξ ολοκλήρου τις προσφορές για να τις επαναπροκηρύξουν ήταν η διάσταση στην τιμή με απόκλιση της τάξης του 25.17%.  Δεν υπάρχει στην ουσία, όπως λέχθηκε και πιο πάνω, ουσιώδης  αναντιστοιχία μεταξύ της θέσης της Επιτροπής Αξιολόγησης και της επιστολής του Επαρχιακού Μηχανικού.  Δεν έχει ληφθεί λανθασμένο ή διαφορετικό μέτρο κρίσης.  Απλά η ίδια βάση αξιολόγησης χαρακτηρίστηκε ως «εξωπραγματική», συνάδουσα έτσι και λεκτικά με τον Κανονισμό.  Δεν διαπιστώνεται σφάλμα αιτιολόγησης ή πλάνη περί τα πράγματα ή το νόμο  εφόσον η διοίκηση εύλογα θεώρησε την τιμή αυτή να είναι εξωπραγματική. 

 

        Η κα Πανταζή στη δική της αγόρευση έθεσε ζήτημα ερμηνείας του Κανονισμού στα πλαίσια της Κοινοτικής Οδηγίας 2004/18/ΕΚ και ερμηνείας που δόθηκε από το Δικαστήριο Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων σε σχέση με την υποχρέωση σε αναθέτουσα αρχή να αναθέσει το έργο στο μοναδικό διαγωνιζόμενο που κρίθηκε ικανός να μετάσχει στο διαγωνισμό.  Κρίθηκε ότι δεν είναι υποχρεωμένη η διοίκηση να συνάπτει σύμβαση απαραιτήτως έστω και αν παραμένει ένας έγκυρος διαγωνιζόμενος.  Εκτός του ότι δεν τέθηκαν τέτοια ζητήματα από τους αιτητές, είτε στην αίτηση, είτε στη γραπτή αγόρευση τους, εδώ δεν υπήρχε ένας μόνο διαγωνιζόμενος, αλλά δύο, οι δε καθ΄ ων αποφάσισαν την ακύρωση του διαγωνισμού έναντι και των δύο και την επαναπροκήρυξη του.  Οι αιτητές απλά δεν επιλέγηκαν και δεν μπορούν να έχουν παράπονο ως προς τη μη επιλογή τους, εφόσον αντικειμενικά η προσφορά τους ήταν εξωπραγματική, αλλά και δεν υπήρξε καμιά κατακύρωση της προσφοράς σε άλλο προσφοροδότη.  Σημειώνεται, περαιτέρω, ότι τα όσα η κα Πανταζή αναφέρει στη δική της γραπτή αγόρευση  περί της μη εξασφάλισης υγιούς ανταγωνισμού δεν έχουν έρεισμα στην υπό κρίση περίπτωση, εφόσον δεν στηρίχθηκαν οι καθ΄ ων σε αυτό το ζήτημα για την ακύρωση των προσφορών. 

 

        Ενόψει όλων των πιο πάνω η προσφυγή απορρίπτεται με €1.000 έξοδα υπέρ των καθ΄ ων και εναντίον των αιτητών.

 

 

 

 

 

                                        Στ. Ναθαναήλ,

                                                    Δ.

 

 

 

 

 

 

 

 

/ΕΘ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο