ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

                                                                                    Υπόθεση Αρ. 842/06

 

17 Απριλίου, 2008

 

[ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 146, 28, 9, 25, 26 και 35 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

AIΓΛΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΥ ΚΑΓΚΑ,

Αιτήτρια,

 

ν.

 

ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΕΛΑΙΟΚΟΜΙΚΩΝ ΠΡΟΙΟΝΤΩΝ,

Καθ΄ου η αίτηση.

- - - - - - -

Ξ. Ευγενίου  για Α.Σ. Αγγελίδη, για την αιτήτρια

Σ. Σταυρινίδης  για Α. Παπαντωνίου για τον καθ΄ου η αίτηση.

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ.:  Η αιτήτρια υπηρετούσε στο χημείο του καθ΄ου η αίτηση Συμβουλίου στη θέση Λειτουργού Παραγωγής/Χημείου/Αποθήκης.

 

Το Συμβούλιο, αποφάσισε στις 25.2.1999 να κηρύξει τη θέση αυτή πλεονάζουσα και να τερματίσει τις υπηρεσίες της αιτήτριας από 31.5.1999.

 

Η δικαστικά διαμάχη της αιτήτριας με το Συμβούλιο αφορούσε την άρνησή του να της καταβάλει οποιοδήποτε ποσό, αφού αυτή εισέπραξε το ποσό των £8.498 από το Ταμείο Πλεονάζοντος Προσωπικού.

 

Η αιτήτρια, με την προσφυγή Κάγκα ν. ΣΕΚΕΠ, Υπ. Αρ. 508/04, ημεραμ. 19.9.05,  πρόσβαλε την αναφερθείσα άρνηση του Συμβουλίου και πέτυχε  ακυρωτική απόφαση.  Έκρινε το Δικαστήριο πως η αιτιολογία που δόθηκε από το Συμβούλιο δεν παρείχε νομικό έρεισμα για μη παροχή στην αιτήτρια συνταξιοδοτικών ωφελημάτων, σύμφωνα με το νόμο.

 

Ακολούθως το Συμβούλιο απέστειλε στο δικηγόρο της αιτήτριας δύο επιταγές για ποσό £42.227,49 που αφορούσε το εφάπαξ ποσό και σύνταξή της από 1.6.99 - 31.1.06, περιλαμβανομένων και τόκων και για ποσό £365,81, που αφορούσε μηνιαία σύνταξη Φεβρουαρίου 2006.

 

Τα εν λόγω ποσά ελέγχθηκαν από την Ελεγκτική Υπηρεσία της Δημοκρατίας.

 

Ο δικηγόρος της αιτήτριας τα αποδέχθηκε με επιφύλαξη των δικαιωμάτων της αιτήτριας.

 

Ακολούθησε επιστολή του δικηγόρου της αιτήτριας προς το Συμβούλιο, ημερομηνίας 29.3.06, με την οποία ζητούσε να αποσταλεί στην αιτήτρια αναλυτικός υπολογισμός των συνταξιοδοτικών της ωφελημάτων, όπως ελέγχθηκαν, με αναφορά σε συγκεκριμένα στοιχεία και στη μέθοδο υπολογισμού.  Στη συνέχεια η αιτήτρια απέστειλε και αυτή επιστολή προς το Συμβούλιο, ημερομηνίας 6.4.06, με την οποία ανέφερε τη διαπίστωσή της ότι στο ποσό που της δόθηκε δεν υπολογίστηκε πρόσθετη σύνταξη όπως προνοείται στο νόμο και ζητούσε την πλήρη συμμόρφωση με την ακυρωτική απόφαση.

 

Η αιτήτρια με την προσφυγή αυτή ζητά:

 

«Α. Δήλωση του Δικαστηρίου με την οποία να κηρύσσεται άκυρη, παράνομη και χωρίς νομικό αποτέλεσμα τη μη εξ ολοκλήρου επίλυση του από μακρού εκκρεμούντος θέματος και ειδικά για την παράλειψη του καθ΄ου η αίτηση να συμμορφωθεί πλήρως με το δικαστικό δεδικασμένο όπως αυτό προκύπτει από την ακυρωτική απόφαση στην προσφυγή 508/2004 αναφορικά με τα συνταξιοδοτικά της δικαιώματα (και δη την παραχώρηση της πρόσθετης σύνταξης) που προβλέπονται κανονιστικά και πως ότι παραλήφθηκε να διαταχθεί να γίνει.

 

Β.  Δήλωση του Δικαστηρίου με την οποία να κηρύσσεται άκυρη, παράνομη και στερημένη οποιουδήποτε εννόμου αποτελέσματος η παράλειψη του καθ΄ου η αίτηση ν απαντήσει στις επιστολές της αιτήτριας ημερ. 29.3.2006 και 6.4.2006 αντίστοιχα και πως ότι παραλήφθηκε να διαταχθεί να γίνει.»

 

Μετά την καταχώρηση της προσφυγής, το Συμβούλιο απέστειλε στην αιτήτρια τα ζητηθέντα στοιχεία με την επιστολή ημερομηνίας 29.3.06.  Ο δικηγόρος της αιτήτριας ισχυρίζεται ότι αυτά είναι ελλιπή.

 

Το Συμβούλιο προέβηκε, μετά την ακυρωτική απόφαση, σε υπολογισμό των συνταξιοδοτικών ωφελημάτων της αιτήτριας, τα οποία ελέγχθηκαν από την Ελεγκτική Υπηρεσία της Δημοκρατίας.

 

Η διαφωνία της αιτήτριας αφορά τη μη καταβολή πρόσθετης σύνταξης, σύμφωνα με το άρθρο 19(β) του περί Συντάξεων Νόμου του 1997 (Ν.97(1)/97).  Δε διαπιστώνω ότι υπάρχει «παράλειψη» του καθ΄ου η αίτηση όπως την προσβάλλει η αιτήτρια με το αιτητικό Α της προσφυγής, που και αυτό είναι γενικό και αόριστο.  Επισημαίνεται, επίσης, πως δεν υπήρχε στην Υπ. Αρ. 508/04 δεδικασμένο, αναφορικά με πρόσθετη σύνταξη.

 

Όσο αφορά το αιτητικό Β της προσφυγής, με το οποίο προσβάλλεται η παράλειψη του καθ΄ου η αίτηση να απαντήσει στις δύο επιστολές, αν και τελικά δόθηκαν τα ζητηθέντα στοιχεία, έστω και αν αυτά δεν ικανοποίησαν την αιτήτρια, θεωρώ ότι δεν μπορεί να συμπροσβληθεί με το αιτητικό Α.  Δεν υπάρχει η συνάφεια μεταξύ τους με την έννοια που καθιερώθηκε στη νομολογία.  Εν όψει αυτού δεν εξετάζω αν υπάρχει από πλευράς ουσίας περιεχόμενο που θα μπορούσε να αποτελέσει αντικείμενο δικαστικού ελέγχου.

 

Η προσφυγή απορρίπτεται με €1.300 έξοδα εναντίον της αιτήτριας.

 

 

                                                                               Π. Αρτέμης, Δ.

/Χ.Π.

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο