ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 627/2007)
17 Απριλίου, 2008
[ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤO ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
FARUK HOSSAIN,
Αιτητής,
ΚΑΙ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΑΡΧΗ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ,
Καθ΄ης η Αίτηση.
- - - - - - -
Ε. Μηλιδώνη, για τον Αιτητή.
Δ. Νικολάτου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την Καθ΄ης η Αίτηση.
- - - - - - -
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ.: Ο αιτητής είναι υπήκοος της Μπαγκλαντές. Εισήλθε στην Κύπρο νόμιμα στις 8.7.2003 ως φοιτητής. Υπέβαλε αίτηση για παροχή πολιτικού ασύλου, προβάλλοντας τον ισχυρισμό ότι εγκατέλειψε τη χώρα του επειδή είχε πολιτικά προβλήματα. Συγκεκριμένα, ισχυρίστηκε ότι ήταν αρχηγός της φοιτητικής οργάνωσης του κόμματος Awami League, που ανήκε στην αντιπολίτευση, και γι΄ αυτό το λόγο αντιμετώπιζε προβλήματα με το κυβερνών κόμμα. Η αστυνομία προσπάθησε να τον συλλάβει αλλά αυτός κατάφερε να ξεφύγει. Αν επιστρέψει στη χώρα του και συλληφθεί, θα δολοφονηθεί ή θα φυλακιστεί. Αυτός είναι και ο πραγματικός λόγος που την εγκατέλειψε, με τη βοήθεια κάποιου "agent".
Ο αιτητής κλήθηκε σε συνέντευξη από την Υπηρεσία Ασύλου την 1.12.2005. Ισχυρίστηκε ότι ήταν γραμματέας του κόμματος Awami League και ότι στις 17.12.2001 έλαβε μέρος σε συμπλοκή μεταξύ μελών του κόμματός του και του κυβερνώντος κόμματος. Αποτέλεσμα της συμπλοκής ήταν να πεθάνει ένα άτομο, ενώ άλλα τραυματίστηκαν. Λόγω της συμμετοχής του στη συμπλοκή, κατηγορήθηκε από το κυβερνών κόμμα, αλλά κατόρθωσε να διαφύγει.
Υπό το φως των στοιχείων που είχε ενώπιόν της, η Υπηρεσία Ασύλου απέρριψε την αίτηση. Ο αιτητής καταχώρησε, στη συνέχεια, διοικητική προσφυγή την οποία η Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων επίσης απέρριψε.
Με την παρούσα προσφυγή ο αιτητής προσβάλλει τη νομιμότητα της απόφασης της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων με την οποία απορρίφθηκε η αίτησή του για πολιτικό άσυλο. Προβάλλεται ότι (α) η απόφαση λήφθηκε χωρίς δέουσα έρευνα και αφού λήφθηκαν υπόψη εντελώς άσχετα θέματα, (β) ότι η Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων αποφάσισε την προσφυγή του αιτητή χωρίς να του δώσει τη δυνατότητα να ακουστεί, (γ) ότι η ίδια απόφαση στηρίχθηκε, αντί στα σημεία που ηγέρθησαν ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου, σε νέα στοιχεία τα οποία δεν απέρρεαν από την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου, και (δ) ότι η τελική απόφαση της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων από το μέλος της κα Πόπη Νικολάου εσφαλμένα καταλήγει με τη φράση "η διοικητική προσφυγή απορρίπτεται και η απόφαση της Αρχής Ασύλου επικυρώνεται."
Θεωρώ ότι η προσφυγή είναι αβάσιμη, αφού κανένας από τους λόγους ακύρωσης δεν ευσταθεί. Ο αιτητής είχε την ευκαιρία, τόσο κατά την εξέταση της αίτησης όσο και κατά την εξέταση της διοικητικής προσφυγής, να εκθέσει τους ισχυρισμούς του. Η Υπηρεσία Ασύλου εξέτασε όσο το δυνατό καλύτερα τους ισχυρισμούς του και παρέθεσε με σαφήνεια τους επί μέρους λόγους για τους οποίους κατέληξε στην απόρριψη της αίτησης. Η Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων επανεξέτασε όλα όσα ο αιτητής είχε θέσει προς υποστήριξη του αιτήματός του και διαπίστωσε ότι ορθά και δικαιολογημένα η Υπηρεσία Ασύλου απέρριψε την αίτηση. Η προσβαλλόμενη απόφαση δε λήφθηκε υπό καθεστώς πλάνης. Είναι το αποτέλεσμα δέουσας έρευνας και σωστής εφαρμογής του νόμου. Τα ερ. 69-76 στο Τεκμήριο 1, ήτοι το κείμενο της επίδικης απόφασης, ομιλεί αφ΄ εαυτού. Περαιτέρω, η Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων εξέτασε και το κατά πόσο ο αιτητής μπορούσε να τύχει του καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας και εύλογα κατέληξε σε αρνητικό συμπέρασμα πάνω στη βάση ότι ο αιτητής δεν μπορούσε να αποδείξει βάσιμο φόβο ότι θα υφίστατο σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη όπως καθορίζεται στο άρθρο 19(2) των περί Προσφύγων Νόμων του 2000-2004. Ούτε και ικανοποιούσε τις προϋποθέσεις του άρθρου 19Α του Νόμου (ανθρωπιστικοί λόγοι).
Το Δικαστήριο δεν προβαίνει σε επανεκτίμηση των γεγονότων ούτε και υποκαθιστά την κρίση της αρμόδιας διοικητικής αρχής, εν προκειμένω της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, με τη δική του. Το Δικαστήριο ελέγχει τη νομιμότητα της προσβαλλόμενης απόφασης κατ΄ εφαρμογή των αρχών του διοικητικού δικαίου.
Όσον αφορά την εισήγηση του δικηγόρου του προσφεύγοντος ότι στερήθηκε της ευχέρειας να ακουστεί, παραπέμπω στην πάγια νομολογία σύμφωνα με την οποία η Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων έχει τη διακριτική ευχέρεια να καλέσει ή να μην καλέσει τον προσφεύγοντα σε συνέντευξη. Τέλος, όσον αφορά το επιχείρημα ότι εσφαλμένα η Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων "επεκύρωσε" την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου, παρατηρώ ότι η ουσία του θέματος έγκειται στο γεγονός ότι η Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, αφού αποδέχθηκε την αιτιολογία της Υπηρεσίας Ασύλου και, αφού υιοθέτησε τα στοιχεία τα οποία σύμφωνα με την Υπηρεσία Ασύλου κλόνιζαν την αξιοπιστία του προσφεύγοντος, και, αφού πρόσθεσε και τα δικά της στοιχεία που κλόνιζαν περαιτέρω την αξιοπιστία του προσφεύγοντος, κατέληξε σε μια πλήρως αιτιολογημένη απορριπτική απόφαση της αίτησής του για παροχή πολιτικού ασύλου.
Η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται με €500 έξοδα.
Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται βάσει του Άρθρου 146.4(α) του Συντάγματος.
Ρ. Γαβριηλίδης,
Δ.
/ΧΤΘ