ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2007) 4 ΑΑΔ 843

13 Δεκεμβρίου, 2007

[ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ/στής]

ΘΕΟΦΑΝΗΣ ΠΑΥΛΙΔΗΣ,

Αιτητής,

v.

ΑΡΧΗΣ ΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟΥ ΚΥΠΡΟΥ,

Καθ' ης η αίτηση.

(Υπόθεση Αρ. 169/2006)

 

Αρχή Ηλεκτρισμού Κύπρου ― Υπάλληλοι ― Διορισμοί ― Διορισμοί κατ' εφαρμογή του περί Αξιολόγησης Υποψηφίων για Διορισμό στη Δημόσια Υπηρεσία Νόμου του 1998 (Ν.6(Ι)/98) ― Εφαρμογή των προνοιών του Νόμου, σε συνδυασμό με τις διατάξεις των περί Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (Όροι Υπηρεσίας) Κανονισμών (Κ.Δ.Π. 291/86) ― Η επιλεγείσα από την Αρχή πορεία, κρίθηκε πάσχουσα στην εξετασθείσα υπόθεση ― Περιστάσεις.

Ο αιτητής προσέφυγε κατά του διορισμού των ενδιαφερομένων μερών, στη θέση Τεχνικού (Πληροφορικής).

Το Ανώτατο Δικαστήριο, ακυρώνοντας την επίδικη απόφαση, αποφάσισε ότι:

Η Αρχή όφειλε να προχωρήσει με τη διαδικασία που υποδεικνύουν οι Κανονισμοί της. Όμως στην προσπάθειά της να συμμορφωθεί με τις πρόνοιες του περί Αξιολόγησης Υποψηφίων για Διορισμό στη Δημόσια Υπηρεσία Νόμου του 1998 (Ν. 6(Ι)/98), ακολούθησε λανθασμένη διαδικασία. Σε συνδυασμό με το άρθρο 8Α του Κεφ. 171, το οποίο δίδει εξουσία στην Αρχή να μεταβιβάζει αρμοδιότητές της σε άλλα μέλη ή προσωπικό της Αρχής, διόρισε Επιτροπή Διεξαγωγής Προφορικών Συνεντεύξεων, αντί της Επιτροπής που ορίζουν οι Κανονισμοί της Αρχής. Όμως η ενέργεια της αυτή είναι έξω από τις πρόνοιες του άρθρου 6(2) του Νόμου 6(Ι)/98.

Οι εν λόγω πρόνοιες, προβλέπουν ότι μετά την κατάρτιση του καταλόγου των υποψηφίων που θα κληθούν σε προφορική εξέταση, διεξάγεται προφορική εξέταση, σύμφωνα με τη διαδικασία που ακολουθεί το αρμόδιο όργανο για την πλήρωση κενών θέσεων. Η διαδικασία αυτή, στην περίπτωση της ΑΗΚ, δεν μπορεί να είναι άλλη από αυτή που υποδεικνύουν οι Κανονισμοί της Αρχής (Κ.Δ.Π. 291/86). Με το άρθρο 6(2) του Νόμου 6(Ι)/98, ο νομοθέτης δεν είχε πρόθεση να εξουδετερώσει ή να διαταράξει τους οικείους Κανονισμούς της διορίζουσας Αρχής, αλλά παραπέμπει σ' αυτούς για την σχετική διαδικασία που θα πρέπει να ακολουθεί για την πλήρωση κενών θέσεων. Με δεδομένο ότι θεσμικά παρέχεται η δυνατότητα στη Συμβουλευτική Υπεπιτροπή να διεξαγάγει τις συνεντεύξεις, η Αρχή θα μπορούσε να διενεργήσει τις συνεντεύξεις με αυτόν τον προβλεπόμενο μηχανισμό.  Μόνο σε περίπτωση κατά την οποία η Συμβουλευτική Υπεπιτροπή δεν προχωρούσε η ίδια σε συνεντεύξεις, θα δικαιολογείτο η Αρχή να προβεί σε διευθετήσεις άλλες, για να διεξαχθούν οι συνεντεύξεις είτε από την ίδια, είτε από Επιτροπή που η ίδια θα όριζε, σύμφωνα με τις εξουσίες που είχε.

Υπό τις περιστάσεις, η διαδικασία που ακολουθήθηκε από την Αρχή με το διορισμό συγκεκριμένης Επιτροπής για τη διεξαγωγή των προφορικών συνεντεύξεων, ήταν κατά παράβαση του Νόμου 6(Ι)/98 και των οικείων Κανονισμών της Αρχής και είναι άκυρη.

Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.

Αναφερόμενη Υπόθεση:

Χαραλάμπους ν. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου, Υποθ. Αρ. 173/2002 κ.ά., ημερ. 29.5.2003.

Προσφυγή.

Α. Σ. Αγγελίδης, για τον Αιτητή.

Κ. Στιβαρού, για την Καθ' ης η αίτηση.

Cur. adv. vult.

ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ.: Η καθ' ης η αίτηση προκήρυξε τρεις κενές θέσεις πρώτου διορισμού Τεχνικού (Πληροφορικής) στην Επιχειρησιακή Μονάδα Υποστήριξης, Κεντρικά Γραφεία. Αντίγραφο της προκήρυξης δημοσιεύτηκε τόσο στον εγχώριο τύπο όσο και στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας στις 7.1.2005 και 14.1.2005 αντίστοιχα.

Για τις επίδικες θέσεις υποβλήθηκαν 235 αιτήσεις από αιτητές.  Κρίθηκαν εκ πρώτης όψεως ότι 108 αιτητές πληρούσαν τα απαιτούμενα προσόντα του οικείου σχεδίου υπηρεσίας. Οι εν λόγω υποψήφιοι, ανάμεσα στους οποίους ήταν ο Αιτητής και τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα, κλήθηκαν και παρακάθισαν σε γραπτές εξετάσεις στις 21.5.2005. Η όλη διαδικασία για την πλήρωση των επιδίκων θέσεων, βασιζόταν στις πρόνοιες του περί Αξιολόγησης Υποψηφίων για Διορισμό στη Δημόσια Υπηρεσία Νόμου του 1998 (Ν. 6(Ι)/98, όπως τροποποιήθηκε). Στη συνέχεια, η καθ'ης η αίτηση προχώρησε στη δημοσίευση των επιτυχόντων στην πιο πάνω γραπτή εξέταση στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας και στον εγχώριο τύπο.

Ακολούθως οι 12 πρώτοι υποψήφιοι, κατά σειρά επιτυχίας στις γραπτές εξετάσεις, κλήθηκαν από την Επιτροπή Διεξαγωγής Προσωπικών Συνεντεύξεων σε προσωπική συνέντευξη, μετά το πέρας της οποίας βαθμολογήθηκαν ανάλογα με την απόδοσή τους. Στη συνέχεια, η Επιτροπή, αφού συγκέντρωσε τα αποτελέσματα της γραπτής και προφορικής εξέτασης και της βαθμολογίας που ο κάθε υποψήφιος πήρε για τα προσόντα και την πείρα του, κατάρτισε Πίνακα στον οποίο αναγράφονταν οι υποψήφιοι κατά σειρά επιτυχίας με βάση την τελική συνολική βαθμολογία. Στις 12.10.2005 η Επιτροπή υπέβαλε σχετική έκθεση στο Γενικό Διευθυντή της Αρχής.

Την 1.11.2005 το θέμα πλήρωσης των επιδίκων θέσεων τέθηκε ενώπιον της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής της Αρχής για Θέματα Προσωπικού, η οποία αφού έλαβε υπόψη όλα τα ενώπιον της στοιχεία, αποφάσισε να συστήσει για τις επίδικες θέσεις τους υποψηφίους κατά σειρά επιτυχίας τους με βάση τον Πίνακα που κατάρτισε η Επιτροπή Συνεντεύξεων.

Τέλος, η Αρχή σε συνεδρία της στις 24.11.2005 με βάση τα ενώπιον της στοιχεία και αφού έλαβε υπόψη τις συστάσεις και εισηγήσεις της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής, ενέκρινε και υιοθέτησε ομόφωνα τον Πίνακα και αποφάσισε την πλήρωση των επιδίκων θέσεων, βάσει της σειράς επιτυχίας των υποψηφίων, προσφέροντας διορισμό στα τρία ενδιαφερόμενα μέρη.

Ο Αιτητής προσβάλλει την πιο πάνω απόφαση της Αρχής, ισχυριζόμενος ότι ενώ κατέλαβε τη δεύτερη θέση στις γραπτές εξετάσεις, δεν επιλέγηκε. Θεωρεί ότι κατά τις υποκειμενικές προφορικές εξετάσεις, του δόθηκε άδικα χαμηλή βαθμολογία, με αποτέλεσμα να αλλοιωθεί το αποτέλεσμα των αντικειμενικών κριτηρίων.  Ισχυρίζεται επίσης ότι συνεπεία παράνομων προπαρασκευαστικών πράξεων η Αρχή παραγνώρισε τα προσόντα και πείρα του.

Θα πρέπει να σημειωθεί ότι ενώ αρχικά η παρούσα προσφυγή στρεφόταν εναντίον και των τριών ενδιαφερομένων μερών, κατά τη διάρκεια της διαδικασίας αποσύρθηκε εναντίον του Ενδιαφερόμενου Μέρους αρ. 1 Π. Ιωάννου και παραμένει μόνο εναντίον των Ενδιαφερομένων Μερών αρ. 2 και 3, Χρ. Κουννή και Ν. Παπαϊωάννου.

Με τη γραπτή αγόρευσή του ο ευπαίδευτος δικηγόρος του Αιτητή, προώθησε τους λόγους ακύρωσης σε πέντε ενότητες.

Η πρώτη αφορά στη νομιμότητα της σύστασης της Επιτροπής Διεξαγωγής Προφορικών Συνεντεύξεων. Υποστήριξε ότι «οι συνεντεύξεις διεξήχθησαν από αναρμόδιο, μη θεσμοθετημένο βοηθητικό όργανο». Θεώρησε ότι η διαδικασία προσλήψεων σε κενές θέσεις πρώτου διορισμού προδιαγράφεται στους περί Αναπτύξεως Ηλεκτρισμού Κύπρου (Όροι Υπηρεσίας) Κανονισμούς, Κ.Δ.Π. 291/86. Ο Κανονισμός 19(5) ορίζει τη Συμβουλευτική Υπεπιτροπή ως το σώμα που έχει την ευχέρεια να καλεί τους υπό κρίση υποψηφίους σε συνέντευξη, προτού προβεί σε οποιαδήποτε σύσταση προς την Αρχή. Στην προκειμένη περίπτωση, υποστηρίζει ο κ. Αγγελίδης, η διεξαγωγή των συνεντεύξεων έγινε από την Επιτροπή Διεξαγωγής Προσωπικών Συνεντεύξεων στην οποία η Αρχή, στη συνεδρία της στις 6.9.2005, αποφάσισε να μεταβιβάσει την αρμοδιότητα και εξουσία της για τη διεξαγωγή των συνεντεύξεων. Η συγκεκριμένη Επιτροπή, η οποία απαρτίζετο από τέσσερα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου της Αρχής και τρεις Λειτουργούς της, εξουσιοδοτήθηκε όπως, «.... αφού διεξάγει τις προφορικές εξετάσεις/συνεντεύξεις και ετοιμάσει όλα τα στοιχεία των υποψηφίων (προσόντα, προηγούμενη πείρα κ.λπ.) θα πρέπει να απονείμει στους υποψηφίους βαθμολογία σύμφωνα με τη σχετική Νομοθεσία, η οποία θα προστεθεί στο βαθμό της γραπτής εξέτασης για να εξαχθεί η συνολική βαθμολογία και η σειρά κατάταξης των υποψηφίων.»

Ο δικηγόρος του Αιτητή εισηγείται ότι με τη σύσταση της πιο πάνω Επιτροπής παρακάμφθηκε πλήρως η Συμβουλευτική Υπεπιτροπή η οποία είχε δυνάμει των περί Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (Όροι Υπηρεσίας) Κανονισμών, Κ.Δ.Π. 291/86, αρμοδιότητα να διεξάγει τις συνεντεύξεις. Σημειώνω ότι παρέχεται στη Συμβουλευτική Υπεπιτροπή με βάση τον Κανονισμό 19(5) η δυνατότητα «να καλεί σε συνεντεύξεις τους υπό κρίσιν υποψηφίους δια θέσεις διορισμού ή πρώτου διορισμού και προαγωγής πριν ή προβεί εις οιασδήποτε συστάσεις προς την Αρχήν.»

Από την άλλη, η ευπαίδευτη συνήγορος για την καθ' ης η αίτηση, εισηγήθηκε ότι στην προκειμένη περίπτωση δεν εφαρμόστηκαν οι πιο πάνω Κανονισμοί, αλλά έτυχε εφαρμογής ο περί Αξιολόγησης Υποψηφίων για Διορισμό στη Δημόσια Υπηρεσία Νόμος του 1998, (Ν. 6(Ι)/98), οι διατάξεις του οποίου με βάση το Άρθρο 3(6), όπως τροποποιήθηκε, υπερισχύουν των διατάξεων κάθε άλλου νόμου που ρυθμίζει θέματα αξιολόγησης και επιλογής υποψηφίων για διορισμό.

Η κα Στιβαρού ανέφερε επίσης ότι η καθ' ης η αίτηση-Αρχή, με βάση το Άρθρο 8Α του περί Αναπτύξεως Ηλεκτρισμού Νόμου, Κεφ. 171, όπως τροποποιήθηκε από το Νόμο 250/90, είχε την ευχέρεια να μεταβιβάζει την άσκηση των αρμοδιοτήτων της «σε οποιοδήποτε από τα μέλη της ή στο Γενικό Διευθυντή ή στον Αναπληρωτή του ή σε επιτροπή από μέλος ή μέλη της και το Γενικού Διευθυντή ή άλλους αξιωματούχους ή υπαλλήλους της Αρχής». Σύμφωνα με την εισήγηση της, η Αρχή με απόφαση της ημερ. 6.9.2005 ενεργώντας δυνάμει της πιο πάνω νομοθετικής πρόνοιας, ομόφωνα μεταβίβασε την άσκηση των αρμοδιοτήτων και εξουσιών της σχετικά με τη διεξαγωγή προφορικών εξετάσεων/συνεντεύξεων σε επταμελή Επιτροπή Διεξαγωγής Προφορικών Συνεντεύξεων με εξουσιοδότηση όπως, «αφού διεξάγει τις προφορικές συνεντεύξεις και ετοιμάσει όλα τα στοιχεία των υποψηφίων (προσόντα, προηγούμενη πείρα, κ.λπ.) .... απονείμει βαθμολογία σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, η οποία θα προστεθεί στο βαθμό της γραπτής εξέτασης για να εξαχθεί η συνολική βαθμολογία και η σειρά κατάταξης των υποψηφίων.». Ήταν η άποψη της ότι δεν υπάρχει τίποτε το μεμπτό στην εκχώρηση εξουσίας στην Επιτροπή. Το γεγονός ότι τρία από τα μέλη της Επιτροπής απουσίαζαν, δεν επηρεάζει το αποτέλεσμα, αφού τη σύσταση προς τη διορίζουσα Αρχή έκαμαν μόνο τα τέσσερα μέλη που ήταν παρόντα στη μια και μοναδική συνεδρία της Επιτροπής.

Έχω μελετήσει τον προβαλλόμενο λόγο ακύρωσης και συμφωνώ με την εισήγηση του δικηγόρου του Αιτητή. Η Αρχή όφειλε να προχωρήσει με τη διαδικασία που υποδεικνύουν οι Κανονισμοί της. Όμως στην προσπάθειά της να συμμορφωθεί με τις πρόνοιες του περί Αξιολόγησης Υποψηφίων για Διορισμό στη Δημόσια Υπηρεσία Νόμου του 1998 (Ν. 6(Ι)/98), ακολούθησε λανθασμένη διαδικασία. Σε συνδυασμό με το Άρθρο 8Α του Κεφ. 171, το οποίο δίδει εξουσία στην Αρχή να μεταβιβάζει αρμοδιότητες της σε άλλα μέλη ή προσωπικό της Αρχής, διόρισε Επιτροπή Διεξαγωγής Προφορικών Συνεντεύξεων αντί της Επιτροπής που ορίζουν οι Κανονισμοί της Αρχής. Όμως η ενέργεια της αυτή είναι έξω από τις πρόνοιες του Άρθρου 6(2) του Νόμου 6(Ι)/98, το οποίο προβλέπει ότι:-

«6(2) Στις περιπτώσεις στις οποίες διορίζουσα αρχή δεν είναι η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας, καταρτίζεται κατάλογος των υποψηφίων που θα κληθούν σε προφορική εξέταση, εφόσον θα διεξαχθεί τέτοια εξέταση και νοουμένου ότι η διεξαγωγή της έχει ανακοινωθεί με τη δημοσίευση της κενής θέσης, από τη διορίζουσα αρχή ή το αρμόδιο όργανο το οποίο αυτή ορίζει, σύμφωνα με τη διαδικασία που ακολουθεί για την πλήρωση κενών θέσεων.»

Κατά την άποψή μου, οι πιο πάνω πρόνοιες προβλέπουν ότι μετά την κατάρτιση του καταλόγου των υποψηφίων που θα κληθούν σε προφορική εξέταση διεξάγεται προφορική εξέταση σύμφωνα με τη διαδικασία που ακολουθεί το αρμόδιο όργανο για την πλήρωση κενών θέσεων. Η διαδικασία αυτή, στην περίπτωση της ΑΗΚ, δεν μπορεί να είναι άλλη από αυτή που υποδεικνύουν οι Κανονισμοί της Αρχής (Κ.Δ.Π. 291/86). Με το Άρθρο 6(2) του Νόμου 6(Ι)/98, ο νομοθέτης δεν είχε πρόθεση να εξουδετερώσει ή να διαταράξει τους οικείους Κανονισμούς της διορίζουσας Αρχής, αλλά παραπέμπει σ' αυτούς για την σχετική διαδικασία που θα πρέπει να ακολουθεί για την πλήρωση κενών θέσεων. Με δεδομένο ότι θεσμικά παρέχεται η δυνατότητα στη Συμβουλευτική Υπεπιτροπή να διεξαγάγει τις συνεντεύξεις, η Αρχή θα μπορούσε να διενεργήσει τις συνεντεύξεις με αυτόν τον προβλεπόμενο μηχανισμό. Μόνο σε περίπτωση κατά την οποία η Συμβουλευτική Υπεπιτροπή δεν προχωρούσε η ίδια σε συνεντεύξεις, θα δικαιολογείτο η Αρχή να προβεί σε διευθετήσεις άλλες για να διεξαχθούν οι συνεντεύξεις είτε από την ίδια είτε από Επιτροπή που η ίδια θα όριζε, σύμφωνα με τις εξουσίες που είχε.

Υπό τις περιστάσεις είναι η κατάληξη μου ότι η  διαδικασία που ακολουθήθηκε από την Αρχή με το διορισμό συγκεκριμένης Επιτροπής για τη διεξαγωγή των προφορικών συνεντεύξεων, ήταν κατά παράβαση του Νόμου 6(Ι)/98 και των οικείων Κανονισμών της Αρχής και είναι άκυρη. Σημειώνω ότι προς την ίδια γενική κατεύθυνση είναι και η απόφαση του αδελφού Δικαστή Κραμβή στην Χαραλάμπους ν. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου, Συνεκδ. Υποθ. 173/02, 185/02 και 191/02, ημερ. 29.5.2003.

Ενόψει της επιτυχίας του λόγου ακύρωσης, καθίσταται αχρείαστο να εξετάσω τις υπόλοιπες ενότητες λόγων ακύρωσης.

Η προσφυγή επιτυγχάνει.

Η προσβαλλόμενη απόφαση σε σχέση με τα Ενδιαφερόμενα Μέρη 2 και 3 ακυρώνεται με βάση το Άρθρο 146.4(β) του Συντάγματος με £700 έξοδα υπέρ του Αιτητή.

Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο