ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2007) 4 ΑΑΔ 742
17 Οκτωβρίου 2007
[ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
1. ΜΑΡΙΑ ΙΩΑΝΝΟΥ,
2. ΣΟΛΩΜΟΣ ΙΩΑΝΝΟΥ,
Αιτητές,
v.
1. ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
2. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΠΑΙΔΕΙΑΣ,
Καθ' ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 1539/2006)
Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας ― Πίνακες διοριστέων καθηγητών ― Η απόρριψη αίτησης εγγραφής στον πίνακα διοριστέων της αιτήτριας, που διέθετε πτυχίο Επιστήμης των Υλικών, κρίθηκε νόμιμη στην εξετασθείσα υπόθεση.
Προσφυγή βάσει του άρθρου 146 του Συντάγματος ― Αντικείμενο ― Παράλειψη οφειλόμενης ενέργειας ― Δεν στοιχειοθετήθηκε εκτελεστή παράλειψη του Υπουργείου Παιδείας στην κριθείσα περίπτωση.
Η αιτήτρια και ο πατέρας της, επεδίωξαν την ακύρωση τόσο της άρνησης εγγραφής της στον πίνακα διοριστέων καθηγητών, όσο και της παράλειψης του Υπουργείου Παιδείας να εξασφαλίσει εργασία στην αιτήτρια, πράγμα που κατά τον ισχυρισμό τους όφειλε να πράξει, μετά την πληροφόρηση που είχε παράσχει προς αυτούς σε ανύποπτο χρόνο στο παρελθόν.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:
1. Είναι αυτονόητο ότι τα μαθηματικά, η φυσική, η χημεία και η βιολογία ως επί μέρους θέματα τα οποία η αιτήτρια διδάχθηκε στο γενικότερο πρόγραμμα των σπουδών της, δεν μπορούν να ταυτιστούν με την απόκτηση των αντίστοιχων ειδικοτήτων σε αυτά τα θέματα, επιπλέον της Επιστήμης των Υλικών που ήταν η συγκεκριμένη ειδικότητα των σπουδών της. Η άποψη της ΕΕΥ, ότι η αιτήτρια δεν κατείχε το απαιτούμενο προσόν στις ειδικότητες για τις οποίες υπέβαλε αίτηση εγγραφής, ήταν προδήλως ορθή και αιτιολογείτο επαρκώς από την παραπομπή στο Σχέδιο Υπηρεσίας, το περιεχόμενο του οποίου δεν επέτρεπε διαφορετική λύση στο ζήτημα.
2. Τί συνέβηκε στην προκείμενη περίπτωση, τί λέχθηκε και από ποιόν, το κατά πόσο υπέχει οποιοσδήποτε ευθύνη λόγω αμέλειας ή άλλως πως, εξ αιτίας οποιασδήποτε πληροφόρησης, δεν εξετάζεται στην παρούσα δικαιοδοσία. Πάντως, εκτελεστή παράλειψη εντός της έννοιας του Άρθρου 146 του Συντάγματος δεν υπήρξε, αφού καμιά νομοθετική διάταξη δεν επέβαλλε στη διοίκηση την υποχρέωση να δημιουργήσει, για διδασκαλία σε δημόσια σχολεία, θέση ή θέσεις καθηγητών με ειδικότητα την Επιστήμη των Υλικών.
Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.
Προσφυγή.
Α. Σ. Αγγελίδης, για τους Αιτητές.
Δ. Εργατούδη, για τους Καθ' ων η αίτηση.
Cur. adv. vult.
ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ.: Με την παρούσα προσφυγή ζητούνται οι εξής θεραπείες:
«Α. Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η απόφαση της καθ' ης 1 που στάληκε γραπτώς με επιστολή ημερομ. 18.7.2006 και με την οποία απέρριψε την αίτηση της αιτήτριας 1 για εγγραφή εις Πίνακα Διοριστέων και που επιφέρει σ' αυτή και στον αιτητή 2 πατέρα της, βλάβη, είναι άκυρη και χωρίς νομικό αποτέλεσμα.
Β. Δήλωση του Δικαστηρίου ότι ενώ ο καθ' ου η αίτηση 2 κατηύθυνε και/ή υπέδειξε στους αιτητές ότι μπορεί η αιτήτρια 1 να διεκδικήσει θέση για σπουδές στο συγκεκριμένο κλάδο σπουδών που το πτυχίο του επιτρέπει διορισμό στη Δημόσια Εκπαίδευση, αντιφατικά παρέλειψε ή δεν προώθησε δυνατότητα πρόσληψης και/ή καταδίκασε σε ανεργία την αιτήτρια 1 κατάσταση που πρέπει να κηρυχθεί άκυρη και πως ότι δεν διενεργήθηκε ότι θα πρέπει να γίνει.»
Η 1η αιτήτρια απέκτησε από το Πανεπιστήμιο Πατρών πτυχίο Επιστήμης των Υλικών με βάση το οποίο, στις 16 Αυγούστου 2005, αποτάθηκε στην Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας για εγγραφή στους πίνακες διοριστέων καθηγητών στις ειδικότητες φυσικής, μαθηματικών, χημείας και βιολογίας. Το Σχέδιο Υπηρεσίας απαιτούσε, μεταξύ άλλων, πανεπιστημιακό δίπλωμα ή τίτλο ή ισότιμο προσόν στην ειδικότητα στην οποία ο υποψήφιος προοριζόταν να διδάξει.
Στις 16 Ιανουαρίου 2006 η ΕΕΥ απέρριψε την αίτηση. Έδωσε ως λόγο ότι η 1η αιτήτρια «δεν κατέχει πανεπιστημιακό δίπλωμα ή τίτλο ή ισότιμο προσόν στις ειδικότητες που προορίζεται να διδάξει, όπως απαιτεί το Σχέδιο Υπηρεσίας». Η 1η αιτήτρια υπέβαλε τότε την ακόλουθη ένσταση:
«1) Είμαι από τους πρώτους πτυχιούχους της Επιστήμης των Υλικών του ΑΕΙ Πάτρας. Η Επιστήμη των Υλικών είναι ένας νέος κλάδος Επιστημών που επιβλήθη από την Ευρωπαϊκή Ένωση.
2) Πιστεύω ότι από τα εξαγγελθέντα τμήματα λειτουργίας του Τεχνολογικού Πανεπιστημίου Κύπρου στη Λεμεσό, τα πλείστα υπάγονται στην Επιστήμη που έχω αποφοιτήσει.
3) Στον Επαγγελματικό Προσανατολισμό, μας είχε αναφερθεί απασχόληση στην εκπαίδευση, (βιβλίο Επαγγελμ. Προσανατολισμού Υπουργείου Παιδείας).
4) Παρακαλούμε να εξεταστεί η πιθανότητα εργοδότησης μας εις την ΤΕΧΝΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ.»
Η ένσταση απορρίφθηκε με την προσβαλλόμενη απόφαση, η οποία γνωστοποιήθηκε στην 1η αιτήτρια με επιστολή ημερ. 18 Ιουλίου 2006. Δόθηκε ο ίδιος όπως και πριν λόγος, ότι δηλαδή η 1η αιτήτρια δεν κατείχε το απαιτούμενο προσόν στις ειδικότητες για τις οποίες αποτάθηκε. Προσετέθη και ότι:
«Οι αιτήσεις για εγγραφή στους πίνακες διοριστέων εξετάζονται με βάση τις προκηρυχθείσες ειδικότητες και την Εκπαιδευτική Νομοθεσία που ισχύει κατά τη χρονική στιγμή υποβολής κάθε αίτησης. Μέχρι στιγμής δεν υπάρχει ούτε έχει προκηρυχθεί θέση Καθηγητή ή Εκπαιδευτή Επιστήμης των Υλικών στη Δημόσια Εκπαιδευτική Υπηρεσία.»
Με την προσφυγή προβάλλεται ότι το Σχέδιο Υπηρεσίας παρείχε στην 1η αιτήτρια τη δυνατότητα διορισμού ως καθηγήτριας στη Φυσική, τα Μαθηματικά, τη Χημεία και τη Βιολογία, με βάση το πτυχίο της στην Επιστήμη των Υλικών. Ο ευπαίδευτος συνήγορος της, στη γραπτή του αγόρευση, αναφέρει συναφώς ότι η αιτήτρια:
«.. Είχε παρακολουθήσει και επιτύχει σε εξετάσεις σχετικές με την Φυσική, Μαθηματικά, Χημεία και Βιολογία ως αυτά καταγράφονται στο αναλυτικό πρόγραμμα των μαθημάτων ...Το πτυχίο της με την συγκεκριμένη ύλη που διδάχθηκε την καθιστούσε κατάλληλη για να διδάξει στις επίδικες ειδικότητες. Άρα έπρεπε να κριθεί από την ΕΕΥ ως προσοντούχος υποψήφια και να συμπεριληφθεί στους επίδικους πίνακες διοριστέων.»
Το θεωρώ, με κάθε εκτίμηση, αυτονόητο ότι τα μαθηματικά, η φυσική, η χημεία και η βιολογία ως επί μέρους θέματα τα οποία η αιτήτρια διδάχθηκε στο γενικότερο πρόγραμμα των σπουδών της, δεν μπορούν να ταυτιστούν με την απόκτηση των αντίστοιχων ειδικοτήτων σε αυτά τα θέματα, επιπλέον της Επιστήμης των Υλικών που ήταν η συγκεκριμένη ειδικότητα των σπουδών της. Η άποψη της ΕΕΥ ότι η αιτήτρια δεν κατείχε το απαιτούμενο προσόν στις ειδικότητες για τις οποίες υπέβαλε αίτηση εγγραφής ήταν, κατά τη γνώμη μου, προδήλως ορθή και αιτιολογείτο επαρκώς από την παραπομπή στο Σχέδιο Υπηρεσίας, το περιεχόμενο του οποίου δεν επέτρεπε διαφορετική λύση στο ζήτημα.
Η 1η αιτήτρια εναλλακτικά προβάλλει μαζί με τον πατέρα της, τον 2ο αιτητή, ότι αν ορθά η ΕΕΥ έκρινε ότι η ειδικότητα στην Επιστήμη των Υλικών δεν επέτρεπε εγγραφή στους πίνακες διοριστέων καθηγητών της Φυσικής, των Μαθηματικών, της Χημείας και της Βιολογίας, την ευθύνη για αυτή την κατάσταση τη φέρει το Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού για τον λόγο ότι παρέλειψε να προωθήσει μέτρα που να επέτρεπαν την πρόσληψη της 1ης αιτήτριας ως καθηγήτριας στη δική της Επιστήμη των Υλικών και έτσι την «καταδίκασε σε ανεργία».
Στην αίτηση ακύρωσης εκτίθενται, σε σχέση με αυτή την πτυχή, οι ακόλουθοι ισχυρισμοί:
«1. Ο αιτητής 2 αφού έτυχε από το Υπουργείο Παιδείας διαβεβαιώσεων ότι αυτός ο κλάδος σπουδών επέτρεπε διορισμό στη Δημόσια Υπηρεσία αποδέχθηκε να δαπανήσει το απαιτούμενο ποσό για όλη τη μακρόχρονη φοίτηση της αιτήτριας 1.
Η αιτήτρια 1 είχε τύχει της καθοδήγησης για επιλογή αυτού του Κλάδου από τις υπηρεσίες καθοδήγησης του Υπουργείου Παιδείας με τη διαβεβαίωση ότι όντως μπορούσε να τύχει με το πτυχίο αυτό διορισμού στη Δημόσια Υπηρεσία.»
Καταλογίζεται επομένως στο Υπουργείο παραβίαση των αρχών της καλής πίστης αφού δεν μερίμνησε ώστε πτυχίο στην Επιστήμη των Υλικών να παρέχει δυνατότητα εργοδότησης στη δημόσια εκπαίδευση. Σε σχέση με τους ισχυρισμούς για προηγούμενες διαβεβαιώσεις, ο συνήγορος διευκρίνισε τα εξής με τη γραπτή του αγόρευση:
«Ειδικότερα ως περιληπτικά ανέφερε στην ΕΕΥ στην ένσταση της, (παρτ.Δ) η αιτήτρια 1 είχε τύχει της καθοδήγησης για επιλογή του υπό εξέταση Κλάδου σπουδών από τις υπηρεσίες επαγγελματικής καθοδήγησης του Υπουργείου Παιδείας με τη διαβεβαίωση ότι όντως μπορούσε να τύχει με το πτυχίο αυτό, διορισμού στη Δημόσια Εκπαίδευση.
Ο δε αιτητής 2 αφού μελέτησε τον οδηγό σπουδών για τις εξετάσεις και αφού επίσης έτυχε από το Υπουργείο Παιδείας διαβεβαιώσεων ότι αυτός ο κλάδος σπουδών επέτρεπε διορισμό της θυγατέρας του στη Δημόσια Υπηρεσία αποδέχθηκε να δαπανήσει το απαιτούμενο ποσό για όλη τη μακρόχρονη φοίτηση της αιτήτριας 1, με τη βεβαιότητα ότι οι απόφοιτοι του κλάδου αυτού, ως τον διαβεβαίωσαν, θα έχει μεγάλη ζήτηση για διορισμούς σε Δημόσια Εκπαίδευση.»
Η Δημοκρατία δεν αποδέχεται ότι δόθηκε από το Υπουργείο οποιαδήποτε διαβεβαίωση. Παρέπεμψε συναφώς σε εγκύκλιο του Υπουργείου, ημερ. 21 Ιανουαρίου 1999, με την οποία ζητούσε από τους Διευθυντές Σχολείων να πληροφορήσουν τους καθηγητές της Συμβουλευτικής ότι «δεν πρέπει κατά τις συνεντεύξεις με τους μαθητές και τους γονείς να εκφράζουν οποιαδήποτε γνώμη για την πιθανότητα αποδοχής ενός πτυχίου από την ΕΕΥ», στην αρμοδιότητα της οποίας, καθώς τονιζόταν, ενέπιπτε το θέμα. Κατά τη Δημοκρατία, το έργο της Υπηρεσίας Συμβουλευτικής και Επαγγελματικής Αγωγής (ΥΣΕΑ) είναι να παρέχει στους νέους εξειδικευμένη βοήθεια ώστε να αποκτούν αυτογνωσία για να μπορούν να διακρίνουν τι τους ταιριάζει και να τους πληροφορεί για επικρατούσες συνθήκες και τάσεις στην αγορά. Υποστήριξε ωστόσο ότι:
«Η διαβεβαίωση για σίγουρη επαγγελματική απασχόληση τόσο στο δημόσιο τομέα (πράγμα που επιζητούν οι περισσότεροι νέοι και οι γονείς αυτών) όσο και στον ιδιωτικό τομέα, δεν υπήρξε ποτέ αρμοδιότητα ούτε της Υ.Σ.Ε.Α. ούτε του Υ.Π.Π. γενικότερα. Η έκδοση του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου της Ελλάδας "Σπουδές μετά το Λύκειο" που δίνεται στους μαθητές Β΄ Λυκείου παρέχει πληροφορίες για το σκοπό των διαφόρων Τμημάτων των Α.Α.Ε.Ι. Ελλάδας, τη διάρκεια σπουδών, τον τόπο λειτουργίας τους και πληροφορίες που αφορούν την επαγγελματική απασχόληση των αποφοίτων αυτών των Τμημάτων στον Ελλαδικό χώρο εργασίας. Το ότι οι επαγγελματικές προοπτικές που περιέχει το βιβλίο αφορούν την Ελλάδα διευκρινίζεται πάντοτε από τους Καθηγητές Σ.Ε.Α. στους μαθητές και σε όσους άλλους νέους δίνεται το συγκεκριμένο βιβλίο για σκοπούς πληροφόρησης.»
Τι συνέβηκε στην προκείμενη περίπτωση, τι λέχθηκε και από ποιόν, το κατά πόσο υπέχει οποιοσδήποτε ευθύνη λόγω αμέλειας ή άλλως πως εξ αιτίας οποιασδήποτε πληροφόρησης, δεν εξετάζεται στην παρούσα δικαιοδοσία. Πάντως, εκτελεστή παράλειψη εντός της έννοιας του Άρθρου 146 του Συντάγματος δεν υπήρξε, αφού καμιά νομοθετική διάταξη δεν επέβαλλε στη διοίκηση την υποχρέωση να δημιουργήσει, για διδασκαλία σε δημόσια σχολεία, θέση ή θέσεις καθηγητών με ειδικότητα την Επιστήμη των Υλικών.
Η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται με £700 έξοδα. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται βάσει του Άρθρου 146.4(α) του Συντάγματος.
Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.