ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

                                                                                    (Συνεκδικαζόμενες Υπόθ. Αρ.  952/2004 και 1120/2004)

 

9 Αυγούστου, 2007

[ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

(Υπόθεση Αρ.952/2004)

ΑΝΤΕΝΝΑ ΛΤΔ,

                                    Αιτητές,

ν.

 

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ,

                                    Καθ΄ ης η αίτηση.

 

(Υπόθεση Αρ. 1120/2004)

ΑΡΧΗ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΥΠΡΟΥ,

                                    Αιτήτρια,

ν.

 

  1. ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ,
  2. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ,

                                    Καθ΄ ων η αίτηση.

 

Στ. Μαυροκέφαλος, για τους Αιτητές στην 952/2004

Κ. Χατζηιωάννου, για την Αιτήτρια στην 1120/2004.

Β. Χριστοφόρου, για τους Καθ΄ ων η αίτηση.

Μ. Καλλιγέρου, για το Ενδ. Μέρος 1 (ΚΟΠ).

Αχ. Αιμιλιανίδης, για τα Ενδ. Μέρη 2 (Lumiere TV) και 3 (Lumiere Services).

- - - - - -

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.: Η Κυπριακή Ομοσπονδία Ποδοσφαίρου («ΚΟΠ»), κατ΄ επίκληση του περί Προστασίας του Ανταγωνισμού Νόμου Ν. 207/89, άρθρα 5, 16 και 18 («ο Νόμος»), υπέβαλε, μέσω των δικηγόρων της,  στις 17/8/04 αίτηση προς την Επιτροπή Προστασίας Ανταγωνισμού («ΕΠΑ»), για αρνητική πιστοποίηση αναφορικά με τη παράταση της διάρκειας (πέραν της ποδοσφαιρικής περιόδου 2004-2005) ενός αριθμού συμβάσεων που είχε συνάψει με τη Lumiere TV Ltd (στο εξής LTV) για την από κοινού πώληση των δικαιωμάτων τηλεοπτικής μετάδοσης των ποδοσφαιρικών αγώνων απευθείας ή/και μαγνητοσκοπημένων στιγμιότυπων. Η ΚΟΠ κατά την υπογραφή των πιο πάνω συμφωνιών ενεργούσε ως αντιπρόσωπος των ποδοσφαιρικών σωματείων, που δυνάμει του καταστατικού της και σχετικής εξουσιοδότησης, διαπραγματεύεται,  εκμεταλλεύεται  και  παραχωρεί  τα πνευματικά δικαιώματα που αφορούν στην ραδιοτηλεοπτική αναμετάδοση ποδοσφαιρικών γεγονότων στα πλαίσια των διοργανούμενων από αυτήν πρωταθλημάτων. Η αναγνώριση του εν λόγω δικαιώματος ήταν το δεύτερο αίτημα της ατομικής εξαίρεσης που ζητήθηκε.  Στις 16/8/04 ο διευθύνων σύμβουλος της LTV, δημόσιας εταιρείας περιορισμένης ευθύνης δια μετοχών που λειτουργεί τηλεοπτικό σταθμό κωδικοποιημένων εκπομπών σε συνδρομητική βάση, υπέβαλε επίσης αίτηση για αρνητική πιστοποίηση ή ατομική  εξαίρεση με το ίδιο αντικείμενο.

 

Μετά τη δημοσίευση των εν λόγω αιτήσεων, στις 20/8/04, στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, οι αιτητές των υπό κρίση προσφυγών, Αντέννα Λτδ και Αρχή Τηλεπικοινωνιών Κύπρου («ΑΤΗΚ»), ως ενδιαφερόμενες επιχειρήσεις, αντέδρασαν. Πρέπει να σημειωθεί ότι είχε προηγηθεί καταγγελία από τον Αντέννα Λτδ εναντίον των εταιρειών Lumiere TV Ltd, Lumiere Services Ltd και της ΚΟΠ για παράβαση των άρθρων 4 και 6 του Νόμου για τη σύμπραξη επιχειρήσεων που είχαν συστήσει. Η ΕΠΑ αποφάσισε ότι οι όροι που αφορούσαν στο δικαίωμα ανανέωσης καθώς και στο αποκλειστικό δικαίωμα τηλεοπτικής λήψης και άμεσης απευθείας ζωντανής μετάδοσης, συνεπάγονται επιβολή περιορισμών στη διάθεση και/ ή πώληση δικαιωμάτων μετάδοσης των αγώνων, η οποία συνιστά παράβαση του άρθρου 4(1) του Νόμου και ότι  τυχόν παράταση της διάρκειας των μεταξύ τους συμφωνιών πέραν της ποδοσφαιρικής περιόδου 2004-2005, δεν μπορεί να επιτευχθεί με την επίκληση του σχετικού όρου για ανανέωση των εν λόγω συμφωνιών   ή προνομιακής μεταχείρισης της Lumiere TV Ltd, αλλά μόνο με σχετικό διάταγμα για ατομική εξαίρεση.

 

 Η ΑΤΗΚ είναι οργανισμός δημοσίου δικαίου που προσφέρει τηλεπικοινωνιακές υπηρεσίες στην Κύπρο καθώς και την υπηρεσία Mivision που είναι υπηρεσία διαδραστικής τηλεόρασης. Ο Αντέννα Λτδ λειτουργεί αδειούχο τηλεοπτικό και ραδιοφωνικό  σταθμό. Με επιστολές τους ημερ. 27/8/04 και 30/8/04 προς την ΕΠΑ αντίστοιχα, πρόβαλαν ένσταση στην χορήγηση της  αιτούμενης εξαίρεσης ή πιστοποίησης. Ο Αντέννα Λτδ με επιστολή του προς τον Υπουργό Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού έθεσε θέμα κωλύματος του Προέδρου της ΕΠΑ στην άσκηση των καθηκόντων του, λόγω της συμμετοχής του στην Επιτροπή Διαιτησίας της ΚΟΠ, κατά παράβαση του άρθρου 9(4) και 9Γ του Νόμου. Ενόψει της γνωμάτευσης που ζητήθηκε από τη Νομική Υπηρεσία για το θέμα, η εξέταση των αιτήσεων αναβλήθηκε.

 

Στις 6/9/04 η LTV, μέσω του δικηγόρου της, υπέβαλε γραπτώς  τις θέσεις της  αναλυτικότερα προς υποστήριξη της αίτησης της για ατομική εξαίρεση. Η καθ' ης η αίτηση, αφού μελέτησε το περιεχόμενο της έκθεσης που υποβλήθηκε από την Υπηρεσία αναφορικά με τις αιτήσεις καθώς και τις γραπτές θέσεις που υπέβαλαν τόσο οι αιτητές όσο και  οι ενδιαφερόμενες επιχειρήσεις, διεξήγαγε ακρόαση για περαιτέρω προφορικές διευκρινήσεις στη συνεδρία της ημερ. 7/9/04. Στην εν λόγω συνεδρίαση διευκρινίσθηκε προς όλα τα μέρη ότι δεν ετίθετο πλέον θέμα κωλύματος του Προέδρου της ΕΠΑ μετά την παραίτηση του από την προεδρία της Επιτροπής Διαιτησίας. Κατά την διάρκεια της ακρόασης τοποθετήθηκαν διεξοδικά τόσο οι αιτητές, η ΚΟΠ και η  LTV, όσο και τα ενδιαφερόμενα μέρη Αντέννα  και ΑΤΗΚ πάνω στη βασιμότητα του αιτήματος για εξαίρεση και στο κατά πόσο συντρέχουν σωρευτικά οι προϋποθέσεις του άρθρου 5(1)(α), (β) και (γ) του Νόμου. Στις 13/9/04 ο δικηγόρος της ενδιαφερόμενης εταιρείας Αντέννα Λτδ με επιστολή του, κατέθεσε,  συμπληρωματικά προς όσα είχε αναφέρει στην ακρόαση, ότι οι αιτήσεις στερούνται του νόμιμου τύπου γνωστοποίησης  και ότι  ελλείπουν ουσιώδη γεγονότα. Η καθ' ης η αίτηση, αφού μελέτησε συνολικά τις θέσεις των αιτητών καθώς και των εμπλεκομένων επιχειρήσεων υπό το πρίσμα του άρθρου 5, εξέδωσε απόφαση ημερ. 28/9/04. Θεωρώ σκόπιμο να παραθέσω αυτούσιο το καταληκτικό απόσπασμα της εν λόγω απόφασης:  

 

«2. Το αίτημα της ΚΟΠ για αρνητική πιστοποίηση είναι νομικά αβάσιμο και ως εκ τούτου απορρίπτεται.

 

3. Το αίτημα της ΚΟΠ διά του οποίου ζητείται ατομική εξαίρετη δυνάμει των προνοιών του άρθρου  5(1), 16 & 18 του Νόμου σε σχέση με τη συμφωνία μεταξύ των σωματείων μελών της για κοινή πώληση των δικαιωμάτων μετάδοσης των ποδοσφαιρικών αγώνων απευθείας ή και μαγνητοσκοπημένων στιγμιοτύπων, γίνεται αποδεκτό υπό τους κάτωθι όρους, οι οποίοι κατά την Επιτροπή θεωρούνται αναγκαίοι, έτσι ώστε το διάταγμα ατομικής εξαίρεσης να συνάδει με τις πρόνοιες του άρθρου 5(1) του Νόμου.

 

*      ΟΡΟΙ:

 

(α)   Μετά τον τερματισμό των πιο πάνω συμφωνιών μεταξύ της ΚΟΠ και της LTV, η ΚΟΠ θα πρέπει να προβεί στο διαχωρισμό των δικαιωμάτων μετάδοσης των ποδοσφαιρικών αγώνων, σε χωριστά πακέτα και την διεξαγωγή προσφοράς, μέσω μιας διαδικασίας δημόσιου διαγωνισμού, ούτως ώστε να παρέχεται η δυνατότητα πρόσβασης στο περιεχόμενο των ποδοσφαιρικών αγώνων, σε όλους τους ενδιαφερόμενους ραδιοτηλεοπτικούς φορείς. Οι όροι της εν λόγω προσφοράς, θα καθορίζονται από την ίδια, χωρίς όμως οι όροι αυτοί να φωτογραφίζουν συγκεκριμένους ενδιαφερομένους. Περαιτέρω, σε καμιά περίπτωση, η διάρκεια μελλοντικών συμφωνιών δεν θα πρέπει να υπερβαίνει τα 3 έτη, ήτοι 3 ποδοσφαιρικές περιόδους.

 

(β)   Οποιαδήποτε αδιάθετα προϊόντα - ποδοσφαιρικοί αγώνες, τα οποία δεν καλύπτονται από τις υφιστάμενες συμφωνίες της ΚΟΠ με την LTV θα μπορούν να διατίθενται απευθείας από τα ίδια τα σωματεία που συμμετέχουν στη διεξαγωγή των συγκεκριμένων αγώνων. Το ίδιο ασφαλώς θα ισχύει και μελλοντικά για οποιεσδήποτε συμφωνίες.

 

4.    Οσον αφορά το αίτημα της ΚΟΠ από κοινού με την LTV για έκδοση διατάγματος ατομικής εξαίρεσης σε σχέση με τις μεταξύ τους συμφωνίες για απευθείας προβολή και μαγνητοσκοπημένα στιγμιότυπα ποδοσφαιρικών αγώνων και ιδιαίτερα αναφορικά με την πρόνοια του δικαιώματος της LTV για αυτόματη ανανέωση, δια μεν την προβολή αγώνων πρωταθλήματος για επιπλέον περίοδο 3 ετών, για δε την προβολή αγώνων κυπέλου για περίοδο 2 ετών, για την προβολή μαγνητοσκοπημένων στιγμιοτύπων για περίοδο ενός έτους, για την προβολή αγώνων Β΄ Κατηγορίας για επιπλέον περίοδο ενός έτους και για την προβολή αγώνων κατά την Κυριακή για την περίοδο μέχρι το 2008 με δικαίωμα προτίμησης μέχρι 2011, η Επιτροπή ομόφωνα αποφάσισε όπως:

 

(α)   δοθεί παράταση της συμφωνίας ημερ. 26/1/2000 δια την προβολή αγώνων πρωταθλήματος για επιπρόσθετη περίοδο 2 ετών, δηλαδή η συμφωνία θα λήγει με τη λήξη της ποδοσφαιρικής περιόδου 2006-7,

 

(β)   διά την προβολή αγώνων κυπέλου να δοθεί παράταση για επιπρόσθετη περίοδο 2 ετών, δηλαδή η συμφωνία ημερ. 25/11/2002 θα λήγει με τη λήξη της ποδοσφαιρικής περιόδου 2006-7,

 

(γ)   δοθεί παράταση της συμφωνίας ημερ. 10/8/2001 για λήψη και προβολή μαγνητοσκοπημένων στιγμιοτύπων για επιπρόσθετηξ περίοδο ενός έτους, δηλαδή θα λήγει με τη λήξη της ποδοσφαιρικής περιόδου 2004,5,

 

(δ)   η συμφωνία ημερ. 2/1/2002 για ζωντανή μετάδοση αγώνων Β΄ κατηγορίας παραταθεί για περίοδο ενός έτους, δηλαδή θα λήγει με τη λήξη της περιόδου 2004-5,

 

(ε)   για τη συμφωνία 10/9/2003 ζωντανής μετάδοσης αγώνων Α΄ κατηγορίας κατά την Κυριακή, δεν μπορεί να δοθεί οποιαδήποτε παράταση, καθότι η συμφωνία τούτη κηρύχθηκε άκυρη με την απόφαση της Επιτροπής ημερομηνίας 12/8/2004 και ως εκ τούτου αν και εφόσον η ΚΟΠ επιθυμεί την παραχώρηση δικαιωμάτων για προβολή τέτοιων αγώνων, θα πρέπει να προβεί σε προσφορές με βάση τις πρόνοιες του όρου 3(α) ανωτέρω,

 

(στ) σε σχέση με τη συμφωνία λήψης και μετάδοσης μαγνητοσκοπημένων στιγμιοτύπων και ειδικά αναφορικά με τον όρο που η LTV    επέβαλλε χρονικούς περιορισμούς προβολής τέτοιων στιγμιοτύπων από άλλους τηλεοπτικούς σταθμούς, η ΕΠΑ θεωρεί ότι από τούδε και εις το εξής, η παραχώρηση από μέρους της LTV δικαιώματος επ΄ αμοιβή, προβολής μαγνητοσκοπημένων στιγμιοτύπων από άλλους τηλεοπτικούς σταθμούς, δεν θα πρέπει να συνοδεύεται από περιορισμούς και ειδικά χρονικούς περιορισμούς προβολής, στο βαθμό που ίσχυε στο παρελθόν.

 

Η Επιτροπή κατέληξε στην παραχώρηση του πιο πάνω διατάγματος όπως αυτό εκτίθεται ανωτέρω, παρ. 4(α, β, γ, δ, ε, στ), λαμβάνοντας υπόψη το περιβάλλον που επικρατούσε στη συγκεκριμένη αγορά και έχει αναλυθεί στην απόφαση της ημερομηνίας 12/8/2004 και πιστεύοντας ότι οι δοθείσες παρατάσεις επί των αναφερόμενων συμφωνιών δεν αποτελούν περιορισμούς πέραν των απολύτως αναγκαίων. Οι παρατάσεις στις εν λόγω συμφωνίες αποτελούν συμβατική πρόνοια και υλοποιήθηκαν πριν την απόφαση της Επιτροπής ημερομηνίας 12/8/2004. Η LTV κατά τη σύναψη των συμφωνιών συνέδεσε την προσφορά της προς την ΚΟΠ για την απόκτηση των δικαιωμάτων προβολής ποδοσφαιρικών αγώνων με τη διάρκεια ισχύος των εν λόγω συμφωνιών και προχώρησε στις αναγκαίες επενδύσεις για σκοπούς βελτίωσης της παραγωγής και της διανομής προωθώντας την τεχνολογική αναβάθμιση της, πετυχαίνοντας την ποιοτική αναβάθμιση του συγκεκριμένου προϊόντος  προς όφελος του καταναλωτή.

 

Τυχόν μη έγκριση του αιτήματος για παράταση της χρονικής διάρκειας των εν λόγω συμφωνιών θα δημιουργούσε σοβαρές και απρόβλεπτες ανακατατάξεις στη συγκεκριμένη αγορά χωρίς να υπάρχει ο αναγκαίος χρόνος για ομαλή λειτουργία της ανταγωνιστικής αγοράς.

 

Σε συνδυασμό με τους όρους που επεβλήθησαν στο διάταγμα ατομικής εξαίρεσης της συμφωνίας της ΚΟΠ με τα σωματεία της, δημιουργήθηκαν οι αναγκαίες προϋποθέσεις έτσι ώστε η συγκεκριμένη αγορά να αρχίσει να λειτουργεί σε ένα ανταγωνιστικό περιβάλλον σε σχέση με το τι υφίστατο στο παρελθόν και επιπρόσθετα θα δοθεί ο αναγκαίος χρόνος σε όλα τα εμπλεκόμενα μέρη να προετοιμασθούν ανάλογα έτσι ώστε μελλοντικά ο ανταγωνισμός να ενισχυθεί ακόμη περισσότερο.»

 

 

 

Ο Αντέννα Λτδ και η  ΑΤΗΚ  με χωριστές προσφυγές, οι οποίες συνεκδικάστηκαν, επιδιώκουν την ακύρωση της πιο πάνω απόφασης.

 

Ένας από τους πολυάριθμους λόγους ακυρότητας που ανέπτυξαν διεξοδικά οι αιτητές αφορά στο καθορισμένο τύπο των αιτήσεων προς αρνητική πιστοποίηση που υποβλήθηκαν και από τα δυο ενδ. μέρη. Οι αιτητές στην 952/04 έθεσαν το θέμα κατά τη διάρκεια της ακρόασης  ενώπιον της ΕΠΑ ημερ. 7/9/04 (σελ. 43-47 του Παραρτήματος 9Α στην ένσταση), υποστηρίζοντας ότι από την αίτηση ελλείπουν αναγκαίες πληροφορίες για την κρίση της ΕΠΑ και κατά συνέπεια δεν τηρήθηκε ο νόμιμος τύπος που προβλέπεται στο άρθρο  16(3) του Νόμου καθώς και στη Κ.Δ.Π. 206/90. Ως τέτοιες πληροφορίες ανέφεραν τα οικονομικά της αγοράς, τα έσοδα από τις εισόδους και τον τρόπο που διαμοιράζονται τα χρήματα στα μέλη  σωματεία της ΚΟΠ καθώς και  συγκριτικά νούμερα που να δικαιολογούν βελτίωση των εσόδων στους τηλεοπτικούς σταθμούς από την πώληση από κεντρικό σημείο πώλησης των δικαιωμάτων. Παράπεμψαν μάλιστα στις κατευθυντήριες γραμμές που έθεσε η ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ημερ. 27.4.04 για την εφαρμογή του άρθρου 81 παρ.3 της συνθήκης ΕΚ, δηλαδή για τη διάγνωση των τριών κριτηρίων που θέτει το άρθρο 5(1) του Νόμου. Επιπρόσθετα με την επιστολή ημερ. 13/9/04 (σελ. 3-5 Παραρτήματος 10 στην ένσταση), γίνεται πιο συγκεκριμένη αναφορά σε πληροφορίες που συμβάλλουν στη διάγνωση των κριτηρίων του άρθρου 5(1).

 

Πράγματι το άρθρο 16 του νόμου προνοεί ότι:

 

«16.-(3) Η αίτηση υποβάλλεται κατά τον καθορισμένο τύπο και περιέχει όλες τις αναγκαίες για την κρίση της Επιτροπής πληροφορίες. Η αίτηση δύναται να υποβληθεί και από ένα μόνο των μερών, χωρίς τη συγκατάθεση των λοιπών. Στην περίπτωση αυτή αντίγραφο της αίτησης κοινοποιείται από την Επιτροπή και προς τα λοιπά μέρη.

 

(5) Η Επιτροπή δημοσιεύει σύνοψη της αίτησης και καλεί κάθε ενδιαφερόμενο τρίτο να υποβάλει μέσα σε τακτή προθεσμία τις παρατηρήσεις του σε ότι αφορά την αίτηση.»

 

 

Ο τύπος της αίτησης  καθορίστηκε με την ΚΔΠ 206/90 και πρέπει, κατ' ελάχιστο, να περιέχει τις ακόλουθες πληροφορίες:

 

«(α)            Ποίοι πωλούν τέτοια προϊόντα/υπηρεσίες;

(β)   Ποιοι τα αγοράζουν;

(γ)   Το σύνολο των πωλήσεων (σε αξία) του τομέα.

(δ)   Το μέγεθος του ανταγωνισμού που υπάρχει, τις δυνατότητες για νέους προμηθευτές να εισχωρήσουν στην αγορά, κατά πόσο υπάρχουν υποκατάστατα και

(ε)   Τους λόγους που υποστηρίζουν την αίτηση»

 

 

 

Η αίτηση της ΚΟΠ (μαζί με τη συνοδευτική επιστολή, Παράρτημα 1Α στην ένσταση) δεν περιέχει οποιεσδήποτε πληροφορίες για τα στοιχεία (γ) και (δ) ανωτέρω. Επίσης, σχετικά με τους λόγους της αίτησης, δηλαδή την  πλήρωση των προϋποθέσεων του άρθρου 5(ε), δεν αναλύθηκε καθόλου, η πτυχή του άρθρου 5(γ), αν δηλαδή μέσω των συμφωνιών για τις οποίες ζητήθηκε η εξαίρεση, οι επιχειρήσεις της σύμπραξης δύνανται να καταργήσουν τον ανταγωνισμό σε σημαντικό τμήμα της αγοράς του οικείου προϊόντος. Η ίδια η Υπηρεσία της καθ' ης η αίτηση, διαπίστωσε ελλείψεις και αναφέρει σχετικά στο Σημείωμα της:


 

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

 

·    «Αξίζει να σημειωθεί ότι ναι μεν ο νομικός σύμβουλος της επιχείρησης ΚΟΠ, ανέπτυξε εν μέρει, στην από αυτού υποβληθέντα αίτηση τα οφέλη που προκύπτουν από  την κοινή πώληση των δικαιωμάτων μετάδοσης και τα οποία θα ληφθούν υπόψη κατά την εξέταση της αίτησης με βάσει τις προϋποθέσεις του άρθρου 5(1) από την Επιτροπή, παραταύτα δεν τα ανέπτυξε επαρκώς. Επιπλέον ο νομικός σύμβουλος της ΚΟΠ παρέλειψε να υποστηρίξει τις θέσεις του σε σχέση με την τρίτη προϋπόθεση του άρθρου 5(1) που αφορά το ζήτημα αν η κοινή πώληση καταργεί/νοθεύει τον ανταγωνισμό σε ένα σημαντικό μέρος των υπό εξέταση δικαιωμάτων μετάδοσης.

........ τα ενδιαφερόμενα μέρη δεν παράθεσαν τις θέσεις τους σε σχέση με το αν αυτές πληρούν τις προϋποθέσεις του άρθρου 5(1) του Νόμου. Ως εκ τούτου για να μπορεί η ΕΠΑ να προβεί σε εξέταση της εν λόγω αίτησης για την εφαρμογή των πιο πάνω όρων με την ενδεχόμενη έκδοση διατάγματος για ατομική εξαίρεση δυνάμει του άρθρου 5 του Νόμου, θα πρέπει τόσο η ΚΟΠ όσο και η Lumiere T.V. LTD να αναπτύξουν γραπτώς τις θέσεις τους σε σχέση με το αν οι εν λόγω συμφωνίες πληρούν τις προϋποθέσεις του άρθρου 5(1).»

 

 

 

Τα στοιχεία ήταν ουσιώδη γιατί απαιτούνται ρητά από το Νόμο (βλ. επίσης το άρθρο 16(9)). Ως προς τα στοιχεία που εμπίπτουν στο άρθρο 5, θεωρώ ότι δεν έγινε επαρκής αναφορά ούτε στην επιστολή της LTV ημερ. 6.9.04 ούτε και κατά τη διάρκεια των προφορικών διευκρινίσεων στην ΕΠΑ. Αυτό συνεπάγεται ακυρότητα της τελικής απόφασης που λήφθηκε σε συνθήκες ουσιώδους πλάνης, στο βαθμό που τα συγκεκριμένα στοιχεία συνιστούσαν σχετικούς και ουσιώδεις παράγοντες.   Τη σχετικότητα των συγκεκριμένων στοιχείων, υπογραμμίζει και η ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σχετικά με τις κατευθυντήριες γραμμές για την εφαρμογή του άρθρου 81 παρ.3 της συνθήκης της ΕΚ αλλά και η νομολογία του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Εξάλλου, στόχος της θέσπισης του Νόμου Ν. 207/89 ήταν ακριβώς η παράλληλη εφαρμογή των ίδιων αυστηρών κανόνων για την προστασία του ανταγωνισμού της Ευρωπαϊκής Ενωσης στην κυπριακή έννομη τάξη. Για την έγκριση της εξαίρεσης, σύμφωνα με τις κατευθυντήριες αρχές του Ευρωπαϊκού Δικαίου, απαιτείται η αξιολόγηση των αντικειμενικών παραγόντων στη δεδομένη χρονική στιγμή, εξωτερικών ως προς τα ίδια τα μέρη, ως προς τον περιοριστικό χαρακτήρα και τις επιπτώσεις της συμφωνίας καθώς και ορθή ανάλυση της αγοράς. Απαιτείται αυστηρή απόδειξη των προϋποθέσεων του άρθρου 5 οι οποίες πρέπει να ισχύουν σωρευτικά, πράγμα που συνεπάγεται διερεύνηση εκ μέρους της ΕΠΑ της βελτίωσης της αποτελεσματικότητας από άποψη κόστους, υπολογισμού εκ μέρους των συμπραττουσών επιχειρήσεων με τη μεγαλύτερη δυνατή ακρίβεια της αξίας της βελτίωσης και γιατί αποτελούν οικονομικό αντικειμενικό πλεονέκτημα, της αύξησης τιμών για τους καταναλωτές, το βαθμό περιορισμού του ανταγωνισμού στην αγορά.

 

Δεν προκύπτει από τα στοιχεία και τα πρακτικά που έχουν τεθεί ενώπιον μου ότι η ΕΠΑ διερεύνησε με συγκεκριμένα μεγέθη τους πιο πάνω παράγοντες στην κυπριακή πραγματικότητα της πώλησης τηλεοπτικών δικαιωμάτων αγώνων ποδοσφαίρου. Συνεπώς διαπιστώνεται ως επιπρόσθετος λόγος ακύρωσης η έλλειψη δέουσας έρευνας.

 

Καθόσον αφορά τα στοιχεία που προβλέπεται ότι πρέπει να περιέχει η αίτηση για ατομική εξαίρεση (ουσιώδης όρος), η ΕΠΑ όφειλε να τα είχε εξετάσει προκαταρκτικά. Σχετικά με αυτό το θέμα αναφέρεται στο πρακτικό της απόφασης:

 

«Γ. Κατά τη Συνεδρία της Επιτροπής, ημερ. 18/8/2004, η Επιτροπή αφού εξέτασε την επιστολή/αίτηση της ΚΟΠ και Lumiere TV LTD, έδωσε οδηγίες όπως διεξαχθεί έρευνα, σύμφωνα με το άρθρο 22 του Νόμου και δημοσιευθεί σύνοψη των εν λόγω αιτήσεων στην Επίσημη Εφημερίδα της Κυβέρνησης δυνάμει του άρθρου 16 & 18 του Νόμου.

 

..........................................................................

 

1. Αναφορικά με το θέμα που ήγειρε ο συνήγορος του ΑΝΤ1 κατά τη συνεδρία της Επιτροπής ημερομηνίας 7/9/2004, ότι οι υπό εξέταση αιτήσεις δεν υπεβλήθησαν κατά τον υπό του Νόμου προβλεπόμενο τύπο, θα πρέπει να τονισθεί ότι το άρθρο 16(3) προβλέπει ότι «η αίτηση υποβάλλεται κατά τον καθορισμένο τύπο και περιέχει όλες τις αναγκαίες για την κρίση της Επιτροπής πληροφορίες.» Η Επιτροπή αφού εξέτασε τις αιτήσεις σε συνεδρία της, έδωσε οδηγίες όπως σύνοψη του περιεχομένου των αιτήσεων δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Κυβέρνησης συμφώνως των προνοιών του Νόμου, αφού κατά την κρίση της διαπίστωσε ότι στις αιτήσεις εμπεριέχοντο όλες οι αναγκαίες πληροφορίες. Ως εκ τούτου το επιχείρημα του συνηγόρου του ΑΝΤ1 ότι στις αιτήσεις εξέλειπαν αναγκαίες πληροφορίες δεν ευσταθεί και κατά επέκταση η ένσταση του απορρίπτεται.»

 

 

 

 

Συνεδρία όμως στις 18.8.04 είναι κοινά αποδεκτό ότι δεν έγινε και ότι το πρακτικό (παράρτημα 2 στην ένσταση) δεν ισχύει. Επίσης σύμφωνα με το Συνημμένο 2 στη γραπτή αγόρευση των καθ΄ ων η αίτηση συνεδρίες έγιναν στις 26.8.04 και 1.9.04, ωστόσο τέτοια πρακτικά δεν υπάρχουν στο φάκελο. Είναι λοιπόν εύλογο το ερώτημα πότε και με ποιο τρόπο η ΕΠΑ εξέτασε το έγκυρο του τύπου των αιτήσεων, πριν αποφασίσει τη δημοσίευσή τους. Δεν υπάρχει ενώπιόν μου  πρακτικό που να επιβεβαιώνει την εξέταση του τύπου των αιτήσεων και να τεκμηριώνει την απόρριψη της ένστασης των αιτητών σύμφωνα με τα πιο πάνω. Συνεπώς, η παράλειψη τήρησης πρακτικών σε αυτή την περίπτωση, πλήττει και την αιτιολογία της επίδικης απόφασης ως προς την εν λόγω πτυχή.

 

O σχετικός κανόνας διατυπώνεται ως εξής στον Στασινόπουλο «Δίκαιο των Διοικητικών Πράξεων» σελ. 223:

 

«5) Η τήρησις πρακτικών - Η τήρησις πρακτικών κατά τας συνεδριάσεις των συλλογικών διοικητικών οργάνων είναι ενδεδειγμένη και αν ο νόμος δεν απαιτή ταύτην ρητώς, ίνα διαπιστούνται κατά τρόπον επίσημον τα κατά την παραγωγήν της διοικητικής πράξεως λαβόντα χώραν, άτινα δύνανται να χρησιμεύσωσιν εις την ανεύρεσιν της αιτιολογίας και της νομικής αυτής βάσεως. Αλλ' η μη τήρησις πρακτικού δεν επάγεται ακυρότητα της πράξεως, η οποία συνετάχθη αυτοτελώς, ούτε δε ελαττώματα υπάρχοντα εις το τυχόν συνταχθέν πρακτικόν είναι δυνατόν να θίξωσι το κύρος της πράξεως, η οποία, καθ' εαυτήν κρινόμενη, είναι νόμιμος. Οσάκις όμως η πράξις, καίτοι είναι ως εκ της φύσεως της αιτιολογητέα, εκδίδεται εν τούτοις άνευ αιτιολογίας, η έλλειψις αύτη αιτιολογίας εντός του σώματος της πράξεως, θα ήτο δυνατόν ν' αναπληρωθή εκ του πρακτικού. Διά τούτο, η έλλειψις πρακτικού εις τοιαύτας περιπτώσεις, είναι δυνατόν να οδηγήση εις κρίσιν περί αναιτιολογήτου της πράξεως και ακυρότητα αυτής δια τον λόγον τούτον.»

 

 

 

 

Για όλους τους πιο πάνω λόγους, οι προσφυγές επιτυγχάνουν και η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται. Τα έξοδα της υπόθεσης καθορίζονται στις £2000 και να καταβληθούν στους αιτητές από την καθ΄ ης η αίτηση και τα ενδιαφερόμενα μέρη.

 

 

 

                                                                               Α. ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.

 

 

ΣΦ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο