ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 833/2006)
2 Ιουλίου 2007
[ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ABU SYEED,
Αιτητής,
- ν. -
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ,
Καθ΄ ων η αίτηση.
---------------------------
Ν. Νικολαΐδης, για τον Αιτητή.
Λ. Ουστά, για τους Καθ΄ ων η αίτηση.
---------------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Ο αιτητής είναι από την Μπαγκλαντές. Αναχώρησε αεροπορικώς από τη χώρα του στις 17 Μαΐου 2004 χωρίς πρόβλημα και έφθασε στο κατεχόμενο μέρος της Κύπρου από όπου, στις 22 Μαΐου 2004, ήρθε στις ελεύθερες περιοχές.
Στις 11 Ιουνίου 2004 αποτάθηκε για πολιτικό άσυλο. Προέβαλε ότι ο πατέρας του ήταν ηγέτης πολιτικού κόμματος της αντιπολίτευσης και ως εκ τούτου η οικογένεια ολόκληρη υφίστατο διωγμό με αποτέλεσμα ο πατέρας του να βρει καταφύγιο στην Ινδία και αυτός να έρθει στην Κύπρο. Σε συνέντευξη, η οποία διεξήχθη στις 21 Οκτωβρίου 2004, προέκυψε από ερωτήσεις που του υποβλήθηκαν ότι η εκδοχή την οποία είχε δώσει στην αίτηση του για άσυλο ήταν ψευδής. Εξήγησε ότι προέβαλε την εν λόγω εκδοχή διότι έτσι έλεγαν οι άλλοι αιτητές πολιτικού ασύλου και γι΄ αυτό ανέμενε ότι θα είχε καλύτερες πιθανότητες επιτυχίας. Ανέφερε εν συνεχεία ότι η πραγματικότητα ήταν πως έφυγε από τη χώρα του όταν λιποτάκτησε από τον στρατό, για να αποφύγει τις συνέπειες τις οποίες θα είχε να αντιμετωπίσει. Η στρατιωτική θητεία στη χώρα του δεν είναι υποχρεωτική. Ενεγράφη οικειοθελώς και υπηρέτησε για δυόμισυ περίπου χρόνια, ένεκα όμως της πειθαρχίας και των περιορισμών της στρατιωτικής ζωής δεν ήθελε να συνεχίσει αλλά δεν του επιτρεπόταν σε εκείνο το στάδιο η αποστράτευση.
Η Υπηρεσία Ασύλου θεώρησε αξιόπιστο τον αιτητή, δίνοντας του το ευεργέτημα της αμφιβολίας, και κατέληξε ότι οι ισχυρισμοί του αναφορικά με την στρατιωτική υπηρεσία είχαν τεκμηριωθεί. Έκρινε ωστόσο ότι το αίτημα για πολιτικό άσυλο δεν τεκμηριώθηκε. Η απόφαση αιτιολογήθηκε ως εξής:
«Κατά την αξιολόγηση του αιτήματος σας η Υπηρεσία Ασύλου έκρινε ότι, παρά την ικανοποιητική σας αξιοπιστία όσον αφορά τη στρατιωτική σας θητεία, στο πρόσωπο σας δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις του Άρθρου 3 και 19(2) του Περί Προσφύγων Νόμου του 2000-2004.
Όπως αναφέρεται στη παράγραφο 167 του εγχειριδίου για τις διαδικασίες και τα κριτήρια καθορισμού του καθεστώτος των προσφύγων, ο φόβος ποινικής δίωξης και τιμωρίας για λιποταξία δεν στοιχειοθετεί δικαιολογημένο φόβο δίωξης, σύμφωνα με τον ορισμό. Από την άλλη δεν αποκλείει κάποιο πρόσωπο από το να είναι πρόσφυγας. Δεν είναι κάποιος βέβαια πρόσφυγας, όπως αναφέρεται στη παράγραφο 168 του εγχειριδίου, εάν ο μόνος λόγος για τη λιποταξία του είναι η αντιπάθεια του προς τη στρατιωτική θητεία. Περίπτωση που ισχύει στη αίτηση σας αφού όπως αναφέρατε κατά τη διάρκεια της συνέντευξης σας, ο λόγος που λιποτακτήσατε ήταν η γενική κατάσταση η οποία επικρατεί σε οποιοδήποτε στρατιωτικό περιβάλλον. Ένας λιποτάκτης είναι δυνατό να θεωρηθεί πρόσφυγας όπως η παράγραφος 169 αναφέρει, όταν αποδεικνύεται ότι θα του επιβαλλόταν δυσανάλογα αυστηρή τιμωρία για στρατιωτικό αδίκημα λόγω της φυλής, θρησκείας, εθνικότητας, συμμετοχής του σε συγκεκριμένη κοινωνική ομάδα ή πολιτικών πεποιθήσεων, περίπτωση που επίσης δεν ισχύει στη περίπτωση σας.
Δεν ισχύει επίσης η περίπτωση όπου η στρατιωτική σας θητεία θα απαιτούσε τη συμμετοχή σας σε στρατιωτική δράση αντίθετη με τις γνήσιες, πολιτικές, θρησκευτικές ή ηθικές σας πεποιθήσεις ή αντίθετη προς ισχυρούς συνειδησιακούς λόγους όπως αναφέρεται στη παράγραφο 170 του εγχειριδίου.
Βάσει των ανωτέρω η Υπηρεσία Ασύλου κρίνει ότι δεν καταφέρατε να τεκμηριώσετε αξιόπιστα προσφυγικό αίτημα και συνεπώς κρίνεται ότι δεν είστε άτομο που έχει ανάγκη διεθνούς προστασίας.»
Ο αιτητής άσκησε διοικητική προσφυγή η οποία απορρίφθηκε στις 14 Μαρτίου 2006 από την Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων η οποία, στην ουσία, υιοθέτησε το σκεπτικό της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου.
Με την παρούσα προσφυγή ο αιτητής προβάλλει (α) ότι δεν διεξήχθη δέουσα και πλήρης έρευνα και ειδικότερα ότι δεν καταβλήθηκε προσπάθεια για εξακρίβωση όλων των στοιχείων και των ισχυρισμών του όπως και των επιπτώσεων τους• (β) ότι δεν κλήθηκε ξανά σε προσωπική συνέντευξη ενώπιον της Αναθεωρητικής Αρχής για να παράσχει περαιτέρω λεπτομέρειες ή για να προβεί σε διευκρινίσεις με αποτέλεσμα έτσι να του στερηθεί το δικαίωμα ακρόασης• (γ) ότι επομένως η απόφαση ήταν το προϊόν πλάνης περί τα πράγματα• (δ) ότι η απόφαση ήταν αντίθετη προς το Σύνταγμα, Άρθρα 6, 8, 11, 12, 13, 15, 22, 25, 28, 29, 30 και 146, όπως και της κειμένης νομοθεσίας ειδικότερα του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου και του περί Προσφύγων Νόμου• και (ε) ότι η απόφαση δεν ήταν επαρκώς ή δεόντως αιτιολογημένη. Σε όλα αυτά προστέθηκαν διάφορες επί μέρους πτυχές στις οποίες δεν χρειάζεται να αναφερθώ.
Δεν διέκρινα οποιαδήποτε πλημμέλεια. Σε ό,τι αφορά την έκθεση, από τη στιγμή που αδιαμφισβήτητα ετοιμάστηκε από αρμόδια λειτουργό, το όνομα της οποίας έφερε, δεν χρειαζόταν υπογραφή. Είναι δε προφανές ότι η έκθεση χρησιμοποιήθηκε ως αναγκαίο έρεισμα για τη λήψη της απόφασης και επομένως φραστική περί τούτου αναφορά δεν χρειαζόταν. Η διεξαχθείσα έρευνα ήταν επαρκής. Παρείχε ασφαλές έδαφος για τη λήψη απόφασης και δεν παρίστατο εν προκειμένω ανάγκη προσωπικής συνέντευξης άλλης από εκείνη την οποία είχε διεξαγάγει η Υπηρεσία Ασύλου. Θεωρώ αδικαιολόγητο το παράπονο ότι δεν αξιολογήθηκαν ορθά τα δεδομένα ή ότι παρεισέφρησε πλάνη. Το αίτημα για άσυλο εξετάστηκε ενδελεχώς, νομίμως και με καλή πίστη σε κάθε στάδιο της διαδικασίας. Στην πραγματικότητα, για τους λόγους τους οποίους η Αναθεωρητική Αρχή εξήγησε, η απόρριψη του αιτήματος καθίστατο αναπόφευκτη. Η προσβαλλόμενη απόφαση ήταν πλήρως, και σχολαστικά μάλιστα, αιτιολογημένη.
Η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται με £200 έξοδα. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται βάσει του Άρθρου 146.4(α) του Συντάγματος.
Γ.Κ. Νικολάου,
Δ.
/ΕΘ