ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ.1182/2005)
20 Ιουλίου 2007
[ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ/στής]
1. ALOYDET ALLAH NESREEN,
2. ΜΑΡΙΟΣ MIFALANI,
Αιτητές,
- ΚΑΙ -
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ
1. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ,
2. ΤΜΗΜΑ ΜΕΤΑΣΤΑΣΕΥΣΕΩΝ ΚΑΙ ΑΛΛΟΔΑΠΩΝ,
Καθ΄ ων η αίτηση.
---------------------------
Α. Παπαχαραλάμπους, για τον Αιτητή.
Λ. Χριστοδουλίδου, για τους Καθ΄ ων η αίτηση.
---------------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ.: Με την παρούσα προσφυγή προσβάλλεται η απόφαση της Διευθύντριας του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης, ημερ. 1 Ιουλίου 2005, με την οποία απορρίφθηκε το αίτημα της 1ης αιτήτριας για περαιτέρω άδεια προσωρινής παραμονής στην Κύπρο. Ο 2ος αιτητής προβάλλει ότι με βάση το δίκαιο της χώρας τους, της Συρίας, είναι σύζυγος της 1ης αιτήτριας, μετέχει δε στην προσφυγή υπό αυτή την ιδιότητα.
Ο 2ος αιτητής ήρθε για πρώτη φορά στην Κύπρο στις 3 Απριλίου 1995. Του παραχωρήθηκε άδεια προσωρινής παραμονής και εργασίας μέχρι 20 Μαΐου 1996. Μετά τη λήξη της άδειας παρέμεινε για χρόνια παράνομα και αναζητείτο. Εντοπίστηκε στις 7 Ιουνίου 2000 και συνελήφθη. Επικαλέστηκε τότε γάμο τον οποίο τέλεσε στις 22 Ιουλίου 1999 στο «World Islamic Call Society» στην Κύπρο με ελληνοκυπρία. Διαπιστώθηκε ότι ο γάμος ήταν νομικά ανυπόστατος οπότε, στις 12 Ιουνίου 2000, απελάθηκε και κηρύχθηκε απαγορευμένος μετανάστης.
Λίγο αργότερα η ελληνοκυπρία μετέβη στη Συρία και, στις 12 Αυγούστου 2000, τέλεσε γάμο με τον 2ο αιτητή. Εν συνεχεία, στις 23 Δεκεμβρίου 2000, υπό το φως αυτής της εξέλιξης, επιτράπηκε ξανά στον 2ο αιτητή η είσοδος στη Δημοκρατία. Παραχωρήθηκε σ΄ αυτόν άδεια προσωρινής παραμονής και εργασίας μέχρι 31 Δεκεμβρίου 2003 κατά τη διάρκεια της οποίας, στις 22 Σεπτεμβρίου 2003, ενεγράφη ως πολίτης της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Η 1η αιτήτρια ήρθε στην Κύπρο στις 20 Μαΐου 2004, εμφανιζόμενη ως τουρίστρια από τη Συρία αλλά μετά, στις 15 Οκτωβρίου 2004, αποτάθηκε για άδεια να παραμείνει εδώ ως σύζυγος του 2ου αιτητή. Επιβεβαιώθηκε κατόπιν έρευνας ότι την 1 Νοεμβρίου 2000, ήτοι δυόμισυ περίπου μήνες μετά το γάμο του 2ου αιτητή με την ελληνοκυπρία και προτού επανέλθει στην Κύπρο, αυτός και η 1η αιτήτρια τέλεσαν γάμο στη Συρία και ότι, επιπλέον, απέκτησαν από το γάμο δύο παιδιά τα οποία έφεραν στην Κύπρο.
Όταν ο 2ος αιτητής υπέβαλε αίτηση για πολιτογράφηση, απέκρυψε ότι τέλεσε δεύτερο γάμο με την 1η αιτήτρια ενόσω ήταν ήδη νυμφευμένος με την ελληνοκυπρία. Κατέθεσε, προς υποστήριξη της αίτησης, ένορκο δήλωση του, ημερ. 12 Αυγούστου 2002, ότι δεν τέλεσε οποιοδήποτε γάμο, πολιτικό ή θρησκευτικό, άλλον από εκείνον που είχε τελέσει με την ελληνοκυπρία και ότι δεν είχε παιδιά. Στη συνέχεια, αφού συμπληρώθηκε η πολιτογράφηση, ο αιτητής υπέβαλε στο Οικογενειακό Δικαστήριο Λευκωσίας αίτηση για λύση του γάμου του με την ελληνοκυπρία, ισχυριζόμενος ισχυρό κλονισμό της έγγαμης σχέσης. Εκείνη δεν εμφανίστηκε και, στις 27 Απριλίου 2004, εκδόθηκε διαζύγιο το οποίο, στις 15 Ιουνίου 2004, κατέστη οριστικό.
Όταν η διοίκηση διαπίστωσε τις περιστάσεις κάτω από τις οποίες ο 2ος αιτητής επανήλθε στην Κύπρο και πολιτογραφήθηκε με βάση τη ψευδή του ένορκη δήλωση, έλαβε εναντίον του μέτρα περιλαμβανομένης και διαδικασίας για αφαίρεση της Κυπριακής υπηκοότητας. Η νέα διαμορφωθείσα κατάσταση είχε εξ άλλου ως αποτέλεσμα να απορριφθεί, με την προσβαλλόμενη απόφαση, το προαναφερθέν αίτημα της 1ης αιτήτριας, ημερ. 15 Οκτωβρίου 2004, για περαιτέρω άδεια παραμονής στην Κύπρο. Της ζητήθηκε να αναχωρήσει εντός 15 ημερών από την ημερομηνία της ειδοποίησης, αυτή δεν συμμορφώθηκε και, στις 15 Οκτωβρίου 2005, απελάθηκε. Προσβλήθηκε και η απέλαση με άλλη προσφυγή η οποία απορρίφθηκε: βλ. Aloudet Allah Nesreen κ.α. ν. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 1278/2005, ημερ. 16 Μαρτίου 2007. Η συνάφεια μεταξύ των δύο προσφυγών είναι προφανής και θα έπρεπε να συνεκδικάζονταν αλλά δεν έγινε οποιαδήποτε κίνηση προς αυτή την κατεύθυνση.
Προβάλλεται εκ μέρους των αιτητών ότι, με βάση το δίκαιο της χώρας τους, οι παράλληλοι γάμοι του 2ου αιτητή ήταν και οι δύο νόμιμοι και ότι επομένως η 1η αιτήτρια είχε δικαίωμα να παραμείνει στην Κύπρο ως σύζυγος του 2ου αιτητή δεδομένου ότι ίσχυε ακόμα η πολιτογράφηση του, σε σχέση με την οποία πρέπει να θεωρείται αθώος κατηγορίας ψευδούς ένορκης δήλωσης μέχρι καταδίκης από δικαστήριο. Προβάλλεται ευρύτερα ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι αποτέλεσμα υπέρβασης και κατάχρησης εξουσίας, πλάνης περί τα πράγματα, παραβίασης του δικαιώματος ιδιωτικής και κοινωνικής ζωής, παραβίασης των δικαιωμάτων των παιδιών τους, και ότι είναι αναιτιολόγητη.
Κατά την άποψη μου, δεν υπήρξε οποιαδήποτε πλημμέλεια στην έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης. Η θρησκεία του καθενός είναι σεβαστή, το ίδιο και ο θεσμός γάμου στις χώρες όπου μπορεί να επιτρέπεται η πολυγαμία. Ο νόμος όμως της δικής μας χώρας, προς τον οποίο επίσης οφείλεται σεβασμός, προβαίνει σε ρυθμίσεις που έχουν ως βάση τη μονογαμία, τη μόνη συζυγική σχέση από την οποία να μπορεί κανείς να αρύεται συγκεκριμένα δικαιώματα εκ της λειτουργίας του. Η διαμορφωθείσα κατάσταση λογικά εν προκειμένω οδήγησε την διοίκηση να μην χορηγήσει περαιτέρω άδεια παραμονής στην Κύπρο. Άλλωστε δεν έχει στοιχειοθετηθεί ουσιαστικό πρόβλημα ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής των ιδίων των αιτητών ή των παιδιών τους από το γεγονός της επιστροφής τους στην πατρίδα τους.
Η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται με £700 έξοδα. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται βάσει του Άρθρου 146.4(α) του Συντάγματος.
Γ.Κ. Νικολάου,
Δ.
/ΕΘ