ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Δεν έχει εντοπιστεί νομοθεσία ή απόφαση ή δικονομικός θεσμός στον οποίο να κάνει αναφορά η απόφαση αυτή
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 1436/2007)
18 Ιουνίου, 2007
[ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤO ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ZAHID LATIF,
Αιτητής,
ΚΑΙ
ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΜΕΣΩ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ,
Καθ΄ης η Αίτηση.
- - - - - - -
Ε. Χειμώνας, για τον Αιτητή.
Δ. Νικολάτου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την Καθ΄ης η Αίτηση.
- - - - - - -
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ.: Ο αιτητής είναι Πακιστανός. Εισήλθε στην Κύπρο παράνομα στις 17.10.2004. Στις 2.12.2004 υπέβαλε αίτηση για παροχή πολιτικού ασύλου, προβάλλοντας τον ισχυρισμό ότι εγκατέλειψε τη χώρα του επειδή είχε πολιτικά προβλήματα. Ήταν αρχηγός της σιητικής ομάδας και, γι΄ αυτό το λόγο, διωκόταν από μέλη της σουνιτικής οργάνωσης.
Ο αιτητής κλήθηκε σε συνέντευξη στις 20.11.2006 στην Υπηρεσία Ασύλου. Στη συνέντευξη επανέλαβε τον ισχυρισμό του ότι διωκόταν από τους σουνίτες με τους οποίους, όπως είπε, τσακώθηκε κατά τη διάρκεια εκτέλεσης των θρησκευτικών του καθηκόντων. Η Υπηρεσία Ασύλου απέρριψε την αίτηση, στη βάση του άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου, με το οποίο καθορίζεται η έννοια του πρόσφυγα. Ο αιτητής καταχώρησε, ακολούθως, στις 13.2.2007, τη διοικητική προσφυγή την οποία η Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, επίσης, απέρριψε.
Με την παρούσα προσφυγή ο αιτητής προσβάλλει τη νομιμότητα της απόφασης της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων με την οποία απερρίφθη η αίτησή του για πολιτικό άσυλο.[1] Προβάλλεται ότι η απόφαση (α) λήφθηκε καθ΄ υπέρβαση και/ή κατάχρηση εξουσίας, (β) χωρίς δέουσα έρευνα και υπό καθεστώς νομικής και/ή πραγματικής πλάνης, (γ) στερείται επαρκούς αιτιολογίας, (δ) λήφθηκε από αναρμόδιο όργανο, και (ε) εκτός των χρονικών πλαισίων που επιτάσσει η νομοθεσία.
Θεωρώ ότι η προσφυγή είναι αβάσιμη, αφού κανένας από τους λόγους ακύρωσης δεν ευσταθεί. Ο αιτητής είχε την ευκαιρία, τόσο κατά την εξέταση της αίτησης όσο και κατά την εξέταση της διοικητικής προσφυγής, να εκθέσει τους ισχυρισμούς του. Η Υπηρεσία Ασύλου εξέτασε όσο το δυνατό καλύτερα τους ισχυρισμούς του και παρέθεσε με σαφήνεια τους επί μέρους λόγους για τους οποίους κατέληξε στην απόρριψη της αίτησης. Η Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων επανεξέτασε όλα όσα ο αιτητής είχε θέσει προς υποστήριξη του αιτήματός του και διαπίστωσε ότι ορθά και δικαιολογημένα η Υπηρεσία Ασύλου απέρριψε την αίτηση. Η προσβαλλόμενη απόφαση δε λήφθηκε υπό καθεστώς πλάνης. Είναι το αποτέλεσμα δέουσας έρευνας και σωστής εφαρμογής του νόμου. Το Παράρτημα 10 στην Ένσταση, ήτοι το κείμενο της επίδικης απόφασης, ομιλεί αφ΄ εαυτού. Περαιτέρω, η Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων εξέτασε και το κατά πόσο ο αιτητής μπορούσε να τύχει του καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας και εύλογα κατέληξε σε αρνητικό συμπέρασμα πάνω στη βάση ότι ο αιτητής δεν μπορούσε να αποδείξει βάσιμο φόβο ότι θα υφίστατο σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη όπως καθορίζεται στο άρθρο 19(2) των περί Προσφύγων Νόμων του 2000-2004. Ούτε και ικανοποιούσε τις προϋποθέσεις του άρθρου 19Α του Νόμου (ανθρωπιστικοί λόγοι). Η επίδικη απόφαση λήφθηκε από αρμόδιο πρόσωπο, ήτοι από μέλος της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, κάτι που επιτρέπει ο Νόμος. Εξάλλου, τα χρονικά πλαίσια που καθορίζει η νομοθεσία καθόλα τα στάδια της διαδικασίας, δεν είναι αποτρεπτικά.
Το Δικαστήριο δεν προβαίνει σε επανεκτίμηση των γεγονότων ούτε και υποκαθιστά την κρίση της αρμόδιας διοικητικής αρχής, εν προκειμένω της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, με τη δική του. Το Δικαστήριο ελέγχει τη νομιμότητα της προσβαλλόμενης απόφασης κατ΄ εφαρμογή των αρχών του διοικητικού δικαίου.
Η προσφυγή απορρίπτεται με €500 έξοδα εναντίον του αιτητή.
Ρ. Γαβριηλίδης,
Δ.
/ΧΤΘ
[1] Η δικηγόρος της καθ΄ης η αίτηση προέβαλε την προδικαστική ένσταση, στην οποία ο δικηγόρος του αιτητή δεν απάντησε, ότι η προσφυγή είναι εκπρόθεσμη, καθότι η επίδικη απόφαση κοινοποιήθηκε στον αιτητή στις 24.8.2007 ενώ η προσφυγή καταχωρήθηκε 77 μέρες μετά, ήτοι στις 9.11.2007. Η ένσταση δεν ευσταθεί. Στο πρωτότυπο της προσφυγής φαίνεται ότι αυτή καταχωρήθηκε στις 9.10.2007 και όχι στις 9.11.2007 όπως, προφανώς εκ παραδρομής, αναφέρεται στην προσφυγή που επιδόθηκε στην καθ΄ης η αίτηση, αντίγραφο της οποίας επισυνάπτεται ως Παράρτημα 13 στην Ένσταση. Άλλωστε, η προσφυγή ήταν ορισμένη για έκδοση οδηγιών στις 8.11.2007, ημερομηνία κατά την οποία η δικηγόρος της καθ΄ης η αίτηση εμφανίστηκε στο Δικαστήριο.