ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
&n bsp; Συνεκδικασθείσες υποθέσεις αρ. 917/2004 και 976/2004
8 Μαϊου, 2007
[ΦΩΤΙΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 28 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
Υπόθεση αρ. 917/04
1. ΑΝΔΡΕΑΣ ΝΑΟΥΜ
2. ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΤΣΟΚΚΑΣ
3. ΑΒΡΑΑΜ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ,
Αιτητές
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ
1. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΑΣ
ΤΑΞΕΩΣ
2. ΑΡΧΗΓΟΥ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ
Καθών η αίτηση.
................................
Υπόθεση αρ. 976/04
ΓΙΑΝΝΑΚΗΣ ΧΡΙΣΤΟΥ
Αιτητές
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ
1. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΑΣ
ΤΑΞΕΩΣ
2. ΑΡΧΗΓΟΥ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ
Καθών η αίτηση
...........................
Ι. Νικολάου με Δ. Στεφανίδη, για τους αιτητές στην 917/04
Α. Γιωρκάτζιης, για αιτητή στην 976/04
Φ. Κωμοδρόμος, Νομικός Λειτουργός για Γενικό Εισαγγελέα, για τους καθών η αίτηση.
Καμιά εμφάνιση, για τα ενδιαφερόμενα μέρη
- - - - - -
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Μ. ΦΩΤΙΟΥ, Δ: Με τις προσφυγές αυτές, που έχουν συνεκδικαστεί, οι αιτητές προσβάλλουν την προαγωγή των ενδιαφερομένων προσώπων στη θέση Αστυνόμου Β΄από 2/8/04 που έγιναν στις 30/7/04 και δημοσιεύθηκαν στις Εβδομαδιαίες Διαταγές της Αστυνομίας στις 9/8/04.
Τα ενδιαφερόμενα μέρη είναι τα ακόλουθα: (1) Παπανικολάου Κωνσταντίνου, (2) Κουσιουμή Ανδρέας, (3) Χρυσοστόμου Ζαχαρίας, (4) Θεοφάνους Ανδρέας, (5) Ιωάννου Χαράλαμπους (στο εξής ε.μ. 1-5). Ο αιτητής Γιάννακης Χρίστου στην προσφ. αρ. 976/04 απλώς δεν προσβάλλει την προαγωγή του ε.μ. 1.
Εκκρεμούσης της διαδικασίας και συγκεκριμένα στις 5/7/04 ο εκ των αιτητών στην 917/04 Ανδρέας Ναούμ απέσυρε την προσφυγή του, η οποία και απορρίφθηκε από το δικαστήριο, χωρίς οποιαδήποτε διαταγή για έξοδα. ΄Έτσι συνέχισε η προσφυγή με τους αιτητές 2 και 3.
ΓΕΓΟΝΟΤΑ
Ο Αρχηγός της Αστυνομίας, με επιστολή του προς τον Υπουργό Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως, ημερ. 13/4/04 (πιο κάτω ο Υπουργός) ζήτησε τον διορισμό δύο Βοηθών Αρχηγών, οι οποίοι μαζί με τον Υπαρχηγό Αστυνομίας κ. Χαράλαμπο Κουλέντη, θα αποτελούσαν την Επιτροπή Αξιολόγησης των υποψηφίων, για προαγωγή στο βαθμό του Αστυνόμου Β΄και άνω, σύμφωνα και με τις πρόνοιες του εδαφίου (1) του Κανονισμού 22 των περί Αστυνομίας (Προαγωγές) Κανονισμών του 2004 (Κ.Δ.Π. 214/04), ως αυτοί έχουν τροποποιηθεί με την Κ.Δ.Π. 643/04.
Ο Υπουργός, με επιστολή του ημερ. 19/4/04 πληροφόρησε τον Αρχηγό Αστυνομίας ότι, ασκώντας τις εξουσίες που του παρέχει ο προαναφερθείς κανονισμός αποφάσισε να διορίσει ως μέλη της Επιτροπής για την Αξιολόγηση των υποψηφίων για προαγωγή στο βαθμό Αστυνόμου Β΄και Ανώτερο, τους Βοηθούς Αρχηγούς κ.κ. Χαραλάμπους και Στέλικο, οι οποίοι, μαζί με τον τότε Υπαρχηγό κ. Χ. Κουλέντη θα προχωρούσαν στην αξιολόγηση των υποψηφίων αυτών, σύμφωνα με τις πρόνοιες του σχετικού κανονισμού.
Η διαδικασία για τις προαγωγές των Ανώτερων Αξιωματικών ξεκίνησε στις 19/4/04, αλλά στην πορεία διακόπηκε δύο φορές, την πρώτη φορά, στις 26/4/04, οπότε ο Αρχηγός Αστυνομίας ζήτησε γνωμάτευση για το θέμα των Ετήσιων Εκθέσεων για τα μέλη των οποίων είχε ήδη ξεκινήσει η προαφυπηρετική τους άδεια, ενώ τη δεύτερη φορά, στις 17/5/04, όταν ο ίδιος ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας ζήτησε γνωμάτευση από το Γενικό Εισαγγελέα για το θέμα των συντμήσεων του χρόνου προϋπηρεσίας για σκοπούς προαγωγών στην Αστυνομία.
Στις 16/7/04, μετά την τροποποίηση του Καν. 20 των Κανονισμών με την Κ.Δ.Π. 643/04, η οποία δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, ημερ. 16/7/04 σε σχέση με τη διενέργεια συντμήσεων για σκοπούς προαγωγής στο βαθμό του Αστυνόμου Β και ανώτερο, ο Αρχηγός Αστυνομίας, με επιστολή του προς τον Υπαρχηγό Αστυνομίας, τον πληροφορούσε για την τροποποίηση των εν λόγω κανονισμών καθώς και για τη διενέργεια συντμήσεων, με βάση τους υπό αναφορά κανονισμούς, παραθέτοντας ταυτόχρονα και τα ονόματα των υποψηφίων για το βαθμό του Αστυνόμου Β και Ανώτερου, για τα οποία η Επιτροπή θα προέβαινε σε αξιολόγηση για προαγωγή.
Ο Υπαρχηγός Αστυνομίας και Πρόεδρος της Επιτροπής Αξιολόγησης, με επιστολή προς τον Αρχηγό Αστυνομίας, ημερ. 27/7/04, στην οποία επισυνάπτεται και η έκθεση της Επιτροπής Αξιολόγησης, τον πληροφορούσε ότι η Επιτροπή, ακολουθώντας τη διαδικασία και τα κριτήρια που προβλέπονται από τον Καν. 22 των Κανονισμών του 2004 αξιολόγησε πολύ προσεκτικά του υποψηφίους και υπέβαλε προς τούτο τη σχετική έκθεση της.
Ο Αρχηγός Αστυνομίας, ασκώντας τις εξουσίες που του παρέχει το άρθρο 16, παραγρ. (1) και (2) του περί Αστυνομίας Νόμου 73(1)/04 και ενεργώντας σύμφωνα με τις πρόνοιες του Καν. 23 των Κανονισμών του 2004 με επιστολή του ημερ. 30/7/04 προς τον Υπουργό υπέβαλε προς αυτόν αιτιολογημένη σύσταση για κάθε προσοντούχο υποψήφιο κατ' αλφαβητική σειρά στο βαθμό του Αστυνόμου Β΄. Ακολούθως, ο Υπουργός ασκώντας τις εξουσίες που του παρέχει το άρθρο 16(1) και (3) του περί Αστυνομίας Νόμου 73(1)/04 και σύμφωνα με τις πρόνοιες του Καν. 3 των Κανονισμών του 2004, όπως έχουν τροποποιηθεί με την Κ.Δ.Π. 643/04, αποφάσισε την προαγωγή των ε.μ. στο βαθμό του Αστυνόμου Β΄ από 2/8/04. Στη συνέχεια, ο Αρχηγός Αστυνομίας, με επιστολή του ημερ. 30/7/04 ενημέρωσε τους Αστυνομικούς Διευθυντές για την απόφαση του Υπουργού.
ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ
Με τις γραπτές τους αγορεύσεις οι αιτητές και στις δυο υποθέσεις προωθούν τους ακόλουθους λόγους ακύρωσης: (α) πλάνη περί το νόμο και/ή τα πράγματα. Εσφαλμένη ερμηνεία του Καν. 20 των σχετικών κανονισμών όπως τροποποιήθηκε με την Κ.Δ.Π. 643/04. Τα ε.μ. δεν ήσαν προσοντούχοι. (β) Παράνομα προχώρησε ο Αρχηγός Αστυνομίας σε σύντμηση του χρόνου υπηρεσίας και/ή το έπραξε χωρίς αιτιολογία. (γ) Η έκθεση της Επιτροπής Αξιολόγησης είναι αναιτιολόγητη και άκυρη αφού δε λήφθηκαν οι απόψεις των αστυνομικών διευθυντών των επαρχιών που υπηρετούσαν οι υποψήφιοι. (δ) Η έκθεση-σύσταση του Αρχηγού Αστυνομίας είναι αναιτιολόγητη όπως είναι και η τελική απόφαση του Υπουργού.
ΕΞΕΤΑΣΗ ΝΟΜΙΚΩΝ ΙΣΧΥΡΙΣΜΩΝ
Εξέτασα τους αντίστοιχους νομικούς ισχυρισμούς. Πράγματι στον Καν. 20 όπως τροποποιήθηκε με την Κ.Δ.Π. 643/04 υπάρχει τυπογραφικό λάθος αφού γίνεται αναφορά στη λέξη «Αστυνόμου» αντί στη λέξη «Υπαστυνόμου» που είναι το ορθό. Έπρεπε δηλαδή ο Καν. 20(1)(α) να αναφέρεται σε «τριετή υπηρεσία στο βαθμό του Ανώτερου Υπαστυνόμου» και όχι του «Ανώτερου Αστυνόμου». Εφόσον η προαγωγή θα ήταν στο βαθμό του Αστυνόμου Β΄, είναι σαφές ότι η ορθή αναφορά θα έπρεπε να ήταν στο βαθμό του Ανώτερου Υπαστυνόμου που ήταν ο χαμηλότερος από τον Αστυνόμο Β΄ βαθμός και όχι Ανώτερου Αστυνόμου (όπως εσφαλμένα αναφέρεται στην Κ.Δ.Π. 643/04) που είναι βαθμός ανώτερος από τις θέσεις που θα γινόταν η προαγωγή. (βλ. και Καν. 19 σχετικά με τις διαβαθμίσεις) Στην πράξη δε θα μπορούσε να εφαρμοστεί η πρόνοια ότι έπρεπε ο υποψήφιος να κατέχει για τρία έτη, (εκτός αν γινόταν σύντμηση) το βαθμό του Ανώτερου Αστυνόμου. Ότι πρόκειται για γραφικό λάθος το είχε θίξει και ο Αρχηγός Αστυνομίας ο οποίος έλαβε υπόψη την αναφορά όπως έπρεπε να είναι (βλ. ΠΡΑΚΤΙΚΟ ΓΙΑ ΤΗ ΜΕΙΩΣΗ ΤΟΥ ΑΠΑΙΤΟΥΜΕΝΟΥ ΧΡΟΝΟΥ.....ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Γ ΣΤΗΝ ΕΝΣΤΑΣΗ). Επομένως ο λόγος περί εσφαλμένης εφαρμογής του Καν. 20 δεν ευσταθεί.
Αναφορικά με τον (β) ισχυρισμό ότι δηλαδή παράνομα προχώρησε σε σύντμηση ο Αρχηγός, αναφέρω ότι είχε τέτοια εξουσία με βάση τον Καν. 20(α) των προαναφερθέντων κανονισμών. Έχει δώσει πλήρη και λεπτομερή αιτιολογία γιατί να προβεί σε σύντμηση. Τούτο φαίνεται στο σχετικό πρακτικό ημερ. 16/7/04 (Παράρτημα Γ στην ένσταση) ιδιαίτερα στην παράγραφο 13. Άλλωστε σύντμηση έγινε και για τους αιτητές. (Βλ. σελ. 7 του Παραρτήματος Δ.)
Εξέτασα και τον ισχυρισμό ότι η φράση «μέχρι και δυο χρόνια» που περιέχεται στον Καν. 20(α)(ι) των Κανονισμών του 2004 (όπως τροποποιήθηκαν με την Κ.Δ.Π. 643/04) σημαίνει μείωση από τα 3 στα 2 χρόνια και όχι μέχρι και το ένα έτος. Ο εν λόγω κανονισμός διαλαμβάνει ως ακολούθως:
«(i) Να έχει συμπληρώσει τριετή υπηρεσία στο βαθμό Ανώτερου Αστυνόμου:
Νοείται ότι σε περίπτωση που δεν υπάρχουν προσοντούχοι υποψήφιοι που έχουν συμπληρώσει τριετή υπηρεσία, αν ο Αρχηγός κρίνει ότι συντρέχουν ειδικοί λόγοι που δικαιολογούν την πλήρωση των κενών θέσεων, δύναται με αιτιολογημένη απόφασή του να μειώσει μέχρι και δύο χρόνια τον απαιτούμενο χρόνο και σε τέτοια περίπτωση, υποψήφιοι θεωρούνται όσοι έχουν συμπληρώσει το χρόνο υπηρεσίας όπως αυτός έχει μειωθεί.»
Ότι η φράση «Ανώτερου Αστυνόμου» θα πρέπει να διαβάζεται (όταν πρόκειται για προαγωγή στη θέση Αστυνόμου Β΄) ως Ανώτερου Υπαστυνόμου, ήδη το εξέτασα πιο πάνω.
Μελετώντας το λεκτικό του πιο πάνω κανονισμού, καταλήγω ότι αυτός δίνει το δικαίωμα στον Αρχηγό να προβεί σε μείωση μέχρι και 2 χρόνια, δηλαδή να καθίσταται προσοντούχος και πρόσωπο που έχει υπηρεσία ενός έτους αντί τρία έτη. Επομένως το παράπονο ότι η σύντμηση δεν έγινε σύμφωνα με το νόμο απορρίπτεται.
Αναφορικά με τον (γ) λόγο, ότι δηλαδή η έκθεση της Επιτροπής Αξιολόγησης είναι άκυρη διότι δε λήφθηκαν υπόψη οι γραπτές απόψεις των Αστυνομικών Διευθυντών των επαρχιών στις οποίες υπηρετούσαν οι αιτητές και ενδιαφερόμενα μέρη, και πάλιν έχω καταλήξει να συμφωνήσω με τη θέση της δικηγόρου για τους καθών η αίτηση, ότι δεν ευσταθεί. Από τα σχετικά πρακτικά που συνοδεύουν την ένσταση (βλ. ιδιαίτερα το Παράρτημα Δ σελ. 2-4) προκύπτει ότι οι καθών η αίτηση συμμορφώθηκαν πλήρως με τις πρόνοιες του Καν. 22 των προαναφερθέντων κανονισμών του 2004. Φαίνεται εκεί ότι η Επιτροπή Αξιολόγησης προτού συντάξει την έκθεσή της ζήτησε με επιστολή και έλαβε γραπτώς τις απόψεις των Αστυνομικών Διευθυντών κάτω από την εποπτεία των οποίων είχαν υπηρετήσει οι υποψήφιοι. Στη σελ. 2 της έκθεσης της Επιτροπής Αξιολόγησης, κάτω από τον τίτλο ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ διαβάζουμε μεταξύ άλλων ότι «η Επιτροπή με επιστολή της ημερ. 17/5/04.........αποτάθηκε στους Βοηθούς Αρχηγούς Εκπαίδευσης και Διοίκησης και στους Αστυνομικούς Διευθυντές Επαρχιών/Τμημάτων και Διοίκησης Μονάδων, όπως επίσης .......... και ζήτησε γραπτή έκθεση για τον κάθε υποψήφιο». Είχαν δε εκθέσεις εκτός από τις περιπτώσεις όπου ο υπεύθυνος που θα ετοίμαζε την έκθεση ήταν και ο ίδιος υποψήφιος. Σε τέτοια περίπτωση δεν έγινε έκθεση για ευνόητους λόγους, αφού διαφορετικά θα υπεισήρχετο θέμα μη αμεροληψίας. Έτσι, παρά τον αντίθετο ισχυρισμό των ευπαιδεύτων συνηγόρων των αιτητών, μελετώντας την έκθεση της Επιτροπής Αξιολόγησης βρίσκω ότι αυτή συμμορφώθηκε πλήρως με τις απαιτήσεις του σχετικού κανονισμού. Είναι επίσης πλήρως και λεπτομερώς αιτιολογημένη.
Με τον (δ) λόγο προβάλλεται ο ισχυρισμός ότι η απόφαση του Αρχηγού Αστυνομίας για σύντμηση και η απόφαση του Υπουργού είναι αναιτιολόγητες. Αναφορικά με την απόφαση του Αρχηγού Αστυνομίας για σύντμηση ήδη ανάφερα ότι αυτή είναι πλήρως και δεόντως αιτιολογημένη. Όσον αφορά τώρα την απόφαση του Υπουργού ημερ. 30/7/04 (βλ. Παράρτημα Ζ στην ένσταση) από τις σελ. 2-6 προκύπτει ότι υπάρχει και γι' αυτήν επαρκής αιτιολογία. Φαίνεται εκεί ότι αφού ο Υπουργός έλαβε υπόψη μεταξύ άλλων και τα όσα αναφέρει ο Αρχηγός Αστυνομίας στη σχετική έκθεση αναφορικά με την μείωση του απαιτούμενου χρόνου καθώς επίσης (α) την έκθεση που υποβλήθηκε για κάθε υποψήφιο σύμφωνα με τον καν. 22, (β) τις ετήσιες εκθέσεις αξιολόγησης με έμφαση στα δυο τελευταία έτη και (γ) το περιεχόμενο των προσωπικών φακέλων όλων των υποψηφίων, αποφάσισε την προαγωγή των ε.μ. Στις σελ. 5 και 6 προχωρεί και παρέχει με λεπτομέρεια τους λόγους της απόφασης του τους οποίους αποφεύγω να επαναδιατυπώσω στην παρούσα για να μην μακρυγορώ. Καταλήγω λοιπόν ότι ο ισχυρισμός περί αναιτιολόγητης απόφασης του Υπουργού επίσης δεν ευσταθεί.
Γενικά αναφέρω ότι από τα σχετικά πρακτικά προκύπτει ότι κανένας από τους αιτητές υπερέχει και μάλιστα έκδηλα, όπως απαιτείται από τη νομολογία για να επιτύχει στην προσφυγή του. Ο αιτητής Ιωάννου (υποθ. 976/04) χαρακτηρίστηκε ως «πολύ καλός» και συστήθηκε για προαγωγή. Το ίδιο και ο αιτητής Τσοκκάς (υποθ. 917/04). Αναφορικά με τον αιτητή Χαραλάμπους (υποθ. αρ. 917/04) παρόλο που περιγράφηκε «καλός» στην αξία και προσόντα όμως, για τους λόγους που εκεί αναφέρονται, δε συστήθηκε για προαγωγή. Όλα τα ε.μ. συστήθηκαν για προαγωγή. Το ε.μ. 1 Παπανικολάου χαρακτήρίστηκε «εξαίρετος», το ε.μ. 2 Κουσιουμής χαρακτηρίστηκε ως «άριστος» στην αξία και «πολύ καλός» στα προσόντα, το ε.μ. 3 Χρυσοστόμου ως «εξαίρετος» στην αξία και «εξαίρετος» στα προσόντα, το τε.μ. 4 Θεοφάνους Ανδρέας «εξαίρετος» στην αξία και «πολύ καλός» στα προσόντα και το ε.μ. 5 Ιωάννου Χαράλαμπος ως «εξαίρετος» στην αξία και «πολύ καλός» στα προσόντα.
Ως αποτέλεσμα των πιο πάνω οι προσφυγές απορρίπτονται με έξοδα εναντίον των αιτητών 2 και 3 στην προσφυγή αρ. 917/04 και του αιτητή στην προσφυγή αρ. 976/04 και υπέρ των καθών η αίτηση.
Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται σύμφωνα με το άρθρο 146.4(α) του Συντάγματος.
Μ. Φωτίου, Δ.