ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 491/2005)
7 Μαίου, 2007
[ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤA ΑΡΘΡA 12, 23, 25, 26, 30 KAI 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
SEA LION MARINE LTD,
Αιτητές,
v.
ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ
ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΤΕΛΩΝΕΙΩΝ,
Καθ' ων η αίτηση.
____________________
Στ. Αμερικάνος, για τους Αιτητές.
Λ. Χριστοδουλίδου-Ζαννέτου (κα.), Ανώτερη Δικηγόρος της Δημοκρατίας,
για τους Καθ' ων η αίτηση.
________________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ.: Με την παρούσα προσφυγή η αιτήτρια εταιρεία επιδιώκει :
«1. Δήλωση και/ή απόφαση του Δικαστηρίου ότι η απόφαση της καθ' ης η αίτηση, η οποία κοινοποιήθηκε στην Αιτήτρια την 22/3/05 με επιστολή ημερομηνίας 16/3/05 (Τεκμήριο 1) με την οποία ακυρώθηκε και/ή ανακλήθηκε η υπαγωγή του σκάφους της Αιτήτριας NEODERMA στο μηδενικό συντελεστή του ΦΠΑ και επιβλήθηκε ΦΠΑ ύψους ΛΚ. 77.702,00 για την εισαγωγή του ως άνω σκάφους είναι εξ' αρχής άκυρη και χωρίς οποιοδήποτε νομικό αποτέλεσμα.
2. Δήλωση και/ή απόφαση του Δικαστηρίου ότι η απόφαση της καθ' ης η αίτηση να ακυρώσει και/ή ανακαλέσει την υπαγωγή του σκάφους της Αιτήτριας NEODERMA στο μηδενικό συντελεστή ΦΠΑ είναι εξ' υπαρχής άκυρη και χωρίς οποιοδήποτε έννομο αποτέλεσμα.
3. Δήλωση και/ή απόφαση του Δικαστηρίου ότι η απόφαση της καθ' ης η αίτηση, η οποία κοινοποιήθηκε στην Αιτήτρια την 22/3/05 με επιστολή ημερομηνίας 16/3/05 (Τεκμήριο 1) με την οποία και επιβλήθηκε ΦΠΑ ύψους ΛΚ. 77.702,00 για την εισαγωγή του ως άνω σκάφους είναι εξ' υπαρχής άκυρη και χωρίς οποιοδήποτε έννομο αποτέλεσμα.»
Στις 26/8/2003 εισήχθη το σκάφος αναψυχής με το όνομα «NEODERMA» και αποταμιεύτηκε στη Γενική Αποθήκη Αποταμίευσης με αριθμό 5.92 με τη διασάφηση αποταμίευσης 2003100004129 κάτω από το όνομα Μ.Ρ.Μ. Sports Leisure Ltd (Παράρτημα 1 στην Ένσταση). Ακολούθως και ενόσω το σκάφος ήταν ακόμη αποταμιευμένο μεταβιβάστηκε στο όνομα της αιτήτριας εταιρείας Sea Lion Marine Ltd.
Σημειώνεται ότι το συγκεκριμένο σκάφος περιγράφεται στο σχετικό τιμολόγιο αγοράς το οποίο εκδόθηκε από την κατασκευάστρια εταιρεία AZIMUT YACHTS (Παρ. 3) ως σκάφος αναψυχής (pleasure motorboat-type).
Η νέα ιδιοκτήτρια εταιρεία στις 9/9/03 αποτάθηκε με επιστολή στην Υπηρεσία ΦΠΑ αναφορικά με θέμα επιβολής ή όχι ΦΠΑ και έλαβε στις 11 Σεπτεμβρίου 2003 απαντητική επιστολή , το περιεχόμενο της οποίας εκτίθεται πιο κάτω (Δέστε Παράρτημα 2 στην Ένσταση):
«Κύριοι,
Αναφέρομαι στην επιστολή σας με ημερομηνία 9/9/2003 και σας πληροφορώ ότι σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 3(α) του Έκτου Παραρτήματος του Ν.95(1)/2000 μέχρι 2004 επιβαρύνονται με μηδενικό συντελεστή Φ.Π.Α. η παράδοση και κατ' επέκταση η εισαγωγή πλοίων που εμπίπτουν στις πιο κάτω κατηγορίες επιβαρύνεται με μηδενικό συντελεστή ΦΠΑ, (0%):
-είναι πλοία εκτοπίσματος όχι λιγότερου των 15 τόνων,
-τα πλοία χρησιμοποιούνται στη ναυσιπλοΐα ανοικτής θάλασσας και
-εκτελούν μεταφορές επιβατών με κόμιστρο ή με τα οποία ασκείται εμπορική, βιομηχανική ή αλιευτική δραστηριότητα..
2. Με βάση τα πιο πάνω, εφόσον το σκάφος Azimut 55 που αναφέρετε στην εν λόγω επιστολή σας, πληροί όλες τις πιο πάνω προϋποθέσεις τότε η εισαγωγή του βαρύνεται με το μηδενικό συντελεστή ΦΠΑ (ο%).»
Εν συνεχεία την 12/9/03 η καθ' ης η αίτηση αποδέχθηκε την διασάφηση του σκάφους με μηδενικό συντελεστή.
Στις 27/9/04 η υπηρεσία ΦΠΑ εξέδωσε σχετική εγκύκλιο με αριθμό 18A ερμηνευτική του Νόμου 95(1)/2000-2004 και ειδικά του άρθρου 3(α) του Έκτου Παραρτήματος αναφέροντας ότι πλοία οποιουδήποτε εκτοπίσματος τα οποία έχουν σχεδιασθεί και κατασκευασθεί ή μεταγραφεί για χρήση ως σκάφη αναψυχής, έστω και αν χρησιμοποιούνται για σκοπούς άσκησης επιχείρησης και πραγματοποίησης φορολογητέων συναλλαγών δεν υπόκεινται σε μηδενικό συντελεστή ΦΠΑ.
Στις 16/3/05, η καθ' ης η αίτηση έλαβε την προσβαλλόμενη απόφαση με την οποία ανακάλεσε την προηγούμενη απόφασή της για υπαγωγή του ως άνω σκάφους με μηδενικό συντελεστή ΦΠΑ και με την οποία επέβαλε ΦΠΑ ύψους ΛΚ 77.702,00.
Το περιεχόμενο αυτής παρατίθεται αυτούσιο:
«Επιθυμώ να σας πληροφορήσω ότι οφείλετε στην Κυπριακή Δημοκρατία το ποσό των ΛΚ. 77.702,00 (Εβδομήντα επτά χιλιάδες επτακόσιες δύο) που αντιπροσωπεύει Φόρο Προστιθέμενης Αξίας για το σκάφος NEODERMA.
Η οφειλή σας αυτή προκύπτει από τα γεγονότα και την νομοθεσία όπως παρατίθενται πιο κάτω:
Για τον τελωνισμό του πιο πάνω σκάφους αναψυχής, τύπου AZIMUT 55 με την ονομασία NEODERMA, είχε υποβληθεί στις 12/09/2003 η ηλεκτρονική διασάφηση IΜ4 αρ. 2003100008225 η οποία στη συνέχεια έγινε αποδεκτή από το μηχανογραφημένο σύστημα ΘΗΣΕΑΣ.
Με βάση τη σχετική δήλωση που έγινε στο πιο πάνω έντυπο τελωνισμού είχε διεκδικηθεί τελωνισμός του σκάφους αυτού με μηδενικό συντελεστή Φόρου Προστιθέμενης Αξίας.
Η υπαγωγή αυτή στο μηδενικό συντελεστή φαίνεται να βασίστηκε στο άρθρο 25(2) και την παράγραφο 3(α) του έκτου παραρτήματος του Νόμου Φ.Π.Α. αρ. 95(1)/2000 το οποίον όμως δεν εφαρμόζεται σε σκάφη αναψυχής τα οποία έχουν σχεδιαστεί και κατασκευαστεί ή μετατραπεί για χρήση ως σκάφη αναψυχής έστω και αν αυτά χρησιμοποιούνται για σκοπούς άσκησης επιχείρησης και πραγματοποίησης φορολογητέων συναλλαγών.
Κατά συνέπεια η υπαγωγή του σκάφους NEODERMA στο μηδενικό συντελεστή του Φόρου Προστιθέμενης Αξίας θεωρείται εξ αρχής άκυρη.
Με βάση τα πιο πάνω, προκύπτει οφειλόμενο ποσό ΦΠΑ ΛΚ:77.702,00 (Εβδομήντα επτά χιλιάδες επτακόσιες δύο) το οποίο υπολογίζεται όπως πιο κάτω:
Τιμολογιακή τιμή βάση σχετικού τιμολογίου MCV101772/03 €873.047,40
Συντελεστής Ισοτιμίας κατά την ημέρα τελωνισμού 12/09/2003 1.7018
Αξία σε Κυπριακές Λίρες 513.014,00
Ναύλα 5.000.00+
Φορολογητέα Αξία 518.014,00
Συντελεστής Φόρου Προστιθέμενης Αξίας κατά την ημέρα τελωνισμού 15%
Καταβλητέος Φόρος Προστιθέμενης Αξίας £77.702,00
Η απαίτηση αυτή βασίζεται στα άρθρα 5(1 )(β), 5(3) και 17(β) του Περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας Νόμου 95(1) του 2000 και τα άρθρα 188(2) και 169(1) του Περί Τελωνείων και Φόρων Καταναλώσεως Νόμου αρ. 82/67.
Επιπρόσθετα με τα πιο πάνω, θα ήθελα να σας πληροφορήσω ότι η αμέλεια σας να συμμορφωθείτε στην πιο πάνω διαδικασία και κατ' επέκταση η παράλειψη σας να καταβάλετε το Φόρο Προστιθέμενης Αξίας αποτελεί τελωνειακό αδίκημα με βάση το άρθρο 188 (1) (3), (4) του Περί Τελωνείων και Φόρων Καταναλώσεως Νόμου αρ. 82/67.
Επιθυμώ επίσης να σας πληροφορήσω ότι σε περίπτωση που το πιο πάνω οφειλόμενο ποσό Φόρου Προστιθέμενης Αξίας δεν καταβληθεί στο Αρχιτελωνείο στην Λευκωσία εντός είκοσι μίας (21) ημερών από την ημερομηνία παραλαβής της επιστολής αυτής, δεν θα έχω άλλη επιλογή από τη λήψη δικαστικών μέτρων εναντίον σας.»
Ο ευπαίδευτος συνήγορος της αιτήτριας εταιρείας προβάλλει σειρά λόγων ακύρωσης με σκοπό να πλήξει το κύρος της πιο πάνω προσβαλλόμενης ανακλητικής απόφασης.
Παραθέτω επιγραμματικά τα νομικά σημεία που αναπτύσσονται στο στάδιο της γραπτής αγόρευσής του με σκοπό να τεκμηριώσει τους λόγους ακύρωσης στους οποίους αναφέρεται στην αίτησή του:
1. Η απόφαση λήφθηκε κατά παράβαση των θεμελιωμένων αρχών του διοικητικού δικαίου για την ανάκληση νόμιμων και ευμενών προς τους διοικούμενους διοικητικών πράξεων.
2. Η αρχική πράξη της καθ' ης η αίτηση ήταν απόλυτα νόμιμη και λήφθηκε με βάση τη σχετική Νομοθεσία και ειδικά το άρθρο 25(3) του Νόμου 95(1)/00 και την παράγραφο 3 (α) του έκτου Παραρτήματος του Νόμου 95 (1)/2000.
3. Η καθ' ηs η αίτηση ερμήνευσε λανθασμένα τις σχετικές πρόνοιες του Νόμου και ειδικά του άρθρου 3 (α) του έκτου παραρτήματος του Νόμου 95(1) /2000 περί ΦΠΑ, αγνοώντας το καθαρό λεκτικό του, την μέχρι τότε ερμηνεία του και την ερμηνεία του όρου «πλοίο», «ακτοπλοϊκό επιβατηγό σκάφος», «μικρό επιβατηγό σκάφος» η οποία δίδεται στους Περί Ακτοπλοϊκών και άλλων Επιβατηγών σκαφών κανονισμών του 2002 (ΚΔΠ342/02).
4. Η καθ' ηs η αίτηση παράνομα ανακαλεί και ακυρώνει νόμιμη διοικητική πράξη η οποία δεν βασίσθηκε σε παρανομία ή δόλο ή απάτη ή ψευδείς παραστάσεις ή αναληθείς δηλώσεις τής Αιτήτριαs ή πλάνη αλλά συνίσταται στην αλλαγή χειρισμού παρόμοιων θεμάτων από την καθ' ηs η αίτηση και/ ή σε διαφοροποίηση της μέχρι τότε ερμηνείας και του τρόπου εφαρμογής τής σχετικής Νομοθεσίας.
5. Η απόφαση της καθ' ης η αίτηση να ακυρώσει και/ ή ανακαλέσει την προηγούμενη απόφαση της για υπαγωγή του σκάφους της Αιτήτριας σε μηδενικό συντελεστή λήφθηκε με αδικαιολόγητη και ανεξήγητη καθυστέρηση και κατά παράβαση των αρχών της χρηστής διοίκησης. Η αρχική, ανακληθείσα απόφαση, λήφθηκε στις 12/9/03 και η επίδικη απόφαση στις 16/3/2005. Υπάρχει πάροδος δηλαδή 2 1/2 ετών από την λήψη της απόφασης και στο μεσοδιάστημα δεν υπήρξε οποιαδήποτε ενέργεια από μέρους της Διοίκησης .
6. Η επίδικη απόφαση λήφθηκε κατά παράβαση του άρθρου 28 του Συντάγματος, συνιστά δυσμενή διάκριση εις βάρος της αιτήτριας εταιρείας και είναι αντισυνταγματική .
7. Εκδόθηκε χωρίς οποιαδήποτε ή/και επαρκή έρευνα περί το νόμο ή/και τα ουσιώδη πραγματικά γεγονότα ή/και υπό καθεστώς ουσιώδους νομικής ή/και πραγματικής πλάνης αναφορικά με τον σχεδιασμό ή κατασκευή σκαφών και τη χρήση τους ως επιβατηγών σκαφών με κόμιστρο
8. Παραβιάζει την αρχή της μη αναδρομικότητας των Διοικητικών πράξεων εφόσον πρόκειται για διοικητική πράξη, η οποία αφορά και/ή επηρεάζει ουσιαστικά κεκτημένα με βάση ρητές συνταγματικές διατάξεις δικαιώματα, όπως είναι το δικαίωμα ιδιοκτησίας και/ ή το δικαίωμα της ελευθερίας του συμβάλλεσθαι και/ ή το δικαίωμα ασκήσεως επαγγέλματος και/ή εμπορίας.
9. Αφαιρεί ή μειώνει κεκτημένα δικαιώματα της αιτήτριας εταιρείας που αποκτήθηκαν με βάση το Σύνταγμα και τους εν ισχύι Νόμους ή δημιουργεί νέα υποχρέωση ή επιβάλλει νέο καθήκον ή γενικά επηρεάζει δυσμενώς συναλλαγές και/ή πράξεις του παρελθόντος ή/και επηρεάζει δυσμενώς αποκρυσταλλωμένα κεκτημένα δικαιώματα της αιτήτριας που δημιουργήθηκαν πριν τη θέσπιση του Νόμου.
10. Παραβιάζει το δικαίωμα οικονομικής ελευθερίας και/ ή άσκησης επικερδούς εργασίας, όπως αυτό κατοχυρώνεται στο Άρθρο 25 του Συντάγματος, δεδομένου η επίδικη απόφαση καταργεί ήδη υφιστάμενα κεκτημένα δικαιώματα της Αιτήτριας εταιρείας και συμβάσεις τις οποίες έχει συνάψει βασιζομένη δικαιολογημένα στη νομιμότητα των ενεργειών της.
11. Παραβιάζει την αρχή της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης του ιδιώτη προς το Κράτος και/ή τη Διοίκηση, το οποίο κατοχυρώνεται στο Άρθρο 26 του Συντάγματος.
Από την άλλη πλευρά, οι καθ´ ων η αίτηση αντιπαραθέτουν ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι αποτέλεσμα δέουσας έρευνας και εύλογα επιτρεπτή υπό τις περιστάσεις. Οι έρευνες του τμήματος κατέδειξαν ότι στην πραγματικότητα η αιτήτρια εταιρεία δεν χρησιμοποιούσε το σκάφος αναψυχής ως σκάφος μεταφοράς επιβατών με κόμιστρο και ή για εμπορική εκμετάλλευση εφόσον κατά το έτος 2004 το εν λόγω σκάφος χρησιμοποιήθηκε πολύ λίγες φορές και η εμπορική εκμετάλλευση του σκάφους φαίνεται να ήταν περιορισμένη.
Η Δημοκρατία στην προκείμενη περίπτωση επικαλέστηκε ως λόγο για να υποστηρίξει την προσβληθείσα ανακλητική απόφαση της το άρθρο 3(α) του Έκτου Παραρτήματος του Νόμου 95(1)/00, θεωρώντας ότι τα πλοία που είναι σχεδιασμένα για σκάφη αναψυχής ακόμα και αν χρησιμοποιούνται για σκοπούς άσκησης επιχείρησης και πραγματοποίησης φορολογητέων συναλλαγών, εξαιρούνται από την εφαρμογή του άρθρου αυτού του Νόμου. Σύμφωνα επίσης με την εγκύκλιο με αριθμό 18A, ημερομηνίας 27 Σεπτεμβρίου 2004, τα πλοία που είναι σχεδιασμένα για σκάφη αναψυχής ακόμα και αν χρησιμοποιούνται για σκοπούς άσκησης επιχείρησης και πραγματοποίησης φορολογητέων συναλλαγών, εξαιρούνται από την εφαρμογή του άρθρου 3 (α) του Έκτου Παραρτήματος του Νόμου 95(1)/00. Η εν λόγω εγκύκλιος καταλήγει η Δημοκρατία βοηθά στο να ερμηνευθεί το άρθρο 3 (α) του Έκτου Παραρτήματος (ανωτέρω) και δεν προσθέτει, πρόσθετη πρόνοια στο σχετικό Νόμο.
Το άρθρο 44(1) του περί Τελωνειακού Κώδικα Νόμου 94(1) του 2004 επιτρέπει τη βεβαίωση κάθε τελωνειακής οφειλής ακόμη και μετά παρέλευση έξι χρόνων από την ημέρα γέννησης της και το άρθρο 48(2) επιτρέπει την εκ των υστέρων βεβαίωση τελωνειακής και ή άλλης τελωνειακής οφειλής στις περιπτώσεις που προκύπτει ένεκα άρνησης και ή παράλειψης συμμόρφωσης με τις διατάξεις του περί Τελωνειακού Κώδικα Νόμου 94(1) του 2004.
Το άρθρο 5(1)(β) του περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας Νόμου (Ν95(1)/2000) προβλέπει ότι αντικείμενο του ΦΠΑ είναι και η εισαγωγή αγαθών και το άρθρο 5(3) του ιδίου Νόμου ότι ο φόρος επί της εισαγωγής αγαθών επιβάλλεται και καταβάλλεται ως να ήταν τελωνειακός δασμός.
Επίσης στο άρθρο 16(1) του Νόμου προνοείται ότι: «όταν αγαθά που εισάγονται στη Δημοκρατία παραδίδονται, πριν τον τελωνισμό τους για εσωτερική κατανάλωση, η αξία τους για σκοπούς επιβολής ΦΠΑ επί της εισαγωγής τους καθορίζεται σύμφωνα με την αξία της παράδοσης προς το πρόσωπο που υποβάλλει τη σχετική διασάφηση στο τελωνείο».
Σύμφωνα με το άρθρο 17 του ιδίου νόμου, ο ΦΠΑ επιβάλλεται με συντελεστή επί της εισαγωγής αγαθών στη Δημοκρατία με αναφορά στην αξία των αγαθών που καθορίζεται δυνάμει του συγκεκριμένου νόμου. Σημειώνεται ότι από 1/1/2003 και σύμφωνα με το νόμο 93(1)2002, ο συντελεστής καθορίζεται σε 15%.
Στο άρθρο 25(2) του ιδίου Νόμου, προνοείται ότι «παράδοση αγαθών ή παροχή υπηρεσιών, υπόκειται στο μηδενικό συντελεστή δυνάμει του παρόντος εδαφίου αν τα αγαθά ή υπηρεσίες ή η συναλλαγή περιγράφονται στο έκτο Παράρτημα».
Το άρθρο 3(α) του Έκτου Παραρτήματος (Παράδοση Αγαθών και Παροχές Υπηρεσιών που Υπάγονται στο Μηδενικό Συντελεστή) του Νόμου 95(1)/2000 (Ν95(Ι)/2000 μέχρι 2004) προνοεί για:
«3.-(α) Παραδόσεις, μετατροπές, επιδιορθώσεις, εργασίες συντήρησης, ναυλώσεις και μισθώσεις πλοίων που εμπίπτουν στις ακόλουθες κατηγορίες:
i. πλοία εκτοπίσματος όχι λιγότερου των 15 τόνων που χρησιμοποιούνται στη ναυσιπλοΐα ανοικτής θάλασσας και εκτελούν μεταφορές επιβατών με κόμιστρο ή με τα οποία ασκείται εμπορική, βιομηχανική ή αλιευτική δραστηριότητα.
ii. Ναυαγοσωστικά και άλλα πλοία επιθαλάσσιας αρωγής, καθώς και πλοία παράκτιας αλιείας.
(β) Παραδόσεις, μισθώσεις, επισκευές και εργασίες συντήρησης αντικειμένων - συμπεριλαμβανομένου και του αλιευτικού εξοπλισμού - τα οποία ενσωματώνονται στα πλοία της υποπαραγράφου (α) πιο πάνω ή χρησιμεύουν για την εκμετάλλευσή τους.»
Με άλλα λόγια η εισαγωγή, η πώληση, η μίσθωση και η ναύλωση πλοίου:
(α) που προορίζεται για ναυσιπλοΐα ανοικτής θάλασσας δηλαδή του οποίου το εκτόπισμα δεν είναι λιγότερο από 15 τόνους, και
(β) χρησιμοποιείται για μεταφορά επιβατών (επιβατηγά), μεταφορά αγαθών (δηλαδή φορτηγά, οχηματαγωγά, πετρελαιοφόρα κ.λπ) άλλη εμπορική δραστηριότητα (ρυμουλκά, ναυαγοσωστικά κλπ), βιομηχανική εκμετάλλευση ή την αλιεία,
υπόκειται στον μηδενικό συντελεστή.
Το πνεύμα του Νομοθέτη που κατατάσσει τον τελωνισμό των συγκεκριμένων σκαφών στο μηδενικό συντελεστή ΦΠΑ βασίζεται στη λογική ότι η μη αρχική καταβολή ΦΠΑ καλύπτεται στη συνέχεια με τις φορολογητέες συναλλαγές και κατ' επέκταση με τις τριμηνιαίες φορολογικές καταστάσεις ΦΠΑ που η συγκεκριμένη ιδιοκτήτρια εταιρεία σκαφών ετοιμάζει ως αποτέλεσμα και επακόλουθο πραγματοποίησης εμπορικής δραστηριότητας.
Καθίσταται λοιπόν σαφές ότι η εφαρμογή μηδενικού συντελεστή ΦΠΑ δυνάμει της παραγράφου 3(α) του έκτου παραρτήματος του Ν95(Ι)/2000 μέχρι 2004 προϋποθέτει ουσιαστική χρήση σκάφους για τη μεταφορά επιβατών με κόμιστρο καθώς και ουσιαστική εμπορική εκμετάλλευση.
Επομένως στην παρούσα υπόθεση το καθοριστικό ήταν το κατά πόσο ικανοποιείτο η υποπαράγραφος (i) του άρθρου 3(α) του έκτου Παραρτήματος του Νόμου 95(1)/00 δηλαδή το κατά πόσο το επίδικο σκάφος εκτελούσε ουσιαστικές μεταφορές επιβατών, με κόμιστρο, σύμφωνα με τα όσα δηλώθηκαν στις τελωνειακές αρχές.
Με βάση τα πιο πάνω και έχοντας υπόψη κυρίως το πνεύμα του νομοθέτη η έρευνα που διεξάχθηκε από τον αρμόδιο Τελωνειακό λειτουργό επικεντρώθηκε:
(α) στο κατά πόσο η αιτήτρια εταιρεία και ιδιοκτήτρια του επίδικου σκάφους υπέβαλλε πράγματι δηλώσεις στην Υπηρεσία ΦΠΑ ως αποτέλεσμα και επακόλουθο πραγματοποίησης εμπορικής δραστηριότητας μεταφοράς επιβατών με κόμιστρο.
(β) στην αξιολόγηση των οποιοδήποτε δηλώσεων εισοδημάτων της αιτήτριας και στο κατά πόσο τα δηλωθέντα εισοδήματα συνάδουν με το ποσό επένδυσης σε συνάρτηση με τη σκοπούμενη δραστηριότητα της για μεταφορά επιβατών με κόμιστρο και
(γ) στο κατά πόσο επρόκειτο περί οργανωμένης επιχείρησης και αν πράγματι η αιτήτρια εταιρεία καλόπιστα σκόπευε να ασκήσει εμπορική δραστηριότητα στη μεταφορά επιβατών με κόμιστρο.
Από την έρευνα του τελωνειακού λειτουργού που ολοκληρώθηκε διαπιστώθηκαν τα πιο κάτω τα οποία είναι καταγραμμένα στο σχετικό σημείωμα του ημερ.10.1.2005:
1. Η αιτήτρια εταιρεία ιδιοκτήτρια του σκάφους δεν έχει ούτε δομή αλλά ούτε και προσωπικό για να διεξάγει το είδος της εμπορικής δραστηριότητας που αναφέρεται στο καταστατικό ίδρυσης της ήτοι γενικό εμπόριο και πιο συγκεκριμένα θαλάσσιες, αεροπορικές, οδικές και σιδηροδρομικές μεταφορές φορτίων, εμπορευμάτων και επιβατών. Εφόσον η αιτήτρια εταιρεία σκόπευε να ασκήσει εμπορική δραστηριότητα στη μεταφορά επιβατών, με κόμιστρο και εφόσον έχει επενδύσει για το σκοπό αυτό, με αγορά και μόνον ενός σκάφους (κεφαλαιουχικού αγαθού) πέραν του μισού εκατομμυρίου λιρών Κύπρου, λογικά θα αναμενόταν να διαθέτει τουλάχιστον ένα γραφείο με τηλεφωνική γραμμή, το απαραίτητο προσωπικό και εξοπλισμό καθώς επίσης και διαφημιστικά φυλλάδια των προσφερόμενων υπηρεσιών της (μεταφορές, κρουαζιέρες κλπ ) και των αντίστοιχων προσφερόμενων τιμών της.
2. Με βάση τις φορολογικές δηλώσεις ΦΠΑ της αιτήτριας εταιρείας Sea Lion Marine Ltd για την περίοδο 14.2.2004 (ημερ. εγγραφής της στο μητρώο ΦΠΑ) μέχρι και την 31.08.04, φαίνεται ότι υπάρχει πενιχρότητα εισοδημάτων για σκοπούς επιβολής ΦΠΑ (Συνολικό οφειλόμενο ΦΠΑ ΛΚ 1.762,39 για την περίοδο 14/2/2004-31/8/2004) που εκτός από το γεγονός ότι κρίνονται οικονομικά ασύμφορα και αδικαιολόγητα για εταιρεία με επενδυμένο κεφάλαιο άνω των ΛΚ 500,000.00 δημιουργούν και ερωτηματικά ως προς τη γνησιότητα και σκοπιμότητά τους .
3. Η αιτήτρια εταιρεία αναφέρει ότι ενοικιάζει το σκάφος της στην εταιρεία ΙΧΘΥΣ ΝΑΥΤΗΛΙΑΚΗ ΛΤΔ, με διευθυντή τον κο Α. Ασσιώτη. Πρόκειται για εταιρεία που έχει δική της ιστοσελίδα στο διαδίκτυο με διαφημιστικά των σκαφών που διαθέτει, τις κρουαζιέρες που πραγματοποιεί καθώς επίσης και τις σχετικές τιμές που χρεώνει. Ο κος Α. Ασσιώτης ανέφερε ότι ένα από τα τέσσερα σκάφη που ενοικιάζει είναι και το σκάφος NEODERMA το οποίο παρουσιάζεται στο σχετικό τιμοκατάλογό του σαν το «Ιταλικό Azimut 55». Παρόλο που το προαναφερόμενο σκάφος περιλαμβάνεται στον τιμοκατάλογο της εταιρείας ΙΧΘΥΣ ΝΑΥΤΙΛΙΑΚΗ ΛΤΔ, εν τούτοις η συμφωνία που έχει με τον κο Ρολάνδο Λοίζου (μοναδικό μέτοχο και διευθυντή της εταιρείας Sea Lion Marine Ltd) για ενοικίαση του πιο πάνω σκάφους, είναι προφορική, για αυτό δεν κατέστη δυνατόν να εξασφαλισθεί οποιοδήποτε αντίγραφο τέτοιας συμφωνίας.
4. Από τον φάκελο του σκάφους στην μαρίνα Λάρνακας φαίνεται ότι το σκάφος πραγματοποίησε μόνο 5-6 μίνι κρουαζιέρες (εντός Κύπρου) καθ όλη τη διάρκεια του 2004.
Εκτιμώ ότι όλα τα στοιχεία και συμπεράσματα που έχουν προκύψει από τη διεξαγωγή της πιο πάνω έρευνας σχετικά με το θέμα δείχνουν ότι το επίδικο σκάφος, που εμπίπτει στην κατηγορία σκαφών αναψυχής, το οποίο όμως, κατ΄ ισχυρισμό, προοριζόταν για την μεταφορά επιβατών με κόμιστρο, (βασική προϋπόθεση για εξαίρεση του από τη φορολογία), δεν χρησιμοποιείτο ουσιαστικά ως επιβατικό για μεταφορά επιβατών με κόμιστρο και η εμπορική εκμετάλλευση του ήταν πολύ περιορισμένη, σε σύγκριση μάλιστα με την αξία του.
Θεωρώ επίσης ότι ούτε το πιστοποιητικό του επίδικου σκάφους που εκδόθηκε από το Τμήμα Εμπορικής Ναυτιλίας ημερομηνίας 5/4/2005, σύμφωνα με τις διατάξεις των περί Ατμοπλοϊκών και Άλλων Επιβατηγών Σκαφών Κανονισμών του 2002, Κ.Δ.Π. 342/2002, προσφέρει βοήθεια στους αιτητές προς ενίσχυση των επιχειρημάτων τους. Το εν λόγω πιστοποιητικό δεν αλλάζει τον τύπο του σκάφους από θαλαμηγό ή σκάφος αναψυχής σε επιβατικό με κόμιστρο. Το πιστοποιητικό απλώς βεβαιώνει ότι το επίδικο σκάφος, επιθεωρήθηκε σύμφωνα με τους πιο πάνω Κανονισμούς και ότι η επιθεώρηση έδειξε ότι το σκάφος, πλnροί τις απαιτήσεις των Κανονισμών σε ότι αφορά την κατασκευή, την ευστάθεια, την υποδιαίρεση και τη στεγανότητα, τη διάταξη πυρασφάλειας, τα μέσα πυρόσβεσης κ.α . Επίσης ότι το σκάφος κρίνεται κατάλληλο να μεταφέρει όχι περισσότερους από 8 επιβάτες με προϋποθέσεις που αναφέρονται στο πίσω μέρος του πιστοποιητικού. Στο πίσω μέρος του αναγράφεται ο μέγιστος αριθμός επιβαινόντων (επιβάτες και πλήρωμα) δέκα (10) άτομα.
Ενόψει λοιπόν των πιο πάνω, θεωρώ βάσιμο το συμπέρασμα της Διοίκησης ότι το επίδικο σκάφος εισήχθη στη Δημοκρατία και δεν προοριζόταν για τη μεταφορά επιβατών με κόμιστρο, όπως είχε αρχικά παρουσιασθεί στις τελωνειακές αρχές, αλλά επρόκειτο για θαλαμηγό. Εξάλλου σαν θέμα γενικής αρχής, η εκτίμηση των γεγονότων από τη Διοίκηση ευσταθεί σε όλες τις περιπτώσεις που βρίσκεται στο όριο του λογικού και κρίνω ότι στην προκείμενη περίπτωση, η εκτίμηση της Διοίκησης είναι μέσα στα όρια του λογικού. Το Δικαστήριο δεν προβαίνει σε επανεκτίμηση των γεγονότων ούτε και υποκαθιστά την κρίση της αρμόδιας διοικητικής αρχής με τη δική του. Το Δικαστήριο απλώς ελέγχει τη νομιμότητα της προσβαλλόμενης απόφασης κατ΄ εφαρμογή των αρχών δικαίου που διέπουν το θέμα.
Κατά την εφαρμογή λοιπόν των νομοθετικών διατάξεων που παρατέθηκαν πιο πάνω, το εν λόγω σκάφος βαρύνετο με συντελεστή 15% ΦΠΑ κατά πάντα ουσιώδη χρόνο.
Επομένως οι καθ' ων η αίτηση δεν είχαν διακριτική ευχέρεια εν προκειμένω αλλά δέσμια αρμοδιότητα βάσει του πλέγματος των σχετικών νομοθετικών διατάξεων να επιβάλουν τη συγκεκριμένη φορολογία.
Η αρχή της νομιμότητας επιβάλλει στη διοίκηση να τηρεί το νόμο κατά τη λήψη των αποφάσεων της, αλλά και να ανακαλεί τυχόν εκδοθείσα παράνομη απόφαση της αποκαθιστώντας την έννομη τάξη (Δέστε: Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας, 1929-1959, σελ. 201).
Καταλήγω στο ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι το αποτέλεσμα δέουσας έρευνας και σωστής εφαρμογής του νόμου.
Η αιτιολόγηση της προβληθείσας απόφασης δεν πάσχει, όπως ισχυρίζεται η αιτήτρια αλλά αντίθετα είναι επαρκής και εμπεριστατωμένη.
Κρίνω λοιπόν ότι συνέτρεχαν οι περιστάσεις που η Δημοκρατία επικαλέστηκε, ως έρεισμα, για να υποστηρίξει την προσβληθείσα ανακλητική απόφαση και δεν χρειάζεται να επεκταθώ.
Η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται με έξοδα. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται βάσει του άρθρου 146.4 του Συντάγματος.
Μ.Μ. ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ,
Δ.
/ΕΑΠ.