ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ANAΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 1442/2005)
11 Μαΐου, 2007
[ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ/στής]
1. KAREN ELAINE,
2. GULLI DICKSON,
Αιτητές,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
1. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ,
2. ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΑΡΧΕΙΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ,
Καθ΄ων η Αίτηση.
Α. Παπαχαραλάμπους, για τους Αιτητές.
Λ. Χριστοδουλίδου-Ζανέττου (κα), για τους Καθ΄ων η Αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Με την παρούσα προσφυγή ζητείται η ακόλουθη θεραπεία:-
«Απόφαση και/ή διάταγμα του Σεβαστού Δικαστηρίου με το οποίο το/α διάταγμα/τα της κράτησης και/ή απέλασης του αιτητή αρ. 2 να κηρύσσεται παράνομο/α και/ή άκυρο/α και χωρίς οιανδήποτε νομική ισχύ.»
Ο αιτητής αρ. 2 Dickson Gulli (αιτητής), Ινδός υπήκοος, αφίχθηκε στην Κύπρο στις 27.2.2003 ως φοιτητής στο Cyprus College. Κατόπιν αίτησης του του παραχωρήθηκε άδεια παραμονής μέχρι τις 28.2.2004.
Ο αιτητής φαίνεται ότι το Φθινόπωρο του 2003 επέστρεψε στη χώρα του. Επανήλθε στην Κύπρος τις 8.2.2004 για να συνεχίσει τη φοίτηση του στο ίδιο κολλέγιο και ζήτησε μέσω του δικηγόρου του και του Κολλεγίου να εγκριθεί άδεια παραμονής. Εν τω μεταξύ στις 27.2.2004 με επιστολή του δικηγόρου ενημέρωσε τις αρμόδιες αρχές για την πρόθεση του να αιτηθεί πολιτικό άσυλο επικαλούμενος πολιτική αστάθεια στη χώρα του. Πράγματι στις 18.2.2004 ο αιτητής καταχώρησε αίτηση για πολιτικό άσυλο και του παραχωρήθηκε τελικά άδεια παραμονής και εργασίας στην εργοδότρια Θεοδώρα Γεωργίου μέχρι τις 9.8.2005. Στις 25.2.2005 η εν λόγω Θεοδώρα Γεωργίου πληρόφορησε την αρμόδια αρχή ότι ο αιτητής έχει εγκαταλείψει την εργασία του.
Στις 5.10.2005 ο αιτητής τέλεσε γάμο με τη βρεττανίδα υπήκοο Elaine Hicks στον Αγγλικανικό Καθεδρικό Ναό στη Λευκωσία.
Στις 17.10.2005 ο αιτητής απέσυρε την αίτηση του για πολιτικό άσυλο, αναφέροντας ότι δεν αντιμετωπίζει προβλήματα στη χώρα του.
Στις 4.11.2005 ο αιτητής προσήλθε στα γραφεία της Υπηρεσίας Αλλοδαπών και Μετανάστευσης (ΥΑΜ) Λευκωσίας για να υποβάλει αίτηση για παραχώρηση άδειας παραμονής στην Κύπρο ως σύζυγος υπηκόου χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Εκεί όμως συνελήφθηκε από την υπηρεσία αφού, αυθημερόν, εκδόθηκαν εντάλματα σύλληψης και απέλασης.
Η ευπαίδευτος Ανώτερη Δικηγόρος της Δημοκρατίας προβάλλει στη γραπτή της αγόρευση προδικαστική ένσταση, ισχυριζόμενη ότι ο αιτητής στερείται εννόμου συμφέροντος να αιτείται την ακύρωση των διαταγμάτων κράτησης και απέλασης. Βασίζει δε τον ισχυρισμό αυτό αποκλειστικά ότι ο αιτητής κατά τη στιγμή της σύλληψης του διέμενε παράνομα στη Δημοκρατία.
Είμαι της άποψης ότι, προφανώς, η προδικαστική ένσταση δεν ευσταθεί. Τα επίδικα διατάγματα επηρεάζουν δυσμενώς τον αιτητή και προσβάλλουν ενεστώς, άμεσο και προσωπικό συμφέρον του. Ο αιτητής αν και θεωρητικά παρέμενε στη Δημοκρατία χωρίς την άδεια της αρμόδιας αρχής, κατόπιν της απόσυρσης της αίτησης του για πολιτικό άσυλο, εν τούτοις, ως σύζυγος υπηκόου χώρας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, είχε το δικαίωμα να αποταθεί για τέτοια άδεια παραμονής. Πράγμα που προσπάθησε να κάνει και εμποδίστηκε από τους αστυνομικούς του ΥΑΜ, οι οποίοι και τον συνέλαβαν, αυθημερόν δε, χωρίς καμιά απολύτως εξέταση, εκ μέρους της υπηρεσίας, η Λειτουργός Μετανάστευσης εξέδωσε τα επίδικα διατάγματα. Τα διατάγματα δε αυτά εκτελέστηκαν στις 8.11.2005.
Η προδικαστική ένσταση δεν ευσταθεί και απορρίπτεται.
Ο αιτητής παραπονείται ότι η επίδικη απόφαση είναι προϊόν πλάνης και μη δέουσας έρευνας, αφού, ως ισχυρίζεται, παραγνωρίστηκε εντελώς το γεγονός ότι ήταν σύζυγος πολίτη χώρας της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Προβάλλει τον ισχυρισμό ότι η απόφαση για απέλαση του ήταν το αποτέλεσμα απαράδεκτων χειρισμών από μέρους της διοίκησης.
Οι πιο πάνω προβαλλόμενοι λόγοι ακύρωσης ευσταθούν. Σύμφωνα με το άρθρο 7(Α-Δ) του Κεφ. 105 ο Διευθυντής Μετανάστευσης ερευνά και εξετάζει εάν ο ισχυριζόμενος γάμος είναι εικονικός ή όχι. Στην παρούσα περίπτωση καμιά έρευνα δεν προηγήθηκε της έκδοσης των επίδικων διαταγμάτων, ούτε κινήθηκε οποιαδήποτε διαδικασία για την αμφισβήτηση της γνησιότητας του γάμου.
Στην πρόσφατη υπόθεση Mahmood Adif v. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 1452/2005, ημερ. 13.1.2006 της οποίας τα γεγονότα είναι σχεδόν πανομοιότυπα με τα γεγονότα της παρούσας προσφυγής, ο Νικολάου, Δ. αναφέρει τα εξής με τα οποία συμφωνώ απόλυτα:-
«Ως προς το πρώτο, ο αιτητής ισχυρίζεται πως στις 25 Οκτωβρίου 2005 επισκέφθηκε το Τμήμα για να δηλώσει το γάμο του ώστε να εξασφαλίσει άδεια παραμονής επειδή ήταν πια σύζυγος πολίτιδας χώρας μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οπότε του λέχθηκε ότι υπήρχε διαδικασία η οποία όμως προϋπέθετε την εγκατάλειψη του αιτήματος για πολιτικό άσυλο, δηλαδή την απόσυρση της εκκρεμούσης διοικητικής προσφυγής, για να του επιστραφεί και το διαβατήριο του το οποίο ήταν αναγκαίο για την προώθηση τέτοιας διαδικασίας. Κατά την εκδοχή του, αυτός ήταν ο λόγος που την επόμενη, 26 Οκτωβρίου 2005, μετέβη στα γραφεία της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων και απέσυρε τη διοικητική του προσφυγή. Όμως την 1 Νοεμβρίου 2005, όταν πήγε στο Τμήμα για τα περαιτέρω, τον συνέλαβαν για να τον απελάσουν. Παρατηρώ, ως προς αυτά, ότι στην προαναφερθείσα επιστολή του Κλιμακίου Λευκωσίας, ημερ. 1 Νοεμβρίου 2005, δεν γίνεται αναφορά σε επίσκεψη του αιτητή στο Τμήμα στις 25 Οκτωβρίου 2005. Ωστόσο, καθώς μου φαίνεται, η εκδοχή του υποστηρίζεται, τουλάχιστον μερικώς, από το σημείωμα της Διευθύντριας προς τον αρμόδιο Υπουργό, ημερ. 11 Νοεμβρίου 2005, αφού βεβαιώνεται ότι όντως ο αιτητής θα χρειαζόταν το διαβατήριο του για άδεια με βάση το γάμο του. Στο σημείωμα αναφέρονται μεταξύ άλλων τα εξής:
«Η Αστυνομία δεν αποδέχεται άλλη αίτηση εφόσον είτε εκδόθηκε άδεια παραμονής ως αιτητής ασύλου, είτε εκκρεμεί η έκδοση τέτοιας άδειας.
Έχω μιλήσει και με τον Υπεύθυνο του Κλιμακίου Αλλοδαπών της Αστυνομίας στη Λευκωσία κο Α. Λεωνίδου για τη συγκεκριμένη περίπτωση ο οποίος με διαβεβαίωσε ότι αυτή την πληροφόρηση δίνουν σε όσους απευθύνονται για να δηλώσουν το γάμο τους και αυτό έγινε και με το συγκεκριμένο ζεύγος. Σημειώνω ότι το διαβατήριο πρέπει απαραίτητα να παρουσιάζεται για να γίνει δεκτή αίτηση για παράταση της άδειας προσωρινής παραμονής αλλοδαπού πράγμα που επίσης αναφέρθηκε στον συγκεκριμένο αλλοδαπό.
Υποθέτω δε ότι ακούγοντας τα ανωτέρω ο ίδιος ο αλλοδαπός επέλεξε να αποσύρει την αίτησή του για άσυλο για να πάρει το διαβατήριο του θεωρώντας ότι σίγουρα θα εξασφαλίσει άδεια ως σύζυγος Ευρωπαίας υπηκόου και εν πάση περιπτώσει γνωρίζοντας πλέον ότι αφού αυτή απερρίφθη ήδη από την Υπηρεσία Ασύλου μάλλον θα απερρίπτετο και από την Αναθεωρητική Αρχή σύντομα.»
Έχω την άποψη πως οι περιστάσεις υπό τις οποίες αποσύρθηκε η διοικητική προσφυγή δεν είναι δυνατόν να εξεταστούν σ΄ αυτή την προσφυγή. Ανήκουν σε άλλο πλαίσιο, εκείνο του αιτήματος για πολιτικό άσυλο. Λύση θα μπορούσε ίσως να αναζητηθεί με αίτημα για επαναφορά και επακόλουθα τον δικαστικό έλεγο της επ΄ αυτού διοικητικής απόφασης. Αλλά αυτό δεν είναι του παρόντος.
Ως προς τώρα τον τρόπο με τον οποίο η διοίκηση μεταχειρίστηκε τον αιτητή, όταν αυτός επικαλέστηκε τον γάμο του με υπήκοο χώρας μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δεν μπορώ παρά να εκφράσω ανησυχία. Προβλέπεται βέβαια διαδικασία με την οποία υποβάλλεται αίτημα για παραχώρηση άδειας σε αυτή τη βάση. Και ο αλλοδαπός οφείλει να την ακολουθήσει. Ωστόσο, σε τέτοιες περιπτώσεις αναμένεται από τη διοίκηση να τον ενημερώσει σχετικά και να του δώσει την ευκαιρία να παρουσιάσει το αίτημα του. Αυτό επιβάλλουν οι κανόνες χρηστής διοίκησης. Και είναι για όλους τους διοικουμένους το ίδιο, από όπου και αν προέρχονται. Είναι εν προκειμένω σαφές πως η περίπτωση του αιτητή αντιμετωπίστηκε, ένεκα του ιστορικού του, ως μη γνήσια. Αυτό φαίνεται από το ακόλουθο μέρος του προαναφερθέντος σημειώματος της Διευθύντριας:
«Θεωρώ δε στην προκειμένη περίπτωση ότι η συμπεριφορά του αλλοδαπού που είχε καταστεί και προηγουμένως παράνομος διακόπτοντας τη φοίτησή του, και ακολούθως για να εξασφαλίσει περαιτέρω παραμονή υπέβαλε αρκετούς μήνες αργότερα αίτηση για άσυλο η οποία αφού απερρίφθη κατ΄ ουσίαν οπόταν διαπίστωσε ότι στενεύουν τα περιθώρια παραμονής του τέλεσε γάμο με Ευρωπαία υπήκοο που δεν γνώριζε μερικούς μήνες προηγουμένως (όπως προκύπτει από τις ημερομηνίες υποβολής της διοικητικής του προσφυγής - 15/6/05 - και την αίτηση της κας Kowalska για έκδοση άδειας με βάση το Νόμο 92(Ι)/2003 - 7/4/05) είναι επιβλαβής για τη Δημοκρατία γιατί πλήττει άμεσα τη μεταναστευτική μας πολιτική και πέραν τούτου η κατάχρηση των διαδικασιών ασύλου όπως πιστεύω ότι ισχύει στην περίπτωσή του έχει σοβαρά αρνητικές συνέπειες για το Κράτος.»
Κατανοώ την ανησυχία της Διευθύντριας. Το πρόβλημα που αντιμετωπίζει σήμερα η μικρή μας χώρα είναι τεράστιο και η αντιμετώπιση του άκρως δυσχερής. Τούτου όμως λεχθέντος, παραμένει το γεγονός ότι, όπως προανέφερα, μέχρι την έκδοση των διαταγμάτων απέλασης και κράτησης δεν είχε κινηθεί διαδικασία για την αμφισβήτηση της γνησιότητας του γάμου, όπως ορίζεται στα άρθρα 7Α-7Δ του Κεφ 105. Θεωρώ επομένως ότι υπήρξε εν προκειμένω εσφαλμένη εκτίμηση των δεδομένων, όπως αυτά εμφανίζονταν ως αποτέλεσμα του γάμου του αιτητή με υπήκοο χώρας μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της δυνατότητας την οποία αυτή η εξέλιξη επακόλουθα του παρείχε για να ζητήσει από τη χώρα μας άδεια παραμονής και να τύχει απάντησης.»
Η προσφυγή, ως εκ τούτου, επιτυγχάνει με £700 έξοδα υπέρ των αιτητών.
Η επίδικη απόφαση ακυρώνεται.
(Υπ.) Μ. Κρονίδης, Δ.
/ΕΠσ