ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:

Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Υπόθεση Αρ. 985/2004)

 

30 Απριλίου 2007

 

[ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

ΝΙΚΟΣ ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ,

Αιτητής,

- ν. -

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

1.      ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΟΔΙΚΩΝ ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ,

2.      ΕΦΟΡΟΥ ΜΗΧΑΝΟΚΙΝΗΤΩΝ ΟΧΗΜΑΤΩΝ,

Καθ΄ ων η αίτηση.

---------------------------

Χ. Καραπατάκης, για τον Αιτητή.

Α. Μιλτιάδους, για τους Καθ΄ ων η αίτηση.

---------------------------

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

            Βαρύ φορτηγό όχημα  (lorry tipper) κατασκευής Leyland, σειράς 4ΒΝ 114/24Ν2 ενεγράφη στην Αγγλία την 1 Ιουνίου 1980, με Αρ. FYF 322 V.  Το όχημα  εισήχθη  στην Κύπρο ως μεταχειρισμένο τον Μάϊο του 1987 από τον Γ. Λυσιώτη  από  τη  Λάρνακα και ενεγράφη, με αρ. UP 573, επ΄ ονόματι του Κ. Φιλίππου από το Δασάκι Άχνας.

 

            Στις 27 Νοεμβρίου 1991 το όχημα μεταβιβάστηκε στον προαναφερθέντα Γ. Λυσιώτη ο οποίος, στις 6 Αυγούστου 1992, υπέβαλε αίτηση για αλλαγή του κινητήρα.  Η αίτηση εγκρίθηκε και αργότερα το Τμήμα τον κάλεσε να παρουσιάσει το όχημα για επιθεώρηση.  Δεν υπήρξε συμμόρφωση ούτε και  υπήρξε ένδειξη ότι η εγκριθείσα αλλαγή μηχανής πραγματοποιήθηκε.  Στο μεταξύ, στις 22 Φεβρουαρίου 1995, το όχημα μεταβιβάστηκε στον Αιμ. Λοϊζίδη από το Καλό Χωριό, Λεμεσού, ως συνιδιοκτήτη.  Λιγότερο από ένα χρόνο αργότερα, στις 29 Δεκεμβρίου 1995, το μερίδιο του Αιμ. Λοϊζίδη επαναμεταβιβάστηκε στο Γ. Λυσιώτη ο οποίος έγινε και πάλι  απόλυτος ιδιοκτήτης και εν συνεχεία, κατά την ίδια ημερομηνία, ο Γ. Λυσιώτης μεταβίβασε το όχημα   στο  Γ. Μιχαηλίδη  από  τη  Ξυλοφάγου.  Τέλος, στις 18 Ιανουαρίου 2001, το όχημα μεταβιβάστηκε στον παρόντα αιτητή Νίκο Αναστασίου από τις Πάνω Κυβίδες, Λεμεσού.

 Η εγγραφή του οχήματος διαγράφηκε στις 31 Δεκεμβρίου 2001 λόγω της επί μακρόν μη ανανέωσης της άδειας κυκλοφορίας.  Ύστερα από κάποιο διάστημα υποβλήθηκε αίτημα για επανεγγραφή του οχήματος, όμως σχετικό έγγραφο δεν εντόπισα στο διοικητικό φάκελο.  Πάντως, όπως φαίνεται από επιστολή του Τμήματος Οδικών Μεταφορών, ημερ. 18 Μαρτίου 2003, κάποιος Δ. Δημητρίου από τη Λάρνακα, ο οποίος εμφανιζόταν ως  ιδιοκτήτης, παρουσίασε το όχημα στο Κέντρο Ελέγχου Μηχανοκινήτων Οχημάτων Λάρνακας για επιθεώρηση και επανεγγραφή. Επειδή, σύμφωνα με επιστολή του Κέντρου προς το Τμήμα, το όχημα έφερε «αλλαγμένη καμπίνα και αμάξωμα» προέκυπτε ανάγκη περαιτέρω διερεύνησης.  Παραθέτω το σχετικό μέρος:

«Σας παρακαλώ όπως αφού επιθεωρήσετε το υπό αναφορά όχημα με ενημερώσετε για την γνησιότητα του αριθμού πλαισίου του και κατά πόσο η εγκατάσταση της νέας καμπίνας με τις μετατροπές που έγιναν σε αυτό είναι τεχνικά αποδεκτές.»

 

 

            Στις 28 Αυγούστου 2003 πραγματοποιήθηκε στο Τμήμα Οδικών Μεταφορών σύσκεψη κατά την οποία, με αναφορά σε αλλαγές που είχαν γίνει στο όχημα, υποδείχθηκε ότι δεδομένης της διαγραφής του οχήματος δεν απαιτείτο η προηγούμενη έγκριση του Εφόρου και ότι το θέμα απέληγε στο κατά πόσο επρόκειτο για αλλαγές που καθιστούσαν εφικτή τη νέα εγγραφή κατόπιν κανονικής επιθεώρησης από τριμελή επιτροπή.  Παραθέτω το σχετικό πρακτικό:

                                «Θέμα:  Επανεγγραφή οχήματος UP 573

 

       Το όχημα αυτό μετά την διαγραφή του φαίνεται ότι υπέστη αλλαγή καμπίνας μηχανή αξόνων και κιβώτιου ταχυτήτων.  Ο κανονισμός 55 απαγορεύει την αλλαγή ή προσαρμογή επί εγγεγραμμένου μηχανοκινήτου οχήματος.  Αφού το πιο πάνω όχημα έχει διαγραφεί δεν απαιτείται η προηγούμενη έγκριση του Εφόρου για την πραγματοποίηση των αλλαγών.  Το πιο πάνω όχημα θα πρέπει να επιθεωρηθεί κανονικά από τριμελή επιτροπή και αν οι αλλαγές αυτές πραγματοποιήθηκαν με τον τρόπο που θα εγίνοντο αν είχε ζητηθεί έγκριση για αλλαγές επί εγγεγραμμένου οχήματος, τότε το όχημα να εγγραφή αφού πρώτα ενημερωθεί το Τμήμα Τελωνείων ως ορίζεται στον Κανονισμό 55.»

 

 

            Στις 15 Οκτωβρίου 2003 ο Διευθυντής του Τμήματος Οδικών Μεταφορών διόρισε ειδική τριμελή επιτροπή με εντολή να επιθεωρήσει το υπό αναφορά όχημα, όπως και ένα άλλο, και να αποφασίσει «κατά πόσο σύμφωνα με την περί Μηχανοκινήτων Οχημάτων και Τροχαίας Κινήσεως Νομοθεσία τα οχήματα είναι κατάλληλα για κυκλοφορία».

 

            Σημειώθηκε καθυστέρηση.  Σε απάντηση παραπόνων τα οποία υποβλήθηκαν με επιστολές, ημερ. 24 Φεβρουαρίου 2004 και 29 Μαρτίου 2004, των δικηγόρων των φερόμενων ως ιδιοκτητών του οχήματος «Χρίστος Χατζηπαναγής Λτδ από τη Λάρνακα ή και του Δημήτρη Δημητρίου από τη Λάρνακα» το Τμήμα απάντησε, με επιστολή ημερ. 31 Μαρτίου 2004, ότι το όχημα εξετάστηκε από την Επιτροπή, ότι τα πορίσματα της υποβλήθηκαν στη Διεύθυνση του Τμήματος και αξιολογούντο και ότι αναμένετο η συμπλήρωση της αξιολόγησης κατά τις αρχές Απριλίου.  Παραθέτω το κείμενο:

 

«Θέμα:  Επιθεώρηση του οχήματος με αριθμό εγγραφής UP 573

 

Αναφέρομαι στην επιστολή σας με ημερ. 24 Φεβρουαρίου 2004 σχετικά με το πιο πάνω θέμα και σας πληροφορώ ότι το όχημα του πελάτη σας εξετάστηκε από τριμελή επιτροπή που διορίστηκε για το σκοπό αυτό.  Τα πορίσματα της εν λόγω επιτροπής υποβλήθηκαν στη Διεύθυνση του Τμήματος και αξιολογούνται.  Μετά την αξιολόγηση των πορισμάτων ο πελάτης σας θα ενημερωθεί ανάλογα.  Η αξιολόγηση αναμένεται να ολοκληρωθεί αρχές Απριλίου 2004.»

 

 

            Με μεταγενέστερη όμως επιστολή, ημερ. 5 Απριλίου, προς τα μέλη της Επιτροπής ο ίδιος λειτουργός παρουσιάζει διαφορετική εικόνα.  Παραθέτω το πλήρες κείμενο:

«Θέμα:  Επιθεώρηση καταλληλότητας και/ή επανεγγραφής φορτηγών

               Μηχανοκινήτων οχημάτων

 

Σε συνέχεια της ταυτάριθμης επιστολής μου ημερομηνίας 15 Οκτωβρίου, 2003 σχετικά με το πιο πάνω θέμα σας καλώ όπως μέχρι τις 8.4.2004 μου παραδώσετε την έκθεση σας για την επιθεώρηση των φορτηγών.

 

Για κάθε ένα όχημα θα πρέπει να εκθέσετε την πραγματική κατάσταση όπως έχει εξελιχθεί μέχρι την ημέρα που επιθεωρήσατε τα φορτηγά και ταυτόχρονα να υποβάλετε εισήγηση για το τι πρέπει να γίνει.

 

Οι εισηγήσεις σας πρέπει να αντικατοπτρίζουν την νομιμότητα και την ευθύνη του Τμήματος σ΄ ότι αφορά την καταλληλότητα των οχημάτων και την εφαρμογή της Περί Μηχανοκινήτων Οχημάτων και Τροχαίας Κίνησης Νομοθεσίας.»

 

 

            Προς το τέλος Απριλίου οι δικηγόροι παραπονέθηκαν ξανά για την καθυστέρηση.  Τους δόθηκε απάντηση, με επιστολή ημερ. 19 Μαΐου 2004 ότι «Τα πορίσματα της εν λόγω Επιτροπής αξιολογήθηκαν από την Διεύθυνση του Τμήματος και επιστράφηκαν στην Επιτροπή για περαιτέρω εξηγήσεις και διευκρινίσεις»• και ότι το Τμήμα θα επικοινωνούσε μαζί τους «μόλις ληφθεί τελική απόφαση από τη Διεύθυνση του Τμήματος».

            Τελικά η απόφαση φαίνεται να λήφθηκε όχι από τη Διεύθυνση του Τμήματος  αλλά από την ίδια την Επιτροπή.  Δεν υπάρχει στο διοικητικό φάκελο έκθεση της Επιτροπής, ούτε πρακτικά συνεδρίασης, ούτε καν κείμενο απόφασης: βλ. Κούτσιου ν. Δημοκρατίας (2001) 3(Β) Α.Α.Δ. 987.  Υπάρχει μόνο η επιστολή, ημερ. 5 Αυγούστου 2004, την οποία η Επιτροπή απέστειλε στον παρόντα αιτητή, Νίκο Αναστασίου, για να τον πληροφορήσει ότι, για τους λόγους που εκεί εκτίθενται, αποφάσισε να «ακυρώσει την εγγραφή του οχήματος».  Ακολουθεί το πλήρες κείμενο:

«Θέμα:  Επιθεώρηση του Οχήματος με αριθμό εγγραφής UP 573

 

Αναφερόμαστε στο πιο πάνω θέμα και σας πληροφορούμε ότι μετά από αξιολόγηση της επιθεώρησης του οχήματος με αρ. εγγραφής UP 573 από την ειδική τριμελή Επιτροπή αποφάσισε όπως, το όχημα υπέστη αλλαγές, προσαρμογές, μετατροπές χωρίς την έγκριση του Εφόρου Μηχανοκινήτων Οχημάτων κατά παράβαση του κανονισμού 55(Ι) και 6(1)(2) του 1984 και το γεγονός ότι οι αλλαγές, προσαρμογές  και μετατροπές που έγιναν στο όχημα δεν συνάδουν με τις αρχικές προδιαγραφές του κατασκευαστή, με βάση τις εξουσίες που της παρέχονται από το                     άρθρο 23Α(Β)(ii) και vii του νόμου 1972, ακυρώσει την εγγραφή του οχήματος σας.»

 

 

            Με την παρούσα προσφυγή ο αιτητής, ως ο νέος ιδιοκτήτης του οχήματος, προβάλλει μεταξύ άλλων ότι η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε αναρμοδίως.  Αυτό είναι το πρώτο σε σειρά ζήτημα προς εξέταση.  Παρατηρώ κατ΄ αρχάς ότι η απόφαση της Επιτροπής δεν συναρτάτο με το αντικείμενο του αιτήματος το οποίο, με δεδομένη την ακύρωση της εγγραφής, αφορούσε την επανεγγραφή, ενώ με την απόφαση ακυρώθηκε ανύπαρκτη εγγραφή.  Αυτή η ασυνέπεια η οποία βέβαια απεικονίζει την πλάνη υπό την οποία τελούσε η Επιτροπή, δεν είναι το μόνο πρόβλημα.  Σύμφωνα με τον Κανονισμό 6 των περί Μηχανοκινήτων Οχημάτων και Τροχαίας Κινήσεως Κανονισμών του 1984 (Κ.Δ.Π. 66/1984 όπως τροποποιήθηκε) η αρμοδιότητα εγγραφής οχημάτων ανήκει στον Έφορο.  Η Δημοκρατία εισηγείται ότι αρμοδίως λήφθηκε η απόφαση από την Επιτροπή γιατί  είχε εξουσιοδότηση από τον Έφορο.  Επικαλέστηκε σχετικά τα άρθρα 2 και 4 του  περί  Μηχανοκινήτων  Οχημάτων και Τροχαίας Κινήσεως Νόμου του 1972 (Ν. 86/72 όπως τροποποιήθηκε).   Προβλέπεται στο άρθρο 2 ότι:

«"Έφορος" σημαίνει τον δυνάμει του άρθρου 3 διοριζόμενον Έφορον Μηχανοκινήτων Οχημάτων, και περιλαμβάνει οιονδήποτε Αναπληρωτήν Έφορον ή έτερον λειτουργόν δεόντως εξουσιοδοτηθέντα υπ΄ αυτού δι΄ άπαντας ή τινα των σκοπών του παρόντος Νόμου ή των δυνάμει τούτου εκδιδομένων Κανονισμών•»

 

 

Και στο άρθρο 4:

«Ο Έφορος δύναται να ορίση Αναπληρωτάς Εφόρους ως και ετέρους αναγκαίους λειτουργούς προς ενάσκησιν τοιούτων καθηκόντων και εξουσιών συναφώς προς τας αρμοδιότητας αυτού, ως ήθελεν εκάστοτε αναθέσει αυτοίς.»

 

 

            Κατά την άποψη μου, η εντολή που δόθηκε στην Επιτροπή με το προαναφερθέν έγγραφο, ημερ. 15 Οκτωβρίου 2003, να επιθεωρήσει και να αποφασίσει αναφορικά με το  κατά πόσο το όχημα ήταν, σύμφωνα με το Νόμο, κατάλληλο για κυκλοφορία, δεν αποτελούσε δέουσα εξουσιοδότηση για λήψη απόφασης αναφορικά με την εγγραφή.  Θεωρώ δε ότι αυτή η άποψη επιβεβαιώνεται από τον τρόπο  με τον οποίο ο ίδιος ο Διευθυντής αναφέρθηκε στο θέμα με τις επιστολές του προς τους δικηγόρους του τότε φερόμενου ως ιδιοκτήτη.  Υπενθυμίζω ότι κατέστησε σαφές ότι τα πορίσματα της Επιτροπής θα αξιολογούνταν από τη Διεύθυνση η οποία εν συνεχεία θα λάμβανε την απόφαση.  Στην ίδια γραμμή βρισκόταν και η προαναφερθείσα  επιστολή του Διευθυντή προς την Επιτροπή από την οποία, καθώς υπογράμμισε, ανέμενε εισηγήσεις για την ορθή εφαρμογή του Νόμου.

 

            Καταλήγω λοιπόν ότι η Επιτροπή δεν είχε αρμοδιότητα να εκδώσει απόφαση στην αίτηση για επανεγγραφή και ότι επομένως η απόφαση της Επιτροπής λήφθηκε αναρμοδίως.

 

            Η προσφυγή επιτυγχάνει με £700 έξοδα.  Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται βάσει του Άρθρου 146.4(β) του Συντάγματος.

 

 

 

                                                                        Γ.Κ. Νικολάου,

                                                                                      Δ.

 

/ΕΘ

           


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο