ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 938/2005)
4 Απριλίου 2007
[ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
P. ZAZOO UNISEX BOUTIQUE LTD,
Αιτήτρια,
- ν. -
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΦΟΡΟΥ ΦΟΡΟΥ ΠΡΟΣΤΙΘΕΜΕΝΗΣ ΑΞΙΑΣ,
Καθ΄ ων η αίτηση.
---------------------------
Α. Παπαχαραλάμπους, για την Αιτήτρια.
Λ. Χριστοδουλίδου, για τους Καθ΄ ων η αίτηση.
---------------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Η αιτήτρια διατηρεί επιχείρηση λιανικής πώλησης ενδυμάτων στη Λεμεσό και είναι εγγεγραμμένη στο Μητρώο Φ.Π.Α. από 1 Οκτωβρίου 1993. Στις 6 Δεκεμβρίου 2003 το Επαρχιακό Γραφείο Φ.Π.Α. Λεμεσού πραγματοποίησε επίσκεψη παρακολούθησης της επιχείρησης και εντόπισε στοιχεία τα οποία επέβαλλαν την περαιτέρω έρευνα. Εν συνεχεία διεξήχθη και συμπληρώθηκε, στις 16 Σεπτεμβρίου 2004, λεπτομερής έλεγχος στα βιβλία και αρχεία της επιχείρησης για όλες τις φορολογικές περιόδους από 1 Οκτωβρίου 1993 μέχρι 30 Σεπτεμβρίου 2003.
Διαπιστώθηκε, μεταξύ άλλων (α) ότι η αιτήτρια δεν τηρούσε στοιχεία για τις πωλήσεις που πραγματοποιούσε, (π.χ. ημερήσια δελτία της ταμειακής μηχανής, κατάσταση με τις ημερήσεις εισπράξεις)• και (β) ότι σε ημερολόγιο το οποίο παραλήφθηκε κατά την επίσκεψη στις 6 Δεκεμβρίου 2003 και στο οποίο, καθώς η ίδια παραδέχθηκε, ήταν καταχωρημένες αναλυτικά οι ημερήσιες εισπράξεις της επιχείρησης για το 2003, φαινόταν πως η αξία των εισπράξεων ήταν πολύ μεγαλύτερη από την αξία εκροών και φόρου εκροών που δηλώθηκαν με τις φορολογικές δηλώσεις της αιτήτριας από 1 Ιανουαρίου 2003 μέχρι 30 Σεπτεμβρίου 2003.
Κρίθηκε επομένως ότι η αιτήτρια δεν είχε εκπληρώσει τις υποχρεώσεις της ως υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο, γιατί δεν τήρησε τα αναγκαία έγγραφα και οι φορολογικές της δηλώσεις από 1 Σεπτεμβρίου 1993 μέχρι 30 Σεπτεμβρίου 2003 ήταν ελλιπείς και περιείχαν σφάλματα. Γι΄ αυτό η Έφορος άσκησε τις εξουσίες τις οποίες της παρείχε αρχικά το άρθρο 34(1) του περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας Νόμου του 1990 (Ν. 246/90 όπως τροποποιήθηκε) και έπειτα το άρθρο 49(1) του περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας Νόμου του 2000 (Ν.95(Ι)/00 όπως τροποποιήθηκε) για βεβαίωση του φόρου χρησιμοποιώντας την κρίση της κατά το καλύτερο δυνατόν. Προέβη λοιπόν σε αναθεώρηση των εκροών και προσδιόρισε τον οφειλόμενο φόρο. Καθώς εξήγησε, έλαβε υπόψη τα ακόλουθα:
«i. Με βάση τις καταχωρήσεις στο ημερολόγιο εισπράξεων οι συνολικές σας εισπράξεις για την περίοδο από 01/01/2003 μέχρι 30/09/2003 ανέρχονται στις £22.277,75 σε σχέση με συνολικές εισπράξεις £12.538,33 που δηλώσατε στις φορολογικές σας δηλώσεις. Οι μη δηλωθείσες εισπράξεις για την εν λόγω περίοδο ήταν £9.739,42 (Πίνακας ΙΙ).
ii. Με βάση το άρθρο 30(2) των περί Φόρου Προστιθεμένης Αξίας Νόμων του 2000 μέχρι 2004 αν έχει απολεσθεί Φ.Π.Α. ως αποτέλεσμα δόλου ή εσκεμμένης παράλειψης του προσώπου του υπόχρεου, τότε μπορεί να εκδοθεί βεβαίωση ως εάν η αναφορά σε έξι έτη ήταν αναφορά σε δώδεκα έτη.
iii. Αποδεκτήκαμε την άποψη σας ότι οι μη δηλωθείσες εισπράξεις αντιπροσώπευαν εισόδημα που αναλαμβάνατε για έξοδα συντήρησης της οικογένειας σας. Για το 2003 το εν λόγω ποσό προσδιορίστηκε σε £13.000,00.
iv. Στα πλαίσια των Αρχών της Χρηστής Διοίκησης, λαμβάνοντας υπόψη και την αύξηση του κόστους ζωής έχω θεωρήσει ότι το ποσό το οποίο αναλαμβάνατε από τις εισπράξεις της επιχείρησης και το οποίο δεν δηλώνατε στις φορολογικές σας δηλώσεις ήταν μειωμένο σε ποσοστό 2% κατά έτος.
v. Οι μη δηλωθείσες εισπράξεις κατά έτος κατανεμήθηκαν εξίσου στις φορολογικές περιόδους κάθε έτους.
vi. Οι μη δηλωθείσες εισπράξεις (εκροές περιλαμβανομένου του Φ.Π.Α.) για τις φορολογικές περιόδους από 01/10/1993 μέχρι 30/09/2003 ήταν £118.309,00 και ο οφειλόμενος φόρος εκροών που δεν αποδόθηκε και ο οποίος βεβαιώνεται ανέρχεται σε £9.994,50 (Πίνακας Ι).
vii. Από την συμφιλίωση του λογαριασμού Φ.Π.Α. στα βιβλία σας με τα αντίστοιχα ποσά που δηλώσατε στις φορολογικές δηλώσεις προέκυψε ότι στην φορολογική περίοδο 01/01/03 -31/03/03 δεν δηλώθηκε φόρος εκροών ύψους £370,38 (ο Φ.Π.Α. εκροών στα βιβλία ήταν £682,83 ενώ δηλώσατε £312,45) ενώ δεν διεκδικήθηκε σε πίστωση ποσό φόρου εισροών ύψους £209,32 (ο Φ.Π.Α εισροών στα βιβλία ήταν £382,83 ενώ δηλώσατε £173,51) για το οποίο σας παρέχεται δικαίωμα πίστωσης του φόρου.
viii. Δεν σας παρέχετε το δικαίωμα πίστωσης φόρου εισροών ύψους £539,92 που διεκδικήσατε λανθασμένα μέσο διπλής καταχώρησης στον λογαριασμό Φ.Π.Α. εισροών στην φορολογική περίοδο 01/07/2000 - 30/9/2000 (Πίνακας 1 - Σημείωση 6).»
Η απόφαση γνωστοποιήθηκε στην αιτήτρια με επιστολή, ημερ. 16 Ιουνίου 2005.
Με την παρούσα προσφυγή η αιτήτρια προβάλλει (α) ότι τα στοιχεία τα οποία η Έφορος έλαβε υπόψη ήταν «φανταστικά» ενώ τα αληθινά στοιχεία δεν δικαιολογούσαν την επιβληθείσα φορολογία• (β) ότι κακώς δεν έγινε δεκτό ότι το αναφερθέν ημερολόγιο αντιπροσώπευε το σύνολο των δραστηριοτήτων της• (γ) ότι επρόκειτο εδώ περί αναδρομικής φορολογίας και επομένως παράνομης• (δ) ότι «οι υποτιθέμενες μη δηλωθείσες εισπράξεις» δεν προϋπέθεταν την ύπαρξη υποχρέωσης για την καταβολή Φ.Π.Α.• και (ε) ότι δεν λήφθηκε υπόψη «συμφωνία μεταξύ του αποβιώσαντος Ανδρέα Αγγελίδη και του Φ.Π.Α. για την καταβολή επί χαριστικής βάσεως του ποσού των £4.000 προς πλήρη και τελεία εξόφληση του υποτιθέμενου οφειλόμενου φόρου».
Σημειώνω πρώτα, σε σχέση με τον τελευταίο λόγο, ότι η γραπτή αγόρευση του συνηγόρου της αιτήτριας παρουσιάζει αντίθετη εκδοχή ήτοι, ότι δεν επήλθε οποιοσδήποτε συμβιβασμός. Παραθέτω το σχετικό μέρος:
«3.4 Εν όψει των πιο πάνω η Αιτήτρια υπόβαλε συμβιβαστική πρόταση και ζήτησε να συμβιβαστεί με στόχο την επίλυση του όλου προβλήματος. Δυστυχώς η πρότασή της απορρίφθηκε από τους Καθ΄ ων η Αίτηση.»
Ως προς τα δεδομένα της περίπτωσης, κατά την αιτήτρια δεν υπήρξαν από μέρους της παρά μόνο «κάποιες μικροπαραλείψεις». Παραπέμπει σχετικά σε έκθεση των ελεγκτών της ότι η εταιρεία τηρούσε όλα τα αναγκαία λογιστικά βιβλία και έγγραφα και ότι αυτά έδιναν «αληθινή και δίκαιη εικόνα της οικονομικής κατάστασης της εταιρείας στις 31 Δεκεμβρίου 2002». Η αιτήτρια δήλωσε εξάλλου ότι ανακαλούσε τη δήλωση της πως τα έξοδα συντήρησης της οικογένειας της κατά το 2003 ανέρχονταν σε £13,000, ισχυριζόμενη πως αυτό οφείλεται σε λάθος. Τέλος, χαρακτηρίζει την προσβαλλόμενη απόφαση ως αναιτιολόγητη, ληφθείσα χωρίς δέουσα έρευνα και καθ΄ υπέρβαση ή κατάχρηση εξουσίας.
Δεν διέκρινα οποιαδήποτε πλημμέλεια από μέρους της Εφόρου. Τα στοιχεία, τα οποία εντοπίστηκαν κατά τον έλεγχο της επιχείρησης της αιτήτριας, δικαιολογούσαν πλήρως τη διενέργεια της επιβεβαιώσης κατά την όσο το δυνατό καλύτερη κρίση της Εφόρου. Η διεξαχθείσα έρευνα κάλυψε, καθώς μου φαίνεται, όλες τις ανάγκες της υπόθεσης και η Έφορος εξήγησε με λεπτομέρεια και πειστικά τα στοιχεία και τους παράγοντες επί των οποίων στηρίχθηκε για να καταλήξει στην προσβαλλόμενη βεβαίωση φόρου, η οποία προδήλως, αντίθετα με ό,τι η αιτήτρια εισηγήθηκε, δεν συνιστούσε αναδρομική φορολογία.
Η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται με £700 έξοδα. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται βάσει του Άρθρου 146.4(α) του Συντάγματος.
Γ.Κ. Νικολάου,
Δ.
/ΕΘ