ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(Υπόθεση Αρ. 61/2006)
3 Απριλίου, 2007
[ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
SEYFALLAH MOZAFAR SARMADI,
Αιτητή,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ,
Καθ΄ ων η αίτηση.
- - - - - -
Χρ. Πατσαλίδης, για τον Αιτητή.
Ε. Λοϊζίδου, για τους Καθ΄ ων η αίτηση.
- - - - - -
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.: Ο αιτητής ο οποίος είναι Ιρανός, εισήλθε νόμιμα στην Κύπρο στις 20.9.00. Τα δυο παιδιά του, Ιμάν και Ασκάν Σαρμαντί, 15 και 19 ετών αντίστοιχα, ήρθαν αργότερα στην Κύπρο όπου διέμεναν υπό την επιμέλεια του αιτητή. Το Νοέμβριο του 2000 αποτάθηκαν στον Ύπατο Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών για τους πρόσφυγες στην Κύπρο (UNHCR), ζητώντας να τους αναγνωρισθεί το καθεστώς πολιτικού πρόσφυγα. Η αίτηση τους απορρίφθηκε. Τον Ιούνιο του 2002 ο αιτητής υπέβαλε αίτηση για επανεξέταση, κατ΄ επίκληση των θρησκευτικών του πεποιθήσεων, αφού στο μεταξύ, τον Ιανουάριο του 2001, προσχώρησε στην Ευαγγελική Εκκλησία και βαφτίστηκε Χριστιανός. Μετά την πιο πάνω εξέλιξη, ο αιτητής παραπέμφθηκε στις αρμόδιες τοπικές αρχές.
Ο αιτητής και οι δυο του γιοι, στις 27/6/02 φαίνεται ότι υπέβαλαν το ίδιο αίτημα για πολιτικό άσυλο με επιστολή προς την Υπηρεσία Ασύλου. Την 1/9/03 ο αιτητής υπέβαλε αίτηση ασύλου μαζί με το έντυπο προσωπικών στοιχείων και ακολούθως εξασφάλισε προσωρινή άδεια παραμονής. Ισχυρίστηκε ότι εγκατάλειψε τη χώρα του λόγω της πολιτικής και θρησκευτικής του διαφωνίας με το ιρανικό καθεστώς και αντιπαράθεσης του με τις αρχές καθώς και ότι φυλακίστηκε για 16 μήνες επειδή αρνιόταν να συνεργαστεί με αυτούς. Κατέγραψε επίσης ότι ανήκει μαζί με τους γιους του στην Εκκλησία του Θεού (Ευαγγελιστές) και ότι, λόγω του εκχριστιανισμού τους, η ζωή του και η ζωή των μελών της οικογένειας του κινδυνεύει άμεσα μόλις επιστρέψει στον Ιράν. Επισύναψε στην αίτηση του σειρά επιστολών και εγγράφων προς υποστήριξη του αιτήματος του. Μεταξύ άλλων, παρουσίασε επιστολές από «Community Church» και «Church of God of Prophecy» που βεβαιώνουν τη βάφτιση και ειλικρινή χριστιανική πίστη του ιδίου και των γιών του καθώς και την ενεργό και τακτική συμμετοχή τους στη λειτουργία τους, συστατικές επιστολές, πιστοποιητικά παρακολούθησης θρησκευτικών μαθημάτων αναφορικά με τη Βίβλο από τον Ασκάν Σαρμαντί, καθώς και απόσπασμα συνέντευξης στο UNHCR.
Στις 16/6/04 λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου, διεξήγαγε συνέντευξη για τη διακρίβωση στοιχείων ώστε να ελεγχθεί η γνησιότητα του αιτήματος για άσυλο. Ο αιτητής δήλωσε ότι στη χώρα του εργάστηκε ως πιλότος στην Ιρανική πολιτική αεροπορία για 20 χρόνια ενώ προηγουμένως είχε δική του επιχείρηση που την έκλεισαν οι ιρανικές αρχές. Ανέφερε επίσης πως πήρε διαζύγιο από τη γυναίκα του το 1993 και ότι αυτή ξαναπαντρεύτηκε ένα μέλος της κυβέρνησης. Επιπρόσθετα είπε ότι το δικαστήριο, έδωσε την επιμέλεια των δυο μεγαλύτερων γιών του στον ίδιο. Υποβλήθηκαν στον αιτητή ερωτήσεις που κυρίως αφορούσαν στους λόγους που τον ώθησαν να εγκαταλείψει τη χώρα του και τις θρησκευτικές του πεποιθήσεις. Θεωρώ χρήσιμο να παραθέσω σχετικά αποσπάσματα, αυτούσια:
«What denomination are you?
Community church.
In your file I have some documents from the Church of God of Prophecy.
I changed the church because of the language. At the previous one the service was in Greek and somebody translated for me. At the present church the service is in English and is more convenience.
When did you convert?
I started to participate at the church from October 2000.
Why didn´t you mention this claim at the UNHCR?
I had a lawyer named Erotokritou and he was aware about my conversion but he told me it is not necessary to give this letter (conversion) and when UNHCR rejected my claim he gave the documents to the UNHCR but they didn´t accept them. They told me why you didn´t bring these documents when you had the interview. I appealed but they sent my case and my file to the Asylum Unit.
They didn´t answer to your appeal?
No, they said you have to apply to Asylum Unit.
Please describe the events leading up to your conversion?
While I was in Iran I had some Christian´s friends. During my meetings with them, I had a chance to read the Bible and I was fascinated about it. I understood that how our sins can be forgiven by Lord in Christianity and how we as human being can get to salvation.
Where have you been baptism?
In my place while my pastor and two other members of the church as witness.
Can you describe the baptismal experience?
He asked if I accepted my sin and I said yes. Then asked me if I promise God being your helper and Jesus as a savor and being in his church and to serve people and I said, yes I do.
Did you take any classes?
Yes I was attended classes from Oct. 2000 until middle of January 2001 at the Church of God of Prophecy.
I am nervous because I had an interview before and now I have again.
Stop the procedure in order to clarify the previous procedure until now.
Can you tell me where was that church that you used to go Iran?
They didn´t accept us to attend. (The authorities).»
Ακολούθως ο αιτητής απάντησε σε μια σειρά ερωτήσεων που αποσκοπούσαν στον έλεγχο της γνώσης του για το Χριστιανισμό και το περιεχόμενο της Βίβλου.
Απαντώντας σε ερωτήσεις για τις επιπτώσεις σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα του ανέφερε τα εξής:
«If you were to go to Iran what church would you celebrate in?
I can´t go back they will kill me.
Does anyone in Iran know that your have converted?
My ex wife.
Where is your wife now?
She is in Iran.
Why your children are living with you?
When we separated the court gave the children and their responsibility to me.
What about the authorities in Iran, they know?
I think yes because we have many spies, even in Cyprus. My ex wife´s new husband belonged to the intelligence.
Do you think your wife would harm you knowing that you are living with their children?
I don´t know.
Do you have any evidence that the Iranian authorities know about your conversion?
No, I haven´t.
What about the Iranian embassy here in Cyprus?
I am sure that they know, I have no evidence but they have a lot of spies.
The church you attend is not well known in Cyprus.
Yes I know.
Would you want to convert people? If you go back to Iran would you convert people?
Here I invite people to God and give his message. I don´t return to Iran.
..........................................................................
Would the state authorities of your country permit you to return there?
They will kill me.
Would they permit you to return?
They will kill me, because I converted to Christianity.»
Η λειτουργός που διεξήγαγε τη συνέντευξη, ετοίμασε εισηγητική έκθεση στην οποία, για λόγους που με λεπτομέρεια εξήγησε, έκρινε ότι δεν διαφαίνονται γνήσιες Χριστιανικές πεποιθήσεις και πίστη και ότι ο αιτητής δεν απέδειξε γνώσεις πάνω στον Χριστιανισμό μέσα από τις δυο εκκλησίες. Εκρινε πως η περίπτωση του αιτητή εντασσόταν στην παρ. 94 του Εγχειριδίου για τις διαδικασίες και τα κριτήρια καθορισμού καθεστώτος των προσφύγων (στο εξής «Εγχειρίδιο»), δηλαδή του «πρόσφυγα επί τόπου». Είναι σχετικοί οι παράγραφοι 94 και 96 που προνοούν τα εξής:
«94. The requirement that a person must be outside his country to be a refugee does not mean that he must necessarily have left that country illegally, or even that he must have left it on account of well-founded fear. He may have decided to ask for recognition of this refugee status after having already been abroad for some time. A person who was not a refugee when he left his country, but who becomes a refugee at a later date, is called a refugee «sur place».
«96. A person may become a refugee "sur place" as a result of his own actions, such as associating with refugees already recognized, or expressing his political views in his country of residence. Whether such actions are sufficient to justify a well-founded fear of persecution must be determined by a careful examination of the circumstances. Regard should be had in particular to whether such actions may have come to the notice of the authorities of the person´s country of origin and how they are likely to be viewed by those authorities.»
Η λειτουργός, εισηγήθηκε την απόρριψη του αιτήματος του, επειδή δεν δικαιολογείται βάσιμος φόβος δίωξης κατά την επιστροφή του αφού δεν εκτέθηκε στις ιρανικές αρχές προτού φύγει από το Ιράν και δεν τεκμηριώθηκαν οι γνήσιες θρησκευτικές του πεποιθήσεις. Η Υπηρεσία Ασύλου υιοθέτησε την εισήγηση και με απόφαση ημερ. 27/9/04 απέρριψε την αίτηση για άσυλο καθώς και το καθεστώς της συμπληρωματικής προστασίας για τους προαναφερόμενους λόγους.
Στις 4/11/04 ο αιτητής, μέσω του δικηγόρου του, άσκησε διοικητική προσφυγή στην Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, η οποία, την 1/11/05 εξέδωσε την προσβαλλόμενη απορριπτική απόφαση. Η απόφαση βασίστηκε στην αναλυτική έκθεση της λειτουργού της Υπηρεσίας Ασύλου, η οποία αξιολογήθηκε ως ορθή και αιτιολογημένη. Παραθέτω τις σκέψεις που οδήγησαν σε αυτό το αποτέλεσμα:
«Ο αρμόδιος λειτουργός Ασύλου διαπίστωσε τα κάτωθι σημεία που κατά τη γνώμη του κλονίζουν την αξιοπιστία του προσφεύγοντα:
1. Ο αρμόδιος λειτουργός Ασύλου αναφέρει στην εξέταση της γενικής αξιοπιστίας του προσφεύγοντα ότι κατά την παρουσίαση του αιτήματος του στην Υπάτη Αρμοστεία επικαλέστηκε μόνο πολιτικούς λόγους γεγονός που δημιουργεί ερωτηματικά σχετικά με την αλλαγή της θρησκείας του και κατά πόσο αυτή έγινε για να παραμείνει στην Κύπρο ως πρόσφυγας. Ερωτηθείς για το πιο πάνω σημείο, ο προσφεύγων ισχυρίστηκε ότι έτσι τον συμβούλευσε ο δικηγόρος του (ερυθρά 78, 52, χ1). Πράγματι μέσα από τους ισχυρισμούς του φαίνεται ότι ο προσφεύγων ενδιαφέρθηκε για τον Χριστιανισμό όταν ακόμη εξεταζόταν το αίτημα του από την Υπάτη Αρμοστεία ενώ προχώρησε σε αλλαγή θρησκείας πριν καταχωρήσει την προσφυγή του, χωρίς να αναφέρει όμως οτιδήποτε σχετικά με το νέο του αίτημα. Επιπλέον, μέσα από τα πρακτικά της Υπάτης Αρμοστείας φαίνεται ότι ο δικηγόρος του προσφεύγοντα έστειλε επιστολή στην Υπάτη Αρμοστεία όπου ανάφερε ότι ο πελάτης του είχε ασπαστεί τον Χριστιανισμό. Συνεπώς, ο ισχυρισμός του προσφεύγοντα ότι ο δικηγόρος του τον συμβούλευσε να μην αναφέρει οτιδήποτε για την αλλαγή θρησκείας δεν μπορεί να θεωρηθεί αξιόπιστος και ορθά η λειτουργός κατέγραψε το πιο πάνω σημείο ως αντίφαση (ερυθρό 104, 103, 27, χ1).
2. Ερωτηθείς για την εμπειρία του βαφτίσματος, ο προσφεύγων περιέγραψε μόνο τη διαδικασία που ακολουθήθηκε χωρίς να εκδηλώνει οποιοδήποτε συναίσθημα (ερυθρά 78, 52, χ2). Ορθά καταγράφηκε το πιο πάνω σημείο που επηρεάζει την αξιοπιστία του προσφεύγοντα αφού η λειτουργός ρώτησε για την εμπειρία ενώ ο ίδιος μίλησε για το διαδικαστικό μέρος της βάφτισης σε μια τόσο σημαντική για τη ζωή του εμπειρία.
3. Η λειτουργός αναφέρει ότι ο προσφεύγων δεν ήταν σε θέση να αναφέρει τη σχέση μεταξύ της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης (ερυθρά 78, 51, χ3). Λανθασμένα η λειτουργός Ασύλου ανάφερε το πιο πάνω ως σημείο αναξιοπιστίας αφού ο προσφεύγων απάντησε ορθά την ερώτηση του αρμόδιου λειτουργού ως προς τη σχέση της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης. Συγκεκριμένα ο προσφεύγων είπε ότι όσα γράφονται στην Καινή Διαθήκη είχαν αναφερθεί και στην Παλαιά, δίνοντας ως παράδειγμα την προφητεία του Προφήτη Ησαϊα ότι η Παναγία θα γεννήσει τον Ιησού.
4. Η λειτουργός Ασύλου αναφέρει ως σημεία που πλήττουν την αξιοπιστία του ότι ο προσφεύγων δεν γνώριζε ποιος έγραψε τους ψαλμούς και όλες τις δέκα εντολές (ερυθρά 78, 51, χ4). Ορθά η λειτουργός έγραψε σαν σημείο αναξιοπιστίας το γεγονός ότι δεν γνώριζε ποιος έγραψε τους ψαλμούς αλλά το γεγονός ότι δεν γνώριζε όλες τις δέκα εντολές δεν είναι σημείο για να επηρεάσει αρνητικά την αξιοπιστία του προσφεύγοντα αφού είπε ορθά εννιά από τις δέκα.
5. Όταν ο προσφεύγων ερωτήθηκε ποιο είναι το Χριστιανικό του όνομα απάντησε Safi (ερυθρά 78, 51, χ5). Ορθά η λειτουργός κατέγραψε αυτή την αντίφαση αφού το συγκεκριμένο όνομα δεν είναι Χριστιανικό.
6. Ο προσφεύγων ισχυρίστηκε ότι δεν άρχισε να νηστεύει διότι όπως υποστήριξε δεν είναι υποχρεωτικό στη θρησκεία του. Η λειτουργός αναφέρει ότι αν και υπάρχουν διαφορετικοί κανόνες μεταξύ της εκκλησίας που πιστεύει ο προσφεύγων και της ορθοδοξίας, εντούτοις η νηστεία υπάρχει για όλους τους Χριστιανούς (ερυθρά 77, 50, χ6). Ορθά η λειτουργός ανάφερε ότι η νηστεία είναι κοινή για όλους τους Χριστιανούς όπως φαίνεται και μέσα από έρευνα σε σελίδες της ευαγγελικής θρησκείας. Ωστόσο, φαίνεται ότι αυτό είναι πράγματι προνοητικό για την συγκεκριμένη θρησκεία αλλά για κάποιο που πραγματικά πιστεύει ακολουθεί πιστά τις οδηγίες της εκκλησίας (ερυθρά 107-105, χ6).
7. Ο προσφεύγων ισχυρίστηκε ότι ο Ιησούς δεν φοβήθηκε ποτέ για το τι επρόκειτο να συμβεί γεγονός που έρχεται σε αντίφαση με τις γνώσεις μας ότι η ανθρώπινη φύση του φοβήθηκε αλλά ταυτόχρονα υπέκυψε στο θέλημα του Πατρός Του (ερυθρά 77, 50, χ7). Ορθά η λειτουργός έγραψε το συγκεκριμένο σημείο αφού ο Ιησούς πράγματι φοβήθηκε όπως φαίνεται και από τις γραφές αλλά υπάκουσε στον Πατέρα Του.
8. Ο προσφεύγων δεν γνώριζε να αναφέρει οποιαδήποτε παραβολή του Κυρίου (ερυθρά 77, 49, χ8). Ορθά η λειτουργός κατέγραψε το πιο πάνω σημείο που δείχνει ουσιαστική άγνοια του προσφεύγοντα αφού ερωτηθείς για τις παραβολές αυτός απάντησε με γεγονότα που συνέβησαν στον Ιησού.
9. Ο προσφεύγων ισχυρίστηκε ότι η πρώην σύζυγος του ξαναπαντρεύτηκε με άτομο που ανήκει στις μυστικές υπηρεσίες της χώρας και συνεπώς φοβάται ότι η κυβέρνηση του Ιράν θα μάθει για την αλλαγή της θρησκείας του. Ωστόσο, ερωτηθείς εάν η πρώην σύζυγος του θα επέτρεπε να συμβεί κάτι τέτοιο, αυτός απάντησε ότι δεν γνώριζε αν θα το επέτρεπε. Ισχυρίστηκε ακόμη ότι δεν έχει κάποιο στοιχείο που να αποδεικνύει ότι οι αρχές γνωρίζουν για την αλλαγή της θρησκείας του (ερυθρά 77, 49, χ9). Τα δύο σημεία που ανέφερε η λειτουργός δεν επηρεάζουν την αξιοπιστία του αλλά την ύπαρξη βάσιμου φόβου δίωξης αφού μέσα από τα λεγόμενα του προσφεύγοντα δεν φαίνεται οι αρχές να γνωρίζουν για τον προσφεύγοντα και τον Χριστιανισμό και συνεπώς δεν αντιμετωπίζει φόβο δίωξης.
10. Ο προσφεύγων ισχυρίστηκε ότι η εκκλησία στην οποία ανήκει δεν είναι πολύ γνωστή στην Κύπρο (ερυθρά 77, 49, χ10). Αν και το συγκεκριμένο σημείο, όπως και το προηγούμενο δεν φανερώνουν σημείο αναξιοπιστίας αλλά έλλειψη βάσιμου φόβου δίωξης, ωστόσο, αν και η συγκεκριμένη εκκλησία δεν είναι γνωστή εντούτοις δεν πρέπει να οδηγείται στο αυθαίρετο συμπέρασμα ότι δεν γνωρίζουν οι αρχές για τη συγκεκριμένη εκκλησία.
11. Ο προσφεύγων ισχυρίστηκε ότι η πρώτη του επαφή με τον Χριστιανισμό ξεκίνησε από την εκκλησία Church of God of Prophecy. Ωστόσο, ερωτηθείς για τη συγκεκριμένη εκκλησία δεν απάντησε σε οποιαδήποτε ερώτηση, έστω και αν παρακολούθησε μαθήματα στην συγκεκριμένη εκκλησία και αν εξακολουθεί να πηγαίνει εκεί κάποιες φορές (ερυθρά 77, 52, 48, χ11). Ορθά η λειτουργός κατέγραψε το πιο πάνω ως σημείο που πλήττει την αξιοπιστία του αφού έπρεπε να έχει κάποιες βασικές γνώσεις από την εκκλησία που τον οδήγησε στον Χριστιανισμό.»
Ο αιτητής ανάμεσα στους πολλούς λόγους ακύρωσης που προβάλλει, ισχυρίζεται ότι δεν έγινε δέουσα έρευνα από την Αναθεωρητική Αρχή ούτε αναφορικά με τη χριστιανική ζωή του ίδιου και των γιών του, ούτε προς την κατεύθυνση των κινδύνων από την επιστροφή τους στο Ιράν.
Είναι γεγονός ότι ο λειτουργός της Αναθεωρητικής Αρχής, περιορίστηκε στα συμπεράσματα του λειτουργού της Υπηρεσίας Ασύλου και αυτό, παρά το γεγονός ότι αρκετά από αυτά, αποδείχθηκαν λανθασμένα. Ενδεικτική αναφορά επί του προκειμένου μπορεί να γίνει στα σημεία 3, 4, 6 και 10 (ανωτέρω). Το σημείο 5 πιο πάνω, φανερώνει πλάνη της Αναθεωρητικής Αρχής. Ο λειτουργός της σημειώνει, σε συμφωνία με την παρατήρηση του λειτουργού της Υπηρεσίας Ασύλου, ότι η αναφορά του αιτητή στο όνομα Safi ως χριστιανικό αποτελούσε αντίφαση. Ωστόσο ο αιτητής, κατά τη συνέντευξη, δεν υπέπεσε σε οποιαδήποτε αντίφαση αφού ερωτηθείς εάν επρόκειτο για χριστιανικό όνομα απάντησε «όχι, αλλά έτσι με βάφτισαν».
Παρενθετικά θα πρέπει να υπομνήσω τις παραγράφους 199, 201 και 202 του Εγχειριδίου που θέτουν σημαντικούς κανόνες για τη διεξαγωγή της συνέντευξης και να παρατηρήσω ότι από τη στιγμή που η συντριπτική πλειοψηφία των ερωτήσεων που υποβλήθηκαν στον αιτητή σχετικά με τις γνώσεις του για τον Χριστιανισμό απαντήθηκαν επαρκώς, η άγνοια του για κάποια εξειδικευμένα θέματα (συγγραφέας των ψαλμών, παραβολές του Ιησού, λεπτομέρειες για την εκκλησία Church of God of Prophecy), δεν δικαιολογεί από μόνη της, το γενικό συμπέρασμα για αναξιοπιστία του αιτητή και απόρριψη του ισχυρισμού του ότι ασπάστηκε το Χριστιανισμό. Οι όποιες αποσπασματικές αντιφάσεις πρέπει να αξιολογούνται υπό το φως όλων των συνθηκών της υπόθεσης. Οι γενικότερες συνθήκες, που στην περίπτωση του αιτητή σηματοδοτούνταν από το γεγονός της βάφτισης του ως Χριστιανού, της φοίτησης του γιου του σε θεολογική σχολή καθώς και από τα έγγραφα που συνόδευαν την αίτηση του αναφορικά με τη συμμετοχή του σε εκκλησίες Ευαγγελιστών, ήταν τέτοιες, που δικαιολογούσαν έρευνα μέσω περαιτέρω συνέντευξης του ίδιου του αιτητή ή ακόμη και του γιού του που φοιτούσε σε θεολογική σχολή από τον αρμόδιο λειτουργό της Αναθεωρητικής Αρχής. Σύμφωνα με τις αρχές που διέπουν το βάρος απόδειξης (παρ. 195 -198 του Εγχειριδίου) καθώς και σύμφωνα με το άρθρο 28Ζ του περί Προσφύγων Νόμου, παρεχόταν υπό τις περιστάσεις δυνατότητα μιας δεύτερης συνέντευξης. Η γνησιότητα της πίστης του αιτητή μπορούσε να διερευνηθεί περαιτέρω μέσα από την εξακρίβωση των γεγονότων που ανέφεραν οι ιερείς των εκκλησιών στις οποίες συμμετείχε ο αιτητής, καθώς και από την αξιολόγηση των υπολοίπων εγγράφων (ερυθρά 2-16 και 56-75 στο διοικητικό φάκελο) τα οποία δεν φαίνεται να μελετήθηκαν επαρκώς ή να λήφθηκαν υπόψη.
Εξάλλου, η γνησιότητα των θρησκευτικών συναισθημάτων δεν συνδέεται πάντα με συγκεκριμένες θεωρητικές γνώσεις αλλά με τις γενικότερες εμπειρίες ζωής. Πολύ σημαντικά είναι τα όσα προνούνται στο «Guidelines on International Protection: Religion-Based Refugee Claims under Article 1A(2) of the 1951 Convention and/or the 1967 Protocol relating to the Status of Refugees» και συγκεκριμένα στις παραγράφους 28-31. Οι καθ' ων η αίτηση, σε αντίθεση με τις εν λόγω καθοδηγητικές πρόνοιες, επικεντρώθηκαν στην ανάλυση των γνώσεων του αιτητή προκειμένου να κρίνουν την αξιοπιστία του, αντί να αξιολογήσουν γενικά τον τρόπο ζωής του.
Τα πιο πάνω λεχθέντα αφορούν στα επιμέρους σε σχέση με την τεκμηρίωση των θρησκευτικών λόγων που οδήγησαν τον αιτητή να εγκαταλείψει τη χώρα του, που αποτελούσε τη μια ουσιώδη πτυχή της αίτησης του για αναγνώριση του ως πρόσφυγα. Πλάνη και έλλειψη δέουσας έρευνας όμως υπήρξε και ως προς την άλλη σημαντική πτυχή κατά το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου (Ν.6(Ι)/00 όπως τροποποιήθηκε), το βάσιμο φόβο καταδίωξης. Ως καταδίωξη δεν ορίζεται μόνο η απειλή θανάτου ή σωματικής βίας που επικαλέστηκε ο αιτητής αλλά και η αποστέρηση της θρησκευτικής ελευθερίας ή η παρεμπόδιση των ατομικών του δικαιωμάτων. Καθοδηγητική για τη διαπίστωση του βάσιμου φόβου είναι η παράγραφος 14 του «Guidelines on International Protection: Religion-Based Refugee Claims under Article 1A(2) of the 1951 Convention and/or the1967 Protocol relating to the Status of Refugees»:
«14. Each claim requires examination on its merits on the basis of the individual´s situation. Relevant areas of enquiry include the individual profile and personal experiences of the claimant, his or her religious belief, identity and/or way of life, how important this is for the claimant, what effect the restrictions have on the individual, the nature of his or her role and activities within the religion, whether these activities have been or could be brought to the attention of the persecutor and whether they could result in treatment rising to the level of persecution. In this context, the well-founded fear "need not necessarily be based on the applicant´s own personal experience". What, for example, happened to the claimant´s friends and relatives, other members of the same religious group, that is to say to other similarly situated individuals, "may well show that his [or her] fear that sooner or later he [or she] also will become a victim of persecution is well-founded". Mere membership of a particular religious community will normally not be enough to substantiate a claim to refugee status. As the UNHCR Handbook notes, there may, however, be special circumstances where mere membership suffices, particularly when taking account of the overall political and religious situation in the country of origin, which may indicate a climate of genuine insecurity for the members of the religious community concerned.»
Στη σελ.8 της προσβαλλόμενης απόφασης αναφέρονται τα ακόλουθα:
«Ο εκπρόσωπος του προσφεύγοντα ισχυρίζεται ότι πριν έρθει ο αιτητής στην Κύπρο είχε επαφή με Αρμένιους οι οποίοι του γνώρισαν την Χριστιανική Πίστη και Θρησκεία αλλά δεν μπορούσε να βαπτισθεί διότι δεν ήταν επιτρεπτό εκείνη την εποχή τέτοιο θέμα ιδιαίτερα στις βόρειες επαρχίες του Ιράν από όπου κατάγεται. Τέλος, ισχυρίστηκε ότι αν και οι αρχές του Ιράν δεν ενοχλούν τους Χριστιανούς άλλων ιθαγενειών, ωστόσο, όταν ένας Μουσουλμάνος γίνει Χριστιανός τότε μπορεί να του αφαιρεθεί η ζωή του. Στη συνέντευξη του ο προσφεύγων δεν αναφέρθηκε οτιδήποτε σχετικά με ενδιαφέρον του για τον Χριστιανισμό ενόσω βρισκόταν στο Ιράν. Ωστόσο, ορθά αναφέρει ότι σε περίπτωση που ένας Μουσουλμάνος που αλλάζει θρησκεία και γίνεται Χριστιανός θανατώνεται αλλά στην περίπτωση του προσφεύγοντα δεν ισχύει αφού ούτε απόδειξε ότι έχει γνήσια συναισθήματα για τον Χριστιανισμό ούτε αποδιδόμενη θρησκευτική αντίληψη από τις αρχές.»
Συνεπώς οι καθ' ων η αίτηση παραδέχονται ότι το Ιράν είναι μια χώρα στην οποία η Χριστιανική μειονότητα διώκεται. Παρόλα αυτά δεν διαπίστωσαν βάσιμο φόβο καταδίωξης στην περίπτωση του αιτητή για τους λόγους που αναφέρονται στην τελευταία παράγραφο της σελ.6 της επίδικης απόφασης, ότι δηλαδή, ο αιτητής απέτυχε να αποδείξει ότι οι Ιρανικές Αρχές γνωρίζουν ότι ασπάστηκε το Χριστιανισμό.
Σύμφωνα με την παρ. 196 του Εγχειριδίου ενώ το βάρος απόδειξης είναι καταρχάς πάνω στους ώμους του αιτητή, στη συνέχεια, εναπόκειται στον εξεταστή που είναι αρμόδιος για τον καθορισμό του προσφυγικού καθεστώτος να εκτιμήσει την εγκυρότητα των αποδεικτικών μέσων καθώς και την αξιοπιστία των ισχυρισμών του αιτούντος. Αναφέρεται επίσης ότι τις περισσότερες φορές οι ίδιοι οι αιτητές είναι δύσκολο και δεν απαιτείται να φέρουν συγκεκριμένες αποδείξεις. Συχνά, κάποιες δηλώσεις του αιτούντος θα πρέπει να αποδειχθούν από τον ίδιο τον εξεταστή με κάθε πρόσφορο μέσο. Αν τέτοια ανεξάρτητη έρευνα από τον εξεταστή δεν πετύχει ή πρόκειται για δηλώσεις που δεν επιδέχονται απόδειξης και εφόσον η θέση του αιτητή εμφανίζεται γενικά αξιόπιστη, του αποδίδεται το ευεργέτημα της αμφιβολίας.
Στην προκειμένη περίπτωση δεν τηρήθηκαν τα πιο πάνω. Ο αιτητής ανέφερε κατά τη συνέντευξη ότι η πρώην σύζυγος του γνωρίζει για τα χριστιανικά του πιστεύω και είναι τώρα παντρεμένη με παράγοντα του ιρανικού καθεστώτος, όπως επίσης και το ότι η ιρανική πρεσβεία έχει κατασκόπους που πιθανόν να γνωρίζουν. Το ότι δεν εκτέθηκε προηγουμένως στις Ιρανικές αρχές για θρησκευτικούς λόγους και δεν είχε να προσκομίσει συγκεκριμένες αποδείξεις, δεν μπορούσε να αποβεί παράγων καταλυτικός στην περίπτωση του, αν μάλιστα, αναρωτηθεί κανένας ποια άλλα αποδεικτικά μέσα αναμένετο να είχε στην κατοχή του ο αιτητής για να αποδείξει τη βασιμότητα του φόβου του. Εναπόκειτο στον εξεταστή της υπόθεσης του να διερευνήσει περαιτέρω τα όσα ισχυρίστηκε ο αιτητής προκειμένου να διαπιστώσει την λογικότητα του φόβου του και σε ποιο βαθμό θα κινδύνευε να φτάσει η καταδίωξη του ίδιου και της οικογένειας του με την ενδεχόμενη επιστροφή τους στο Ιράν.
Αξιοσημείωτη τέλος είναι η λανθασμένη αναφορά του λειτουργού της Αναθεωρητικής Αρχής στη σελ. 5 της Εκθεσης του «τα σημεία αναξιοπιστίας που διαπιστώθηκαν τόσο κατά τη πρωτοβάθμια όσο και κατά τη δευτεροβάθμια εξέταση του αιτήματος του προσφεύγοντα και της συζύγου του πλήττουν σοβαρά την αξιοπιστία τους στο πυρήνα του αιτήματος τους». Η σύζυγος του αιτητή βρισκόταν στο Ιράν και ουδέποτε αιτήθηκε άσυλο. Αιτητές ήταν μόνο ο ίδιος και οι δυο του γιοι.
Για όλους του πιο πάνω λόγους, θεωρώ ότι η επίδικη απόφαση δεν λήφθηκε μετά από δέουσα έρευνα στα πλαίσια του περί Προσφύγων Νόμου καθώς και των σχετικών εγχειριδίων της Υπάτης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών για τους πρόσφυγες. Ως αποτέλεσμα της παράλειψης διερεύνησης σημαντικών στοιχείων, θεμελιώθηκε το ενδεχόμενο πλάνης στα συμπεράσματα της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων αναφορικά τόσο με τη γνησιότητα της χριστιανικής πίστης του αιτητή όσο και με τη βασιμότητα του φόβου καταδίωξης.
Η προσφυγή επιτυγχάνει και η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται. Εξοδα £400 υπέρ του αιτητή.
Α. ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.
ΣΦ.