ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Υπόθεση Αρ. 838/2004)

 

20 Iουνίου, 2006

 

[ΝΙΚΟΛΑЇΔΗΣ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

ΜΑΡΙΑ Ι. ΧΡΙΣΤΟΥ,

 

Αιτήτρια,

 

ΚΑΙ

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ ΤΗΣ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

 

Καθ΄ων η αίτηση.

_______________

 

Γ. Σεραφείμ, για την Αιτήτρια.

Θ. Πιπερή-Χριστοδούλου (κα), Νομικός Λειτουργός, για Γεν. Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους Καθ΄ων η αίτηση.

________________

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Η αιτήτρια η οποία κατέχει θέση Βοηθού Γραμματειακού Λειτουργού, Γενικό Γραμματειακό Προσωπικό, Τμήμα Διοίκησης και Προσωπικού, αξιώνει ακύρωση της απόφασης της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας (στο εξής «η Επιτροπή»), ημερ. 11.6.2004, με την οποία μετατέθηκε από την πρεσβεία της Δημοκρατίας στις Βρυξέλλες, όπου υπηρετούσε, στο Τμήμα Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης, Υπουργείο Εσωτερικών, στη Λευκωσία, από 30.8.2004.

 

Σε κάποιο στάδιο της διαδικασίας η αιτήτρια απέσυρε τη δεύτερη θεραπεία της προσφυγής με την οποία ζητούσε ακύρωση μεταγενέστερης απόφασης της Επιτροπής, που επιβεβαίωνε τη μετάθεσή της.

 

Ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Οικονομικών, στις 3.6.2004, με επιστολή του υπέβαλε πρόταση στην Επιτροπή για μετάθεση της αιτήτριας, σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 48(2) του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου του 1990, Ν.1/90.

 

Η αιτήτρια, σε μια προσπάθεια να αποτρέψει τη μετάθεσή της, υπέβαλε στις 13.10.2003 παραστάσεις, επικαλούμενη τις προσωπικές και οικογενειακές της συνθήκες.

 

Είχε προηγηθεί απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου όπως οι πρόνοιες των περί Εξωτερικής Υπηρεσίας (Ειδικές Διατάξεις) Κανονισμών του 1968-2002, που ρυθμίζουν τη χρονική περίοδο και παραμονή των μελών της Εξωτερικής Υπηρεσίας της Δημοκρατίας στο εξωτερικό, τυγχάνουν κατ΄ αναλογία εφαρμογής και στην περίπτωση του μη διπλωματικού προσωπικού που τοποθετείται ή αποσπάται για υπηρεσία σε διπλωματικές αποστολές.

 

Η Επιτροπή, στη συνεδρία της ημερ. 11.6.2004, εξέτασε μεταξύ άλλων και τις παραστάσεις της αιτήτριας και αφού έλαβε υπ΄ όψιν τις ανάγκες της υπηρεσίας, αποφάσισε τη μετάθεσή της, με ισχύ από 30.8.2004, σύμφωνα με την πρόταση της αρμόδιας αρχής. Η απόφαση της κοινοποιήθηκε με επιστολή.

 

Η αιτήτρια πρόβαλε τον ισχυρισμό ότι η θυγατέρα της, η οποία ουδέποτε είχε φοιτήσει στην Κύπρο, παρακολουθούσε μαθήματα στο Ευρωπαϊκό Σχολείο Βρυξελλών. Αναμενόταν να ολοκληρώσει τις σπουδές της τον Ιούλιο του 2005. Αφού θα ήταν υποχρεωμένη να ακολουθήσει τη μητέρα της στην Κύπρο, θα αντιμετώπιζε ανυπέρβλητες δυσχέρειες προσαρμογής της στο εκπαιδευτικό πρόγραμμα λυκείου στην Κύπρο, το οποίο διαφέρει από εκείνο του σχολείου στο οποίο φοιτούσε. Περαιτέρω, η αιτήτρια επικαλέστηκε σοβαρές οικονομικές υποχρεώσεις και δάνεια τα οποία είχε  συνάψει, τόσο από τραπεζιτικά ιδρύματα στην Κύπρο, όσο και στο εξωτερικό γιατί δεν ανέμενε προοπτική μετάθεσής της στο άμεσο μέλλον και περιορισμό του μισθού της. Η μετάθεσή της θα προκαλούσε αναπόφευκτα την οικονομική της κατάρρευση.

 

Ο ουσιαστικότερος λόγος που επικαλείται η αιτήτρια για να πετύχει ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης είναι ότι αυτή πάσχει γιατί είναι αναιτιολόγητη και ελήφθη χωρίς τη δέουσα έρευνα. Υποστηρίζει ότι η απόφαση της Επιτροπής δεν περιέχει αιτιολογία, αφού δεν λήφθηκαν υπ΄ όψιν οι σοβαροί οικογενειακοί και προσωπικοί λόγοι που είχε επικαλεστεί. Περαιτέρω αναφέρει εξαιρέσεις στις οποίες το Υπουργικό Συμβούλιο προέβη για αριθμό άλλων υπαλλήλων που υπηρετούν στο εξωτερικό, ορισμένων μάλιστα για σοβαρούς οικογενειακούς λόγους.

 

Η αιτήτρια υποστηρίζει ότι όχι μόνο δεν δόθηκε οποιαδήποτε εξήγηση για την απόρριψη των παραστάσεών της, αλλά ούτε και οποιαδήποτε αιτιολογία που να φανερώνει στάθμιση των προσωπικών της περιστάσεων με το δημόσιο συμφέρον που επικαλούνται οι καθ΄ ων η αίτηση, του οποίου δεν έγινε ούτε εξειδίκευση.

 

Δεν συμφωνώ με την πιο πάνω αντιμετώπιση. Η Επιτροπή εξέτασε την πρόταση της αρμόδιας αρχής για μετάθεση της αιτήτριας μέσα στα πλαίσια της απόφασης του Υπουργικού Συμβουλίου να ισχύουν και για το μη διπλωματικό προσωπικό οι ρυθμίσεις που είχαν αποφασιστεί για τους διπλωματικούς υπαλλήλους. Μέσα στα πλαίσια της γενικότερης αυτής πολιτικής η Επιτροπή εξέτασε και τις προσωπικές συνθήκες της αιτήτριας, όπως αυτές παρουσιάζονται στις παραστάσεις που η ίδια υπέβαλε. Η Επιτροπή κατέληξε ύστερα από ζύγιση όλων των ενώπιόν της στοιχείων, μεταξύ των οποίων και οι οικογενειακές συνθήκες της, τη μετάθεσή της.

 

Η αιτιολογία που δίδεται συνίσταται στην ανάγκη όπως δημόσιοι λειτουργοί που υπηρετούν στο εξωτερικό, επιστρέφουν, για συγκεκριμένους λόγους στην Κύπρο.

 

Κατά τη λήψη της απόφασης αυτής λήφθηκαν υπ΄ όψιν όλες οι παράμετροι και αποφασίστηκε η μετάθεση της αιτήτριας. Δεν συμφωνώ ότι θα πρέπει να δίδεται εξειδικευμένη αιτιολογία γιατί οι παραστάσεις της αιτήτριας δεν υπερίσχυσαν της γενικότερης πολιτικής. Σχετικά με την αιτιολογία σε περιπτώσεις μετάθεσης λειτουργών που υπηρετούν στο εξωτερικό είναι χρήσιμη η αναφορά στις υποθέσεις Γεωργίου ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 782/04, ημερ. 5.10.2005, και Γιωργαλλή ν. Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας, Υποθ. Αρ. 769/04, ημερ. 5.10.2005.

 

Η γενικότερη απόφαση της μετάθεσης δημόσιων λειτουργών που υπηρετούν στο εξωτερικό αποτελεί τον κανόνα και μόνο κατ΄ εξαίρεση, σε ορισμένες περιπτώσεις, η Επιτροπή αποφάσισε να μην εφαρμόσει τη γενική αυτή αντιμετώπιση. Η απόφαση της Επιτροπής ξεκινά από την πολιτική που έθεσε το Υπουργικό Συμβούλιο. Βεβαίως κατά την άσκηση της διακριτικής της ευχέρειας η Επιτροπή, μέσα στα πλαίσια της κειμένης νομοθεσίας, λαμβάνει υπ΄ όψιν όλα τα ενώπιόν της δεδομένα. Εκείνο το οποίο θα πρέπει να εξεταστεί είναι κατά πόσο η Επιτροπή έχει κατά τη λήψη της απόφασης αυτής, ουσιαστικά υπερβεί τα ακραία όρια της διακριτικής της εξουσίας. Κάτι τέτοιο δεν συνέβη στην παρούσα περίπτωση. ΄Οση ταλαιπωρία και αν είναι πιθανόν να φέρει η απόφαση αυτή στην αιτήτρια, η Επιτροπή αποφάσισε ότι προείχε η εφαρμογή της γενικότερης πολιτικής.

 

Κατά τη γνώμη μου δεν τίθεται, στην παρούσα περίπτωση, θέμα στάθμισης των προσωπικών περιστάσεων της αιτήτριας με τις ανάγκες της υπηρεσίας. Αποφασίστηκε μέσα στα γενικά πλαίσια της εφαρμοζόμενης πολιτικής η μετάθεση των υπαλλήλων που υπηρετούσαν στο εξωτερικό για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, αφού βεβαίως λήφθηκαν υπ΄ όψιν και οι προσωπικές τους περιστάσεις. Κατ΄ εξαίρεση αποφασίζεται η μη μετάθεση ορισμένων. Το Δικαστήριο δεν μπορεί να αντικαταστήσει το αποφασίζον όργανο και να κρίνει στη θέση του ότι οι προσωπικές συνθήκες της αιτήτριας δικαιολογούσαν την έγκριση του αιτήματός της.

 

Εξ ίσου ανεδαφικό είναι και το επιχείρημα ότι σε άλλες περιπτώσεις η μετάθεση συγκεκριμένων λειτουργών απετράπη για σοβαρούς οικογενειακούς λόγους. Κάτι τέτοιο δεν συνιστά, όπως υπονοείται, παράβαση της αρχής της ισότητας, αφού σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση η Επιτροπή στάθμισε τα ενώπιόν της στοιχεία και ενήργησε αναλόγως. Δεν έχω ενώπιόν μου τις άλλες περιπτώσεις και συνεπώς δεν μπορώ, δεν μου επιτρέπεται εξάλλου, να κρίνω κατά πόσο η Επιτροπή, εκεί ενήργησε σωστά ή λανθασμένα.

 

Επίσης χωρίς βάση είναι και το επιχείρημα ότι δεν εξειδικεύονται οι λόγοι δημοσίου συμφέροντος στους οποίους γίνεται αναφορά στην προσβαλλόμενη απόφαση. Είναι φανερό από τη διατύπωση που χρησιμοποιήθηκε ότι η αιτιολογία της απόφασης είναι αυτή που είδαμε πιο πάνω, δηλαδή η ανάγκη για μετάθεση του προσωπικού που υπηρετεί στο εξωτερικό, ύστερα από συγκεκριμένη χρονική περίοδο. Η αναφορά στο δημόσιο συμφέρον είναι μόνο φραστική, αφού οι λόγοι δημόσιου συμφέροντος δεν συνιστούν την αιτιολογία της προσβαλλόμενης απόφασης.

 

Η αιτήτρια υποστηρίζει ακόμα ότι η προσβαλλόμενη απόφαση θα πρέπει να ακυρωθεί γιατί ελήφθη κατά παράβαση της αρχής της διάκρισης των εξουσιών, αφού η Επιτροπή κατά τη λήψη της απόφασης κακώς έλαβε υπ΄ όψιν τη θέση του Υπουργικού Συμβουλίου για κατ΄ αναλογία εφαρμογή των περί Εξωτερικής Υπηρεσίας (Ειδικές Διατάξεις) Κανονισμών του 1968-2002 και στην περίπτωση του Γενικού Γραμματειακού Προσωπικού που υπηρετεί στο εξωτερικό. Ισχυρίζεται ότι το Υπουργικό Συμβούλιο θέσπισε κανονιστική πράξη για τα μέλη του Γενικού Γραμματειακού Προσωπικού την οποία μόνο η Βουλή των Αντιπροσώπων, ως το αρμόδιο νομοθετικό σώμα, είχε δικαίωμα να θεσπίσει.

 

Και αυτός ο ισχυρισμός θα πρέπει να απορριφθεί. ΄Οπως έχω ήδη  δεκτεί και στη Γιωργαλλή ν. Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας, ανωτέρω, το Υπουργικό Συμβούλιο δεν έχει εκδώσει οποιουσδήποτε κανονισμούς ούτως ώστε να χρειάζεται να εξεταστεί κατά πόσο είχε την αναγκαία προς τούτο νομοθετική εξουσιοδότηση. Εκείνο το οποίο έκανε είναι, υιοθετώντας ουσιαστικά τη φιλοσοφία των κανονισμών που ισχύουν για τους διπλωματικούς υπαλλήλους, να αποφασίσει όπως ζητήσει από το αρμόδιο σώμα, την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας, μέσω της αρμόδιας αρχής, δηλαδή του Υπουργείου Οικονομικών, όπως η αιτήτρια και άλλοι υπάλληλοι που υπηρετούσαν στο εξωτερικό, μετατεθούν. Το  Υπουργικό Συμβούλιο δεν εξέδωσε νέους κανονισμούς, ούτε τροποποίησε υφιστάμενους.

 

Εν όψει των ανωτέρω, η προσφυγή απορρίπτεται, με έξοδα εναντίον της αιτήτριας.

 

Φρ. Νικολαΐδης, Δ.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

/ΜΔ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο