ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 808/2003)
28 Φεβρουαρίου, 2006
[ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 25, 28 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΑΝΔΡΕΑΣ ΚΥΡΙΑΚΟΥ ΤΟΟΥΛΗ,
Αιτητής,
- KAI -
ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΜΕΣΩ
1. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΓΕΩΡΓΙΑΣ, ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ,
2. ΠΡΟΙΣΤΑΜΕΝΟΥ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΜΕΤΑΛΛΕΙΩΝ,
Καθ΄ων η Αίτηση.
- - - - - -
Ι. Νικολάου, για τον Αιτητή.
Ε. Καρακάννα, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ΄ων η Αίτηση.
- - - - - -
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ.: Ο αιτητής κατείχε Προνόμιο Λατομείου άμμου με αρ. ΠΛ6685, Τάξης «Β», στο χωριό Αχερίτου, εντός της Βρετανικής Βάσης Δεκέλειας, για την περίοδο από 2.2.1988 μέχρι 1.2.2989. Στις 12.1.1989 υπέβαλε αίτηση για ανανέωση της άδειας, η οποία, όμως, απορρίφθηκε για το λόγο ότι ο Διοικητής της Βάσης, με επιστολή του ημερομηνίας 9.2.1989, πληροφόρησε το Διευθυντή Μεταλλείων ότι έφερε ένσταση στην ανανέωση για στρατιωτικούς λόγους. (Βλ. Τεκμήρια 10 και 11 στην Ένσταση).
Στις 30.11.1992 ο αιτητής υπέβαλε στο Διευθυντή Μεταλλείων την υπ΄ αρ. ΠΛ8267 αίτηση για την παροχή Προνομίου Λατομείου, Τάξης «Α», για περίοδο πέντε ετών, στην ίδια περιοχή. Με επιστολή ημερομηνίας 12.5.1993, ο Υπουργός Εμπορίου και Βιομηχανίας πληροφόρησε τον αιτητή ότι η αίτησή του απορρίφθηκε. Η απορριπτική απόφαση προσβλήθηκε από τον αιτητή με την υπ΄ αρ. 589/1993 προσφυγή στο Ανώτατο Δικαστήριο. Η προσφυγή απορρίφθηκε. (Βλ. Ττοουλή ν. Δημοκρατίας (1995) 4 ΑΑΔ 1682). Ο αιτητής εφεσίβαλε την απορριπτική απόφαση με επιτυχία. Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου την παραμέρισε ακυρώνοντας, συγχρόνως, και την επίδικη διοικητική απόφαση. Έκρινε ότι η αιτιολογία που εδόθη για την απόρριψη της αίτησης ήταν ελλιπής, πεπλανημένη και ανακριβής καθ΄ όσον ο διοικητικός φάκελος δεν αποκάλυπτε οποιαδήποτε υφιστάμενη πολιτική για τη μη δημιουργία νέων προνομίων. (Βλ. Ττοουλή ν. Δημοκρατίας (1998) 3 ΑΑΔ 736). Η αίτηση της 30.11.1992 οδηγήθηκε έτσι σε επανεξέταση. Απορρίφθηκε, όμως, και πάλι, στις 3.12.1999, με αποτέλεσμα την καταχώρηση νέας προσφυγής, της 314/2000, η οποία, αυτή τη φορά, αποσύρθηκε αφού η απορριπτική απόφαση ανακλήθηκε στις 10.4.2001. Ακολούθησε νέα επανεξέταση, η οποία και πάλι απέληξε στην απόρριψη της αίτησης από τον Υπουργό Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος, ο δε αιτητής ειδοποιήθηκε σχετικά με επιστολή ημερομηνίας 27.8.2001. (Βλ. Κυανούν 93 στο Τεκμήριο 1). Ο αιτητής προσέφυγε και πάλι στο Ανώτατο Δικαστήριο με την υπ΄ αρ. 934/2001 προσφυγή. Με απόφασή του ημερομηνίας 26.9.2002, το Ανώτατο Δικαστήριο αποδέχθηκε την προσφυγή και ακύρωσε την επίδικη διοικητική απόφαση με το σκεπτικό ότι αυτή ήταν προϊόν πλάνης περί τα πράγματα λόγω μη δέουσας έρευνας του θέματος της καταλληλότητας των υλικών και ανεπαρκούς αιτιολογίας ενώ, ταυτόχρονα, αποκάλυπτε και αντιφατική στάση της διοίκησης που επιμαρτυρούσε και την ελλειπτικότητα της έρευνας. (Βλ. Ττοουλή ν. Δημοκρατίας, Προσφυγή Αρ. 934/2001, 26.9.2002). Ακολούθησε νέα επανεξέταση της αίτησης της 30.11.1992. Με επιστολή του ημερομηνίας 4.12.2002 προς το Διοικητή Βάσης Δεκέλειας, ο Προϊστάμενος Υπηρεσίας Μεταλλείων, ζήτησε, σύμφωνα με την Οδηγία 4 του 1976 (Ordinance 4 of 1976), τη συγκατάθεση ή τις απόψεις του για την παραχώρηση της αίτησης, αφού λάβει υπόψη τα δεδομένα της 30.11.1992. (Βλ. Κυανούν 161 στο Τεκμήριο 1). Η απάντηση ημερομηνίας 16.5.2003 ήταν η ακόλουθη:
"APPLICATION FOR A QUARRY LICENCE (Q.L.No.8267) BY ANDREAS K. TOOULI AT AYIOS NIKOLAOS
Reference: DKL. 77/63/A (VII) dated 1 May 1991 (copy attached)
1. I wish to refer to the above application and to inform you that it was rejected, as it was detrimental to military requirements.
2. It is noted that in the same area, the application for Quarry Licence No 8144 by Evgenios Klitou was also rejected on 1 May 1991, for the same reasons (Ref A).
3. Your file Π.Λ.8267 is returned herewith."
(Βλ. Κυανούν 163 στο Τεκμήριο 1).
Ακολούθως, στις 22.5.2003, η αίτηση της 30.11.1992 προωθήθηκε από τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Μεταλλείων στο Υπουργείο Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος με την εισήγηση να απορριφθεί. (Βλ. Κυανά 171-170 στο Τεκμήριο 1). Με τη σειρά του, ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου, στις 11.6.2003,εισηγήθηκε στον Υπουργό Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος την απόρριψη της αίτησης "λόγω ένστασης των Βρετανικών Βάσεων για στρατιωτικούς λόγους". (Βλ. Κυανούν 172 στο Τεκμήριο 1). Την ίδια μέρα, ο Υπουργός πήρε την ακόλουθη απόφαση:
"Με βάση τα ενώπιόν μου στοιχεία, τις συστάσεις του Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Μεταλλείων, του Γενικού Διευθυντή καθώς και την Απόφαση του Δικαστηρίου στην Υπόθεση 934/01, η αίτηση του κ. Ανδρέα Κ. Ττοουλή ημερομηνίας 30.11.1992 για Προνόμιο Λατομείου τάξης «Α» για εξόρυξη άμμου κοντά στο χωριό Αχερίτου της Επαρχίας Αμμοχώστου, περιοχή που βρίσκεται μέσα στα όρια των Βρετανικών Βάσεων Δεκέλειας, με βάση το νομικό και πραγματικό καθεστώς που ίσχυε κατά τον ουσιώδη χρόνο (ήτοι 30/11/1992), απορρίπτεται λόγω ένστασης των Βρετανικών Αρχών (Διοικητή Βάσεων Δεκέλειας) για στρατιωτικούς λόγους. Συγκεκριμένα, ο Διοικητής Βρετανικών Βάσεων Δεκέλειας, με επιστολή του ημερομηνίας 16.5.2003, μας πληροφορεί ότι η αίτηση του κου Ττουλή έχει απορριφθεί, διότι θα ήταν επιζήμια στις απαιτήσεις του στρατού. Περαιτέρω, αναφέρει ότι στην ίδια περιοχή, η αίτηση για Προνόμιο Λατομείου με αριθμό 8144 του κου Ευγένιου Κλείτου, έχει απορριφθεί την 1.5.1991 για τους ίδιους λόγους.
Αποφασιστικής σημασίας για τη λήψη της απόφασης μου είναι τα πιο κάτω:
(i) Η παραχώρηση προνομίου λατομείου μέσα στις περιοχές των Βρετανικών Βάσεων ρυθμίζεται από την Mines and Quarries (Regulation) Ordinance των Βάσεων με τις τροποποιήσεις της και τα σχετικά Public Instruments που έχουν εκδοθεί δυνάμει της ίδιας Ordinance. Με την Ordinance 4 of 1976 η εξουσία για έκδοση Προνομίου Λατομείου στα όρια των Βρετανικών Βάσεων έχει εκχωρηθεί στον αρμόδιο Λειτουργό που επιλαμβάνεται τέτοιων θεμάτων, με βάση τις πρόνοιες του Περί Ρύθμισης Μεταλλείων και Λατομείων Νόμου Κεφ. 270, πάντοτε όμως υπό την προϋπόθεση της συγκατάθεσης των Αρχών των Βάσεων.
(ii) Το ίδιο συνάγεται και από τις πρόνοιες του δέκατου πέμπτου Παραρτήματος (Appendix O) της Συνθήκης Εγκαθίδρυσης. Δηλαδή, η έκδοση Προνομίου Λατομείου στα όρια των Βρετανικών Βάσεων γίνεται από τον αρμόδιο Λειτουργό που επιλαμβάνεται τέτοιων θεμάτων, με βάση τις πρόνοιες του Περί Ρυθμίσεως Μεταλλείων και Λατομείων Νόμου Κεφ. 270, πάντοτε υπό την προϋπόθεση της συγκατάθεσης των Αρχών των Βάσεων."
(Βλ. Κυανούν 178 στο Τεκμήριο 1).*
Η πιο πάνω απόφαση του Υπουργού κοινοποιήθηκε στον αιτητή με επιστολή του Προϊσταμένου Υπηρεσίας Μεταλλείων, ημερομηνίας 23.6.2003, είναι δε το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής.
Προβάλλεται ως λόγος ακυρώσεως ότι η επίδικη απόφαση πάσχει για το λόγο ότι λήφθηκε κατά "παράβαση της Αρχής της επανεξέτασης", ήτοι της αρχής ότι, κατά τη διαδικασία της επανεξέτασης, το αρμόδιο διοικητικό όργανο οφείλει να προχωρήσει με βάση το νομικό και πραγματικό καθεστώς που ίσχυε όταν εξέδωσε την απόφαση που ακυρώθηκε από το Δικαστήριο. Σύμφωνα με το δικηγόρο του αιτητή, εφόσον "κατά τον ουσιώδη χρόνο που υποβλήθηκε η αίτηση του αιτητή, ήτοι την 30.11.1992, δεν είχαν ζητηθεί οι απόψεις των Βάσεων και ή και αν ακόμα αυτές είχαν ζητηθεί αυτές δεν είχαν δοθεί" ... "αυτές δεν συνιστούσαν μέρος του πραγματικού καθεστώτος που ίσχυε κατά τον ουσιώδη χρόνο λήψης της πρώτης απόφασης". Οι απόψεις του Διοικητή που περιέχονται στην επιστολή της 16.5.2003 συνιστούσαν, συνεχίζει η εισήγηση, "καθαρά νέο και εκ των υστέρων γεγονός και ή στοιχείο το οποίο σε καμιά περίπτωση μπορούσε να ληφθεί υπόψη, καθότι αντίκειται στις βασικές αρχές επανεξέτασης πράξης η οποία ακυρώθηκε".
Ο προβαλλόμενος λόγος ακυρώσεως αυτός δεν ευσταθεί. Είναι γεγονός ότι, κατά τον ουσιώδη χρόνο, ήτοι στις 30.11.1992, δεν υπήρχε οποιαδήποτε συγκατάθεση ή άρνηση συγκατάθεσης εκ μέρους του Διοικητή αναφορικά με την αίτηση του αιτητή. Αν και του είχαν σταλεί σχετικές επιστολές από την Υπηρεσία Μεταλλείων, αυτός δεν απαντούσε. Το γεγονός, όμως, αυτό, της μη ύπαρξης, δηλαδή, τοποθέτησης του Διοικητή κατά τον ουσιώδη χρόνο, δεν σημαίνει ότι, το Μάιο του 2003, στα πλαίσια της επανεξέτασης της αίτησης της 30.11.1992, δεν μπορούσαν να ζητηθούν και δοθούν οι απόψεις του Διοικητή και, στη συνέχεια, να ληφθούν υπόψη από την αρμόδια αρχή, αρκεί οι απόψεις αυτές να εδίδοντο μεν το Μάιο του 2003, αλλά με αναφορά στον ουσιώδη χρόνο, ήτοι τις 30.11.1992.
Προβάλλεται, επίσης, ως λόγος ακυρώσεως ότι, έστω και αν οι απόψεις του Διοικητή μπορούσαν να δοθούν το Μάιο του 2003 παρά, δηλαδή, το γεγονός ότι καμιά άποψη δεν δόθηκε το 1992, οι απόψεις αυτές, όπως περιέχονται στην επιστολή του της 16.5.2003, "δεν αναφέρονται στα γεγονότα εκείνης της εποχής, δηλαδή του ουσιώδους χρόνου λήψης της πρώτης απόφασης", αλλά δίδονται με βάση τα δεδομένα του 2003 και, με αυτή την έννοια, συνιστούν "νέο στοιχείο και, εν πάση περιπτώσει, στοιχείο το οποίο αντιβαίνει στις βασικές αρχές επανεξέτασης ακυρωθείσης απόφασης".
Ούτε αυτός ο λόγος ευσταθεί. Με την επιστολή του της 4.12.2002 προς το Διοικητή, ο Προϊστάμενος Υπηρεσίας Μεταλλείων ζήτησε τη συγκατάθεση ή τις απόψεις του για την παραχώρηση της αίτησης της 30.11.1992, διευκρινίζοντας ότι η συγκατάθεση ή οι απόψεις του θα έπρεπε να δοθούν "λαμβάνοντας υπόψη τα τότε δεδομένα", ήτοι τα δεδομένα της περιόδου που κατατέθηκε η αίτηση, δηλαδή το 1992. Ζήτησε, επίσης, να έχει τις απόψεις του Διοικητή "και με βάση τα σημερινά δεδομένα". (Βλ. Κυανούν 161 στο Τεκμήριο 1). Ο Διοικητής απάντησε με την επιστολή της 16.5.2003 (πιο πάνω). Από την επιστολή αυτή προκύπτει, αναντίλεκτα κατά την άποψή μου, ότι η άρνηση της συγκατάθεσης του Διοικητή για την παραχώρηση της αίτησης της 30.11.1992 γίνεται με αναφορά στον ουσιώδη χρόνο, ήτοι το 1992. Και τούτο διότι εκείνο που ουσιαστικά λέγει ο Διοικητής είναι ότι η συγκατάθεση δεν μπορεί να δοθεί, με αναφορά στο 1992, εφόσον ήδη από το 1991 συνέτρεχαν στρατιωτικοί λόγοι στη βάση των οποίων ανάλογη αίτηση από κάποιον Ευγένιο Κλείτου απορρίφθηκε την 1.5.1991. Δεν δόθηκε, δηλαδή, η αναγκαία συγκατάθεση βάσει της Ordinance 4 of 1976 και του Appendix O του 15ου Παραρτήματος της Συνθήκης Εγκαθίδρυσης της Δημοκρατίας.
Άλλος λόγος ακυρώσεως που προβάλλεται είναι ότι "η προσβαλλόμενη απόφαση αντίκειται σαφώς προς το δεδικασμένο που απορρέει από την Α.Ε.2151 και από την ακυρωτική απόφαση στην υποθ. αρ. 934/2001, ημερομηνίας 26/9/2001". Και τούτο διότι "οι καθ΄ων η αίτηση παρέλειψαν να ενδιατρίψουν ως όφειλαν στα θέματα που κρίθηκε από το ακυρωτικό δικαστήριο ότι έπασχε η προσβαλλόμενη απόφαση και συγκεκριμένα να προβούν στην δέουσα υπό τις περιστάσεις έρευνα, αναφορικά με την καταλληλότητα και την ποιότητα των υλικών που θα παράγουν οι Αιτητές και/η δεν εδόθησαν ούτε και διατυπώθησαν οι περαιτέρω θέσεις της Τεχνικής Υπεπιτροπής Αμμοχαλίκων, ως έκρινε το Ανώτατο Δικαστήριο στις κατά σειράν ακυρωτικές αποφάσεις.".
Και αυτός ο λόγος είναι αβάσιμος. Ελλείψει της αναγκαίας συγκατάθεσης του Διοικητή για την παραχώρηση της αίτησης της 30.11.1992, στη βάση, πάντοτε, του πραγματικού καθεστώτος που ίσχυε κατά τον ουσιώδη χρόνο, η οποιαδήποτε ενδιάτριψη των καθ΄ων η αίτηση στα θέματα που κρίθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο ότι έπασχαν οι αποφάσεις των καθ΄ων η αίτηση που ακυρώθηκαν, θα συνιστούσε απλώς άσκηση επί χάρτου. Ενέργεια, δηλαδή, χωρίς πραγματικό αντικείμενο.
Ο τελευταίος λόγος ακυρώσεως που προβάλλεται είναι ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι αναιτιολόγητη, κατά παράβαση του άρθρου 26(1) του περί Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999 (Νόμος 158(1)/1999). Και τούτο διότι "Οι καθ΄ων η αίτηση παρέλειψαν να αναφέρουν τους ακριβείς λόγους για τους οποίους απορρίφθηκε η αίτηση του Αιτητή και/ή παρέλειψαν να εξειδικεύσουν αυτούς, αλλά αρκέστηκαν στον απλό και αόριστο ισχυρισμό, ότι αυτή απορρίπτεται για στρατιωτικούς λόγους, καθότι αυτή θα ήταν επιζήμια στις απαιτήσεις του στρατού, χωρίς αυτό να εξειδικεύεται περαιτέρω, χωρίς να διευκρινίζεται η βλάβη και/ή ζημιά στις απαιτήσεις του στρατού στην συγκεκριμένη περιοχή.".
Ούτε αυτός ο λόγος ευσταθεί. Ο Διοικητής της Βάσης Δεκέλειας δεν είναι όργανο ή αρχή ή πρόσωπο του οποίου η άσκηση των εξουσιών υπόκειται στον έλεγχο του Ανωτάτου Δικαστηρίου, βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος. Η άρνησή του να συγκατατεθεί στην παραχώρηση της αίτησης της 30.11.1992, έστω και αναιτιολόγητη, δεν μπορούσε παρά να οδηγήσει, άνευ ετέρου, στην απόρριψη της αίτησης από την αρμόδια Αρχή της Δημοκρατίας, ήτοι τον Υπουργό Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος.
Η προσφυγή απορρίπτεται, με έξοδα εις βάρος του αιτητή.
Ρ. Γαβριηλίδης,
Δ.
/ΧΤΘ
* Η Ordinance 4 of 1976 και το Appendix O επισυνάπτονται ως Παραρτήματα Α και Β στη γραπτή αγόρευση της δικηγόρου του καθ΄ου η αίτηση.