ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 462/2005)
17 Ιανουαρίου, 2006
[ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δικαστής.]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 146, 29, 30 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ, ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ ΝΟΜΟΥ 6(Ι)/2000, ΤΗΣ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΤΗΣ ΓΕΝΕΥΗΣ ΤΟΥ 1951 ΚΑΙ ΤΗΣ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΤΟΥ ΔΟΥΒΛΙΝΟΥ ΤΟΥ 1990
MD SOBOG HOSSAIN SOBOG,
Αιτητής,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΔΙΑ:
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ,
Καθ΄Ης η Αίτηση.
_________
Κρ. Παπαλοΐζου, για τους Αιτητές.
Μ. Στυλιανού, δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για την Καθ΄ Ης η Αίτηση.
_________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Η προσφυγή προσβάλλει τη νομιμότητα απόφασης της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων (ΑΑΠ) με την οποία απορρίφθηκε ιεραρχική προσφυγή του Αιτητή εναντίον απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου με την οποία απορρίφθηκε αίτημα του για αναγνώριση του ως Πολιτικού Πρόσφυγα.
Ο Αιτητής είναι από τη Μπαγκλατές. Ήλθε στην Κύπρο χωρίς άδεια εισόδου στις 30.10.2003 και στις 24.11.2003 υπέβαλε το εν λόγω αίτημά του. Το αίτημα εξετάσθηκε. Έγινε συνέντευξη του Αιτητή και υπεβλήθη σχετική εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου ο οποίος στη βάση αυτής αποφάσισε την απόρριψη του αιτήματος. Ακολούθησε η ιεραρχική προσφυγή και, με την απόρριψη της, η προσφυγή.
Σε στήριξη της προσφυγής, ο ευπαίδευτος συνήγορος για τον Αιτητή προβαίνει σε σειρά εισηγήσεων. Μία εισήγηση είναι ότι η απόφαση πάσχει καθ΄όσον η απόφαση της "επιτροπής" υπογράφεται από τον προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου κ. Κτωρή και δεν ελήφθη από την "Αρχή" ως σώμα. Φρονώ ότι υπάρχει σύγχυση εδώ. Η εισήγηση αναφέρεται προφανώς όχι στην προσβαλλόμενη απόφαση της ΑΑΠ αλλά στην επικυρωθείσα από αυτή απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου. Δεν μπορούσε λοιπόν να ελαμβάνετο από την "Αρχή", προφανώς την ΑΑΠ. Ούτε βεβαίως εν πάση περιπτώσει, καταδεικνύεται ότι ο Προϊστάμενος της Υπηρεσίας Ασύλου δεν ήταν αρμόδιος προς λήψη της απόφασης εκείνης, αλλά και τέτοια εισήγηση δεν ετέθη στην ιεραρχική προσφυγή.
Εισηγείται έπειτα ο κ. Παπαλοΐζου ότι η απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου κοινοποιήθηκε στον Αιτητή σε γλώσσα μη καταληπτή από τον ίδιο, δηλαδή την Αγγλική. Εκτός του ότι όμως και πάλι τέτοια εισήγηση δεν έγινε στην ιεραρχική προσφυγή, ουδείς επηρεασμός των δικαιωμάτων του Αιτητή υπήρξε αφού μάλιστα αυτό δεν τον εμπόδισε να καταχωρίσει την ιεραρχική προσφυγή κατά της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου, προφανώς αντιλαμβανόμενος αυτή πλήρως.
Άλλη εισήγηση είναι ότι στην επιστολή με την οποία ο Αιτητής εκαλείτο σε συνέντευξη με την Υπηρεσία Ασύλου δεν του γνωστοποιήθησαν τα δικαιώματα του και ειδικά ότι δικαιούτο να παρίσταται με δικηγόρο ή εκπρόσωπο της Υπάτης Αρμοστείας για τους Πρόσφυγες. Και πάλι τέτοια εισήγηση δεν θα μπορούσε να εξετασθεί αφού δεν ετέθη στην ιεραρχική προσφυγή. Εν πάση περιπτώσει όμως, αμφιβάλλω αν η Υπηρεσία Ασύλου είχε τέτοια υποχρέωση, ούτε υπάρχει ισχυρισμός ή τεκμηρίωση επηρεασμού του αιτητή από την παράλειψη αυτή.
Εισηγείται επίσης ο κ. Παπαλοΐζου ότι η Υπηρεσία Ασύλου δεν κράτησε πρακτικά της συνέντευξης ώστε να μπορεί το Δικαστήριο να ελέγξει την ορθότητα και το βάσιμο των συμπερασμάτων της. Ούτε αυτή η εισήγηση ετέθη στην ιεραρχική προσφυγή, η οποία προσέβαλε μόνο την ουσιαστική απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου επί των ενώπιον της δεδομένων. Και έτσι όμως, παρατηρώ ότι κάθε άλλο παρά δεν ετηρήθησαν τέτοια πρακτικά αφού όλη η συνέντευξη του Αιτητή είναι ενώπιον του Δικαστηρίου, περιλαμβανομένης της σχετικής αίτησης που είχε υποβάλει ο Αιτητής.
Κατά τα λοιπά, οι εισηγήσεις του κ. Παπαλοΐζου αφορούν την ουσιαστική πτυχή της απόφασης. Δεν έγινε, εισηγείται, δέουσα έρευνα, με αποτέλεσμα η ΑΑΠ να ενεργούσε υπό πλάνη ως προς τη σημασία που απέδωσε στα στοιχεία που ο Αιτητής είχε προσκομίσει σε στήριξη της θέσης του ότι έπρεπε να θεωρηθεί πολιτικός πρόσφυγας, τοσούτο μάλλον αφού η ΑΑΠ δεν προέβη σε δική της έρευνα παρά μόνο εβασίσθη σε έκθεση του Λειτουργού της Υπηρεσίας Ασύλου. Δική της έρευνα βεβαίως, με την έννοια πρωτογενούς διακρίβωσης των στοιχείων, η ΑΑΠ δεν είχε υποχρέωση να διεξάγει. Το κρινόμενο από την ΑΑΠ ήταν η ορθότητα της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου στη βάση των ήδη υπαρχόντων στοιχείων. Έπειτα, αυτό που ουσιαστικά επιδιώκει ο Αιτητής είναι η αμφισβήτηση της πρωτογενούς κρίσης της διοίκησης, ως μόνης αρμόδιας, επί των ενώπιον της στοιχείων, με την επίκληση της σημασίας που ο ίδιος αποδίδει στα εν λόγω στοιχεία. Κάτι τέτοιο όμως δεν είναι ο προορισμός της παρούσα διαδικασίας. Εφ΄ όσον η διοίκηση ενήργησε με καλή πίστη και η απόφαση δεν είναι έκδηλα παράνομη, το Δικαστήριο δεν επεμβαίνει στην κρίση της. Τοσούτο μάλλον αφού η προσβαλλόμενη απόφαση αποκαλύπτει ενδελεχή διερεύνηση και είναι πλήρως εμπεριστατωμένη.
Η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται. Ο Αιτητής θα καταβάλει £400 έξοδα στη Δημοκρατία.
Δ. Χατζηχαμπής,
Δ.
/ΚΧ"Π