ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 1250/2003)
9 Νοεμβρίου, 2005
[ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δικαστής.]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 146 ΚΑΙ 28 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΕΙΡΗΝΗ Σ. ΣΟΦΟΚΛΕΟΥΣ,
Αιτήτρια,
ν.
ΑΡΧΗΣ ΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟΥ ΚΥΠΡΟΥ,
Καθ΄Ης η Αίτηση.
_________
Γ. Σεραφείμ, για την Αιτήτρια.
Κ. Στιβαρού, για την Καθ΄ Ης η Αίτηση.
Λ. Γεωργιάδη για Λοττίδης και Λοττίδης, για το Ενδιαφερόμενο Μέρος 5.
_________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Με προηγούμενη προσφυγή της (Σοφοκλέους ν. ΑΗΚ, 874/2002) η Αιτήτρια είχε προσβάλει το διορισμό στις 25.6.2002 των πέντε Ενδιαφερομένων Μερών στη θέση Βοηθού Ηλεκτρολόγου Μηχανικού της Καθ΄Ης η Αίτηση, Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (ΑΗΚ). Η προσφυγή ήταν επιτυχής και ο διορισμός ακυρώθηκε στις 11.7.2003 για πληθώρα λόγων, οπότε ακολούθησε επανεξέταση η οποία απέληξε και αυτή στο διορισμό στις 21.10.2003 των Ενδιαφερομένων Μερών, τον οποίο και προσβάλλει η Αιτήτρια με την προσφυγή αυτή.
Στην απαντητική αγόρευση του ο ευπαίδευτος συνήγορος για την Αιτήτρια εγείρει για πρώτη φορά θέμα κακής λειτουργίας του Διοικητικού Συμβουλίου της ΑΗΚ. Το θέμα αυτό θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι καλύπτεται από το νομικό σημείο 11 της προσφυγής, έστω και αν αυτό είναι διατυπωμένο με μεγάλη γενικότητα, αν και, αν όντως ήταν πρόθεση της Αιτήτριας να βασισθεί σε αυτό, θα αναμένετο να πράξει τούτο εξ αρχής στην αγόρευσή της ώστε να υπήρχε και κανονική απάντηση στην αγόρευση της ΑΗΚ, και όχι στην απαντητική αγόρευσή της. Παρά ταύτα θα το εξετάσω, και μάλιστα κατά προτεραιότητα ως εκ της φύσης του, αφού τα απαραίτητα στοιχεία είναι ενώπιον του Δικαστηρίου.
Φαίνεται ότι από τη συνεδρία της 2.9.2003, κατά την οποία το Διοικητικό Συμβούλιο ενημερώθηκε για την ακυρωτική απόφαση και αποφάσισε να προβεί σε επανεξέταση, απουσίαζαν τα μέλη αυτού κ. Παπαδάκης και κ. Φρακάλας τα οποία, όπως αναγράφεται στα πρακτικά, κλήθησαν να παραστούν αλλά δεν μπόρεσαν λόγω κωλύματος. Στην επόμενη συνεδρία του Διοικητικού Συμβουλίου στις 21.10.2003 κατά την οποία ελήφθη και η προσβαλλόμενη απόφαση ο κ. Παπαδάκης και πάλι απουσίαζε, όπως αναφέρεται στα πρακτικά, καθ΄ ότι, αν και κληθείς, ευρίσκετο στο εξωτερικό, ήταν όμως παρών ο κ. Φρακάλας. Θέμα για τον κ. Παπαδάκη δεν μπορεί βεβαίως να τίθεται, εφ΄όσον η απουσία του ήταν και στις δύο συνεδρίες και δεν επηρέαζε την απαραίτητη απαρτία. Ως προς τον κ. Φρακάλα, η θέση του κ. Σεραφείμ είναι ότι δεν καταγράφεται στα πρακτικά της συνεδρίας της 21.10.2003 ότι ενημερώθηκε και συμφώνησε με τα αποφασισθέντα στη συνεδρία της 2.9.2003, η οποία ήταν ουσιαστική και όχι τυπικής φύσης, με αποτέλεσμα να μην ήταν νόμιμη η λειτουργία του Διοικητικού Συμβουλίου κατά τη συνεδρία της 21.10.2003.
Δεν με βρίσκει σύμφωνο η εισήγηση. Κατ΄αρχή, το μόνο το οποίο απεφασίσθη στη συνεδρία της 2.9.2003 ήταν η επανεξέταση του θέματος, στην οποία εκ καθήκοντος όφειλε να προβεί η ΑΗΚ, με παραπομπή, ως η διαδικασία, στη Συμβουλευτική Επιτροπή για Θέματα Προσωπικού. Δεν επρόκειτο λοιπόν για συνεδρία ουσίας. Και άλλως όμως να ήταν το πράγμα, είναι πρόδηλο από τα πρακτικά της συνεδρίας της 21.10.2003 ότι ο κ. Φρακάλας ήταν πλήρως ενήμερος των προηγηθέντων στη συνεδρία της 2.9.2003 στα οποία γίνεται επαρκέστατη αναφορά, αλλά και σύμφωνος προς αυτά αφού ήταν στη βάση αυτών και στη βάση των όσων ακολούθησαν, και δη της διαδικασίας ενώπιον της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής, που διεξήχθη η συνεδρία της 21.10.2003 και ελήφθη η προσβαλλόμενη απόφαση.
Άλλη εισήγηση του κ. Σεραφείμ είναι ότι υπήρξε παράνομη μεταβίβαση αρμοδιότητας και εξουσίας του Διοικητικού Συμβουλίου σε αναρμόδιο διοικητικό όργανο, συγκεκριμένα τη Μεικτή Επιτροπή, για διεξαγωγή των προφορικών συνεντεύξεων. Ότι το Διοικητικό Συμβούλιο μεταβίβασε την εν λόγω αρμοδιότητα και εξουσία του στη Μεικτή Επιτροπή είναι γεγονός. Η ευπαίδευτη συνήγορος για την ΑΗΚ εισηγείται όμως, πέραν του ότι, επί της ουσίας, δεν υπήρχε παρανομία στην ενέργεια αυτή, ότι το θέμα δεν μπορεί να εξετασθεί αφού δεν είχε περιληφθεί στους λόγους ακύρωσης που προωθήθησαν στην προσφυγή 874/02. Ο κ. Σεραφείμ δεν αρνείται τούτο, αντιτείνει όμως ότι το θέμα θα μπορούσε παρά ταύτα να εξετασθεί και αυτεπαγγέλτως ως θέμα δημόσιας τάξης.
Δεν συμφωνώ. Εκτός του ότι, όπως παρατηρεί η κα Στιβαρού, είναι τουλάχιστον αμφίβολο ότι το θέμα μπορεί να χαρακτηρισθεί ως δημόσιας τάξης, δεν θα ήμουν διατεθειμένος να πράξω αυτεπαγγέλτως ως προς τέτοιο θέμα το οποίο, καταλήγω, δεν μπορεί να εγείρεται στη δεύτερη αυτή προσφυγή αφού δεν ηγέρθη στην πρώτη στην οποία και θα αναμένετο να εγείρετο και μάλιστα σαν θέμα προτεραιότητας.
Εισηγείται επίσης ο κ. Σεραφείμ ότι κακώς ελήφθησαν υπ΄όψη κατά την επανεξέταση τα πορίσματα της Μεικτής Υπεπιτροπής (της λεγόμενης Επιτροπής Διεξαγωγής Προσωπικών Συνεντεύξεων) αφού εν τω μεταξύ είχε αλλάξει η σύνθεση των αρμόδιων οργάνων, δηλαδή της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής και του Διοικητικού Συμβουλίου της ΑΗΚ. Κατά την επανεξέταση, εισηγείται ο κ. Σεραφείμ, το Διοικητικό Συμβούλιο ή η Συμβουλευτική Υπεπιτροπή όφειλαν να είχαν διεξάγει νέες προσωπικές συνεντεύξεις. Με αποτέλεσμα, τα πορίσματα της Μεικτής Επιτροπής να συνιστούσαν υποκειμενικό και εξωγενές κριτήριο. Η κα Στιβαρού απαντά ότι οι προσωπικές συνεντεύξεις δεν είχαν γίνει από το Διοικητικό Συμβούλιο ή από τη Συμβουλευτική Υπεπιτροπή και έτσι δεν επηρεάζοντο από τις αλλαγές στις συνθέσεις τους, συνιστούσαν δε αντικειμενικό στοιχείο κρίσης που μπορούσε να χρησιμοποιηθεί κατά την επανεξέταση, χωρίς να επιβάλλετο η διεξαγωγή νέων προσωπικών συνεντεύξεων, και περαιτέρω ότι η διεξαγωγή προσωπικών συνεντεύξεων είναι δυνητική και όχι επιτακτική.
Το τελευταίο σημείο της κας Στιβαρού θα είχε νόημα μόνο αν δεν είχαν ληφθεί υπ΄ όψη τα αποτελέσματα των προσωπικών συνεντεύξεων. Κατά τα λοιπά, πρέπει πρώτα να εξετασθεί από ποίο στάδιο όφειλε να είχε γίνει η επανεξέταση. Η ακυρωτική απόφαση εβασίσθη ουσιαστικά στη διαπίστωση έλλειψης δέουσας έρευνας ως προς τα προσόντα και την πείρα των υποψηφίων. Από εκεί θα έπρεπε λοιπόν να επανεξετασθεί το πράγμα. Η διαπίστωση όμως των προσόντων και της πείρας των υποψηφίων δεν περιορίζετο στη Συμβουλευτική Υπεπιτροπή και το Διοικητικό Συμβούλιο αλλά φαίνεται να ανάγετο, κατά κύριο λόγο, στη Μεικτή Επιτροπή. Σύμφωνα με τους όρους εντολής της, αυτή όχι μόνο θα διεξήγαγε τις προσωπικές συνεντεύξεις αλλά και θα εξέταζε "όλα τα στοιχεία των υποψηφίων (προσόντα, προηγούμενη πείρα, προσωπικό περίγραμμα κλπ)" και θα απένεμε στους υποψήφιους βαθμολογία σύμφωνα με την εγκεκριμένη διαδικασία η οποία και θα προστίθετο στη βαθμολογία της γραπτής εξέτασης για να εξάγετο η τελική βαθμολογία που θα καθόριζε και τη σειρά κατάταξης. Αυτό και έκανε η Μεικτή Επιτροπή, εις δε την ακυρωτική απόφαση γίνεται πλήρης παράθεση των πορισμάτων και της βαθμολογίας της για κάθε υποψήφιο. Τόσο η Συμβουλευτική Υπεπιτροπή όσο και το Διοικητικό Συμβούλιο βασίσθησαν στα πορίσματα της Μεικτής Επιτροπής, η οποία είχε διεξάγει όλη την ουσιαστική εργασία, και δεν φαίνεται να προέβησαν σε δική τους έρευνα. Πρόδηλο είναι λοιπόν ότι η ακυρωτική απόφαση επηρέαζε άμεσα και κατά κύριο λόγο τα πορίσματα της Μεικτής Επιτροπής και η επανεξέταση όφειλε, ως εκ τούτου, να άρχιζε από το στάδιο εκείνο και όχι να ελαμβάνοντο υπ΄όψη τα ήδη κριθέντα ως ανεπαρκή πορίσματα της Μεικτής Επιτροπής. Η παράλειψη αυτή δεν διορθώνετο με τις πανομοιότυπες αναφορές που έκαναν η Συμβουλευτική Υπεπιτροπή και το Διοικητικό Συμβούλιο στις εξετάσεις προς διαπίστωση των προσόντων αφού κυρίαρχο στοιχείο συνέχιζε να ήταν τα πορίσματα της Μεικτής Επιτροπής.
Για το λόγο αυτό η προσβαλλόμενη απόφαση υπόκειται σε ακύρωση και δεν μπορούν να εξετασθούν οι άλλοι λόγοι ακύρωσης. Η προσφυγή επιτυγχάνει και η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται. Η ΑΗΚ θα καταβάλει £500 έξοδα στην Αιτήτρια.
Δ. Χατζηχαμπής,
Δ.
/ΚΧ"Π