ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 691/2003)
2 Ιουνίου 2005
[ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΚΟΥΛΛΑ ΙΩΑΝΝΟΥ,
Αιτήτρια,
- ν. -
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ΄ ων η αίτηση.
---------------------------
Α. Ευσταθίου, για την Αιτήτρια.
Α. Βασιλειάδης, Ανώτερος Δικήγορος της Δημοκρατίας, για τους Καθ΄ ων η αίτηση.
Καμιά εμφάνιση για το Ενδιαφερόμενο Μέρος.
---------------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Η αιτήτρια ήταν υποψήφια σε διαδικασία για την πλήρωση της μόνιμης θέσης Διευθυντή Τμήματος Επιθεώρησης Εργασίας. Επρόκειτο για θέση πρώτου διορισμού και προαγωγής. Τα καθήκοντα και οι ευθύνες της θέσης εκτίθενται στην παράγραφο 2 του σχεδίου υπηρεσίας:
«Καθήκοντα και ευθύνες:
(1) Υπεύθυνος για -
(α) Την οργάνωση, διοίκηση και αποτελεσματική λειτουργία του Τμήματος Επιθεώρησης Εργασίας•
(β) την εφαρμογή της σχετικής με τις αρμοδιότητες του Τμήματος νομοθεσίας•
(γ) την παροχή συμβουλών πάνω σε θέματα της αρμοδιότητάς του, ιδιαίτερα σε σχέση με την προστασία των εργαζομένων και του κοινού από κινδύνους που δημιουργούνται από δραστηριότητες στην εργασία, καθώς και σε σχέση με τον έλεγχο της βιομηχανικής ρύπανσης και την υποβολή εισηγήσεων αναφορικά με τη διαμόρφωση, εφαρμογή και αξιολόγηση της κυβερνητικής πολιτικής στους τομείς αρμοδιότητας του Τμήματος Επιθεώρησης Εργασίας.
(2) Μεριμνά για την προώθηση και εφαρμογή προγραμμάτων διαφώτισης, πληροφόρησης και κατάρτισης των εργαζομένων και του κοινού γενικότερα σε θέματα επαγγελματικής ασφάλειας και υγείας καθώς και ελέγχου της βιομηχανικής ρύπανσης
(3) Εκτελεί οποιαδήποτε άλλα καθήκοντα του ανατεθούν.»
Ας σημειωθεί, σε σχέση με την παράγραφο 1(β), ότι η νομοθεσία η σχετική με τις αρμοδιότητες του Τμήματος στο οποίο ανήκει η θέση, καλύπτει ευρύτατο φάσμα προστατευτικών κυρίως ρυθμίσεων οι οποίες αφορούν στην εργασιακή, κοινωνική, οικονομική και περιβαλλοντική πολιτική τους κράτους σε πολλούς και διάφορους τομείς.
Η Ε.Δ.Υ., σε συνεδρία ημερ. 21 Ιανουαρίου 2003, απέκλεισε την αιτήτρια διότι έκρινε πως αυτή δεν ικανοποιούσε την παράγραφο 3(2) του σχεδίου υπηρεσίας, σύμφωνα με την οποία απαιτείται, ως μέρος των προσόντων, «Δεκαετής τουλάχιστο μεταπτυχιακή πείρα σε θέματα σχετικά με τις αρμοδιότητες του Τμήματος, από την οποία πενταετής τουλάχιστο πείρα σε υπεύθυνη θέση». Η διαδικασία προχώρησε σε σχέση με άλλους υποψηφίους οι οποίοι θεωρήθηκαν προσοντούχοι και ολοκληρώθηκε με την προαγωγή του ενδιαφερομένου προσώπου Λέανδρου Νικολαΐδη. Η αιτήτρια προσβάλλει την απόφαση, προβάλλοντας ως μοναδικό λόγο ακύρωσης ότι δεν θα έπρεπε να είχε αποκλειστεί η δική της υποψηφιότητα.
Η αιτήτρια απέκτησε πτυχίο Χημείας από το Εθνικό Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών και διδακτορικό από το Πανεπιστήμιο του Ληντς της Αγγλίας και εν συνεχεία, όπως αναφέρεται στα στοιχεία της αίτησης και του προσωπικού φακέλου, απέκτησε την ακόλουθη πείρα την οποία σημείωσε η Ε.Δ.Υ.:
«2.1976 - 8.1977
7.1984 - 12.1984
1.1985 - 2.1987
9.1984 - 2.1987
2.3.87 - 31.3.89
1.4.89 - σήμερα
|
Επιστημονικός Συνεργάτης, Βιοχημικό Εργαστήριο Θεραπευτικής Κλινικής, Πανεπιστήμιο Αθηνών.
Λειτουργός Οργανισμού Προώθησης Εξαγωγών Ελλάδας.
Ειδικός Σύμβουλος στο Υπουργείο Εμπορίου Ελλάδας σε θέματα παραγωγής, συσκευασίας και ανάλυσης τροφίμων.
Καθηγήτρια Ποιοτικού Ελέγχου και Διασφάλισης Ποιότητας Τροφίμων και Επίκουρη Καθηγήτρια Χημείας στα Τ.Ε.Ι. Αθηνών - Πειραιά.
Χημικός, 2ης Τάξης, Τμήμα Ανάπτυξης Υδάτων (Α9).
Χημικός, 1ης Τάξης, Τμήμα Ανάπτυξης Υδάτων (Α11-Α12)»
|
Τα αντίστοιχα σχέδια υπηρεσίας των θέσεων Χημικού 1ης και 2ης Τάξης ήταν στα ουσιώδη τα ίδια αλλά με αυξημένο βαθμό ευθύνης για την ανώτερη θέση. Σύμφωνα με αυτά, τα καθήκοντα και οι ευθύνες συνίσταντο στα εξής:
«(α) Διεξάγει χημικάς, βιολογικάς και άλλας ερεύνας και αναλύσεις δια τον καθορισμό της ποιότητος του ύδατος εις έργα υδατικής αναπτύξεως π.χ. υδατοπρομήθεια, άρδευσις, επεξεργασία λυμάτων, κλπ.
(β) Προβαίνει εις μελέτας και εισηγήσεις διά τον έλεγχον της ποιότητος του ύδατος εις έργα υδατικής αναπτύξεως.
(γ) Εκτελεί οιαδήποτε άλλα καθήκοντα τα οποία ήθελον ανατεθή εις αυτόν.»
Σημειώθηκε στα πρακτικά της εν λόγω συνεδρίας της Ε.Δ.Υ. ότι:
«Η Επιτροπή, αφού έλαβε υπόψη την όλη υπηρεσιακή εικόνα και τα καθήκοντα που η Ιωάννου ασκούσε από τις θέσεις που κατά καιρούς κατείχε τόσο στον ιδιωτικό όσο και στο δημόσιο τομέα, όπως αυτά περιγράφονται από την ίδια στην αίτησή της και στις Ετήσιες Υπηρεσιακές της Εκθέσεις, έκρινε ότι η πείρα που αυτή διαθέτει δεν ικανοποιεί τις απαιτήσεις της παρ. (2) των Απαιτουμένων προσόντων του Σχεδίου Υπηρεσίας.»
Η αιτήτρια προβάλλει (α) ότι δεν διεξήχθη δέουσα έρευνα σε σχέση με τα προσόντα της• και (β) ότι ειδικότερα για την απασχόληση της πριν από το 1987 χρησιμοποιήθηκε για τη δική της περίπτωση διαφορετικό μέτρο, πιο αυστηρό, από ό,τι για άλλους υποψηφίους, αναφέρθηκε δε ειδικά στην περίπτωση του υποψηφίου Λεωνίδα Κωνσταντίνου παρόλον που κι αυτός κρίθηκε μη προσοντούχος. Σε εκείνη την περίπτωση η Ε.Δ.Υ. εξήγησε γιατί δεν μπορούσε να αναγνωρίσει την πείρα του κ. Κωνσταντίνου ως Επιστημονικού Βοηθού στο Πανεπιστήμιο Maryland των Η.Π.Α. κατά την περίοδο 1989-1993 αλλά δεν αναφέρθηκε ειδικά στη μεταγενέστερη του πείρα ως επιστημονικού συνεργάτη στο Πολυτεχνείο Δανίας, ως μηχανικού Βιομηχανικών Διεργασιών στο Κυπριακό Διυλιστήριο Πετρελαίου και ως Προϊσταμένου του Τμήματος Διΰλησης του Κυπριακού Διϋλιστηρίου, αφήνοντας ίσως έτσι την εντύπωση ότι μπορεί να αναγνωριζόταν η πείρα του σ΄ εκείνες τις θέσεις, όταν δεν φαινόταν να διέφερε από αντίστοιχη πείρα της αιτήτριας.
Ως προς το πρώτο ζήτημα, εκείνο της δέουσας έρευνας, έγινε εκ μέρους της αιτήτριας αναλυτική αναφορά στα καθήκοντα τα οποία εκτελούσε στις θέσεις της ως Χημικός από το 1987, για να εισηγηθεί ότι:
«... το Διύλιστήριο αποτελεί εργοστάσιο παραγωγής νερού και από της θέσεως της η αιτήτρια ως Υπευθύνου Διυλιστηρίων Νερού από το 1987 εφάρμοζε και την νομοθεσία για την ασφάλεια και την υγεία των εργαζομένων, και την σχετική Ευρωπαϊκή Νομοθεσία σχετικά με την ασφάλεια και υγεία των εργαζομένων αλλά και την πρόληψη και αντιμετώπιση της ρύπανσης του περιβάλλοντος, σε επίπεδο πρόληψης διασφάλισης και θεραπείας ατυχημάτων, καθώς επίσης και την Κυπριακή Νομοθεσία για την πρόληψη και αντιμετώπιση της πάσης φύσεως ρύπανσης.»
Επισημάνθηκε δε ότι:
«.... η απαιτούμενη μεταπτυχιακή πείρα ήταν σε "θέματα σχετικά με τις αρμοδιότητες του Τμήματος" και κατ΄ επέκταση δεν απαιτείτο πείρα σε θέματα αποκλειστικά της αρμοδιότητος του Τμήματος. Απαιτείτο δηλαδή πείρα σε καθήκοντα σχετικά και όχι απόλυτη ταύτιση καθηκόντων.»
Επιπλέον, η αιτήτρια παραπονείται ότι η Ε.Δ.Υ. δεν εξειδίκευσε τον λόγο για τον οποίο έκρινε ότι «η πείρα που αυτή διαθέτει δεν ικανοποιούσε τις απαιτήσεις της παραγράφου 2 των απαιτουμένων προσόντων του σχεδίου υπηρεσίας και επομένως παρέμεινε άγνωστο αν η Ε.Δ.Υ. αναφερόταν στο σκέλος της δεκαετούς τουλάχιστο μεταπτυχιακής πείρας σε θέματα σχετικά ή στο σκέλος της πενταετούς τουλάχιστο πείρας σε υπεύθυνη θέση».
Είναι βέβαια ορθή η άποψη της αιτήτριας ότι η απαιτούμενη πείρα δεν περιοριζόταν αποκλειστικά σε θέματα της αρμοδιότητας του Τμήματος Επιθεώρησης Εργασίας με την έννοια της απόλυτης ταύτισης και ότι επομένως ήταν αρκετή η πείρα σε καθήκοντα σχετικά με εκείνα του Τμήματος. Επρόκειτο, υπενθυμίζω, για θέση πρώτου διορισμού και προαγωγής. Είναι όμως σαφές πως την ίδια άποψη είχε και η Ε.Δ.Υ. και αυτό φαίνεται από το ότι, καθώς σημείωσε, «έλαβε υπόψη τη φύση και το είδος των καθηκόντων της/των θέσης/εων που οι αιτητές κατείχαν/κατέχουν είτε στη δημόσια υπηρεσία είτε στον ιδιωτικό τομέα». Επιβεβαιώνεται και πρακτικώς από τον τρόπο με τον οποίο η Ε.Δ.Υ. προσήγγισε την περίπτωση του κ. Κωνσταντίνου και είναι ακριβώς με αναφορά σε εκείνη την προσέγγιση που η αιτήτρια παραπονείται ότι δεν εφαρμόστηκε το ίδιο μέτρο στη δική της περίπτωση. Ως προς το τελευταίο, θεωρώ αρκετή απάντηση το ότι το ζήτημα δεν αφορά στα προσόντα του ενδιαφερόμενου προσώπου αλλά υποψηφίου που και εκείνος κρίθηκε μη προσοντούχος. Παρόλον δε που η περίπτωση του κ. Κωνσταντίνου αφήνει κάποια ερωτηματικά, δεν μπορεί αυτή να αποτελέσει οδηγό για το ορθό μέτρο. Το ένα λάθος δεν θα δικαιολογούσε δεύτερο.
Αλλά η Ε.Δ.Υ. όφειλε να εξηγούσε γιατί έκρινε ότι η πείρα της αιτήτριας δεν ικανοποιούσε τις απαιτήσεις του σχεδίου υπηρεσίας. Με συντομία εκεί όπου θα μπορούσε να θεωρηθεί αυτονόητο ότι από τη συγκεκριμένη απασχόληση δεν προέκυπτε η απαιτούμενη πείρα• και εκτενέστερα όπου λογικά ίσως να αναμενόταν από τη φύση της απασχόλησης η απόκτηση τέτοιας πείρας. Η απάσχοληση της αιτήτριας ως χημικού στο Τμήμα Αναπτύξεως Υδάτων από το 1987 μου φαίνεται πως ενέπιπτε στη δεύτερη κατηγορία και χρειαζόταν συζήτηση. Ως εκ τούτου, προέκυπτε ζήτημα σύγκρισης μεταξύ της πείρας της αιτήτριας στις θέσεις χημικού και της πείρας την οποία απαιτούσε το σχέδιο υπηρεσίας, με αναφορά στο αντίστοιχο είδος τους. Αν διαπιστωνόταν κάποιος συσχετισμός θα προέκυπτε εν συνεχεία ζήτημα έκτασης για να αποφασιστεί αν η πείρα της αιτήτριας επαρκούσε ουσιαστικά εφόσον απόλυτη ταύτιση δεν αναμενόταν. Ως προς την άλλη πτυχή του ζητήματος, που αφορά στην πενταετή τουλάχιστο πείρα σε υπεύθυνη θέση, η Ε.Δ.Υ. και πάλι δεν εξειδίκευσε ο,τιδήποτε. Ίσως να το εξέλαβε ως αυτονόητο πως πείρα στις θέσεις που κατείχε η αιτήτρια στο Τμήμα Αναπτύξεως Υδάτων ήταν, ανεξάρτητα από το είδος της, πείρα σε υπεύθυνη θέση. Αλλά θα ήταν χρήσιμο κάτι να έλεγε και επ΄ αυτού.
Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα. Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται βάσει του Άρθρου 146.4(β) του Συντάγματος.
Γ.Κ. Νικολάου,
Δ.
/ΕΘ