ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

(Υπόθεση Αρ. 779/2003)

20 Μαΐου, 2005

 

[ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

ΜΙΧΑΗΛ ΜΙΧΑΗΛΙΔΗΣ,

Αιτητής,

- KAI -

ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΦΑΡΜΑΚΟΠΟΙΩΝ,

Καθ΄ου η Αίτηση.

- - - - - -

Γ. Μεταξάς, για τον Αιτητή.

Χ. Καραπατάκης, για το Καθ΄ου η Αίτηση.

- - - - - -

Α Π Ο Φ Α Σ Η

ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ.: Ο αιτητής, εγγεγραμμένος Φαρμακοποιός, κατηγορήθηκε ενώπιον του Πειθαρχικού Συμβουλίου Φαρμακοποιών (το Συμβούλιο) για το παράπτωμα της μη συμμόρφωσης προς απόφαση του Συμβουλίου του Φαρμακευτικού Σώματος, που δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας της 5.7.2002, υπ΄ αρ. 3937, κατά παράβαση των άρθρων 4(1)(β) και 13(1)(θ) του περί Φαρμακοποιών (Σύλλογοι, Πειθαρχία και Ταμείον Συντάξεων) Νόμων του 1972 έως 1988 (ο Νόμος) και του Κανονισμού 6 των περί Δεοντολογίας του Παγκύπριου Φαρμακευτικού Συλλόγου Κανονισμών (ΚΔΠ 180/74). Σύμφωνα με τις λεπτομέρειες του πειθαρχικού παραπτώματος, ενώ ο Παγκύπριος Φαρμακευτικός Σύλλογος, μέσω του Συμβουλίου του Φαρμακευτικού Σώματος, αποφάσισε ότι μεταξύ της 15.7.2002 και της 4.8.2002, ο αιτητής θάπρεπε να βρίσκεται με άδεια, αυτός, κατά παράβαση της απόφασης, διατηρούσε το Φαρμακείο του στο Woolworth Olympia, στη Λεμεσό, ανοικτό και εργαζόταν εκεί ως Φαρμακοποιός.

Η ακρόαση της υπόθεσης άρχισε στις 4.6.2003, στο ξενοδοχείο Κλεοπάτρα, στη Λευκωσία, ενώπιον της Προέδρου του Συμβουλίου και έξι μελών. Αφού απαγγέλθηκε η κατηγορία, ο αιτητής ζήτησε αναβολή για να διορίσει δικηγόρο. Το αίτημά του έγινε αποδεκτό και η ακρόαση αναβλήθηκε για τις 11.6.2003. Στις 11.6.2003, ενώπιον της Προέδρου και πέντε από τα έξι μέλη που μετείχαν στη συνεδρία της 4.6.2003, ο αιτητής εμφανίστηκε με το δικηγόρο κ. Οικονομίδη. Ο κ. Οικονομίδης δήλωσε ότι εμφανιζόταν εκ μέρους του δικηγόρου κ. Μεταξά για να ζητήσει αναβολή επειδή ο κ. Μεταξάς δεν μπορούσε να εμφανιστεί για τον αιτητή, καθότι πήγε στην κηδεία του θείου του στις Πλάτρες. Το αίτημα απορρίφθηκε. Ακολούθως, η Πρόεδρος και τα πέντε μέλη του Συμβουλίου προχώρησαν με την ακρόαση της υπόθεσης. Αφού άκουσαν πέντε μάρτυρες, τους οποίους ο αιτητής αρνήθηκε να αντεξετάσει, και αφού ικανοποιήθηκαν ότι αποδείχθηκε εκ πρώτης όψεως υπόθεση, κάλεσαν τον αιτητή σε απολογία εξηγώντας του, ταυτόχρονα, τα δικαιώματά του. Εις απάντηση, ο αιτητής δήλωσε, "Η δίκη δεν είναι αντικειμενική και αμερόληπτη επειδή μου στερείται το δικαίωμα να έχω το δικηγόρο της επιλογής μου. Αυτή είναι η απάντησή μου.". Στη συνέχεια, και μετά από σύντομο διάλειμμα, η Πρόεδρος και τα πέντε μέλη του Συμβουλίου εξέδωσαν την απόφασή τους βρίσκοντας, για τους λόγους που εξήγησαν, τον αιτητή ένοχο στην κατηγορία. Ακολούθως, ζήτησαν από τον αιτητή να αγορεύσει για μετριασμό της ποινής. Η απάντησή του ήταν "Όχι, δεν έχω να πω τίποτε άλλο από την προηγούμενή μου δήλωση.". Κατόπιν τούτου, ύστερα από σύντομο διάλειμμα, η Πρόεδρος και τα πέντε μέλη του Συμβουλίου επέβαλαν στον αιτητή την ποινή της αναστολής της άδειας άσκησης του φαρμακευτικού επαγγέλματος για περίοδο δύο μηνών, ήτοι από 11.6.2003 έως 10.8.2003. Ταυτόχρονα, τον διέταξαν να καταβάλει £360 έξοδα της διαδικασίας.

Με την παρούσα προσφυγή ο αιτητής ζητά "Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η πειθαρχική ποινή την οποίαν οι Καθ΄ων η Αίτηση επέβαλαν στον Αιτητή με απόφαση τους ημ.11.6.2003, δηλαδή αναστολή άσκησης επαγγέλματος από 11.6.03 μέχρι 10.8.03 και πληρωμή Λ.Κ.360.- έξοδα, είναι άκυρη, παράνομη και στερημένη εννόμου αποτελέσματος."

Προβάλλεται, μεταξύ άλλων, ως λόγος ακυρώσεως, λόγος ο οποίος σύμφωνα με τη νομολογία εξετάζεται και αυτεπάγγελτα, ότι, τόσο κατά τη συνεδρία της 4.6.2003 όσο και κατά τη συνεδρία της 11.6.2003, η σύνθεση του Συμβουλίου ήταν κακή καθότι δεν κλήθηκαν νομότυπα και εμπρόθεσμα όλα τα μέλη του είτε στην πρώτη είτε στη δεύτερη συνεδρία.

Ο λόγος αυτός ευσταθεί. Σύμφωνα με το άρθρο 3(2)(α)(β) του Νόμου, το Πειθαρχικό Συμβούλιο Φαρμακοποιών είναι εντεκαμελές. Η εντεκαμελής του συγκρότηση είναι απαραίτητη προϋπόθεση για τη νομιμότητά του. (Βλ. άρθρο 20(1) του Νόμου 158(Ι)/99). Εάν θεωρηθεί ότι το Συμβούλιο ήταν νόμιμα συγκροτημένο, και θεωρώ ότι ήταν, τότε, δοθέντος ότι στο σχετικό διοικητικό φάκελο, Τεκμήριο 1, δεν υπάρχει οτιδήποτε που να αποδεικνύει ότι, είτε κατά τη συνεδρία της 4.6.2003 είτε κατά τη συνεδρία της 11.6.2003, κλήθηκαν νομότυπα και εμπρόθεσμα να παραστούν και τα έντεκα μέλη, τόσο η σύνθεση της 4.6.2003 όσο και η σύνθεση της 11.6.2003 ήταν κακή, με συνακόλουθη αναρμοδιότητα, οι δε συνεδριάσεις μη νόμιμες. (Βλ. άρθρο 21(3) του Νόμου 158(Ι)/99).

Ο ισχυρισμός στη γραπτή αγόρευση του δικηγόρου του Συμβουλίου ότι η κλήση όλων των μελών του Συμβουλίου έγινε δια τηλεφώνου, αντί δια επιστολής, δεν μπορεί να γίνει αποδεκτός καθότι αυτός δεν υποστηρίζεται από το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου, Τεκμήριο 1. Σύμφωνα με τη νομολογία ισχυρισμοί των δικηγόρων στις γραπτές τους αγορεύσεις δεν υποκαθιστούν το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου.

Δοθέντος ότι ο περί κακής σύνθεσης του Συμβουλίου λόγος ακυρώσεως ευσταθεί, με συνακόλουθη την αναρμοδιότητά του να επιληφθεί της πειθαρχικής υπόθεσης εναντίον του αιτητή, δε θεωρώ χρήσιμο να υπεισέλθω και εξετάσω τους υπόλοιπους λόγους ακυρώσεως που προβάλλονται.

Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα υπέρ του αιτητή.

Η επίδικη απόφαση ακυρώνεται.

 

Ρ. Γαβριηλίδης,

Δ.

 

 

/ΧΤΘ

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο