ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ANAΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπóθεση Αρ. 571/2003)
25 Φεβρουαρίου, 2005
[ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΝΙΚΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΤΟΥ ΘΕΟΔΩΡΟΥ,
ΑΙΤΗΤΗΣ,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΚΑΘ΄ΩΝ Η ΑΙΤΗΣΗ.
Α. Σ. Αγγελίδης, για τον Αιτητή.
Α. Χριστοφόρου, για τους Καθ΄ων η Αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Ο αιτητής ζητά με την παρούσα προσφυγή, την πιο κάτω θεραπεία:-
«Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή απόφαση των καθ' ων η αίτηση η οποία στάληκε στον αιτητή με επιστολή ημερ. 24.4.2003 και με την οποίαν απέρριψαν το αίτημα του αιτητή για καταβολή του μισθού του και προσαυξήσεις ως μόνιμου Λοχία όπως και του επιδόματος εξωτερικού για το χρονικό διάστημα κατά το οποίο φοιτούσε στην Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων ενώ είχε τον βαθμό του μόνιμου Λοχία της Κυπριακής Δημοκρατίας, είναι άκυρη, παράνομη και στερημένη οποιουδήποτε έννομου αποτελέσματος.»
Κατά το έτος 1987 το Υπουργείο Άμυνας προχώρησε στην προκήρυξη θέσεων για εισαγωγή στις Στρατιωτικές Παραγωγικές Σχολές της Ελλάδας (Σχολή Ευελπίδων, Σχολή Ναυτικών Δοκίμων και Σχολή Ικάρων). Ο αιτητής που κατά τον πιο πάνω χρόνο υπηρετούσε στο Στρατό της Δημοκρατίας ως Υπαξιωματικός με το βαθμό του Λοχία, σε δοκιμαστική βάση, υπέβαλε σχετική αίτηση.
Όλοι οι αιτητές παρακάθισαν σε εξετάσεις. Ο αιτητής ήταν μεταξύ των επιτυχόντων. Το Υπουργικό Συμβούλιο τον επέλεξε, μεταξύ άλλων, και του πρόσφερε υποτροφία της Κυβέρνησης της Κυπριακής Δημοκρατίας για φοίτηση στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων (Σ.Σ.Ε.) στην Ελλάδα, με τετραετή διάρκεια σπουδών.
Στις 10.9.1987 ο αιτητής υπέγραψε, μαζί με τον Υπουργό Άμυνας που ενεργούσε εκ μέρους της Κυβέρνησης της Κυπριακής Δημοκρατίας, τη σχετική συμφωνία με βάση την οποία αυτός θα φοιτούσε στην εν λόγω σχολή ως υπότροφος της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 11(Α) του τότε ισχύοντος περί Στρατού της Δημοκρατίας Νόμου του 1961 έως 1983, όποιο μέλος της Εθνικής Φρουράς επιλέγετο, κατόπιν αίτησης του, από το Υπουργικό Συμβούλιο για φοίτηση σε Στρατιωτική Σχολή, κατατάσσετο στο Στρατό της Δημοκρατίας ως οπλίτης. Στη νομοθεσία αυτή δεν υπήρχαν ειδικές διατάξεις αναφορικά με τους υποψηφίους που επιλέγοντο, και ήταν μόνιμοι Υπαξιωματικοί, όπως η περίπτωση του αιτητή. Έτσι το Υπουργείο Άμυνας με επιστολή του ημερ. 23.9.1987 ζήτησε νομική γνωμάτευση από το Γενικό Εισαγγελέα.
Με βάση τη γνωμάτευση του Γενικού Εισαγγελέα, το Υπουργείο Άμυνας απέστειλε στον αιτητή επιστολή στις 29.12.1987 με το εξής περιεχόμενο:-
«Έχω οδηγίες να αναφερθώ στην αίτηση σας με ημερ. 29.6.87 και να σας πληροφορήσω ότι έχετε επιλεγεί από το Υπουργικό Συμβούλιο για φοίτηση στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων, σύμφωνα με τη δεύτερη επιφύλαξη του άρθρου 5(1) του περί της Εθνικής Φρουράς Νόμου σε συνδυασμό με το άρθρο 11Α(1) των περί του Στρατού της Δημοκρατίας (Σύνθεσις, Κατάταξις και πειθαρχία) Νόμων του 1961 έως 1983.
2. Επειδή κατέχετε τη μόνιμη, με δοκιμασία, θέση Λοχία στο Στρατό της Δημοκρατίας, θα εξακολουθήσετε να διατηρείτε την ιδιότητα αυτή μέχρι να συμπληρώσετε τις σπουδές σας και θα υπόκειστε σ' όλες τις διατάξεις των Νόμων και Κανονισμών που ισχύουν με το διορισμό σας ως μόνιμου Υπαξιωματικού.
3. Κατά τη διάρκεια της φοίτησης σας θα θεωρείστε υπότροφος της Κυπριακής Κυβέρνησης και δεν θα λαμβάνετε μισθό αλλά μόνο οικονομική βοήθεια, σύμφωνα με τους Κανονισμούς που διέπουν την παραχώρηση οικονομικής βοήθειας σε υποτρόφους. Η βοήθεια αυτή ανέρχεται σε £35,90 σ. το μήνα. Θα σας παρέχεται επίσης ως επίδομα υποτροφίας, δωρεάν διαμονή και διατροφή και ο,τιδήποτε άλλο ωφέλημα απολαμβάνουν οι οπλίτες συμφοιτητές σας εκτός από οικονομική βοήθεια.»
Ο αιτητής ελάμβανε την πιο πάνω βοήθεια των £35,90 σεντ κάθε μήνα μέχρι τον Οκτώβριο του 1987. Ο αιτητής, με επιστολή του πατέρα του, ζήτησε την αύξηση της βοήθειας σε £80 το μήνα πράγμα που η αρμόδια αρχή αποδέχθηκε. Έτσι ο αιτητής μέχρι το πέρας των σπουδών του και της υποτροφίας που έτυχε, ελάμβανε την αυξημένη πιο πάνω βοήθεια.
Το έτος 1991 ο αιτητής αποφοίτησε από τη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων, επέστρεψε στην Κύπρο και διορίστηκε στο Στρατό της Δημοκρατίας με το βαθμό του Ανθυπολοχαγού από την 29.6.1991. Στις 6.12.1994 προήχθη στο βαθμό του Λοχαγού.
Δεκαπέντε και πλέον χρόνια μετά την παραχώρηση στον αιτητή της υποτροφίας και έντεκα και πλέον χρόνια μετά την αποφοίτηση του και τον διορισμό του ως αξιωματικού ο αιτητής ζήτησε με αναφορά στο Υπουργείο Άμυνας, ημερ. 16.12.2002, τους μισθούς του με τις προσαυξήσεις ως Λοχία κατά τη διάρκεια της τετραετούς φοίτησης του καθώς και επίδομα εξωτερικού, πλέον νόμιμους τόκους.
Το Υπουργείο Άμυνας, με μακροσκελή επιστολή προς τον αιτητή ημερ. 24.4.2003, απέρριψε το αίτημα του χαρακτηρίζοντας το ως αβάσιμο.
Ως λόγους ακύρωσης ο αιτητής προβάλλει ότι οι καθ' ων η αίτηση παρέβησαν τον κανόνα της καλής πίστης και επίσης ότι παρέβησαν την αρχή της ίσης μεταχείρισης, αντίθετα με το Άρθρο 28.1 του Συντάγματος.
Ο αιτητής προσάπτει στους καθ' ων η αίτηση κακή πίστη διότι, ως ισχυρίζεται, δεν του αναγνώρισαν τα χρόνια των σπουδών του στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων για σκοπούς αρχαιότητας και προσαυξήσεων. Και εφ' όσον αυτά δεν του αναγνωρίσθηκαν έπεται, κατά τον αιτητή, ότι δικαιούται να ζητήσει τους μισθούς του, τα επιδόματα του, τις προσαυξήσεις του και επί πλέον τόκους επί των ποσών αυτών από το 1987.
Αδυνατώ να αντιληφθώ πού ο αιτητής εντοπίζει παράβαση της αρχής της καλής πίστης. Εάν με βάση τους Κανονισμούς κακώς οι καθ' ων η αίτηση δεν του αναγνωρίζουν τα χρόνια των σπουδών του για σκοπούς αρχαιότητας και προσαυξήσεων έχει το δικαίωμα να ζητήσει δικαστικώς την ακύρωση τέτοιας απόφασης.
Ισχυρίζεται περαιτέρω ο αιτητής ότι ουδέποτε έδωσε συγκατάθεση για την εκπαιδευτική άδεια άνευ απολαβών. Είναι γεγονός ότι δεν έδωσε γραπτώς τέτοια συγκατάθεση. Επανειλημμένα όμως ο αιτητής αποδέχθηκε το ρύθμιση αυτή για να ωφεληθεί της υποτροφίας που του προσφέρθηκε από τους καθ' ων η αίτηση καθώς και την οικονομική βοήθεια που ανελλιπώς για 4 χρόνια του προσέφερε. Από το διοικητικό φάκελο προκύπτει ότι ο αιτητής αποδέχθηκε το ποσό των £35,90 ως οικονομική βοήθεια κατά μήνα και αργότερο, ένα χρόνο μετά, κατόπιν παράκλησης του, μέσω του πατέρα του, το ποσό αυξήθηκε στις £80. Ο σχετικός λόγος ακύρωσης που προβάλλει ο αιτητής για παράβαση της καλής πίστης είναι ανεδαφικός και αστήρικτος.
Τέλος, ο αιτητής ισχυρίζεται παραβίαση της αρχής της ίσης μεταχείρισης και του σχετικού άρθρου του Συντάγματος (Άρθρο 28). Ισχυρίζεται ότι άλλοι αξιωματικοί φοιτούν στο Πανεπιστήμιο Κύπρου χωρίς να τους αποκόπτεται ο μισθός. Οι ισχυρισμοί αυτοί, εν πρώτοις, παραμένουν στο πεδίο των ισχυρισμών χωρίς καμιά τεκμηρίωση και έτσι δεν μπορεί να ληφθούν υπόψη. Δεν βρίσκω καμιά παραβίαση της αρχής της ίσης μεταχείρισης. Εξ άλλου η νομολογιακή αρχή επιτάσσει την μη εξίσωση ανόμοιων περιπτώσεων.
Ενόψει των πιο πάνω η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.
Η επίδικη απόφαση επικυρώνεται.
9;(Υπ.) Μ. Κρονίδης, Δ.
/ΕΠσ