ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2004) 4 ΑΑΔ 736
16 Σεπτεμβρίου, 2004
[ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
P.A. COLLEGE,
Αιτήτρια,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΔΙΑ ΤΟΥ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΚΑΙ/Η
ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗΣ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ
ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΣΗΣ ΚΛΑΔΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ,
Καθ' ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 666/2002)
Διοικητική Πράξη ― Σύνθετη διοικητική ενέργεια ― Περιστάσεις υπό τις οποίες η επίδικη ακολουθία διοικητικών ενεργειών δεν θεωρήθηκε σύνθετη διοικητική ενέργεια στην κριθείσα περίπτωση ― Συνέπειες.
Σχολές Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης ― Αξιολόγηση/Πιστοποίηση ― Διορισμός ομάδων αξιολόγησης από το Συμβούλιο Εκπαιδευτικής Αξιολόγησης ― Πιστοποίησης Κλάδων Σπουδών Ιδιωτικών Σχολών Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης (ΣΕΚΑΠ) δυνάμει των Άρθρων 50 και 51 του περί Σχολών Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης Νόμου του 1996 (Ν.67(Ι)/96 όπως τροποποιήθηκε από τον Ν. 67(Ι)/97) ― Ερμηνεία ― Η σύνθεση της διορισθείσας στην κριθείσα περίπτωση ομάδας αξιολόγησης πιστοποίησης δεν ήταν νόμιμη ― Περιστάσεις.
Οι αιτητές προσέφυγαν κατά της απόρριψης της αίτησής τους για αξιολόγηση-πιστοποίηση κλάδου σπουδών της σχολής τους.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, ακυρώνοντας την επίδικη απόφαση, αποφάσισε ότι:
�
1. Η απόφαση αναβολής η οποία λήφθηκε βάσει του Άρθρου 59(2) του Ν. 67(Ι)/96, ήταν αυτοτελής απόφαση, καθοριστική για τα μέχρι τότε και νομικώς διακριτή από ό,τι ακολούθησε. Αυτή η αντίκρυση του ζητήματος ενισχύεται από τις πρόνοιες που ακολουθούν, στα Άρθρα 60 και 61 του Νόμου, και που αφορούν στην επικύρωση από τον Υπουργό της κάθε μιας από τις διάφορες αποφάσεις που εξειδικεύονται στις αντίστοιχες παραγράφους του Άρθρου 59(2).
Είναι λοιπόν ορθή η σχετική ένσταση της Δημοκρατίας και δεν μπορεί να εξετασθεί ο,τιδήποτε που αφορά στη νομιμότητα της πρώτης απόφασης η οποία, εφόσον δεν προσεβλήθη, αποτελεί πλέον αναμφισβήτητο έρεισμα για τα περαιτέρω.
2. Σε σχέση με τη διαδικασία η οποία ακολούθησε την πρώτη απόφαση και η οποία είχε ως αποτέλεσμα την έκδοση της προσβαλλόμενης, το πρώτο ζήτημα που τίθεται για εξέταση είναι η σύνθεση της ομάδας αξιολόγησης - πιστοποίησης. Σχετικά είναι τα Άρθρα 50 και 51 του Νόμου:
Η πρόνοια, στο Άρθρο 50(1), ότι διορίζονται «τρία τουλάχιστον μέλη τα οποία προέρχονται από κάθε σώμα που αναφέρεται στο Άρθρο 51» σημαίνει ότι η σύνθεση πρέπει απαραιτήτως να περιλαμβάνει κάποιον από το κάθε ένα από τα αναφερόμενα σώματα, δηλαδή ένα μέλος από το Πανεπιστήμιο Κύπρου, ένα μέλος από τα δημόσια ιδρύματα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης της Κύπρου και ένα μέλος από τα προσδιορισθέντα εκπαιδευτικά ιδρύματα του εξωτερικού. Η επιφύλαξη η οποία ακολουθεί, ότι «δεν διορίζεται πέραν του ενός προσώπου από το ίδιο σώμα, ίδρυμα ή οργανισμό» δεν χρειάζεται ερμηνευτική επεξήγηση. Η σύνθεση της διορισθείσας ομάδας αξιολόγησης - πιστοποίησης εν προκειμένω δεν ήταν νόμιμη. Η προσβαλλόμενη απόφαση παραμένει χωρίς έρεισμα. Τα δε επόμενα δεν έχουν πλέον νόημα.
Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.
Προσφυγή.
Α. Σ. Αγγελίδης, για την Αιτήτρια.
Ρ. Παπαέτη, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση.
�Cur. adv. vult.
ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ.: Η αιτήτρια P.A. College από τη Λάρνακα, ιδιωτική σχολή τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, υπέβαλε στον Υπουργό Παιδείας και Πολιτισμού αίτηση για εκπαιδευτική αξιολόγηση-πιστοποίηση από το Συμβούλιο Εκπαιδευτικής Αξιολόγησης-Πιστοποίησης Κλάδων Σπουδών Ιδιωτικών Σχολών Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης (ΣΕΚΑΠ), του κλάδου σπουδών «Business Computing (4 Years Full-Time or 5 Years Part-Time, Bachelor of Science (Honours)», δυνάμει του Μέρους V του περί Σχολών Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης Νόμου του 1996 (Ν. 67(Ι)/96 όπως τροποποιήθηκε από τον Ν. 67(Ι)/97). Η αίτηση διαβιβάστηκε στο ΣΕΚΑΠ στις 17 Ιουνίου 1999.
Κατά την Κ΄ Σύνοδο του, η οποία πραγματοποιήθηκε από 15 μέχρι 18 Νοεμβρίου 2000, το ΣΕΚΑΠ διόρισε διάφορες ομάδες αξιολόγησης. Η ομάδα που αφορούσε την περίπτωση της αιτήτριας προέβη σε επί τόπου διερεύνηση στις 14 και 15 Δεκεμβρίου 2000 και ετοίμασε έκθεση, ημερ. 16 Δεκεμβρίου 2002, την οποία απέστειλε στο αρμόδιο Υπουργείο. Η έκθεση γνωστοποιήθηκε στην αιτήτρια η οποία εν συνεχεία υπέβαλε παρατηρήσεις και αυτές διαβιβάστηκαν στην ομάδα αξιολόγησης. Αφού τις μελέτησε, η ομάδα αξιολόγησης συνέταξε τελική έκθεση την οποία υπέβαλε στο Υπουργείο στις 14 Φεβρουαρίου 2001. Το ΣΕΚΑΠ, κατά την ΚΓ΄ Σύνοδο του στις 19 Φεβρουαρίου 2001, μελέτησε τα διάφορα στοιχεία της περίπτωσης και αποφάσισε την αναβολή λήψης απόφασης. Παραθέτω το πλήρες κείμενο:
«ΑΠΟΦΑΣΗ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ
ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗΣ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ - ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΣΗΣ
Το πρόγραμμα «Business Computing (4 Years, Full-Time or 5 Years Part-Time, B.Sc.)» - Ακαδημαϊκό - PA COLLEGE - Larnaca
Αναβάλλεται η λήψη απόφασης
Το Συμβούλιο Εκπαιδευτικής Αξιολόγησης - Πιστοποίησης μετά από:
- Τη μελέτη της αρχικής εκθέσεως της οικείας Ομάδας Αξιολόγησης (ΟΑ15/
Business Computing)
- την έκθεση με τα σχόλια της σχολής
- τη μελέτη της τελικής εκθέσεως της οικείας Ομάδας Αξιολόγησης όπως διαμορφώθηκε ύστερα από παρατηρήσεις της Σχολής και τη μελέτη των παρατηρήσεων αυτών
- τη μελέτη της σχετικής εκθέσεως αυτοαξιολόγησης - αυτοπαρουσίασης
- διεξοδική συζήτηση
και κατόπιν επισταμένης μελέτης των συναφών στοιχείων, ΑΝΑΒΑΛΛΕΙ τη λήψη απόφασης για το πρόγραμμα διαπιστώνοντας σειρά ουσιαστικών αδυναμιών, από τις οποίες οι πλέον εμφανείς και ουσιαστικές εντοπίζονται στην τελική έκθεση της Ομάδας Αξιολόγησης και αφορούν τη μη ικανοποίηση των συνθηκών που περιγράφονται στα άρθρα του νόμου που σχολιάζονται στις παρατηρήσεις που ακολουθούν. Το πρόγραμμα θα επαναξιολογηθεί και θα ληφθεί οριστική απόφαση όταν η Σχολή πληροφορήσει το Συμβούλιο ότι έχει θεραπεύσει τις αδυναμίες που επισημαίνονται πιο κάτω και όχι αργότερα από περίοδο 18 μηνών.
• Ο αριθμός του εξειδικευμένου Διδακτικού Προσωπικού είναι ανεπαρκής. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα μέλη του Διδακτικού Προσωπικού να διδάσκουν θέματα εκτός της ειδικότητάς τους (Κ.Δ.Π. 143/96, α. 31).
• Η ερευνητική δραστηριότητα του Διδακτικού Προσωπικού είναι πολύ πιο κάτω από το ελάχιστα αποδεκτό επίπεδο (Κ.Δ.Π. 143/96, α. 29).
• Μόνο δύο από τα μέλη του Διδακτικού Προσωπικού έχουν πτυχίο στην πληροφορική, εκ των οποίων μόνο ο ένας έχει την απαιτούμενη πείρα (Κ.Δ.Π. 143/96, α. 25, 31).
• Όλα τα μέλη του Διδακτικού Προσωπικού στο Κολλέγιο βρίσκονται στη βαθμίδα του Λέκτορα. Δεν υπάρχει μέλος του Διδακτικού Προσωπικού με διδακτορικό τίτλο που να σχετίζεται με την πληροφορική (Κ.Δ.Π. 143/96, α. 25, 29, 31).
• Ο αριθμός των ωρών διδασκαλίας είναι πολύ μεγάλος και δεν αφήνει χρονικά περιθώρια για ερευνητική εργασία. Μείωση των ωρών διδασκαλίας και αντικατάσταση τους με ερευνητική εργασία και προσωπική επιμόρφωση θα βοηθούσε στην ακαδημαϊκή ανέλιξη όλων των μελών του Διδακτικού Προσωπικού, ώστε να προωθήσουν τις σπουδές τους και να αποκτήσουν διδακτορικό δίπλωμα [Κ.Δ.Π. 143/96, α. 29, 31(2)].
• Το πρόγραμμα θα μπορούσε να διευρυνθεί ώστε να περιλαμβάνει ζητήματα διακριτών μαθηματικών, διαφορικού και ολοκληρωτικού λογισμού, θεωρίας βελτιστοποίησης, παρά απλώς στατιστική και προσομοίωση (Κ.Δ.Π. 143/96, α. 11, 12).
• Τα μαθήματα πληροφορικής χρειάζονται εκσυγχρονισμό, με έμφαση στις κατάλληλες αρχές πληφορορικής και τον σχεδιασμό ειδικών συστημάτων (Κ.Δ.Π. 143/96, α. 11, 12).»
Η εν λόγω απόφαση επικυρώθηκε από τον Υπουργό.
Στις 5 Σεπτεμβρίου 2001 το Υπουργικό Συμβούλιο διόρισε νέο ΣΕΚΑΠ για περίοδο πέντε ετών από 3 Οκτωβρίου 2001. Κατά την ΙΙΙ Β΄ Σύνοδο του, η οποία πραγματοποιήθηκε από τις 29 Νοεμβρίου μέχρι 1 Δεκεμβρίου 2001, το νέο ΣΕΚΑΠ αποφάσισε επανεξέταση του προγράμματος της αιτήτριας και διόρισε τριμελή ομάδα αξιολόγησης με τρία από τα πέντε μέλη της προηγούμενης ομάδας. Η νέα ομάδα αξιολόγησης επισκέφθηκε τη Σχολή στις 3 και 4 Φεβρουαρίου 2002 και υπέβαλε νέα έκθεση στη βάση της οποίας το ΣΕΚΑΠ, κατά την ΙΙΙ Ε Σύνοδο του που πραγματοποιήθηκε στις 5 και 6 Απριλίου 2002, θεώρησε πως «η Σχολή δεν είχε θεραπεύσει σε ικανοποιητικό βαθμό τις αδυναμίες που εντοπίσθηκαν στην προηγούμενη απόφαση του» και έλαβε την προσβαλλόμενη απορριπτική απόφαση η οποία εν συνεχεία επικυρώθηκε από τον Υπουργό.
Τέθηκαν με την προσφυγή ζητήματα που αφορούν τόσο στη διαδικασία που οδήγησε στην πρώτη απόφαση για αναβολή, όσο και στη διαδικασία που απέληξε στη δεύτερη απόφαση, την προσβαλλόμενη. Ήταν η θέση της Δημοκρατίας ότι η πρώτη απόφαση ήταν εκτελεστή γιατί επρόκειτο για απόφαση η οποία, βάσει του Άρθρου 59(2) του Νόμου, σήμαινε το τέλος μιας αυτοτελούς διαδικασίας. Και επομένως, εφόσον δεν προσβλήθηκε εμπρόθεσμα δεν υπέκειτο πια σε έλεγχο. Η αιτήτρια αντέτεινε ότι «..... απλώς αναβλήθηκε η τελική κρίση και άρα αποτελούσε τότε εκτελεστή πράξη υπόβαθρο προπαρασκευαστικό για τη νέα πράξη ..... μιας συνθέτου πλέον ενέργειας ....».
Προβλέπεται στο Άρθρο 59(2) του Νόμου ότι:
«(2) Το Συμβούλιο Εκπαιδευτικής Αξιολόγησης-Πιστοποίησης αποφασίζει μέσα σε ένα μήνα και διαβιβάζει αμέσως την απόφασή του στον Υπουργό. Η απόφαση μπορεί να είναι:
(α) Έγκριση της αίτησης για εκπαιδευτική αξιολόγηση-πιστοποίηση του κλάδου και καταχώρησή του στο ειδικό Μητρώο του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού·
(β) απόρριψη της αίτησης για εκπαιδευτική αξιολόγηση-πιστοποίηση του κλάδου·
(γ) αναβολή λήψης απόφασης για καθορισμένη περίοδο, κατά την οποία η σχολή θα προσπαθήσει να θεραπεύσει τις συγκεκριμένες αδυναμίες που θα επισημανθούν. Μετά τη λήξη της περιόδου αυτής το Συμβούλιο Εκπαιδευτικής Αξιολόγησης-Πιστοποίησης αποφασίζει την έγκριση ή απόρριψη της αίτησης για εκπαιδευτική αξιολόγηση-πιστοποίηση, αφού μελετήσει προηγουμένως τη νέα έκθεση της Ομάδας Αξιολόγησης-Πιστοποίησης.»
�
Μου φαίνεται πως η απόφαση αναβολής, η οποία λήφθηκε βάσει του Άρθρου 59(2), ήταν αυτοτελής απόφαση, καθοριστική για τα μέχρι τότε και νομικώς διακριτή από ό,τι ακολούθησε. Αυτή η αντίκρυση του ζητήματος ενισχύεται από τις πρόνοιες που ακολουθούν, στα Άρθρα 60 και 61 του Νόμου, και που αφορούν στην επικύρωση από τον Υπουργό της κάθε μιας από τις διάφορες αποφάσεις που εξειδικεύονται στις αντίστοιχες παραγράφους του Άρθρου 59(2). Παραθέτω τα Άρθρα 60, 61:
«60. Στην περίπτωση που το Συμβούλιο Εκπαιδευτικής Αξιολόγησης-Πιστοποίησης εγκρίνει την αίτηση για εκπαιδευτική αξιολόγηση-πιστοποίηση κλάδου, ο Υπουργός επικυρώνει την απόφαση, μεριμνά για την εγγραφή του κλάδου στο Μητρώο των Εκπαιδευτικά Αξιολογημένων-Πιστοποιημένων Κλάδων Σπουδών Ιδιωτικών Σχολών Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης, που τηρείται στο Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού, εκδίδει το σχετικό πιστοποιητικό και δημοσιεύει στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας την εγγραφή του κλάδου στο Μητρώο που αναφέρεται πιο πάνω.
61. Στις περιπτώσεις (β) και (γ) του εδαφίου (2) του Άρθρου 59, ο Υπουργός επικυρώνει την απόφαση του Συμβουλίου Εκπαιδευτικής Αξιολόγησης-Πιστοποίησης και μέσω του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού ενημερώνει σχετικά την ενδιαφερόμενη σχολή.»
Θεωρώ λοιπόν ορθή την ένσταση της Δημοκρατίας και δεν θα ασχοληθώ με ο,τιδήποτε που αφορά στη νομιμότητα της πρώτης απόφασης η οποία, εφόσον δεν προσεβλήθη, αποτελεί πλέον αναμφισβήτητο έρεισμα για τα περαιτέρω.
Σε σχέση με τη διαδικασία η οποία ακολούθησε την πρώτη απόφαση και η οποία είχε ως αποτέλεσμα την έκδοση της προσβαλλόμενης, το πρώτο ζήτημα που τίθεται για εξέταση είναι η σύνθεση της ομάδας αξιολόγησης - πιστοποίησης. Η αιτήτρια επεσήμανε ότι η διορισθείσα ομάδα δεν συμπεριλάμβανε καθηγητή από το Πανεπιστήμιο Κύπρου ενώ δύο από τα μέλη της, ήτοι ο προεδρεύων Ευάγγελος Μαγείρου και ο Ιωάννης Δημητρίου, προέρχονταν από το ίδιο πανεπιστήμιο, το Πανεπιστήμιο Αθηνών. Υποστήριξε ότι τέτοια σύνθεση παραβίαζε τις σχετικές διατάξεις του Νόμου. Από πλευράς της, η Δημοκρατία δεν έδωσε ως προς αυτή την πτυχή οποιαδήποτε απάντηση. Σύμφωνα με τα Άρθρα 50 και 51 του Νόμου:
«50.- (1) Για κάθε περίπτωση διορίζεται από το Συμβούλιο Εκπαιδευτικής Αξιολόγησης-Πιστοποίησης η κατάλληλη Ομάδα Αξιολόγησης-Πιστοποίησης Κλάδων Σπουδών Ιδιωτικών Σχολών Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης με τρία τουλάχιστο μέλη τα οποία προέρχονται από κάθε σώμα που αναφέρεται στο Άρθρο 51 του παρόντος Νόμου, νοουμένου ότι δε διορίζεται πέραν του ενός προσώπου από το ίδιο σώμα, ίδρυμα ή οργανισμό.
(2) ........................................................................................................
51. Τα μέλη της Ομάδας Αξιολόγησης-Πιστοποίησης, που διορίζονται σύμφωνα με το Άρθρο 50, προέρχονται: -
(α) Από το Πανεπιστήμιο Κύπρου·
(β) από τα δημόσια ιδρύματα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης της Κύπρου·
(γ) από αξιολογημένα-πιστοποιημένα εκπαιδευτικά ιδρύματα του εξωτερικού, τα οποία είναι αναγνωρισμένα από τις αρμόδιες αρχές της χώρας στην οποία λειτουργούν.»
�
Αντιλαμβάνομαι την πρόνοια, στο Άρθρο 50(1), ότι διορίζονται «τρία τουλάχιστον μέλη τα οποία προέρχονται από κάθε σώμα που αναφέρεται στο Άρθρο 51» να σημαίνει ότι η σύνθεση πρέπει απαραιτήτως να περιλαμβάνει κάποιον από το κάθε ένα από τα αναφερθέντα σώματα, δηλαδή ένα μέλος από το Πανεπιστήμιο Κύπρου, ένα μέλος από τα δημόσια ιδρύματα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης της Κύπρου και ένα μέλος από τα προσδιορισθέντα εκπαιδευτικά ιδρύματα του εξωτερικού. Η επιφύλαξη η οποία ακολουθεί, ότι «δεν διορίζεται πέραν του ενός προσώπου από το ίδιο σώμα, ίδρυμα ή οργανισμό» δεν νομίζω να χρειάζεται ερμηνευτική επεξήγηση. Επισημαίνω ωστόσο, όσο και αν μπορεί να μοιάζει αυτονόητο, πως η λέξη «σώμα» στη φράση «ίδιο σώμα» στην τελευταία γραμμή του Άρθρου 50(1), χρησιμοποιείται για να υποδηλώσει το συγκεκριμένο σε περίπτωση διορισμού πέραν των τριών μελών ενώ στην προηγούμενη γραμμή, η φράση «κάθε σώμα» αναφέρεται στη γενική κατηγοριοποίηση με βάση την οποία γίνεται η εκπροσώπηση. Καταλήγω λοιπόν ότι η σύνθεση της διορισθείσας ομάδας αξιολόγησης - πιστοποίησης δεν ήταν νόμιμη. Η προσβαλλόμενη απόφαση παραμένει χωρίς έρεισμα. Τα δε επόμενα δεν έχουν πλέον νόημα.
Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα. Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται βάσει του Άρθρου 146.4(β) του Συντάγματος.
Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.