ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Υπόθεση Αρ. 678/2003)

 

12 Νοεμβρίου, 2004

 

[ΚΑΛΛΗΣ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤO ΑΡΘΡO 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

ΝΕΑΡΧΟΣ ΝΕΑΡΧΟΥ,

Αιτητής,

v.

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΤΕΛΩΝΕΙΩΝ,

Καθ' ων η αίτηση.

____________________

Α. Ευσταθίου (κα.), για τον Αιτητή.

Στ. Θεοδούλου, για τους Καθ' ων η αίτηση.

 

____________________

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

ΚΑΛΛΗΣ, Δ.: Με την παρούσα προσφυγή ο αιτητής ζητά την πιο κάτω θεραπεία:

«Δήλωση και/ή διαταγή του Σεβαστού Δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή απόφαση των καθ΄ ων η αίτηση η οποία κοινοποιήθηκε δι΄ επιστολής απευθυνόμενης προς τον αιτητή ημερομηνίας 17.6.2003 και με την οποία επιβάλλεται και αξιώνεται η καταβολή του ποσού των £10.131,00.- ως αναλογούντων φόρων προς απόδοση του κατασχεθέντος αυτοκινήτου Mitsubishi Lancer EV05, με αριθμό εγγραφής ΗΜΜ 804, ιδιοκτησίας του αιτητή είναι άκυρη, παράνομη και στερημένη έννομου αποτελέσματος.»

Τα πραγματικά περιστατικά τα οποία περιβάλλουν την προσφυγή.

Στις 22.2.2001 τελωνίστηκε για εσωτερική κατανάλωση αυτοκίνητο κατασκευής Mitsubishi μοντέλου Lancer με αρ. πλαισίου CΚ2Α0111844 και αρ. Μηχανής 4015ΤΕ8401. Εγγράφηκε στην Κύπρο με τον αριθμό ΗΜΜ 804.

Στις 21.5.2001 ο αιτητής αγόρασε το υπ΄ αριθμό CP9A0203273 μεταχειρισμένο αμάξωμα μοντέλου Lancer και στις 21.6.2001 υπέβαλε αίτηση στην αρμόδια αρχή για αλλαγή του αμαξώματος του πιο πάνω αυτοκινήτου με αρ. εγγραφής ΗΜΜ 804. Το αίτημα του εγκρίθηκε στις 27.6.2001 από το Τμήμα Οδικών Μεταφορών το οποίο έθεσε, μεταξύ άλλων, και τους πιο κάτω όρους:

(α) Το αμάξωμα να είναι της ίδιας κατασκευής.

(β) Του ίδιου τύπου και μοντέλου, και

(γ) Των ίδιων διαστάσεων με το αρχικό.

Στις 29.6.2001 ο αιτητής υπέβαλε αίτηση για επανεγγραφή του αυτοκινήτου με το νέο αμάξωμα. Η αίτηση εγκρίθηκε και το αυτοκίνητο «επανεγράφει ως αυτοκίνητο κατασκευής Mitsubishi και μοντέλου Lancer T. Makinen».

Στις 4.7.2002 ο αιτητής υπέβαλε στο Τμήμα Οδικών Μεταφορών αίτηση για αλλαγή της μηχανής του πιο πάνω οχήματος, από μηχανή κυβισμού 1490 cc σε μηχανή 1990 cc. Η αίτηση εγκρίθηκε στις 12.7.2002.

Το νέο αυτοκίνητο Mitsubishi Lancer T. Makinen με τη νέα μηχανή κυβισμού 1990 cc, με αρ. εγγραφής ΗΜΜ 804, κατασχέθηκε από τις τελωνειακές αρχές στις 16.10.2002 δυνάμει του αρ. 8 και του Τρίτου Πίνακα του περί Τελωνειακών Δασμών και Φόρων Καταναλώσεως Νόμου του 2002 (Ν 22(Ι)/2002) και του αρ. 170 του περί Τελωνείων και Φόρων Καταναλώσεως Νόμου του 1967 (Ν 82/67). Προς τούτο οι Τελωνειακές Αρχές εξέδωσαν τη δηλοποίηση κατάσχεσης με αρ. 0223413 ημερ. 16.10.2002 και την επέδωσαν στον αιτητή.

Από έρευνες που είχαν διεξαχθεί από τις Τελωνειακές Αρχές προέκυψαν τα εξής:

  1. Το πρώτο αμάξωμα ήταν μοντέλου LANCER, ενώ το αμάξωμα του κατασχεθέντος οχήματος είναι LANCER T. MAKINEN.
  2. Ο ιδιοκτήτης του αυτοκινήτου στην ανακριτική κατάθεση του ημερ. 17.10.2002 ισχυρίστηκε ότι ενεπλάκη σε δυστύχημα στο οποίο καταστράφηκε σε πολύ μεγάλο βαθμό το αμάξωμα του πρώτου/αρχικού αυτοκινήτου, με αριθμό πλαισίου CK2A011184.
  3. Ο ιδιοκτήτης απέτυχε να επιβεβαιώσει με κάποιο έγγραφο είτε από την ασφαλιστική εταιρεία, είτε από την Αστυνομία είτε από νοσοκομείο ή ιδιωτική κλινική την ορθότητα του ισχυρισμού του για δυστύχημα.
  4. Το παλαιό αμάξωμα ουδέποτε ανεβρέθηκε και ο ιδιοκτήτης δεν έδωσε ικανοποιητικά στοιχεία για την τύχη του.
  5. Σύμφωνα με την πιο πάνω κατάθεση του αιτητή το νέο αυτοκίνητο φέρει καινούργια καθίσματα, τροχούς, σπόιλερ και άλλα καινούργια εξαρτήματα.

Διαπιστώθηκε, επίσης, ότι το «αυτοκίνητο Mitsubishi Lancer με αρ. εγγραφής ΗΜΜ 804 φέρει άλλο αμάξωμα με αρ. πλαισίου CK2AD111844 και άλλη μηχανή με αρ. 4415 ΤΕ8401 που είναι τελείως διαφορετικά με αυτά που έφερε το αυτοκίνητο κατά το χρόνο της εισαγωγής του και του τελωνισμού του».

Οι λόγοι ακύρωσης.

Η κα. Ευσταθίου, εκ μέρους του αιτητή, υπέβαλε ότι «δια της εγκρίσεως από το αρμόδιο Τμήμα Οδικών Μεταφορών των αιτήσεων του αιτητή, και με γνώμονα των υπέρ των πράξεων αυτών τεκμήριο της νομιμότητας, έχουν ιδρυθεί δικαιώματα στον αιτητή και εμπεδώθηκε δικαιολογημένα η εμπιστοσύνη του προς τη διοίκηση». Η μεταγενέστερη στάση των καθ΄ ων η αίτηση - συνέχισε η ευπαίδευτη συνήγορος - η οποία εκδηλώθηκε με την απόφαση της Διευθύντριας Τμήματος Τελωνείων και σύμφωνα με την οποία έμμεσα αμφισβητούνται οι αποφάσεις άλλου Τμήματος της Δημοκρατίας, αυτού των Οδικών Μεταφορών, παραβιάζει την αρχή της καλής πίστης και την αρχή της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης του ιδιώτη. Το ερώτημα που τίθεται - συμπλήρωσε η κα. Ευσταθίου - είναι «ποιό είναι το αρμόδιο Κυβερνητικό Τμήμα που θα αποφασίσει αν ένα νόμιμα εγγεγραμμένο μηχανοκίνητο όχημα μετά από διενεργούμενες αλλαγές μετατρέπεται σε νέα κατασκευή». Για να απαντηθεί το ερώτημα -

 

 

σύμφωνα με την κα. Ευσταθίου - «θα πρέπει να ανατρέξουμε στον Καν. 55 των περί Μηχανοκινήτων Οχημάτων και Τροχαίας Κινήσεως Κανονισμών του 1984 (Κ.Δ.Π. 66/84) οι οποίοι περιλαμβάνουν πρόνοιες που ρυθμίζουν το θέμα της «οποιασδήποτε αλλαγής, μετατροπής ή προσαρμογής που επέρχεται σε ένα εγγεγραμμένο μηχανοκίνητο σχήμα, έτσι ώστε να μετατρέπεται σε άλλου τύπου ή κατηγορία».

Από τον πιο πάνω Καν. 55 σε συνδυασμό με τον Καν. 6(4) (α) - σύμφωνα με την κα. Ευσταθίου - προκύπτει ότι «νέα κατασκευή επέρχεται όταν οι μεταβολές και προσαρμογές που έχουν διενεργηθεί στο αρχικό όχημα είναι τέτοιες που μετατρέπουν τον τύπο και την κατηγορία του οχήματος». Προκύπτει, επίσης, ότι «καθ΄ ύλην αρμόδια να αποφασίσει την επέλευση των αλλαγών αυτών και κατ΄ επέκταση την μετατροπή αρχικού οχήματος σε νέας κατασκευής όχημα, έχει ο ΄Εφορος Μηχανοκινήτων Οχημάτων, στον οποίο μάλιστα παρέχεται η δια νόμου εξουσία να ακυρώσει μια εγγραφή και να αρνηθεί την εκ νέου εγγραφή μηχανοκινήτου οχήματος». Το Τμήμα Τελωνείων - κατέληξε η κα. Ευσταθίου - νομιμοποιείται στην είσπραξη φόρων σύμφωνα με τον Καν. 55(1), αν έχει μετατραπεί ο τύπος και η κατηγορία του οχήματος, πράγμα που αποδεδειγμένα δεν έχει συμβεί στην παρούσα υπόθεση.

Η αρμοδιότητα για τη χορήγηση άδειας για αλλαγή αμαξώματος ή μηχανής ανήκει στο Τμήμα Οδικών Μεταφορών. Η αρμοδιότητα εφαρμογής του αρ. 8 του πιο πάνω Νόμου 22(Ι)/2002 έχει εναποτεθεί από το Νομοθέτη στις Τελωνειακές Αρχές. Επομένως το κατά πόσο το κατασκεύασμα που προκύπτει μετά τη διενέργεια των αλλαγών εμπίπτει εντός της εμβέλειας του αρ. 8 αποτελεί θέμα που εμπίπτει αποκλειστικά εντός της αρμοδιότητας των Τελωνειακών Αρχών. Το γεγονός ότι οι αλλαγές είχαν διενεργηθεί ύστερα από άδεια του Τμήματος Οδικών Μεταφορών δεν αποτελεί παράγοντα ο οποίος είναι ικανός να αφαιρέσει από τις Τελωνειακές Αρχές την αρμοδιότητα την οποία τους εναπόθεσε η Τελωνειακή Νομοθεσία. Ούτε και η εναπόθεση αρμοδιότητας σε δύο Αρχές αποτελεί αντίφαση. Έχει νομολογηθεί ότι «δεν υφίσταται εγγενής αντίφαση στην καθιέρωση ξεχωριστών ελέγχων σε σχέση με την ίδια πράξη για διαφορετικούς σκοπούς (Tsiolis v. District Officer Nicosia (1982) 2 C.L.R. 11, 16: "There is no inherent contradiction in the establishment of separate controls over the same act for different purposes").

Αυτό που πρέπει, επομένως, να εξεταστεί είναι κατά πόσο οι Τελωνειακές Αρχές έχουν ασκήσει νομίμως τη σχετική εξουσία τους.

Στην παρούσα υπόθεση οι καθ΄ ων η αίτηση έχουν ενεργήσει κατ΄ επίκληση των εξουσιών που τους παρέχει το πιο πάνω αρ. 8 του Νόμου 22(Ι)/2002. Το λεκτικό του αρ. 8 είναι σχεδόν ταυτόσημο με το λεκτικό του αρ. 8 των Περί Τελωνείων και Φόρων Καταναλώσεως Νόμων. Το τελευταίο έχει ερμηνευθεί στην Μακεδόνας ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 162, 166, 167, στην οποία το θέμα τέθηκε ως εξής:

«Η διαπίστωση του πρωτόδικου Δικαστή, ότι το ζήτημα που εγείρεται είναι τεχνικής φύσεως και ότι η εκτίμηση των γεγονότων ανήκει στη Διοίκηση και το Αναθεωρητικό Δικαστήριο, επεμβαίνει μόνο, αν υπάρχει πλάνη περί τα πράγματα ή το Νόμο, ή η Διοίκηση υπερβαίνει τα όρια της διακριτικής τους εξουσίας, μας βρίσκει σύμφωνους. Εξάλλου το παράπονο του εφεσείοντα ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν θεώρησε το θέμα ως νομικό και/ή θέμα ερμηνείας του Νόμου και τω λέξεων 'κατασκευή ή παραγωγή', απαντάται στο κείμενο της απόφασης. Ο αδελφός πρωτόδικος Δικαστής ανέλυσε εκτενώς τη νομολογία επί του θέματος και προέβη σε ερμηνεία του Νόμου.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο ακολούθησε τη γραμματική ερμηνεία του Νόμου με το σκεπτικό ότι το λεκτικό του είναι σαφές και ερμηνεύεται με βάση τη φυσική και συνήθη έννοια των λέξεων. Η προσέγγιση του αυτή μας βρίσκει σύμφωνους.

Στο Υπερλεξικό της Νεοελληνικής Γλώσσας, Εκδόσεις Παγουλάτου, το ρήμα 'κατασκευάζω' έχει ως πρώτη σημασία τη δημιουργία προϊόντος με κατεργασία ή συναρμολόγηση διαφόρων υλικών, δηλαδή έχει την έννοια του 'φτιάχνω', και η λέξη 'κατασκευή' ως διαδικασία κατεργασίας ή συναρμολόγηση διαφόρων υλικών για την παραγωγή κάποιου πράγματος.

Στην πρωτόδικη απόφαση αναφέρονται δύο αποφάσεις από την Αγγλική Νομολογία οι Prestcold Ltd v. Minister of Labour (1969) 1 All E.R. 69 και Guildford Corporation v. Brown (1915) 1 K.B. 256.

Στην Prestcold ο Λόρδος Denning στις σελ. 71 και 72, είπε:

'It seems to me that when a person makes a machine, by getting component parts from elsewhere and assembling them together himself, he can properly be said to be 'manufacturing' that machine.'

Και στην Guildford (πιο πάνω), στη σελίδα 258, έχει λεχθεί:

'I think, however, that it is manufacturing a mattress if you take flock out of an old and put it into a new cover.'

Συμφωνούμε με τον αδελφό πρωτόδικο Δικαστή τόσο με τη νομική όσο και την πραγματική του προσέγγιση επί του θέματος.

Το αντικείμενο το οποίο προέκυψε, το αυτοκίνητο, από τη συναρμολόγηση του αμαξώματος και της μηχανής, διαφέρει από τα συστατικά του στοιχεία. Η ένωση τους συνθέτει νέο προϊόν, το οποίο διαφέρει, τόσο από τα συστατικά του στοιχεία όσο και από το αυτοκίνητο το οποίο αντικατέστησε, το ΡΖ430. Και τα δύο βασικά εξαρτήματα, η μηχανή και το αμάξωμα, έχασαν, μετά τη συναρμολόγηση τους και την ένθεσή τους στο ίδιο αντικείμενο, την ξεχωριστή ταυτότητά τους. Η ένωσή τους οδήγησε στη γένεση ενός νέου κατασκευάσματος, του αυτοκινήτου ΡΖ430.»

Στην παρούσα υπόθεση λαμβάνω υπόψη τις αλλαγές που έχουν διενεργηθεί στο εν λόγω αυτοκίνητο (βλ. σελ. 2-4, πιο πάνω) σε συνάρτηση με την ερμηνεία του όρου κατασκευάζω, όπως έχει διατυπωθεί στην Μακεδόνας (πιο πάνω). Έχω την άποψη πως η προσβαλλόμενη απόφαση ήταν εύλογα επιτρεπτή στις Τελωνειακές Αρχές με βάση το ενώπιον τους υλικό. Δεν συντρέχει πλάνη περί τα πράγματα ή το Νόμο ή υπέρβαση των ορίων της διακριτικής ευχέρειας των Τελωνειακών Αρχών. Έπεται πως οι σχετικοί λόγοι ακύρωσης πρέπει να απορριφθούν.

Για τους πιο πάνω λόγους η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται με έξοδα. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.

 

 

 

 

Π. ΚΑΛΛΗΣ,

Δ.

 

/ΕΑΠ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο