ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ANAΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Συνεκδικαζόμενες Υποθέσεις Αρ. 777/2002 και 778/2002)
23 Σεπτεμβρίου, 2004
[ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ/στής]
(Υπόθεση Αρ. 777/2002)
ΦΩΤΟΣ ΦΩΤΙΑΔΗΣ,
Αιτητής,
ν.
ΡΑΔΙΟΦΩΝΙΚΟΥ ΙΔΡΥΜΑΤΟΣ ΚΥΠΡΟΥ,
Καθ΄ου η Αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 778/2002)
ΓΙΩΡΓΟΣ ΔΑΜΙΑΝΟΥ,
Αιτητής,
ν.
ΡΑΔΙΟΦΩΝΙΚΟΥ ΙΔΡΥΜΑΤΟΣ ΚΥΠΡΟΥ,
Καθ΄ου η Αίτηση.
Κ. Λοΐζου, για τους Αιτητές και στις δύο υποθέσεις.
Π. Πολυβίου, για το Καθ΄ου η Αίτηση.
Α. Κωνσταντίνου, για το Ενδιαφερόμενο Μέρος 1.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Με τη σύμφωνη γνώμη των μερών το Δικαστήριο διέταξε τη συνεκδίκαση των δύο προσφυγών γιατί έχουν το ίδιο νομικό και πραγματικό υπόβαθρο και προσβάλλουν την ίδια διοικητική πράξη.
Το Ραδιοφωνικό Ίδρυμα Κύπρου (ΡΙΚ) στις 21.3.2002 προκήρυξε δύο θέσεις «Ανώτερου Λειτουργού Ραδιοφωνικών και Μουσικών Προγραμμάτων». Με βάση αυτή την προκήρυξη υπέβαλαν μεταξύ άλλων αίτηση τόσο οι αιτητές όσο και τα ενδιαφερόμενα μέρη (Ε/Μ).
Η Συμβουλευτική Επιτροπή Επιλογής που συνήλθε στις 25.4.2002 έκρινε όλους τους υποψηφίους περιλαμβανομένων των αιτητών και των Ε/Μ κατάλληλους για την θέση του Ανώτερου Λειτουργού Ραδιοφωνικών και Μουσικών Προγραμμάτων και τους παρέπεμψε στο Διοικητικό Συμβούλιο του ΡΙΚ για τα περαιτέρω.
Το Διοικητικό Συμβούλιο του ΡΙΚ κατά τη συνεδρία του στις 9.7.2002 αφού έλαβε υπόψη τα ενώπιον του στοιχεία, τους προσωπικούς φακέλους των υποψηφίων και τις υπηρεσιακές εκθέσεις αποφάσισε ομόφωνα να προαγάγει στις επίδικες θέσεις τα Ε/Μ από την 1.8.2002.
Με τις δύο προσφυγές οι αιτητές επιζητούν την ακύρωση της πιο πάνω απόφασης του Διοικητικού Συμβουλίου του ΡΙΚ.
Και στις δύο προσφυγές προβάλλονται οι ίδιοι λόγοι για τους οποίους ζητείται η ακύρωση της επίδικης απόφασης.
Ισχυρίζονται οι αιτητές ότι οι καθ΄ων η αίτηση πεπλανημένα παραγνώρισαν είτε την αρχαιότητα τους είτε τα υπέρτερα προσόντα τους.
Από τους φακέλους της υπόθεσης προκύπτουν τα εξής ως προς τα τρία αυτά θεσμοθετημένα κριτήρια προαγωγής:-
Αρχαιότητα:
Ο αιτητής στην προσφυγή 777/2002 Φ. Φωτιάδης υπερέχει σε αρχαιότητα του Ε/Μ 2 Μ. Μελετίου κατά έξι μήνες ενώ υστερεί και πάλιν κατά 6 μήνες του Ε/Μ 1 Σπ. Αθανασιάδη.
Ο αιτητής στην προσφυγή 778/2002 Γ. Δαμιανού υπερέχει και των δύο Ε/Μ σε αρχαιότητα κατά 4 χρόνια και 9 μήνες και 5 χρόνια και 9 μήνες αντίστοιχα.
Προσόντα:
Αιτητές και Ε/Μ πληρούσαν τα υπό του σχεδίου υπηρεσίας απαιτούμενα προσόντα. Ο αιτητής Φ. Φωτιάδης γιατί κατέχει δίπλωμα ηθοποιού και σκηνοθεσίας, το Ε/Μ Μ. Μελετίου γιατί κατέχει διπλώματα μουσικής και το Ε/Μ Σπ. Αθανασιάδης γιατί κατέχει πτυχίο Πανεπιστημίου. Ο αιτητής Γ. Δαμιανού δεν είναι κάτοχος οποιουδήποτε διπλώματος ή πτυχίου αλλά θεωρήθηκε ότι κατέχει τα απαιτούμενα προσόντα σύμφωνα με τη διαζευκτική πρόνοια του σχεδίου υπηρεσίας «για το προσωπικό που υπηρετούσε στο ΡΙΚ την 1.1.2001 και είχε μακρά και ευδόκιμη υπηρεσία στο ΡΙΚ ....».
Αξία:
Ο αιτητής Γ. Δαμιανού τα τελευταία 4 χρόνια έχει 53Α και 7Β, ο αιτητής Φ. Φωτιάδης αντίστοιχα 55Α και 5Β, το Ε/Μ Σπ. Αθανασιάδης 58Α και 2Β και το Ε/Μ Μ. Μελετίου 60Α.
Από την πιο πάνω παράθεση των στοιχείων αξιολόγησης προκύπτει ότι αιτητές και ενδιαφερόμενα μέρη γενικά είναι ίσοι στο κριτήριο της αξίας αν και τα Ε/Μ υπερέχουν οριακά σε επί μέρους στοιχεία της αξιολόγησης.
Στο κριτήριο της αρχαιότητας ο αιτητής Γ. Δαμιανού υπερέχει σημαντικά των Ε/Μ ενώ ο αιτητής Φ. Φωτιάδης υπερέχει μόνο οριακά έναντι του Ε/Μ Μ. Μελετίου ενώ υστερεί οριακά έναντι του Ε/Μ Σπ. Αθανασιάδη.
Στα προσόντα μόνο ο αιτητής Γ. Δαμιανού δεν κατέχει οποιοδήποτε πτυχίο ή δίπλωμα. Το Ε/Μ Σπ. Αθανασιάδης κατέχει πτυχίο Πανεπιστημίου ενώ το Ε/Μ Μ. Μελετίου και ο αιτητής Φ. Φωτιάδης διπλώματα σε κατάλληλα θέματα μουσικής και θεάτρου αντίστοιχα.
Οι καθ΄ων η αίτηση στην τελική τους απόφαση για την επιλογή των Ε/Μ έδωσαν την πιο κάτω αιτιολογία:-
«Το Συμβούλιο, αφού έλαβε υπόψη και συνεκτίμησε το σύνολο των ενώπιόν του στοιχείων αναφορικά με τους υποψηφίους σε συνάρτηση με τις απαιτήσεις του Σχεδίου Υπηρεσίας της θέσης, έκρινε, με βάση τα καθιερωμένα κριτήρια της αξίας, των προσόντων και της αρχαιότητας και με γνώμονα την καταλληλότητα για τη θέση, ότι οι καταλληλότεροι για προαγωγή είναι ο Αθανασιάδης Σπύρος και ο Μελετίου Μάριος και αποφάσισε ομόφωνα την προαγωγή τους στη θέση Ανώτερος Λειτουργός Ραδιοφωνικών και Μουσικών Προγραμμάτων από την 1η Αυγούστου 2002.
Ειδικά και σε σχέση του Αθανασιάδη Σπύρου με τους άλλους υποψηφίους το Συμβούλιο έκρινε ότι:
Ειδικά και σε σχέση του Μελετίου Μάριου με τους άλλους υποψήφιους, το Συμβούλιο δεν αγνόησε το ουσιαστικό προβάδισμα σε αρχαιότητα του Δαμιανού Γεώργιου και το μικρότερο προβάδισμα του Φωτιάδη Φώτου έναντι του Μελετίου Μάριου, έκρινε όμως ότι:
Ο ισχυρισμός και των δύο αιτητών ότι οι καθ΄ων η αίτηση παραγνώρισαν την αρχαιότητα τους έναντι των Ε/Μ δεν είναι ορθή. Στην απόφαση τους οι καθ΄ων η αίτηση κάνουν ειδική αναφορά στην αρχαιότητα, καταλήγουν όμως ότι δεν είναι αρκετή για να προσδώσει υπεροχή στους αιτητές αφού ληφθούν όλα τα άλλα κριτήρια και στοιχεία στο σύνολο τους. Η αναφορά των καθ΄ων η αίτηση στα προσόντα των Ε/Μ τα οποία θα τους επέτρεπαν να εκπληρώσουν τα καθήκοντα της θέσης με μεγαλύτερη επιτυχία κρίνεται ότι είναι εύλογα επιτρεπτή. Η αρχαιότητα από μόνη της δεν μπορεί να αποδείξει έκδηλη υπεροχή.
Οι πιο πάνω θέσεις βρίσκουν έρεισμα στη νομολογία. Στην απόφαση της Ολομέλειας Χρίστου ν. Συμβουλίου Υδατοπρομήθειας Λάρνακας (1998) 3 Α.Α.Δ. 604 έχουν λεχθεί και τα ακόλουθα στη σελίδα 606:-
«Ό,τι πρέπει να διευκρινιστεί είναι ότι η αναφορά, στην απόφαση του Συμβουλίου, στα προσόντα του ενδιαφερομένου προσώπου δεν συσχετίζεται με την κατοχή εκ μέρους του, πρόσθετων προσόντων από τα απαιτούμενα αλλά με την ευχέρεια που του παρείχαν τα προσόντα του να εκπληρώσει τα καθήκοντα της θέσης με μεγαλύτερη επιτυχία. Το πρωτόδικο Δικαστήριο διαπίστωσε ότι η απόφαση λήφθηκε μέσα στα πλαίσια των εξουσιών του Συμβουλίου και υπό το πρίσμα των υπηρεσιακών στοιχείων των υποψηφίων. Εφόσον διοικητική απόφαση λαμβάνεται μέσα στο νενομισμένο πλαίσιο και υπό το φως του συνόλου των σχετικών στοιχείων, ο μόνος λόγος για τον οποίο μπορεί να ακυρωθεί είναι ότι αυτή δεν ήταν εύλογα επιτρεπτή.
Ο εφεσείων υποστήριξε, χωρίς επιτυχία, ενώπιον του πρωτοδίκου Δικαστηρίου και επανέλαβε ενώπιον μας, ότι η απόφαση δεν ήταν λογικά εφικτή ενόψει της έκδηλης υπεροχής του έναντι του ενδιαφερομένου προσώπου. Η έκδηλη υπεροχή υποψηφίου έναντι των ανθυποψηφίων του περιορίζει, όπως είναι θεμελιωμένο, τη διακριτική ευχέρεια διοικητικού οργάνου εφόσον διαγράφει την επιλογή του.
Ο ισχυρισμός για την έκδηλη υπεροχή του εφεσείοντα συναρτάται αποκλειστικά με την αρχαιότητα που είχε έναντι του ανθυποψηφίου του. Το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε τον ισχυρισμό αυτό με το ακόλουθο σκεπτικό:-
«Το γεγονός της αρχαιότητας του αιτητή, όπως έχει τονιστεί σε σωρεία αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου, δεν μπορεί να θεωρηθεί από μόνο του ως αποφασιστικό κριτήριο ούτε και είναι αρκετό για να καταδείξει έκδηλη υπεροχή που αποτελεί προϋπόθεση για να δικαιολογείται παρέμβαση του Δικαστηρίου.»
Η διαπίστωση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι δεν θεμελιώθηκε έκδηλη υπεροχή του εφεσείοντα έναντι του ενδιαφερομένου προσώπου είναι αναντίλεκτα ορθή.»
Θεωρώ, ως εκ τούτου, την απόφαση των καθ΄ων η αίτηση ως εφικτή και εύλογα επιτρεπτή. Το Δικαστήριο δεν υποκαθιστά τη δική του κρίση, αναφορικά με την επιλογή του καταλληλότερου υποψηφίου για προαγωγή με την κρίση του αρμοδίου οργάνου.
Με άλλο και τελευταίο λόγο οι αιτητές προβάλλουν τον ισχυρισμό ότι η επίδικη απόφαση είναι άκυρη γιατί οι καθ΄ων η αίτηση έλαβαν υπόψη εμπιστευτικές εκθέσεις που ήσαν άκυρες. Με βάση τη νομολογία που παραθέτει ο δικηγόρος των αιτητών πράγματι οι εμπιστευτικές εκθέσεις των ετών 1990-2000 κρίθηκαν ως άκυρες από το Ανώτατο Δικαστήριο γιατί ο τύπος και το περιεχόμενο δεν καθορίζετο από σχετικούς Κανονισμούς αλλά από απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου. Οι εμπιστευτικές εκθέσεις όμως των πιο πάνω ετών έχουν καταστεί ήδη έγκυρες αναδρομικά από το νομοθέτη με την Κ.Δ.Π. 63/2001. Με τον Κανονισμό 19 δόθηκε αναδρομική ισχύς από 1.1.1990. Η προαναφερθείσα νομολογία αναφέρεται πριν την έγκριση της πιο πάνω Κανονιστικής Διάταξης και πριν από το έτος 2001. (Βλέπε: Χαρίλαος Χατζηγέρου ν. Α.Η.Κ., Υπόθ. Αρ. 787/98, ημερ. 9.11.2001). Κατά συνέπεια ο λόγος αυτός δεν ευσταθεί και απορρίπτεται.
Οι προσφυγές απορρίπτονται με έξοδα.
Η επίδικη απόφαση επικυρώνεται.
(Υπ.) Μ. Κρονίδης, Δ.
/ΕΠσ