ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2003) 4 ΑΑΔ 1044
3 Νοεμβρίου, 2003
[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
SUPHIRE (STOCKBROKERS) LTD,
Αιτητές,
v.
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΚΕΦΑΛΑΙΑΓΟΡΑΣ ΚΥΠΡΟΥ,
Kαθ΄ης η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 1206/2002)
Χρηματιστήριο Αξιών Κύπρου ― Άρθρο 68 του περί Αξιών και Χρηματιστηρίου Αξιών Κύπρου Νόμου του 1993 (Ν.14(1)/93) ― Περιστάσεις παράβασής του στην κριθείσα περίπτωση και διαδικασία επιβολής της σχετικής πειθαρχικής ποινής.
Διοικητικό Δίκαιο ― Γενικές Αρχές ― Δικαίωμα ακροάσεως ― Το δικαίωμα του πειθαρχικώς διωκόμενου να ακουστεί επί του ύψους της επιβληθεισόμενης ποινής ― Ειδικά το Άρθρο 39(3) του περί Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς Κύπρου (Σύσταση και Αρμοδιότητες) Νόμου του 2001 (Ν.64(1)/01) ― Ερμηνεία σύμφωνη με τις αρχές του διοικητικού δικαίου.
Οι αιτητές αμφισβήτησαν με την προσφυγή την σε βάρος τους απόφαση για υπαίτια παράβαση του Άρθρου 68 του Ν.14(Ι)/93 και την συνακόλουθη επιβολή προστίμου Λ.Κ.3000.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:
1. Οι αιτητές εγείρουν ουσιαστικά μόνο ένα νομικό σημείο, ότι δηλαδή η επίδικη απόφαση είναι μεμπτή γιατί, μετά τη διαπίστωση της επίδικης παράβασης, δεν τους δόθηκε η ευκαιρία να προβούν σε παραστάσεις αναφορικά με το είδος και ύψος της ποινής που ενδεχομένως θα επιβαλλόταν. Δεν αμφισβητείται η ορθότητα της καταδικαστικής απόφασης.
Ο δικηγόρος της Επιτροπής με αναφορά στο Άρθρο 39 του περί Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς Κύπρου (Σύσταση και Αρμοδιότητες) Νόμου του 2001, Ν.64(Ι)/01, εισηγείται πως οι παραστάσεις που αφορούν στην επιβολή του προστίμου γίνονται ταυτόχρονα με τις παραστάσεις που αφορούν στην ίδια την παράβαση.
Ο δικηγόρος της Επιτροπής δίδει ιδιαίτερη έμφαση στην παράγραφο 3 του άρθρου. Δεν είναι ορθή η σχετική εισήγηση. Το γεγονός ότι στην παράγραφο 3 αναφέρεται πως η Επιτροπή οφείλει να λάβει υπόψη της τις παραστάσεις που γίνονται πριν από την έκδοση της απόφασης, και που αφορούν στην ετυμηγορία της και στον καθορισμό του ύψους του επιβαλλόμενου προστίμου, δεν σημαίνει πως αυτές οι παραστάσεις γίνονται ταυτόχρονα. Η πειθαρχική διαδικασία, καθώς είναι γνωστό, έχει δύο ξεχωριστά στάδια. Το πρώτο αφορά στην εξέταση της ουσίας της καταγγελίας και την τελική κρίση επ' αυτού, και το δεύτερο στην εξέταση της ενδεδειγμένης τιμωρίας, μέσα στα πλαίσια βέβαια που ορίζει η νομοθεσία. Εκ των πραγμάτων δεν μπορεί στις ίδιες παραστάσεις, που υποβάλλει ο ενδιαφερόμενος, και το περιεχόμενο των οποίων δυνατό να είναι άρνηση της κατηγορίας, να υποβάλλει ταυτόχρονα και στοιχεία που αφορούν στην μείωση της ενδεχόμενης ποινής. Αυτή η αρχή, που έχει νομολογιακά καθιερωθεί, δεν καλύπτεται.
2. Στην παρούσα υπόθεση όμως, οι γραπτές παραστάσεις που υπέβαλαν οι δικηγόροι της αιτήτριας δεν απαντούν ευθέως στην κατηγορία που εξεταζόταν εις βάρος της, αντιθέτως, δικαιολογούν την ενέργειά της.
Ενόψει των ανωτέρω, το παράπονο της αιτήτριας, που είναι και το μοναδικό στην προσφυγή, δεν ευσταθεί.
Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Χατζηγαβριήλ ν. Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς Κύπρου (2002) 4 Α.Α.Δ. 1203,
Προσφυγή.
Δ. Καλλής, για τους Αιτητές.
Κ. Καντούνας, για την Καθ' ης η αίτηση.
Cur. adv. vult.
ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ.: Η καθ΄ης η αίτηση, στα επόμενα «Επιτροπή», απηύθυνε στις 13.6.02 επιστολή στην αιτήτρια εταιρεία, με την οποία την πληροφορούσε πως είχαν τεθεί ενώπιον της στοιχεία καταγγελίας εις βάρος της από το Χρηματιστήριο Αξιών Κύπρου, μετά από σχετικό διάβημα της εταιρείας Εδραίος Λτδ. Διαπιστώθηκε, συνεχίζει η πιο πάνω επιστολή, πως από τα στοιχεία αυτά υπήρχε το ενδεχόμενο παράβασης εκ μέρους της αιτήτριας του άρθρου 68 του περί Αξιών και Χρηματιστηρίου Αξιών Κύπρου Νόμου του 1993, 14(1)/93, όπως τροποποιήθηκε, και η Επιτροπή εξέφραζε την πρόθεση της να διερευνήσει το ζήτημα και αναλόγως να προχωρήσει στην επιβολή διοικητικού προστίμου.
Το άρθρο 68 προβλέπει:
«68. Όποιος προβαίνει, κατά την παροχή πληροφορίας για οποιοδήποτε από τους σκοπούς του παρόντος Νόμου ή των χρηματιστηριακών Κανονισμών, σε δήλωση ψευδή, παραπλανητική ή απατηλή ως προς ουσιώδες στοιχείο της, ή αποκρύπτει οτιδήποτε ουσιώδες διαπράττει αδίκημα που τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι δύο έτη ή με χρηματική ποινή μέχρι πέντε χιλιάδες λίρες ή και με τις δύο ποινές.»
Τα εις βάρος της αιτήτριας στοιχεία καταγράφονται με λεπτομέρεια στην πιο πάνω επιστολή, που συνοψίζω στα εξής:
Στις 2.2.01, η αιτήτρια, που προφανώς είναι επενδυτική εταιρεία, αγόρασε εκ μέρους της εταιρείας Εδραίος Λτδ 120.000 μετοχές της εταιρείας Tsokkos Hotels Ltd. Την ίδια μέρα η εταιρεία Εδραίος Λτδ πώλησε τις 100.000 απ΄αυτές τις μετοχές, μέσω άλλου χρηματιστηριακού γραφείου, στο οποίο παρέδωσε και τα σχετικά έγγραφα που είχε δώσει σ΄αυτήν η αιτήτρια. Στις 5.2.01 όμως, και ενώ η αιτήτρια γνώριζε πως η Εδραίος Λτδ, είχε πωλήσει ήδη τις πιο πάνω μετοχές, και χωρίς οποιαδήποτε εκ μέρους της εξουσιοδότηση, προέβη σε πώληση των μετοχών δήθεν εκ μέρους της εταιρείας Εδραίος Λτδ. Η αιτήτρια, ενώ γνώριζε την πιο πάνω συναλλαγή, με δυο επιστολές της στο διευθυντή του χρηματιστηρίου τον πληροφορούσε πως ήταν ο πελάτης της Suphire Trading and Investmements που είχε προβεί στην αγορά των 100.000 μετοχών στις 2.2.01 και την εν συνεχεία πώληση τους, στις 5.2.01, και πως εκ παραδρομής η πώληση είχε εγγραφεί στην Εδραίος Λτδ. Η υπηρεσία του Χρηματιστηρίου βασιζόμενη στη βεβαίωση της αιτήτριας προέβη στην αλλαγή με αποτέλεσμα να εκτεθεί ένα μέλος του, δηλαδή η Inter Global Stock Progress Ltd γιατί, μετά που ενεγράφησαν οι μετοχές στην Suphire Trading and Investments διαπιστώθηκε πως η Inter Global είχε πωλήσει τις μετοχές χωρίς αυτές να διατίθενται από τον κάτοχό τους.
Ενόψει της πιο πάνω ψευδούς δήλωσης η καθ΄ης η αίτηση καλούσε την αιτήτρια μέσα σε 21 ημέρες να προβεί σε γραπτές παραστάσεις, με την ευχέρεια, αν ήθελε, να προβεί και σε προφορικές ή και στα δυο. Η επιστολή κατέληγε με τα εξής:
«Η Επιτροπή πριν εκδώσει την απόφαση της για ενδεχόμενη επιβολή διοικητικού προστίμου και καθορίσει το ύψος του θα λάβει δεόντως υπόψει τας παραστάσεις σας».
Τις παραστάσεις εκ μέρους της αιτήτριας ανέλαβαν να υποβάλουν γραπτώς οι δικηγόροι της. Στο 6σέλιδο έγγραφο που ετοίμασαν, και που έχω μελετήσει με προσοχή δεν απαντάται το καίριο ερώτημα, που αποτελούσε και την κατηγορία εις βάρος της αιτήτριας. Αντ΄αυτού, γίνεται εκτεταμένη αναφορά σε διάφορα άρθρα του περί Συμβάσεων Νόμου, των αρχών της επιείκειας, αλλά ιδιαίτερα σε οικονομικές διαφορές που υπήρχαν μεταξύ της αιτήτριας και της Εδραίος Λτδ. Η καταληκτική θέση που εκφράζεται είναι ότι ορθά ενήργησε η αιτήτρια, και πως εν παρανομία βρισκόταν η Εδραίος Λτδ, που αυτή θα έπρεπε να ήταν υπόλογος για διάφορες ατασθαλίες σε υποθέσεις του Χρηματιστηρίου, τις οποίες μάλιστα η αιτήτρια κατάγγειλε στην Αστυνομία. Η Επιτροπή εξέτασε, στις 29.10.02, την υπόθεση και κατέληξε, με αιτιολογημένη απόφαση της, πως η υπηρεσία χρηματιστηρίου, βασιζόμενη στη βεβαίωση της αιτήτριας περί λάθους εκ παραδρομής, ενώ επρόκειτο περί σκοπίμου ψευδούς δηλώσεως, την έκρινε ως υπαίτια για παράβαση του άρθρου 68 του Νόμου και της επέβαλε £3.000 πρόστιμο.
Η αιτήτρια προσβάλλει την πιο πάνω απόφαση. Διαβάζοντας με προσοχή τη γραπτή αγόρευση των δικηγόρων της αιτήτριας διαπιστώνω πως εγείρουν ουσιαστικά μόνο ένα νομικό σημείο, ότι δηλαδή η επίδικη απόφαση είναι μεμπτή γιατί, μετά τη διαπίστωση της παράβασης, δεν δόθηκε η ευκαιρία στην αιτήτρια να προβεί σε παραστάσεις αναφορικά με το είδος και ύψος της ποινής που ενδεχομένως θα επιβαλλόταν. Δεν αμφισβητείται όπως, εγώ τουλάχιστον διαπιστώνω, η ορθότητα της καταδικαστικής απόφασης.
Ο δικηγόρος της Επιτροπής με αναφορά στο άρθρο 39 του περί Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς Κύπρου (Σύσταση και Αρμοδιότητες) Νόμου του 2001, Ν.64(Ι)/01, εισηγείται πως οι παραστάσεις που αφορούν στην επιβολή του προστίμου γίνονται ταυτόχρονα με τις παραστάσεις που αφορούν στην ίδια την παράβαση. Παραθέτω αυτούσιο το άρθρο 39 εδάφια 1-4.
«39.-(1) Πριν να προβεί στην έκδοση της απόφασης της προς επιβολή διοικητικού προστίμου κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 38, η Επιτροπή οφείλει να κοινοποιεί εγγράφως την πρόθεση της προς διερεύνηση της παράβασης σε κάθε επηρεαζόμενο πρόσωπο, να παραθέτει τους λόγους που δικαιολογούν την πρόθεσή της προς διερεύνηση και προς επιβολή διοικητικού προστίμου και να επισημαίνει τα δικαιώματα που του παρέχονται δυνάμει του εδαφίου (2).
(2) Πρόσωπο προς το οποίο κοινοποιείται έγγραφο με βάση το εδάφιο (1) έχει το δικαίωμα εντός προθεσμίας είκοσι μίας ημερών από της κοινοποιήσεως αυτής, να προβεί σε γραπτές και αν το επιθυμεί προφορικές παραστάσεις προς την Επιτροπή.
Νοείται ότι είναι δυνατή η παράταση της πιο πάνω προθεσμίας σε περίπτωση κωλύματος ή άλλης εύλογης αιτίας.
(3) Η Επιτροπή οφείλει να λαμβάνει υπόψη της τις παραστάσεις αυτές πριν να προβεί στην έκδοση της απόφασης της προς επιβολή διοικητικού προστίμου και στον καθορισμό του ύψους του οφειλόμενου ποσού.
(4) Απόφαση της Επιτροπής προς επιβολή διοικητικού προστίμου πρέπει να είναι δεόντως αιτιολογημένη και να κοινοποιείται εγγράφως προς κάθε επηρεαζόμενο πρόσωπο.
Νοείται ότι οι αποφάσεις της Επιτροπής υπόκεινται στο ένδικο μέσο της προσφυγής ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου βάση του Άρθρου 146 του Συντάγματος.»
Ο δικηγόρος της Επιτροπής δίδει ιδιαίτερη έμφαση στην παράγραφο 3 του άρθρου. Δεν συμφωνώ με την σχετική εισήγηση. Το γεγονός ότι στην παράγραφο 3 αναφέρεται πως η Επιτροπή οφείλει να λάβει υπόψη της τις παραστάσεις που γίνονται πριν από την έκδοση της απόφασης, και που αφορούν στην ετυμηγορία της και στον καθορισμό του ύψους του επιβαλλόμενου προστίμου δεν σημαίνει πως αυτές οι παραστάσεις γίνονται ταυτόχρονα. Η πειθαρχική διαδικασία, καθώς είναι γνωστό, έχει δυο ξεχωριστά στάδια. Το πρώτο αφορά στην εξέταση της ουσίας της καταγγελίας και την τελική κρίση επ΄αυτού, και το δεύτερο στην εξέταση της ενδεδειγμένης τιμωρίας, μέσα στα πλαίσια βέβαια που ορίζει η νομοθεσία. Εκ των πραγμάτων δεν μπορεί στις ίδιες παραστάσεις, που υποβάλλει ο ενδιαφερόμενος, και το περιεχόμενο των οποίων δυνατό να είναι άρνηση της κατηγορίας, να υποβάλλει ταυτόχρονα και στοιχεία που αφορούν στην μείωση της ενδεχόμενης ποινής. Αυτή η αρχή, που έχει νομολογιακά καθιερωθεί, δεν καλύπτεται.
Στην υπόθεση όμως που εξετάζουμε, όπως είπα ήδη πιο πάνω, οι γραπτές παραστάσεις που υπέβαλαν οι δικηγόροι της αιτήτριας δεν απαντούν ευθέως στην κατηγορία που εξεταζόταν εις βάρος της, αντιθέτως, δικαιολογούν την ενέργεια της, ενόψει των άλλων οικονομικών διαφορών που είχε με την Εδραίος Λτδ. Να παραθέσω σχετικό απόσπασμα από το έγγραφο, που, κατά τη γνώμη μου, δικαιολογεί τη θέση που εξέφρασα.
"Oι αιτητές έχουν ενεργήσει όπως ενήργησαν σε μια προσπάθεια να μετριάσουν τις ζημιές τους που είχαν προκύψει λόγω των απατηλών και δόλιων ενεργειών της παραπονούμενης Εταιρείας.
Στην προσβαλλόμενη απόφαση δεν σχολιάζεται καθόλου ο λόγος ο οποίος οδήγησε τους αιτητές στη διάπραξη του επίδικου παραπτώματος.
Εν όψει του ύψους της επίδικης ποινής και των λόγω που οδήγησαν στο επίδικο παράπτωμα έπρεπε η προσβαλλόμενη απόφαση να περιέχει τουλάχιστον την κρίση και θέση της Επιτροπής επί του λόγου που οδήγησε στο επίδικο παράπτωμα. Οι περιστάσεις της υπόθεσης επέβαλλαν όπως η Επιτροπή ασχοληθεί ειδικώς με το πιο πάνω ελαφρυντικό.»
Ενόψει των ανωτέρω, κρίνω πως το παράπονο της αιτήτριας, που είναι και το μοναδικό στην προσφυγή, δεν ευσταθεί. Τέλος να αναφέρω πως η προσφυγή αποφασίστηκε στη βάση των νομικών επιχειρημάτων που ηγέρθησαν και από τις δυο πλευρές χωρίς να υπεισέρχομαι αυτεπάγγελτα σε οτιδήποτε άλλο θα μπορούσε να προβληθεί στην υπόθεση. Και για το τελευταίο σχόλιο μου παραπέμπω στην απόφαση μου Κώστα Χατζηγαβριήλ ν. Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς Κύπρου (2002) 4 Α.Α.Δ. 1203, με την οποία συμβάδισε και ο Κωνσταντινίδης, Δ., στην Frindlays Investments Ltd και Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, ημερ. 16.9.2003.
Η προσφυγή απορρίπτεται με £500 έξοδα.
Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.