ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2003) 4 ΑΑΔ 367

5 Μαΐου, 2003

[ΚΑΛΛΗΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

1. ΑΝΝΑ Α. ΗΛΙΑ,

2. ΧΡΥΣΤΑΛΛΑ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ,

Αιτήτριες,

v.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,

ΜΕΣΩ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

Καθ' ων η αίτηση.

(Υπόθεση Αρ. 468/2002)

 

Δημόσιοι Υπάλληλοι Διορισμοί Σε θέση της οποίας η αρχική κλίμακα δεν υπερβαίνει την κλίμακα Α7 Εφαρμογή του περί Αξιολόγησης Υποψηφίων για Διορισμό στη Δημόσια Υπηρεσία Νόμου (Ν. 6(1)/98) Τροποποίηση του Άρθρου 2(1) του Νόμου με τον τροποποιητικό νόμο 73(1)/98, για τον ορισμό του όρου «θέση» Έγκριση ξεχωριστού καταλόγου θέσεων ιδίας μισθοδοσίας από τη Βουλή, για τις οποίες η γραπτή εξέταση θα διεξάγεται από τις οικίες Συμβουλευτικές Επιτροπές και όχι από Ειδική Επιτροπή - Στην προκειμένη περίπτωση, εφαρμόστηκε πιστά ο νόμος, όπως τροποποιήθηκε Η παρέμβαση της Βουλής με την έγκριση του καταλόγου, έγινε στα πλαίσια εφαρμογής του Νόμου και όχι κατά παραβίαση της αρχής της διάκρισης των εξουσιών.

Οι περί Αξιολόγησης Υποψηφίων για Διορισμό στη Δημόσια Υπηρεσία Νόμοι 1998 έως 2001 ― (Ν. 6(1)/98) ― Το Άρθρο 33(13) του περί Δημοσίας Υπηρεσίας Νόμου (Ν.1/90) περί ολοκλήρωσης της διαδικασίας διορισμού μέχρι την 30ην Απριλίου του επόμενου έτους, δεν εφαρμόζεται.

Οι αιτήτριες επεδίωξαν με την προσφυγή την ακύρωση του διορισμού 16 υποψηφίων στη θέση Βοηθού Λειτουργού Διεκπεραίωσης ς Τάξεως (Τμήμα Υπηρεσιών Πληροφορικής).

Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:

1.           Η εμπλοκή της Συμβουλευτικής Επιτροπής στη διαδικασία διεξαγωγής του γραπτού διαγωνισμού έχει προκύψει ως αποτέλεσμα της τροποποίησης του Άρθρου 2(1) του Νόμου 6(Ι)/98 (ορισμός του όρου «Θέση») με το Άρθρο 2 του Νόμου 73(Ι)/98.

   Ως αποτέλεσμα της θέσπισης του Νόμου 73(Ι)/98, η Βουλή των Αντιπροσώπων με απόφαση της που δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας ημερ. 18.6.1999, περιέλαβε την επίδικη θέση στον κατάλογο των θέσεων «Πρώτου Διορισμού ή Πρώτου Διορισμού και Προαγωγής για τις οποίες διεξάγεται ειδικός γραπτός διαγωνισμός από τις οικείες Συμβουλευτικές Επιτροπές, σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου».

Οι σχετικές με τη διεξαγωγή γραπτού διαγωνισμού, από τις Συμβουλευτικές Επιτροπές, διατάξεις των περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμων βρίσκονται στα Άρθρα 33(4)(5) και (6).

   Με βάση το λεκτικό του Άρθρου 2(1) (ορισμός του όρου «θέση») του Νόμου 6(Ι)/98, όπως έχει τροποποιηθεί με το Νόμο 73(Ι)/98, εναποτίθεται η διεξαγωγή της γραπτής εξέτασης στην οικεία Συμβουλευτική Επιτροπή.  Περαιτέρω, σύμφωνα με την ορθή ερμηνεία του εν λόγω Άρθρου 2(1) (ορισμός του όρου «θέση») η διαδικασία διεξαγωγής της γραπτής εξέτασης - ορισμός θεμάτων, αριθμός θεμάτων, διόρθωση γραπτών κλπ. - δεν διέπεται από το Παράρτημα του Νόμου 6(Ι)/98 αλλά από τον περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμο του 1990 (Ν 1/90) και ειδικά από τα πιο πάνω Άρθρα 33(4), (5) και (6). Το συμπέρασμα αυτό είναι το μόνο συμπέρασμα που μπορεί να εξαχθεί από το λεκτικό του άρθρου 2(1) (ορισμός του όρου «θέση») - «η γραπτή εξέταση διεξάγεται από τις οικείες Συμβουλευτικές Επιτροπές με βάση τις διατάξεις του  περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου».

Δεν έχει σημειωθεί εν προκειμένω παράβαση τύπου σε σχέση με τη διεξαγωγή της γραπτής εξέτασης. Περαιτέρω η διαδικασία που ακολούθησε η Ε.Δ.Υ. μετά την υποβολή της έκθεσης της Συμβουλευτικής Επιτροπής είναι σύμφωνη με τον Νόμο 6(Ι)/98.  Αυτό είναι πρόδηλο από το πρακτικό της Ε.Δ.Υ. ημερ. 15.1.2002, από το οποίο προκύπτει ότι η Ε.Δ.Υ. έχει λειτουργήσει σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται από τα άρθρα 3 και 6(7) (α) του Νόμου 6(Ι)/98.

2. Η Βουλή των Αντιπροσώπων δεν έχει παρέμβει με οποιοδήποτε τρόπο στη διαδικασία επιλογής. Η παρέμβαση της Βουλής, η οποία έχει σημειωθεί με την πιο πάνω απόφαση της ημερ. 18.6.99 έχει καταστεί δυνατή από τις διατάξεις του άρθρου 2(1) (ορισμός του όρου «θέση») του Νόμου 6(Ι)/98, όπως έχει τροποποιηθεί με το Νόμο 73(Ι)/98. Αυτή η παρέμβαση-απόφαση ουδόλως συνιστά παρέμβαση στη διαδικασία επιλογής. Συνιστά απόφαση της Βουλής στα πλαίσια εφαρμογής ενός Νόμου.  Δεν συνιστά επομένως παρέμβαση της Νομοθετικής Εξουσίας στην Εκτελεστική Εξουσία.  Κατά συνέπεια δεν έχει σημειωθεί παραβίαση της Αρχής της Διάκρισης των Εξουσιών.

3.           Στην παρούσα υπόθεση η Ε.Δ.Υ. αποφάσισε ότι η διαδικασία πλήρωσης της επίδικης θέσης «διέπεται από τις πρόνοιες των περί Αξιολόγησης Υποψηφίων για Διορισμό στη Δημόσια Υπηρεσία Νόμων του 1998 έως 2001».  Η Ε.Δ.Υ. έχει πράγματι ακολουθήσει τη διαδικασία που προβλέπεται από τον πιο πάνω Νόμο. Κατά συνέπεια δεν υπάρχει πεδίο εφαρμογής του άρθρου 33(13) του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου του 1990 (Ν 1/90).

Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.

Προσφυγή.

Α. Ευσταθίου, για τις Αιτήτριες.

Δ. Καλλίγερος, για τους Καθ' ων η αίτηση.

Σ. Ανδρέου, για τα Ενδιαφερόμενα Μέρη.

Cur. adv. vult.

ΚΑΛΛΗΣ, Δ.: Με την  παρούσα προσφυγή οι αιτήτριες επιδιώκουν την ακύρωση του διορισμού 16 υποψηφίων (τα Ε.Μ.) στην  θέση Βοηθού Λειτουργού Διεκπεραίωσης 2ης τάξης, Τμήμα Υπηρεσιών Πληροφορικής (η επίδικη θέση) από τις 15.3.2002.

Η επίδικη θέση είναι θέση Πρώτου Διορισμού.  Δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας ημερ. 14.7.2000.

Σύμφωνα με την πιο πάνω δημοσίευση η επίδικη θέση «περιλαμβάνεται στον κατάλογο θέσεων (Παράρτημα Β) των θέσεων Πρώτου Διορισμού ή Πρώτου Διορισμού και Προαγωγής, για τις οποίες απαιτείται δυνάμει της υπ΄ Αρ. 3 Απόφασης της Βουλής που λήφθηκε στις 10 Ιουνίου 1999 (Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας αρ. 3333, ημερ. 18 Ιουνίου 1999) η διεξαγωγή ειδικού γραπτού διαγωνισμού από τη Συμβουλευτική Επιτροπή με βάση τις διατάξεις των περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμων».

Σε ανταπόκριση της δημοσίευσης υποβλήθηκαν στην Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας (η Ε.Δ.Υ.) 150 αιτήσεις.  Οι τελευταίες διαβιβάσθηκαν στον Διευθυντή του Τμήματος Υπηρεσιών Πληροφορικής, ως Πρόεδρο της Συμβουλευτικής Επιτροπής, από τον Γραμματέα της Ε.Δ.Υ. με επιστολή του τελευταίου ημερ. 18.9.2000. Στην επιστολή αναφέρεται ότι η επίδικη θέση είναι θέση Πρώτου Διορισμού και περιλαμβάνεται στον κατάλογο θέσεων (Παράρτημα Β) για τις οποίες, σύμφωνα με την πιο πάνω απόφαση της Βουλής των Αντιπροσώπων, απαιτείται η διεξαγωγή ειδικού γραπτού διαγωνισμού από τη Συμβουλευτική Επιτροπή με βάση τις διατάξεις των περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμων.

Η Συμβουλευτική Επιτροπή συστάθηκε στις 26.9.2000.  Μετά τη σύσταση της οργάνωσε τη διεξαγωγή του ειδικού γραπτού διαγωνισμού.  Τα θέματα για το γραπτό διαγωνισμό ετοιμάστηκαν από τον Πρόεδρο και τα μέλη της Συμβουλευτικής Επιτροπής.  Ο γραπτός διαγωνισμός οργανώθηκε σύμφωνα με τις οδηγίες της Υπηρεσίας Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού και του Υπουργείου Παιδείας.  Η διάρκεια του ήταν 3 ώρες.  Το Μέρος Α του διαγωνισμού περιλάμβανε γενικές ερωτήσεις σε θέματα σχετικά με τα καθήκοντα της επίδικης θέσης και το Μέρος Β περιλάμβανε 8 ερωτήσεις για θέματα "Unix & Windows".

Μετά τη διόρθωση των γραπτών η Συμβουλευτική Επιτροπή απέστειλε τα αποτελέσματα της γραπτής εξέτασης στην Ε.Δ.Υ..  Η τελευταία δημοσίευσε τον κατάλογο των επιτυχόντων στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας ημερ. 17.8.2001. Σημειώνεται ότι τα Ε.Μ. περιλαμβάνονται στον κατάλογο των επιτυχόντων ενώ οι αιτήτριες δεν είχαν επιτύχει στη γραπτή εξέταση.

Τη δημοσίευση του καταλόγου των επιτυχόντων ακολούθησαν παραστάσεις των αιτητριών προς την Ε.Δ.Υ..  Με επιστολή του δικηγόρου τους ημερ. 4.9.2001 ισχυρίσθηκαν ότι τα αποτελέσματα και η μη συμπερίληψη τους στον κατάλογο των επιτυχόντων αποτελούν έκπληξη και προφανώς οφείλονται σε λάθος κατά τη διαδικασία διόρθωσης των δοκιμίων.  Ισχυρίσθηκαν, επίσης, ότι η όλη διαδικασία αποκαλύπτει «λάθος νομικό όσο και πραγματικό τέτοιο ώστε η όλη διαδικασία να καθίσταται ανενεργός με αποτέλεσμα να δικαιολογείται αίτημα των αιτητριών όπως λάβουν μέρος στην περαιτέρω εξέλιξη της διαδικασίας επιλογής και κληθούν ως εκ τούτου σε συνέντευξη».

Σύμφωνα με την σχετική επιστολή οι πιο κάτω λόγοι «συνηγορούν υπέρ του αιτήματος»:

«(α) Όπως φαίνεται από τη δημοσιευθείσα απόφαση στην Επίσημη Εφημερίδα της 17.8.2001, αρ. 4319, σελ. 1783, τα αποτελέσματα των εξετάσεων εδημοσιεύθησαν κατ' εφαρμογήν του Περί Αξιολόγησης Υποψηφίων για Διορισμό στη Δημόσια Υπηρεσία Νόμου 6(Ι)/98.

(β)  Ο ως άνω Νόμος, όμως προβλέπει, στο ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ, ότι η εξέταση δεν περιορίζεται στο εξειδικευμένο θέμα, όπως έγινε στην παρούσα υπόθεση, αλλά επεκτείνεται και στην δοκιμασία των Νέων Ελληνικών, Αγγλικών, Γενικών Γνώσεων ή και Μαθηματικών.  Σχετική είναι επίσης η διάταξη του άρθρου 5(1) η οποία προβλέπει την δημοσίευση των σχετικών βαθμολογιών στο κάθε θέμα της εξέτασης.

(γ) Είναι φανερόν από το πιο πάνω, ότι στην προκειμένη περίπτωση υπάρχει διάσταση με τις πρόνοιες του ως άνω Νόμου και ως εκ τούτου τα οιαδήποτε περαιτέρω μέτρα προς πλήρωση της θέσεως, στο βαθμό που αυτά αποκλείουν τις πελάτιδες μου ως υποψήφιες, ουδέν έννομο αποτέλεσμα μπορούν να έχουν.

(δ)  Επί του παρόντος δεν θα υπεισέλθω και σε άλλο θέμα το οποίο άπτεται της νομιμότητας της όλης διαδικασίας και η οποία σχετίζεται με την επέμβαση της Νομοθετικής Εξουσίας στη διαδικασία επιλογής με την ψήφιση της απόφασης αρ. 12 στο Τέταρτο Παράρτημα της Επίσημης Εφημερίδας της Δημοκρατίας, Αρ. 3125, 30.6.2000, ούτε και στην σύνθεση της Επιτροπής ή των Επιτροπών για την προκήρυξη, διεξαγωγή και διόρθωση των δοκιμίων.»

Σημειώνεται ότι η αιτήτρια 1 με επιστολή του δικηγόρου της πληροφόρησε την Ε.Δ.Υ. ότι εμπίπτει στις πρόνοιες των περί Επαγγελματικής Αποκατάστασης των Παθόντων και των Τέκνων των Εγκλωβισμένων Νόμων του 1997 και 1998, και ζήτησε να κληθεί σε προφορική εξέταση άσχετα από τα αποτελέσματα της γραπτής εξέτασης.  Ωστόσο εξέφρασε και την πεποίθηση της ότι είχε επιτύχει στη γραπτή εξέταση.

Η Ε.Δ.Υ. ασχολήθηκε με τις πιο πάνω παραστάσεις των αιτητριών στη συνεδρία της ημερ. 10.10.2001.  Αποφάσισε ότι το αίτημα της αιτήτριας 1 δυνάμει των πιο πάνω Νόμων «δεν μπορεί να γίνει αποδεκτό, γιατί η επιτυχία στη γραπτή εξέταση είναι απαιτούμενο προσόν, τόσο από το Σχέδιο Υπηρεσίας της θέσης όσο και από τους περί Αξιολόγησης Υποψηφίων για Διορισμό στη Δημόσια Υπηρεσία Νόμους του 1998 και 2001.  Επιπλέον, σύμφωνα με τους περί Επαγγελματικής Αποκατάστασης των Παθόντων και των Τέκνων των Εγκλωβισμένων Νόμους του 1997 και 1998 (55(Ι)/97 και 100(Ι)/98), για να μπορεί ένας υποψήφιος να τύχει της εύνοιας του ευεργετήματος των Νόμων αυτών θα πρέπει να πληροί τα απαιτούμενα προσόντα».

Όσον αφορά τον ισχυρισμό των αιτητριών ότι από λάθος δεν περιλήφθηκαν στον κατάλογο των επιτυχόντων υποψηφίων, η Ε.Δ.Υ. παρατήρησε ότι αυτός δεν τεκμηριώνεται και ότι, σύμφωνα με την αρμόδια Συμβουλευτική Επιτροπή, οι δύο πιο πάνω υποψήφιες δεν έχουν επιτύχει στην ειδική γραπτή εξέταση.  Επιπλέον, όσον αφορά τον ισχυρισμό των αιτητριών «ότι θα έπρεπε να εξεταστούν και στα Νέα Ελληνικά, Αγγλικά και Γενικές Γνώσεις ή Μαθηματικά η Ε.Δ.Υ. παρατήρησε ότι αυτά αφορούν μόνο θέσεις που περιλαμβάνονται στον Κατάλογο Α που περιέχεται στην απόφαση της Βουλής των Αντιπροσώπων με ημερομηνία 18.6.99.  Η παρούσα θέση περιλαμβάνεται στον Κατάλογο Β της ίδιας απόφασης της Βουλής των Αντιπροσώπων, ο οποίος περιλαμβάνει θέσεις για τις οποίες απαραίτητη προϋπόθεση είναι η επιτυχία σε ειδική γραπτή εξέταση που διεξάγει η Συμβουλευτική Επιτροπή.

Με βάση τα πιο πάνω, η Ε.Δ.Υ. αποφάσισε να απορρίψει τις παραστάσεις των ΗΛΙΑ Άννας και ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ Χρυστάλλας».

Η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε στη συνεδρία της Ε.Δ.Υ. ημερ. 15.1.2002.

Οι λόγοι ακύρωσης.

Πρώτος λόγος ακύρωσης - Η απόφαση της Ε.Δ.Υ. είναι άκυρη λόγω παράβασης τύπου διατεταγμένου περί την έκδοση της πράξης - Απόφαση πεπλανημένη και αντιφατική - Παράβαση Νόμου - Παραβίαση της Αρχής της Διάκρισης των Εξουσιών.

Η κυρία Ευσταθίου, εκ μέρους των αιτητριών, υπέβαλε ότι η διαδικασία που θα έπρεπε να ακολουθηθεί για την  πλήρωση των επιδίκων θέσεων είναι αυτή που καθορίζεται στον περί Αξιολόγησης Υποψηφίων για Διορισμό στη Δημόσια Υπηρεσία  Νόμο (Ν 6(Ι)/98), η οποία κάθε άλλο παρά έχει ακολουθηθεί γιατί ο ειδικός γραπτός διαγωνισμός έχει διεξαχθεί από τη Συμβουλευτική Επιτροπή και τα θέματα ετοιμάστηκαν από την Συμβουλευτική Επιτροπή. 

Οι σχετικές με τον πιο πάνω λόγο ακύρωσης νομοθετικές διατάξεις βρίσκονται στα άρθρα 4 και 5 και στο Παράρτημα του περί Αξιολόγησης Υποψηφίων για Διορισμό στη Δημόσια Υπηρεσία Νόμου του 1998 (Νόμος 6(Ι)/98, όπως έχει τροποποιηθεί).

Το άρθρο 4 προβλέπει:

«4.-(1)  Αναφορικά με τη δημόσια υπηρεσία για την οποία εφαρμόζονται οι περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμοι του 1990 έως (Αρ. 2) του 1996, η Ειδική Επιτροπή, και αναφορικά με τις άλλες υπηρεσίες, η αρμόδια αρχή με γνωστοποίηση που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας καθορίζουν σε γενικές γραμμές την ύλη της γραπτής εξέτασης και γνωστοποιούν ότι οι επιτυχόντες στη γραπτή εξέταση υποβάλλονται σε προφορική εξέταση, σύμφωνα με τις διατάξεις του οικείου νόμου.

(2) Η διαδικασία διεξαγωγής της γραπτής εξέτασης είναι σύμφωνη με τις διατάξεις του Παραρτήματος του παρόντος Νόμου.» 

Σύμφωνα με το άρθρο 2(1) του Παραρτήματος «η ευθύνη της γραπτής εξέτασης για τη δημόσια υπηρεσία για την οποία εφαρμόζονται οι περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμοι του 1990 έως (Αρ. 2) του 1996 ανατίθεται σε Ειδική Επιτροπή, που απαρτίζεται από τον Πρόεδρο της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας ή μέλος της ως Πρόεδρο από το Διευθυντή της Υπηρεσίας Δημόσιας Διοικήσεως και Προσωπικού και από το Διευθυντή Ανώτερης και Ανώτατης Εκπαίδευσης του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού ως μέλη, η οποία ενεργεί σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (2)».

Περαιτέρω, σύμφωνα με το άρθρο 4 του Παραρτήματος, «η γραπτή εξέταση περιλαμβάνει- (α) Νέα Ελληνικά, (β)  Αγγλικά,  (γ)  Γενικές Γνώσεις ή και Μαθηματικά,  (δ)  Ειδικό θέμα ανάλογα με τις ειδικές γνώσεις που απαιτούνται για ορισμένες θέσεις».

Έχω την άποψη πως η εμπλοκή της Συμβουλευτικής Επιτροπής στη διαδικασία διεξαγωγής του γραπτού διαγωνισμού έχει προκύψει ως αποτέλεσμα της τροποποίησης του άρθρου 2(1) του Νόμου 6(Ι)/98 (ορισμός του όρου «Θέση») με το άρθρο 2 του Νόμου 73(Ι)/98.  Με την εν λόγω τροποποίηση ο ορισμός του όρου «Θέση» έχει ως εξής:

«'Θέση' σημαίνει θέση εισδοχής στη δημόσια υπηρεσία, της οποίας η αρχική κλίμακα δεν υπερβαίνει την κλίμακα Α7 του κυβερνητικού μισθολογίου, όπως αυτή ισχύει κατά το χρόνο της ψήφισης του παρόντος Νόμου, για την οποία απαιτείται ως βασικό προσόν απολυτήριο σχολής μέσης παιδείας ή δίπλωμα τριετούς μεταλυκειακού κύκλου σπουδών, όπως καθορίζεται σε σχετικό κατάλογο που κατατίθεται κάθε χρόνο στη Βουλή των Αντιπροσώπων για έγκριση τουλάχιστον τέσσερις μήνες πριν από την ημερομηνία διεξαγωγής των γραπτών εξετάσεων.

Σε ξεχωριστό κατάλογο, ο οποίος εγκρίνεται από τη Βουλή των Αντιπροσώπων κάθε χρόνο, εμφαίνονται οι θέσεις με την ίδια μισθοδοσία για τις οποίες η γραπτή εξέταση διεξάγεται από τις οικίες Συμβουλευτικές Επιτροπές με βάση τις διατάξεις του  περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου.

Νοείται ότι .................................................................................»

Το υπογραμμισμένο μέρος του ορισμού έχει εισαχθεί με τον πιο πάνω Νόμο 73(Ι)/98.

Ως αποτέλεσμα της θέσπισης του Νόμου 73(Ι)/98 η Βουλή των Αντιπροσώπων με απόφαση της που δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας ημερ. 18.6.1999 περιέλαβε την επίδικη θέση στον κατάλογο των θέσεων «Πρώτου Διορισμού ή Πρώτου Διορισμού και Προαγωγής για τις οποίες διεξάγεται ειδικός γραπτός διαγωνισμός από τις οικείες Συμβουλευτικές Επιτροπές, σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου».

Οι σχετικές με τη διεξαγωγή γραπτού διαγωνισμού, από τις Συμβουλευτικές Επιτροπές, διατάξεις των περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμων βρίσκονται στα άρθρα 33(4)(5) και (6), τα οποία έχουν ως εξής:

«(4)  Η Συμβουλευτική Επιτροπή συνέρχεται στη συνέχεια μέσα σε δύο εβδομάδες και φροντίζει όπως οι υποψήφιοι υποβληθούν σε γραπτή ή προφορική εξέταση ή και στις δύο, τηρουμένων των διατάξεων του οικείου σχεδίου υπηρεσίας:

Νοείται ότι οι υποψήφιοι μιας θέσης μπορούν να υποβληθούν σε κοινή γραπτή εξέταση με υποψηφίους άλλων θέσεων.

(5) Η Συμβουλευτική Επιτροπή μπορεί να αναθέσει σε Υπηρεσία ή σε λειτουργούς την ετοιμασία των θεμάτων και τη βαθμολόγηση των γραπτών της τυχόν γραπτής εξέτασης.

(6)  Στη συνέχεια η Συμβουλευτική Επιτροπή, αφού λάβει υπόψη της τα αποτελέσματα της γραπτής και ή προφορικής εξέτασης των υποψηφίων, ανάλογα με το τι έχει διεξαχθεί, τα προσόντα των υποψηφίων σε σχέση με τα καθήκοντα της θέσης, το περιεχόμενο των Προσωπικών Φακέλων και των Φακέλων των Ετήσιων Υπηρεσιακών Εκθέσεων των υποψηφίων που είναι δημόσιοι υπάλληλοι, όπως επίσης και τα υπόλοιπα στοιχεία των αιτήσεων, καταρτίζει και αποστέλλει στην Επιτροπή αιτιολογημένη έκθεση για όλους τους υποψήφιους, καθώς και προκαταρκτικό κατάλογο που περιέχει με αλφαβητική σειρά τα ονόματα των κατά την κρίση της καταλληλότερων υποψηφίων, που θα αναφέρεται στο εξής ως 'ο προκαταρκτικός κατάλογος'.»

Λαμβάνω υπόψη το λεκτικό του άρθρου 2(1) (ορισμός του όρου «θέση») του Νόμου 6(Ι)/98, όπως έχει τροποποιηθεί με το Νόμο 73(Ι)/98. Έχω την άποψη πως το άρθρο αυτό εναποθέτει τη διεξαγωγή της γραπτής εξέτασης στην οικεία Συμβουλευτική Επιτροπή.  Περαιτέρω, σύμφωνα με την ορθή ερμηνεία του εν λόγω άρθρου 2(1) (ορισμός του όρου «θέση») θεωρώ ότι η διαδικασία διεξαγωγής της γραπτής εξέτασης - ορισμός θεμάτων, αριθμός θεμάτων, διόρθωση γραπτών κλπ. - δεν διέπεται από το Παράρτημα του Νόμου 6(Ι)/98 αλλά από τον περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμο του 1990 (Ν 1/90) και ειδικά από τα πιο πάνω άρθρα 33 (4), (5) και (6).  Το συμπέρασμα αυτό είναι το μόνο συμπέρασμα που μπορεί να εξαχθεί από το λεκτικό του άρθρου 2(1) (ορισμός του όρου «θέση») - «η γραπτή εξέταση διεξάγεται από τις οικείες Συμβουλευτικές Επιτροπές με βάση τις διατάξεις του  περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου».

Έχω λάβει υπόψη το υλικό το οποίο σχετίζεται με την διεξαχθείσα από τη Συμβουλευτική Επιτροπή γραπτή εξέταση. Έχω διαπιστώσει ότι η γραπτή εξέταση έχει διεξαχθεί με βάση τις «διατάξεις του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου», όπως ορίζεται από το άρθρο 2(1) (ορισμός του όρου «θέση») του Νόμου 6(Ι)/98, όπως έχει τροποποιηθεί με το Νόμο 73(Ι)/98.  Είναι, επομένως, η κατάληξη μου ότι δεν έχει σημειωθεί παράβαση τύπου σε σχέση με τη διεξαγωγή της γραπτής εξέτασης.  Περαιτέρω έχω λάβει υπόψη τη διαδικασία που ακολούθησε η Ε.Δ.Υ. μετά την υποβολή της έκθεσης της Συμβουλευτικής Επιτροπής. Έχω διαπιστώσει ότι η Ε.Δ.Υ. έχει ακολουθήσει τη διαδικασία που προβλέπεται στον πιο πάνω Νόμο 6(Ι)/98. Αυτό είναι πρόδηλο από το πρακτικό της Ε.Δ.Υ. ημερ. 15.1.2002 από το οποίο προκύπτει ότι η Ε.Δ.Υ. έχει λειτουργήσει σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται από τα άρθρα 3 και 6(7) (α) του Νόμου 6(Ι)/98.  Ακολουθεί πως η σχετική εισήγηση δεν ευσταθεί.

Περαιτέρω η κα. Ευσταθίου υπέβαλε ότι η παρέμβαση της Βουλής των Αντιπροσώπων στη διαδικασία επιλογής παραβιάζει την Αρχή της Διάκρισης των Εξουσιών.  Η Βουλή των Αντιπροσώπων ως Νομοθετική Εξουσία παρενέβη στην Εκτελεστική Εξουσία.

Διαφωνώ.  Η Βουλή των Αντιπροσώπων δεν έχει παρέμβει με οποιοδήποτε τρόπο στη διαδικασία επιλογής. Η παρέμβαση της Βουλής, η οποία έχει σημειωθεί με την πιο πάνω απόφαση της ημερ. 18.6.99  έχει καταστεί δυνατή από τις διατάξεις του άρθρου 2(1) (ορισμός του όρου «θέση») του Νόμου 6(Ι)/98, όπως έχει τροποποιηθεί με το Νόμο 73(Ι)/98.  Αυτή η παρέμβαση-απόφαση ουδόλως συνιστά παρέμβαση στη διαδικασία επιλογής. Συνιστά απόφαση της Βουλής στα πλαίσια εφαρμογής ενός Νόμου.  Δεν συνιστά επομένως παρέμβαση της Νομοθετικής Εξουσίας στην Εκτελεστική Εξουσία.  Κατά συνέπεια δεν έχει σημειωθεί παραβίαση της Αρχής της Διάκρισης των Εξουσιών.  Έπεται πως η σχετική εισήγηση δεν ευσταθεί και απορρίπτεται.

Τέλος η κα. Ευσταθίου υπέβαλε ότι έχει παραβιασθεί το άρθρο 33(13) του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου του 1990 το οποίο προβλέπει ότι «η διαδικασία πλήρωσης των θέσεων δυνάμει των πιο πάνω εδαφίων μπορεί να συνεχίζεται μέχρι την 30η Απριλίου του επόμενου χρόνου, εφόσον οι θέσεις συνεχίζουν να είναι κενές κατά την ημέρα της πλήρωσης τους».  Στην παρούσα υπόθεση -κατέληξε η κα. Ευσταθίου - η διαδικασία πλήρωσης των θέσεων έπρεπε να είχε ολοκληρωθεί μέχρι τις 30.4.2001.  Αντί τούτου ολοκληρώθηκε μετά από παρέλευση 10 επιπλέον μηνών.

Η πιο πάνω εισήγηση δεν ευσταθεί.  Στην παρούσα υπόθεση η Ε.Δ.Υ. (βλ. απόφαση της ημερ. 1.8.2001 - Παράρτημα 9 στην ένσταση) αποφάσισε ότι η διαδικασία πλήρωσης της επίδικης θέσης «διέπεται από τις πρόνοιες των περί Αξιολόγησης Υποψηφίων για Διορισμό στη Δημόσια Υπηρεσία Νόμων του 1998 έως 2001».  Έχω ήδη αποφανθεί (βλ. πιο πάνω) ότι η Ε.Δ.Υ. έχει πράγματι ακολουθήσει τη διαδικασία που προβλέπεται από τον πιο πάνω Νόμο. Κατά συνέπεια δεν υπάρχει πεδίο εφαρμογής του άρθρου 33(13) του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου του 1990 (Ν 1/90).  Ο σχετικός λόγος ακύρωσης δεν ευσταθεί και απορρίπτεται.

Για τους πιο πάνω λόγους η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται με έξοδα υπέρ των καθ' ων η αίτηση και των ενδιαφερομένων μερών.  Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.

Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.



 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο