ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ANΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 841/01)
12 Δεκεμβρίου, 2003
[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΑΙΓΛΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΥ ΚΑΓΚΑ,
Αιτήτρια,
ν.
ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΕΜΠΟΡΙΑΣ ΚΥΠΡΙΑΚΩΝ ΕΛΑΙΟΚΟΜΙΚΩΝ ΠΡΟΙΟΝΤΩΝ
Καθ΄ου η αίτηση.
Α. Σ. Αγγελίδης,
για την ΑιτήτριαΑ. Ευσταθίου, για το Καθ΄ου η αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Μια σύντομη αναφορά στα γεγονότα της προσφυγής θα βοηθήσει στον ακριβή εντοπισμό του αντικειμένου της. Τον Μάρτιο του 1999, το καθ΄ου η αίτηση Συμβούλιο αποφάσισε τη διάλυση του χημείου του γιατί η λειτουργία του ήταν αντιοικονομική. Η αιτήτρια ήταν η μόνη υπεύθυνη σ΄αυτό. Ως αποτέλεσμα της απόφασης αυτής το Συμβούλιο ειδοποίησε εγγράφως την αιτήτρια, 5.3.99, πως οι υπηρεσίες της τερματίζονταν από 30.4.99. Στις 30.3.99, προφανώς μετά τη λήψη της επιστολής από το Συμβούλιο η ίδια υπέβαλε αίτημα όπως τερματίσει τις υπηρεσίες της νωρίτερα για να μπορέσει, καθώς ανέφερε στην επιστολή της να εξεύρει άλλη εργασία. Σημείωνε επίσης πως ανέμενε να αποζημιωθεί για την υπηρεσία της μέχρι 30.4.99, και θα διασφαλίζονταν όλα τα νόμιμα δικαιώματα της.
Στο διοικητικό φάκελο υπάρχει ένα έγγραφο, με ημερομηνία 18.6.99, το οποίο υπογράφει ο οικονομικός διευθυντής του Συμβουλίου, στο οποίο αναφέρονται αναλυτικά τα δικαιώματα της αιτήτριας ενόψει του τερματισμού των υπηρεσιών της. Τα δικαιώματα αυτά καθορίζονται σε δυο είδη: α) ετήσια σύνταξη, που υπολογίζεται σε £4.411,50, και (β) εφάπαξ ποσό £15.511,63. Δεν γνωρίζω αν στη βάση αυτού του εγγράφου προσφέρθηκαν τα πιο πάνω ωφελήματα στην αιτήτρια. Από την επιστολή που απευθύνει ο δικηγόρος της αιτήτριας στο Συμβούλιο ημερ. 21.6.99 φαίνεται πως κάτι τέτοιο δεν έγινε, γιατί σ΄αυτή άλλα λέγονται. Το Συμβούλιο απάντησε, στις 26.7.99, στην τελευταία αυτή επιστολή λέγοντας πως, σύμφωνα με γνωμοδότηση των δικηγόρων του δεν μπορούσε να χορηγηθεί σύνταξη και εφάπαξ ποσό στην αιτήτρια. Η θέση των δικηγόρων του Συμβουλίου καταγράφεται σε έγγραφο που υπάρχει στο διοικητικό φάκελο. Κατά την άποψη τους ο τερματισμός των υπηρεσιών της αιτήτριας έγινε βάσει του άρθρου 18(γ)(ΙΙΙ) του περί Τερματισμού Απασχολήσεως Νόμου, Ν.24/67 ως ετροποποιήθη, λόγω δηλαδή πλεονασμού, εφόσον καταργήθηκε το τμήμα χημείου του Συμβουλίου, όπου η αιτήτρια εργαζόταν, και όχι λόγω κατάργησης της θέσης, βάσει του άρθρου 23 (β)(Ι) των περί του Συμβουλίου Εμπορίας Κυπριακών Ελαιοκομικών Προϊόντων (΄Οροι Υπηρεσίας Υπαλλήλων) Κανονισμών του 1992, ΚΔΠ285/92.
Η αιτήτρια καταχώρισε στις 22.9.99 προσφυγή εναντίον του Συμβουλίου, με την οποία ζητούσε να κηρυχθεί άκυρη η απόφαση του να μην της χορηγήσει, μετά τον τερματισμό των υπηρεσιών της, «τα προς αυτήν υπό τον Κανονισμό προβλεπόμενα ωφελήματα». Στις 14.12.00 αδελφός δικαστής (Κωνσταντινίδης), ενώπιον του οποίου τέθηκε η προσφυγή, παρατήρησε πως στο διοικητικό φάκελο δεν εντοπιζόταν απόφαση επί του αντικειμένου της. Το μόνο που υπήρχε ήταν μια επιστολή, ημερ. 26.7.99, του προέδρου του Συμβουλίου προς τη συντεχνία της αιτήτριας για ενημέρωση της.
Για την εξέταση του σημείου που ηγέρθη, ζητήθηκε αναβολή και στις 2.2.01 ο δικηγόρος της αιτήτριας συμφώνησε με την υπόδειξη του Δικαστηρίου και ανέφερε πως είχε ήδη αποστείλει επιστολή προς το Συμβούλιο καλώντας το να λάβει απόφαση. Η προσφυγή αποσύρθηκε ως άνευ αντικειμένου, και απορρίφθηκε με έξοδα εις βάρος της αιτήτριας. Πράγματι, ο δικηγόρος της αιτήτριας απηύθυνε επιστολή, ημερομηνίας 11.1.01, στο Συμβούλιο με την οποία ζητά όπως εφαρμοστεί ο Κανονισμός, που αναφέρω πιο πάνω, και χορηγηθούν στην αιτήτρια όλα τα δικαιώματα της, όπως εφάπαξ ποσό και σύνταξη. Ο πρόεδρος του Συμβουλίου απάντησε με επιστολή, το περιεχόμενο της οποίας πρέπει να παραθέσω αυτούσιο, γιατί οδηγεί και στο αναπόφευκτο αποτέλεσμα προσφυγής.
«Αναφέρομαι στην επιστολή σας με αρ.Φακ.ΥΕ.Β.&Τ 10.1.07.3 και ημερομηνία 3.7.02 σχετικά με την υπόθεση της κας.Αίγλης Ελευθερίου Καγκά και σας πληροφορώ ότι η κυρία Καγκά απολύθηκε από το ΣΕΚΕΠ στις 30.4.99, διότι η θέση Λειτουργού Παραγωγής/Χημείου/Αποθήκης είχε κηρυχτεί πλεονάζουσα και αποφασίστηκε να της καταβληθούν όλα τα ωφελήματα τα οποία δικαιούται βάσει του Κ.Δ.Π.285/92 άρθρο 23(3).
Στις 30.3.99 η κυρία Ελευθερίου με επιστολή της προς τον Πρόεδρο του ΣΕΚΕΠ υπέβαλε την παραίτηση της νωρίτερα της ημερομηνίας τερματισμού τω υπηρεσιών της, όπως αναγράφεται στην επιστολή ημερομηνίας 5.3.99 που επισυνάπτεται.
Κατόπιν νομικής συμβουλής προτείναμε στην κυρία Ελευθερίου να πάρει το εφάπαξ ποσό που δικαιούται καθώς και σύνταξη με τη συμπλήρωση του ορίου ηλικίας που προνοούν οι σχετικοί κανονισμοί. Αντί αυτού η κυρία Ελευθερίου προσέφυγε στη δικαιοσύνη απαιτώντας και άλλα δικαιώματα. Ο νομικός μας σύμβουλος (Γραφείο Μαρκίδη, Μαρκίδη & Σία) που ανέλαβε την υποστήριξη του ΣΕΚΕΠ μας πληροφόρησε ότι η παραπονούμενη έχασε την πρώτη αγωγή και ότι θα χάσει και τη δεύτερη αγωγή.
Εμείς είμαστε διατεθειμένοι να της καταβάλουμε κάθε νόμιμο δικαίωμα που έχει, αρκεί να καθοριστεί ποια είναι τα νόμιμα δικαιώματα της.»
Απομονώνοντας την τελευταία πρόταση στην πιο πάνω επιστολή καθίσταται έκδηλο πως το Συμβούλιο δεν έχει ακόμη αποφασίσει ποία είναι τα οικονομικά ωφελήματα, και αν έχει, η αιτήτρια μετά τον τερματισμό των υπηρεσιών της. Αντίθετα αναμένει το Συμβούλιο να καθοριστούν αυτά τα δικαιώματα. Ερωτάται όμως από ποίο να καθοριστούν; το ίδιο το Συμβούλιο οφείλει να λάβει απόφαση επί του ζητήματος. Και βεβαίως η απόφαση αυτή υπόκειται σε αναθεώρηση από το Δικαστήριο. Συνεχίζει επομένως να μην υπάρχει απόφαση του Συμβουλίου επί του ζητήματος. Και είναι αυτή η παράλειψη που προσβάλλεται με την προσφυγή, η οποία και ως εκ τούτου επιτυγχάνει με £500 έξοδα υπέρ της αιτήτριας.
Η παράλειψη του Συμβουλίου να λάβει απόφαση επί του ζητήματος κηρύσσεται άκυρη και ότι παραλήφθηκε δέον να εκτελεστεί.
Xρ .Αρτεμίδης, Δ.
/ΜΑ