ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
27 Νοεμβρίου, 2003
[ΑΡΕΣΤΗΣ, Δ/στής)
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 28 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΝΙΚΗ ΚΟΥΡΟΥΓΙΑΝΝΗ-ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΟΥ
Αιτήτρια,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ
Καθής η αίτηση.
------------------------------
Ι. Νικολάου,
για την αιτήτρια,Ε. Λοϊζίδου (κα), Ανώτερη Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την καθής η αίτηση.
--------------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΑΡΕΣΤΗΣ, Δ:
Η αιτήτρια ύστερα από αίτηση που υπέβαλε στις 23/3/78 ενεγράφη στους πίνακες διοριστέων καθηγητών στην κλίμακα Α5-Α7 δεδομένου ότι κατείχε το Diploma of English Studies του Cambridge University που είναι κύκλος σπουδών διετούς διάρκειας και όχι πτυχίο που θα της έδιδε δικαίωμα διορισμού στη θέση καθηγητή στην κλίμακα Α8-Α10. Με βάση τα σχέδια υπηρεσίας της θέσης καθηγητή που ίσχυαν πριν το 1982 ήταν δυνατός ο διορισμός καθηγητή αγγλικών και από πίνακες διοριστέων κλίμακα Α5-Α7, σε αντίθεση με αυτά που ισχύουν από το 1982 τα οποία δεν δίδουν πλέον τέτοια δυνατότητα.Η αιτήτρια απέκτησε το 1988 πτυχίο Bachelor of Education του University of London και έκαμε αίτηση για εγγραφή στους πίνακες διοριστέων καθηγητών αγγλικής γλώσσας στην κλίμακα Α8-Α10. Η αίτηση με βάση τα τότε κρατούντα διαβιβάστηκε σε Ειδική Επιτροπή στο Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού για γνωμοδότηση η οποία και διαβιβάστηκε στους καθών η αίτηση με σημείωμα ημερ. 15/1/99 (όχι 15/12/99 όπως από αβλεψία λέγει η αγόρευση των καθών η αίτηση). Αναφέρεται ότι η αιτήτρια δικαιούται να εγγραφεί στους καταλόγους διοριστέων καθηγητών κλίμακα Α8-Α10.
Η αιτήτρια δεν έλαβε απάντηση έκτοτε και με επιστολή της που λήφθηκε από τους καθών η αίτηση στις 27/6/01 ζήτησε να μάθει την τύχη της αίτησης της. Στις 10/9/01 οι καθών η αίτηση την πληροφόρησαν ότι η αίτηση της έγινε δεκτή και ότι περιλήφθηκε στον πίνακα διοριστέων με αριθμό προτεραιότητας 686. Σαν αποτέλεσμα, θεωρώντας την κατάταξη της αντικανονική, καταχώρησε την παρούσα προσφυγή και επιδιώκει την πιο κάτω θεραπεία:
«Α. Διακήρυξη του Δικαστηρίου ότι η διοικητική πράξη και/ή απόφαση της καθ' ης η Αίτηση, που γνωστοποιήθηκε στην Αιτήτρια με επιστολή ημερομηνίας 10.9.2001 και με την οποία η καθ' ης η αίτηση αποφάσισε την εγγραφή και/ή κατάταξη της Αιτήτριας στην σειρά με αριθμό 686 στον Πίνακα Διοριστέων Καθηγητών Αγγλικών και όχι σε προτεραία σειρά κατάταξης, είναι εξ' υπαρχής άκυρη και/ή στερείται οποιουδήποτε εννόμου αποτελέσματος.»
Η αιτήτρια επικαλείται σειρά λόγων για τους οποίους η επίδικη απόφαση είναι άκυρη και άνευ οποιουδήποτε νόμιμου αποτελέσματος. Είναι εν πρώτοις η θέση της ότι ο πίνακας διοριστέων αντίκειται στα άρθρα 25 και 28 του Συντάγματος. Επειδή η άλλη πλευρά με τη γραπτή της αγόρευση εισηγείται ότι το δικαστήριο δεν μπορεί να εξετάσει την ουσία του λόγου αυτού για λόγους που εξηγεί βρίσκω ότι θα πρέπει να επιληφθώ αυτού του προκαταρτικού θέματος πρώτα πριν μπω στην ουσία των ισχυρισμών που σχετίζονται με αυτό το λόγο ακύρωσης.
Είναι η θέση της κας Λοϊζίδου για τους καθών η αίτηση ότι η προσφυγή δεν προσβάλλει την ύπαρξη του πίνακα διοριστέων αλλ' ειδικά τη σειρά που δόθηκε στην αιτήτρια. Με την επίκληση των άρθρ. 25 και 28 του Συντάγματος επιδιώκεται η κήρυξη του πίνακα σαν αντισυνταγματικού. Αυτό όμως είναι έξω και πέραν από τη θεραπεία που επιδιώκει η αιτήτρια και δεν μπορεί να εξετασθεί από το δικαστήριο.
Θα συμφωνήσω με τη θέση της συνηγόρου των καθών η αίτηση. Η επιχειρηματολογία που αναπτύσσεται με αναφορά στα άρθρ. 25 και 28 του Συντάγματος επιδιώκει την κήρυξη σαν παράνομου και αντισυνταγματικού του τρόπου επιλογής για διορισμό καθηγητών και κατά συνέπεια και της αιτήτριας. Είναι όμως σαφές από τα γεγονότα που έθεσε ενώπιον του δικαστηρίου αλλά και από την διατύπωση της θεραπείας που αυτή επιδιώκει με όση ελαστικότητα κάποιος και να την εξετάσει ότι δέχεται ότι η μέθοδος διορισμού της μέσω του πίνακα διοριστέων είναι αποδεχτός από αυτή και ότι αυτό που προσβάλλει είναι την κατάταξη της στον πίνακα. Η επιχειρηματολογία της περί αντισυνταγματικότητας επομένως του πίνακα διοριστέων είναι έξω και πέραν της θεραπείας που ζητεί από το δικαστήριο και επομένως δεν μπορεί να εξεταστεί. Αυτός ο λόγος ακύρωσης της επίδικης απόφασης επομένως απορρίπτεται χωρίς να χρειάζεται να εισέλθω στη συζήτηση της ουσίας της σχετικής επιχειρηματολογίας.
Όσον αφορά το δεύτερο λόγο ακύρωσης της επίδικης απόφασης πραγματικά είχα δυσκολία ν' αντιληφθώ τη σχετική επιχειρηματολογία. Προσβάλλεται η ακόλουθη σημείωση του σχεδίου υπηρεσίας σαν σε αντίθεση με το άρθρ. 28.1 του Συντάγματος:
«Καθηγητές οι οποίοι μετά το διορισμό τους σε θέση στις κλίμακες Α5-Α7 ή Α7-Α8 αποκτούν τα πανεπιστημιακά προσόντα που απαιτούνται για διορισμό σε θέση της ίδιας ειδικότητας στις κλίμακες Α8-Α10, θα μπορούν να καταταγούν στις κλίμακες Α8-Α10 από την ημερομηνία απόκτησης των προσόντων και μετά από αίτηση τους στην Ε.Ε.Υ. και σύμφωνα με σχετική απόφαση της Ε.Ε.Υ.»
Παραθέτω αυτούσια τη σχετική επιχειρηματολογία:
«Ευσεβάστως εισηγούμαι ότι οι καθ' ων η αίτηση δεν μπορούν να παραγνωρίζουν το γεγονός ότι η αιτήτρια ήταν μεταξύ των υποψηφίων για διορισμό στην μισθολογική κλίμακα Α5-Α7 και στο Σχέδιο Υπηρεσίας θα αναγνωρίζεται δικαίωμα μισθολογικής αναβάθμισης. Η αιτήτρια έχει περιληφθεί στον κατάλογο των υποψηφίων για διορισμό ως καθηγητές αγγλικών στην σειρά 686 έστω και αν περιλαμβάνετο μεταξύ των υποψηφίων για διορισμό στην ίδια θέση με μισθολογική κλίμακα Α5-Α7. Οι καθ' ων η αίτηση από την μια παραγνώρισαν το γεγονός ότι η αιτήτρια ήταν μεταξύ των υποψηφίων για διορισμό στην μισθολογική κλίμακα Α5-Α7 και από την άλλη αποδέχτηκαν το γεγονός αυτό ως στοιχείο για μισθολογική αναβάθμιση των υποψηφίων. Πρόκειται για άνιση μεταχείριση ομοίων περιπτώσεων αφού και οι δύο περιπτώσεις επηρεάζονται από την απόκτηση πρόσθετου ακαδημαϊκού προσόντος (πανεπιστημιακού επιπέδου). Γι' αυτό ευσεβάστως εισηγούμαι ότι οι πρόνοιες του άρθρου 28Β, που καθορίζουν την σειρά προτεραιότητας στον πίνακα διοριστέων αντίκειται στις πρόνοιες του Άρθρου 28 του Συντάγματος.»
Επιχειρείται η σύγκριση απόλυτα ανόμοιων καταστάσεων. Η σχετική πρόνοια του σχεδίου υπηρεσίας αφορά ήδη διορισθέντες καθηγητές και τον τρόπο που επηρεάζει τη μισθολογική τους αναβάθμιση η απόκτηση πανεπιστημιακών προσόντων που δεν είχαν όταν διορίσθηκαν σε κατώτερη κλίμακα. Εν πάση όμως περιπτώσει υπάρχει παρανόηση. Ο συλλογισμός βασίζεται σε λανθασμένη ερμηνεία των προνοιών του
σχετικού αποσπάσματος του σχεδίου υπηρεσίας. Το σχέδιο υπηρεσίας δεν δίδει διαφορετικό πλεονέκτημα σε ήδη υπηρετούντες στην κλίμακα Α5-Α7 και Α7-Α8 εφόσον αποκτούν πρόσθετο προσόν. Τους δίδει δικαίωμα να τοποθετηθούν στην κλίμακα Α8-Α10 από την ημέρα απόκτησης του νέου προσόντος. Το ίδιο ακριβώς γίνεται και με τον μη διορισθέντα καθηγητή. Τοποθετείται στον πίνακα διοριστέων της κλίμακας Α8-Α10 από την ημέρα απόκτησης του νέου προσόντος. Και στις δύο περιπτώσεις δεν υπάρχει αναδρομική ισχύς του παρεχομένου πλεονεκτήματος. Σαν αποτέλεσμα και αυτός ο λόγος ακύρωσης της επίδικης απόφασης αποτυγχάνει και απορρίπτεται.Ο τελευταίος λόγος που επικαλείται η αιτήτρια είναι η έλλειψη δέουσας έρευνας και της πλάνης περί τα πράγματα και/ή το νόμο.
Είναι η θέση του συνηγόρου της αιτήτριας ότι δεν έλαβαν υπόψη ότι η αιτήτρια ήταν στον κατάλογο διοριστέων από το 1978 ούτε την πείρα που απέκτησε κατά την εργασία της στα Κρατικά Ινστιτούτα από το 1978 μέχρι το 1998. Ο συνήγορος της αιτήτριας επικαλείται το άρθρ. 28Β των περί
Δημοσίας Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας Νόμων του 1969 έως 1999 σύμφωνα με το οποίο η σειρά προτεραιότητας καθορίζεται πρώτα από το έτος απόκτησης του πρώτου τίτλου σπουδών και/ή από το έτος υποβολής της αίτησης για εγγραφή. Υπήρξε κατ' ισχυρισμό λανθασμένη εφαρμογή των προνοιών του Νόμου.Επιπλέον υπάρχει ισχυρισμός ότι οι καθών η αίτηση κακώς έκριναν ότι επιτρέπεται από το Νόμο η σύνταξη πολλών πινάκων διοριστέων καθηγητών αγγλικών. Επικαλούνται τον Καν. 5(3) της Δ.Π. 205/72. Είναι εισήγηση ότι ο πίνακας διοριστέων είναι ένας και χωρίζεται σε κατηγορίες με βάση τη μισθολογική κλίμακα, γιαυτό η σειρά κατάταξης έπρεπε να καθορισθεί στα πλαίσια ενιαίου πίνακα στον οποίο η αιτήτρια δεν γράφτηκε για πρώτη φορά.
Η απάντηση της συνηγόρου των καθών η αίτηση στα πιο πάνω είναι ότι η σειρά προτεραιότητας καθορίζεται μεν από το έτος απόκτησης του πρώτου τίτλου σπουδών αλλά σε ότι έχει σχέση με τ' απαιτούμενα προσόντα στο οικείο σχέδιο υπηρεσίας και όχι με άσχετα προς το σχέδιο υπηρεσίας προσόντα.
Μελετώντας την υπόθεση για έκδοση απόφασης διαπίστωσα ότι ενώ υπήρχε ισχυρισμός από πλευράς αιτήτριας ότι δεν λήφθηκε υπόψη η πείρα που απέκτησε η αιτήτρια στα Κρατικά Ινστιτούτα ούτε και η εγγραφή της προηγουμένως σε κατάλογο διοριστέων, το Δικαστήριο δεν είχε ενώπιον του την ίδια την απόφαση της Επιτροπής ώστε να γνωρίζει τον τρόπο που λήφθηκε η σχετική απόφαση. Θεώρησα ορθό το επανάνοιγμα της υπόθεσης ώστε να θέσω το θέμα ενώπιον των μερών. Η απάντηση της κυρίας Λοϊζίδου ήταν ότι η Επιτροπή δεν χρειάζεται να λάβει υπόψη τα πιο πάνω γιατί αποκλείεται η συμπερίληψη τους σαν σχετικών παραγόντων από τον ίδιο το Νόμο. Με παρέπεμψε στο άρθρ. 28Β του περί Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας Νόμου αρ. 10/69 όπως τροποποιήθηκε (στο εξής θα καλείται ο Νόμος) και στην Κ.Δ.Π. 382/97 στον Καν. 3(2).
Η απάντηση της άλλης πλευράς ήταν ότι στο άρθρ. 2 του πιο πάνω Νόμου δεν υπάρχει ερμηνεία του όρου «φροντιστήρια» και «Κρατικά Ινστιτούτα» και επομένως έπρεπε να ληφθεί υπόψη η πείρα της στα κρατικά ινστιτούτα από το 1978 μέχρι το 1998.
Όσον αφορά τον ισχυρισμό ότι δε λήφθηκε υπόψη η περίοδος υπηρεσίας της αιτήτριας στα κρατικά ινστιτούτα δίδεται απάντηση στον ίδιο το Νόμο. Με βάση το εδάφιο 3 του άρθρου 28Β του Νόμου η σειρά προτεραιότητας μεταξύ υποψηφίων για εγγραφή στους πίνακες διοριστέων που απέκτησαν προσόν το ίδιο έτος καθορίζεται λαμβάνοντας υπόψη, μεταξύ άλλων κριτηρίων και την εκπαιδευτική προϋπηρεσία. Στο εδάφιο 13 του ίδιου άρθρου καθορίζεται τι είναι η εκπαιδευτική προϋπηρεσία. Ρητά εξαιρείται η προϋπηρεσία σε φροντιστήρια και ινστιτούτα ξένων γλωσσών. Από πλευράς αιτήτριας προβάλλεται ο ισχυρισμός ότι δεν υπάρχει στο Νόμο ορισμός του τι είναι φροντιστήριο και το κρατικό ινστιτούτο, και η αμφιβολία για τους όρους θα πρέπει να λειτουργήσει υπέρ της αιτήτριας. Δεν βρίσκω καμιά βάση στο επιχείρημα. Οι όροι είναι σαφείς και δεν χρήζουν επεξήγησης από το Νόμο. Η αιτήτρια σαν κάτοχος τίτλου γνώσης ξένης γλώσσας θα πρέπει να εργαζόταν σε κρατικά ινστιτούτα ξένων γλωσσών. Δεν θα μπορούσε η προϋπηρεσία της σ' αυτά ενόψει της σαφούς πρόνοιας του Νόμου να ληφθεί υπόψη.
Ανεδαφικό βρίσκω και το επιχείρημα ότι δεν επιτρέπεται η σύνταξη περισσοτέρων του ενός καταλόγων και ότι για τον ενιαίο κατάλογο λαμβάνεται υπόψη το έτος απόκτησης του πρώτου τίτλου σπουδών και επομένως για την αιτήτρια που έλαβε τον πρώτο τίτλο σπουδών το 1978 θα έπρεπε να ληφθεί υπόψη αυτό το έτος και όχι το έτος 1988 που έλαβε τον δεύτερο τίτλο σπουδών. Εκλαμβάνω το επιχείρημα του συνηγόρου της αιτήτριας να σημαίνει ότι ο Κανονισμός 5(3) της Δ.Π. 205/72 που ρυθμίζει τα πιο πάνω θέματα είναι εκτός του εξουσιοδοτούντος Νόμου (ultra vires).
Θα παραθέσω πρώτα τον σχετικό κανονισμό 5(3):
«Προκειμένου περί καθηγητών ξένων γλωσσών, μουσικής, τέχνης ή βοηθητικών μαθημάτων ως και εκπαιδευτών, οι οικείοι πίνακες διοριστέων διαχωρίζονται εις κατηγορίας αναλόγως των μισθολογικών κλιμάκων των θέσεων εις τας οποίας οι αιτητές δύνανται να διορισθώσι βάσει των προσόντων αυτών.»
Είναι γεγονός ότι η πιο πάνω επιχειρηματολογία εντάσσεται στους λόγους ακύρωσης που επικαλούνται έλλειψη έρευνας και πλάνης περί τα πράγματα. Αδυνατεί το Δικαστήριο ν' αντιληφθεί τον ισχυρισμό. Οι πρόνοιες του Κανονισμού είναι σαφείς και η Επιτροπή ενήργησε με βάση τις πρόνοιες αυτές. Μόνο σαν θέμα προσβολής του Κανονισμού σαν ultra vires μπορεί να εξετασθεί λόγος ακύρωσης. Και το ερώτημα είναι αν τέτοιος λόγος είναι ένας από αυτούς που η αιτήτρια επικαλείται στην αίτηση της. Στους 17 συνολικά λόγους ακύρωσης δεν προβάλλεται ένας τέτοιος λόγος. Αντίθετα η αιτήτρια επικαλείται την κειμένη πρωτογενή και δευτερογενή νομοθεσία και ισχυρίζεται ότι η επίδικη πράξη αντίκειται σ' αυτές. Βρίσκω επομένως ότι αυτός ο λόγος ακύρωσης είναι έξω από τους δικογραφημένους λόγους και δεν θα εξετασθεί από το Δικαστήριο.
Εν κατακλείδι η προσφυγή απορρίπτεται. Η επίδικη απόφαση επικυρώνεται. Η αιτήτρια να πληρώσει τα έξοδα της καθής η αίτηση τα οποία καθορίζονται σε £200.
9;Γ. Αρέστης, Δ.
/ΚΑς