ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υποθέσεις Αρ. 783/01 και 795/01)
23 Απριλίου, 2003
[ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ/στής]
Υπόθεση Αρ. 783/01
ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΣ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ,
Αιτητής,
v.
ΑΡΧΗΣ ΛΙΜΕΝΩΝ ΚΥΠΡΟΥ,
Καθ΄ης η αίτηση.
Υπόθεση Αρ. 795/01
Αιτητές,
v.
ΑΡΧΗΣ ΛΙΜΕΝΩΝ ΚΥΠΡΟΥ,
Καθ΄ης η αίτηση.
Α.Σ. Αγγελίδης,
για τον Αιτητή στην 783/01Κ. Κλεόπας για Α. Νεοκλέους, για τους Αιτητές στην 795/01
Δ. Μέρτακα για Π. Ιωαννίδη, για την Καθ΄ης η Αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ.
: Οι προσφυγές συνεκδικάστηκαν μετά από έκδοση διατάγματος του Δικαστηρίου. Με αυτές προσβάλλεται η απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Αρχής Λιμένων Κύπρου, ημερομηνίας 24.7.01, με την οποία προάχθηκαν τα ΕΜ στη θέση Ανώτερου Λιμενικού Λειτουργού.Η προσφυγή με αρ. 783/01 αποσύρθηκε όσο αφορά το ΕΜ Καίτη Αρέστη.
Το Διοικητικό Συμβούλιο της Αρχής επιλήφθηκε του θέματος πλήρωσης των επίδικων θέσεων, οι οποίες ήταν 25, στη συνεδρία του ημερομηνίας 24.7.01. Αποφάσισε να μην καλέσει τους υποψηφίους σε προφορική εξέταση και να στηριχθεί στους προσωπικούς φακέλους και τους φακέλους με τις ετήσιες εκθέσεις.
Κάλεσε τον κ. Χρίστο Ασημένο, Διευθυντή Εκμετάλλευσης στην Αρχή για να προβεί σε σύσταση. Ο τελευταίος ανέφερε ότι, αφού έλαβε υπόψη την αξία, τα προσόντα και την αρχαιότητα των υποψηφίων, τις προσωπικές του εμπειρίες και των προϊστάμενων των υποψηφίων ή άλλων προσώπων που είχαν επαγγελματική σχέση μαζί τους, καθώς και τα καθήκοντα που θα ασκήσουν στην επίδικη θέση, έκρινε ότι τα ΕΜ «θα είναι σε καλύτερη θέση να εκτελούν τα καθήκοντα της θέσης του Ανώτερου Λιμενικού Λειτουργού».
Ακολούθως το Διοικητικό Συμβούλιο προέβη σε αξιολόγηση και σύγκριση των υποψηφίων. Παρατήρησε ότι σε ορισμένες ετήσιες εκθέσεις έγιναν τροποποιήσεις της βαθμολογίας από τον προσυπογράφοντα λειτουργό χωρίς να συζητήσει τις τροποποιήσεις με τον αξιολογούντα λειτουργό και χωρίς να τις αιτιολογήσει στις περιπτώσεις που υπήρχε διαφωνία. Αποφάσισε να μην λάβει υπόψη τις τροποποιήσεις του προσυπογράφοντα λειτουργού στις περιπτώσεις αυτές και να λάβει υπόψη τις ετήσιες εκθέσεις στο σύνολό τους, με έμφαση στα τρία τελευταία χρόνια, 1998, 1999 και 2000.
Έκρινε ότι η σύσταση του κ. Ασημένου ήταν αιτιολογημένη και ότι τα ΕΜ ήταν οι πιο κατάλληλοι για προαγωγή στην επίδικη θέση. Παραθέτω το πιο κάτω απόσπασμα από την απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου:
«. . . . . . οι πιο πάνω συγκεντρώνουν όλες τις προϋποθέσεις και θα είναι σε καλύτερη θέση να εκτελούν τα καθήκοντα της θέσης του Ανώτερου Λιμενικού Λειτουργού επειδή πιστεύει ότι έχουν αποκτήσει, σε μεγαλύτερο βαθμό από τους υπόλοιπους, τις απαραίτητες γνώσεις και εμπειρίες και διαθέτουν την αναγκαία υπηρεσιακή κατάρτιση και οργανωτική και διοικητική ικανότητα να ανταποκριθούν κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο, στα νέα καθήκοντα που θα αναλάβουν.»
Ο δικηγόρος του αιτητή στην προσφυγή αρ. 783/01 πρόβαλε ότι πάσχει η σύσταση. Υποστήριξε ότι (α) κακώς προέβη σε σύσταση ο Διευθυντής Εκμετάλλευσης και όχι ο Γενικός Διευθυντής, (β) δεν του δόθηκε χρόνος να ετοιμάσει τη σύστασή του, (γ) δεν καθόρισε τα πρόσωπα που έδωσαν πληροφορίες ούτε ποιες ήταν αυτές, και, τέλος, (ε) ισχυρίστηκε ότι η σύσταση είναι αναιτιολόγητη.
Το αναιτιολόγητο της σύστασης πρόβαλε και ο δικηγόρος των αιτητών στην προσφυγή αρ. 795/01.
Ο ισχυρισμός για αναρμοδιότητα του Διευθυντή Εκμετάλλευσης προβλήθηκε αόριστα. Δεν αποδείχθηκε γιατί ήταν αρμόδιος να προβεί σε σύσταση ο Γενικός Διευθυντής και όχι ο Διευθυντής Εκμετάλλευσης. Από τη μελέτη των φακέλων διαπίστωσα ότι αιτητές και ΕΜ εργάζονταν στο λιμάνι Λεμεσού πλην του ΕΜ Σιηττή που εργαζόταν στα Κεντρικά Γραφεία της Αρχής στη Λευκωσία και του ΕΜ Σύζινου που εργαζόταν στο λιμάνι Λάρνακας. Οι καθ΄ων η αίτηση αντέταξαν ότι οι Λιμενικοί Λειτουργοί υπάγονται στο Διευθυντή Εκμετάλλευσης.
Θεωρώντας τον τελευταίο αρμόδιο για τη σύσταση στην οποία προέβηκε, θα εξετάσω τους υπόλοιπους ισχυρισμούς των αιτητών.
Στην προσφυγή αρ. 783/01, υποστηρίχθηκε ότι ο Διευθυντής Εκμετάλλευσης δεν ήταν προετοιμασμένος για τη σύσταση. Ο ισχυρισμός αυτός δεν ευσταθεί. Από τη σύσταση του προκύπτει ότι έλαβε υπόψη τις απόψεις των άμεσα προϊστάμενων των υποψηφίων και άλλων λειτουργών. Συνεπώς συνάγεται ότι προετοιμάστηκε πριν προβεί στη σύσταση. Υποστήριξε περαιτέρω ο αιτητής ότι όφειλε να εξειδικεύσει τις πηγές αυτές και να παραθέσει τα στοιχεία που πήρε. Η νομολογία δεν απαιτεί κάτι τέτοιο. Παραθέτω το πιο κάτω απόσπασμα από την απόφαση της Ολομέλειας στην υπόθεση Γεωργιάδου ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 817, ημερομηνίας 12.7.90:
«Η νομολογία μας όμως απαιτεί μεν να καταχωρούνται οι συστάσεις του προϊσταμένου του τμήματος, που αποτελούν σοβαρό στοιχείο κρίσεως για το διορίζον όργανο και επομένως πρέπει να είναι και ενώπιον του Δικαστηρίου για έλεγχο, αλλά όχι και οι απόψεις που άκουσε από άλλους λειτουργούς για να καταλήξει στη δική του κρίση. Ο τρόπος που ο προϊστάμενος τμήματος αξιολογεί τις απόψεις λειτουργών που συμβουλεύεται, αναφορικά με την κρίση τους για συναδέλφους τους, δεν είναι δυνατό να ελέγχεται δικαστικά.»
Οι δικηγόροι των αιτητών και των δύο προσφυγών πρόβαλαν ότι η σύσταση είναι αναιτιολόγητη. Στην υπόθεση Ιωάννα Πουλλή ν. Αρχής Λιμένων Κύπρου, Προσφυγή αρ,.750/91, ημερομηνίας 21.10.92, ο Κωνσταντινίδης, Δ., έκρινε ότι οι διατάξεις του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμος αρ. 1/90 που διέπουν τις συστάσεις του προϊστάμενου τμήματος για προαγωγές, δεν ισχύουν κατ΄αναλογία αναφορικά με προαγωγές στην Αρχή. Το σκεπτικό της απόφασης στην υπόθεση Πουλλή ήταν ότι ο Κανονισμός 3 της ΚΔΠ 317/82 είχε προβλέψει την αναλογική εφαρμογή του προϊσχύσαντος μόνο νόμου. Συγκεκριμένα του άρθρου 46 το οποίο διείπε θέματα αρχαιότητας των υπαλλήλων στη Δημόσια Υπηρεσία. Δεν υπήρχε δεσμευτική πρόνοια που κάλυπτε τις συστάσεις προϊσταμένου.
Ανεξάρτητα όμως από το αν ισχύει στην περίπτωση της Αρχής η διάταξη του Ν. 1/90 για αιτιολόγηση των συστάσεων, ο Διευθυντής Εκμετάλλευσης θεώρησε τα ΕΜ ως καταλληλότερα για προαγωγή επειδή θα είναι, όπως ανέφερε, σε καλύτερη θέση να εκτελούν τα καθήκοντα της θέσης του Ανώτερου Λιμενικού Λειτουργού. Όπως είναι νομολογημένο αν δοθεί αιτιολογία έστω και μη επιβεβλημένη, ελέγχεται. Συμφωνώ με τους δικηγόρους των αιτητών ότι η σύσταση είναι αναιτιολόγητη. Η δήλωση του Διευθυντή Εκμετάλλευσης είναι γενική και αόριστη.
Πρόβαλαν στη συνέχεια οι δικηγόροι των αιτητών ότι η απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Αρχής δεν είναι αιτιολογημένη και είναι αντίθετη με τα στοιχεία των φακέλων. Έκρινε το τελευταίο ότι τα ΕΜ είναι οι πιο κατάλληλοι για προαγωγή στην επίδικη θέση επειδή πίστευε ότι απέκτησαν σε μεγαλύτερο βαθμό από τους υπόλοιπους υποψήφιους τις απαραίτητες γνώσεις και εμπειρίες και διαθέτουν την αναγκαία υπηρεσιακή κατάρτιση. Πρόσθεσε περαιτέρω ότι διαθέτουν την οργανωτική και διοικητική ικανότητα να ανταποκριθούν κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο στα καθήκοντα της επίδικης θέσης.
Από τη μελέτη των φακέλων διαπιιστώνεται ότι η αιτιολογία της απόφασης αυτής δεν ανταποκρίνεται στα στοιχεία των φακέλων. Δεν προκύπτει από αυτά υπεροχή των ΕΜ ως προς την αξία και τα προσόντα ώστε να είναι οι πιο κατάλληλοι για προαγωγή, όπως κατέληξε το Διοικητικό Συμβούλιο. Ούτε ως προς τα άλλα στοιχεία στα οποία αναφέρθηκε. Όσον αφορά την αρχαιότητα, φαίνεται ότι ο αιτητής στην προσφυγή αρ.783/01 υπερέχει ορισμένων ΕΜ ως προς την ημερομηνία προαγωγής στη θέση Λιμενικού Λειτουργού 3ης τάξης και άλλων ως προς την ημερομηνία γέννησης, όσο απομακρυσμένη και αν είναι η αρχαιότητα αυτή. Όσον αφορά τους αιτητές στην προσφυγή 795/01, φαίνεται ότι τα ΕΜ υπερέχουν αυτών
ως προς την αρχαιότητα, με βάση την ημερομηνία προαγωγής στην κατεχόμενη θέση, κατά 14 μήνες. Αυτή η υπεροχή όμως δεν αποτέλεσε το στήριγμα για την επιλογή τους. Η επεξήγηση για την καταλληλότητα των ΕΜ στηρίχθηκε κυρίως στα στοιχεία που παρέθεσα. Δεν προκύπτει από τους φακέλους η υπεροχή που το Διοικητικό Συμβούλιο θέλει να τους αποδώσει.Οι προσφυγές επιτυγχάνουν και η επίδικη απόφαση ακυρώνεται με έξοδα υπέρ των αιτητών.
Π. Αρτέμης, Δ.
/Χ.Π.