ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Υπόθεση Αρ. 299/2002
ΕΝΩΠΙΟΝ: ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗ, Δ.
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
ΒΑΣΙΛΕΙΑΣ ΗΡΑΚΛΕΙΔΟΥ
Αιτήτριας
και
ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΚΥΠΡΟΥ
Καθ΄ων η Αίτηση
--------------
14 Ιανουαρίου 2003
Για την Αιτήτρια: κ. Δ. Καλλής.
Για τους Καθ΄ων η Αίτηση: κα Α. Λυκούργου για Α. Τριανταφυλλίδης & Υιοί.
--------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Το παράπονο της Αιτήτριας είναι ότι το Πανεπιστήμιο Κύπρου αρνείται ή παραλείπει να απαντήσει σε επιστολή της ημερομηνίας 18.1.2001 με την οποία ζήτησε όπως της αναγνωρισθούν 4 διδακτικές μονάδες που της υπολείποντο για να αποκτήσει πτυχίο.
Η Αιτήτρια δεν μπόρεσε να αποκτήσει το πτυχίο της κατά την κανονική διάρκεια των σπουδών της διότι, ούσα τεταρτοετής φοιτήτρια, απέτυχε σε δύο μαθήματα στις εξετάσεις του όγδοου και τελευταίου εξαμήνου της φοίτησης της το 1998. Αίτημα της για να παρακαθίσει σε επαναληπτικές εξετάσεις απερρίφθη ως μη συνάδον με το σύστημα διδασκαλίας, είχε όμως η Αιτήτρια τη δυνατότητα να επαναλάβει τα εν λόγω μαθήματα στο ένατο εξάμηνο το επόμενο ακαδημαϊκό έτος. Αντί τούτου ζήτησε και πήρε αναστολή της φοίτησής της για το εν λόγω ακαδημαϊκό έτος 1998-1999 κατά το οποίο και ακολούθησε σπουδές αλλού. Ακόλουθο αίτημά της για περαιτέρω αναστολή της φοίτησής της για το ακαδημαϊκό έτος 1999-2000 απερρίφθη και η Αιτήτρια κατά το εν λόγω έτος συνέχισε τις σπουδές της αλλού.
Όταν υπέβαλε το αίτημά της με την αναφερθείσα επιστολή της 18.1.2001, το Πανεπιστήμιο κατά ομολογία του δεν της απάντησε σε αυτή, πλην όμως λέγει ότι η Αιτήτρια πληροφορήθηκε τη θέση του επί του αιτήματος της, ότι δηλαδή αυτό δεν μπορούσε να ικανοποιηθεί, μέσω έκθεσης της Επιτρόπου Διοικήσεως ημερομηνίας 28.1.2002, η οποία της κοινοποιήθηκε, αναφορικά με παράπονο που υπέβαλε προς την Επίτροπο Διοικήσεως ο πατέρας της Αιτήτριας στις 6.4.2001. Η Επίτροπος Διοικήσεως είχε ζητήσει τις απόψεις του Πανεπιστημίου το οποίο την πληροφόρησε ότι το αίτημα της Αιτήτριας για αναγνώριση των 4 διδακτικών μονάδων δεν μπορούσε να γίνει αποδεκτό εφ΄όσον αντίκειτο προς του κανόνες φοίτησης του Πανεπιστημίου και μάλιστα ότι, μετά την απόρριψη του αιτήματος της Αιτήτριας για δεύτερη αναστολή της φοίτησής της στις 16.11.1999, η Αιτήτρια είχε διαγραφεί αυτόματα από το Πανεπιστήμιο εφ΄όσον δεν προσήλθε για εγγραφή στο επόμενο εξάμηνο του ακαδημαϊκού έτους 1999-2000, αυτός ήταν δε και ο λόγος για τον οποίο το Πανεπιστήμιο δεν απάντησε στην επιστολή της Αιτήτριας. Ας σημειωθεί περαιτέρω ότι η Αιτήτρια είχε καταχωρήσει προσφυγές τόσο εναντίον της απόφασης του πανεπιστημίου να μην της επιτραπεί να παρακαθίσει σε επαναληπτικές εξετάσεις όσο και εναντίον της απόφασης του να μην της παραχωρηθεί δεύτερη αναστολή φοίτησης για το ακαδημαϊκό έτος 1999-2000, τις οποίες ακολούθως απέσυρε, και ότι η Αιτήτρια καταχώρησε και άλλη προσφυγή, την 300/2002 ημερομηνίας 4.4.2002, ως είναι και η παρούσα, η οποία εκκρεμεί, εναντίον της απόφασης για διαγραφή της από το Πανεπιστήμιο.
Είναι στη βάση αυτών των γεγονότων που το Πανεπιστήμιο εγείρει ευάριθμους λόγους στην ένσταση του. Βασική θέση του είναι ότι δεν υπάρχει άρνηση ή παράλειψη του να απαντήσει στην επιστολή της Αιτήτριας, που είναι αυτό που προσβάλλεται με την προσφυγή, αφού η Αιτήτρια πληροφορήθηκε τη θέση του επ΄αυτής όταν της κοινοποιήθηκε η έκθεση της Επιτρόπου Διοικήσεως στην οποία περιείχετο, αλλά και όταν η εν λόγω έκθεση επισυνάφθηκε στην ένσταση του Πανεπιστημίου που καταχωρήθηκε στα πλαίσια της προσφυγής, αιρόμενης έτσι οποιασδήποτε μέχρι τότε παράλειψης του Πανεπιστημίου να απαντήσει στην επιστολή της Αιτήτριας. Η Αιτήτρια αντιτείνει ότι η ίδια η Επίτροπος Διοικήσεως είχε εισηγηθεί στην έκθεση της όπως δοθεί απάντηση από το Πανεπιστήμιο στην επιστολή της Αιτήτριας.
Η θέση του Πανεπιστημίου με βρίσκει σύμφωνο. Η οποιαδήποτε παράλειψη του Πανεπιστημίου να απαντήσει στην επιστολή της Αιτήτριας έπαυσε να υφίσταται αφ΄ ης στιγμής η Αιτήτρια πληροφορήθηκε τη θέση του Πανεπιστημίου επ΄ αυτής με την κοινοποίηση της έκθεσης της Επιτρόπου Διοικήσεως στην οποία περιείχετο και αιτιολογείτο πλήρως, πρόσθετα δε και με την καταχώρηση της ένστασης στην προσφυγή στην οποία όχι μόνο περιείχετο η εν λόγω έκθεση αλλά και δεσπόζει η θέση του Πανεπιστημίου ότι το αίτημα που τίθεται στην εν λόγω επιστολή δεν είναι αποδεκτό για όλους τους λόγους που λεπτομερώς αναφέρονται. Δεν μπορεί λοιπόν πλέον η Αιτήτρια να παραπονείται ότι δεν γνωρίζει τη θέση του Πανεπιστημίου επί του αιτήματός της. Τοσούτο μάλλον αφού, προφανώς με πλήρη επίγνωση της θέσης αυτής, καταχώρησε, την ίδια μέρα που καταχώρησε και την προσφυγή αυτή, άλλη προσφυγή με την οποία ζητά ακύρωση της απόφασης του Πανεπιστημίου για διαγραφή της από το Πανεπιστήμιο, που ήταν ακριβώς και ο λόγος για τον οποίο το Πανεπιστήμιο δεν απάντησε στην επιστολή της.
Αυτό με οδηγεί και σε μια άλλη πτυχή της υπόθεσης που αποκαλύπτει και άλλο λόγο για τον οποίο η προσφυγή είναι απορριπτέα. Με τη διαγραφή της Αιτήτριας από το Πανεπιστήμιο, η Αιτήτρια δεν έχει πλέον έννομο συμφέρον να έχει απάντηση στην επιστολή της με την οποία ζητά να της αναγνωρισθούν 4 διδακτικές μονάδες για απόκτηση πτυχίου. Η διακοπή του δεσμού της με το Πανεπιστήμιο αυτομάτως θέτει τέρμα στη διερεύνηση του αιτήματος της εφ΄ όσον η συνεχιζόμενη ιδιότητα της ως φοιτήτριας είναι προϋπόθεση της οποιασδήποτε προώθησης αιτήματος της για παροχή προς αυτή πτυχίου από το Πανεπιστήμιο. Αν δεν αποκατασταθεί εκείνη η ιδιότητα, και προς τούτο θα ήταν βεβαίως σχετική η άλλη προσφυγή της 300/2002, δεν έχει αντικείμενο η ενέργεια της να αποταθεί στο Πανεπιστήμιο για αναγνώριση υπολειπόμενων μονάδων προς συμπλήρωση σπουδών και εξασφάλιση πτυχίου.
Η προσφυγή λοιπόν αποτυγχάνει και απορρίπτεται με £400 έξοδα υπέρ του Πανεπιστημίου και εναντίον της Αιτήτριας.
Δ. Χατζηχαμπής
Δ.
/ΚΧ"Π