ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Υπόθεση Αρ. 154/2000
ΕΝΩΠΙΟΝ
: Μ. ΚΡΟΝΙΔΗ, Δ.Αναφορικά με το Άρθρο 146 του Συντάγματος.
Μεταξύ:
Σωφρόνη Σωφρονίου, από το Μένοικο
Αιτητή
- και -
Διευθυντή Τμήματος Εσωτερικών Προσόδων
Καθ΄ου η αίτηση
- - - - - -
ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ
: 24 Ιανουαρίου, 2003.Για τον αιτητή: Ι. Νικολάου.
Για τον καθ΄ου η αίτηση: Δ. Κούσιου (κα).
- - - - -
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Ο αιτητής στην παρούσα προσφυγή ζητά τις πιο κάτω θεραπείες:-
Α. Διακήρυξη του Δικαστηρίου ότι η διοικητική απόφαση και/ή απόφαση του καθ΄ου η Αίτηση, που κοινοποιήθηκε στον Αιτητή με την επιστολή του ημερομηνίας 15.11.99 είναι άκυρη και στερείται οποιουδήποτε εννόμου αποτελέσματος.
Β. Διακήρυξη του Δικαστηρίου ότι η διοικητική απόφαση και/ή πράξη του καθ΄ου η Αίτηση, που κοινοποιήθηκε στον Αιτητή με την επιστολή ημερομηνίας 15.11.99 και με την οποία οι καθ΄ων η αίτηση απέρριψαν τις ενστάσεις του αιτητή κατά των φορολογιών του εισοδήματος του για τα φορολογικά έτη 1991 και 1992, είναι άκυρη και στερείται οποιουδήποτε εννόμου αποτελέσματος.
Γ. Διακήρυξη του Δικαστηρίου ότι η διοικητική απόφαση και/ή πράξη του καθ΄ου η Αίτηση, που κοινοποιήθηκε στον Αιτητή με την επιστολή ημερομηνίας 15.11.99 και με την οποία οι καθ΄ων η αίτηση απέρριψαν τις ενστάσεις του αιτητή κατά των φορολογιών του εισοδήματος του για τα φορολογικά έτη 1993 και 1997, είναι άκυρη και στερείται οποιουδήποτε εννόμου αποτελέσματος.»
Η προσφυγή στρέφεται εναντίον των φορολογιών:-
(α) Φόρου Εισοδήματος για τα φορολογικά έτη 1991 και 1992 και
(β) της προσωρινής φορολογίας για το φορολογικό έτος 1997.
Η ουσία της προσφυγής αφορά την άρνηση του Εφόρου Φόρου Εισοδήματος:-
(α) να αποδεκτεί ένσταση του αιτητή για τις επιβληθείσες φορολογίες των ετών 1991 και 1992 επειδή αυτή δεν υποβλήθηκε στο χρόνο που καθορίζει ο νόμος, και
(β) να αποδεκτεί ένσταση για την προσωρινή φορολογία του έτους 1997 επειδή ο αιτητής δεν είχε δικαίωμα ένστασης πάνω σε προσωρινή φορολογία.
Το εισόδημα του αιτητή κατά τον ουσιώδη χρόνο προήρχετο από έμμισθη απασχόληση σαν γραμματέας της Σ.Π.Ε. Μενοίκου και από γεωργική απασχόληση.
Ο αιτητής υπέβαλε δήλωση εισοδήματος για το φορολογικό έτος 1991 στις 14.2.1992 και αναθεωρημένη δήλωση για το ίδιο έτος στις 11.11.1996.
Ο αιτητής δεν υπέβαλε προσωρινό υπολογισμό για το εισόδημα του για το φορολογικό έτος 1997.
Κατά την ακροαματική διαδικασία ο ευπαίδευτος συνήγορος του αιτητή απέσυρε το αιτητικό Γ της προσφυγής. Έτσι αντικείμενο της προσφυγής του αιτητή παρέμειναν μόνο τα αιτητικά Α και Β που αναφέρονται στην απόρριψη της ένστασης του αιτητή στην επιβληθείσα φορολογία ως εκπρόθεσμης.
Η επίδικη απόφαση φαίνεται στην επιστολή, ημερ. 15.11.1999, που στάληκε από τον Έφορο στον αιτητή και έχει ως εξής:-
«Αναφέρομαι στην επιστολή σας ημερομηνίας 27/4/1998 με την οποία κάμνετε ένσταση κατά της φορολογίας του εισοδήματός σας για το φορολογικό έτος 1991 (αναφ. φορολ. 1199+13/1982) και σας πληροφορώ ότι, επειδή αυτή δεν υποβλήθηκε στο χρόνο που καθορίζει ο Νόμος, αδυνατώ να αναθεωρήσω τη φορολογία που σας επιβλήθηκε.»
Η ευπαίδευτος δικηγόρος για το καθ΄ου η αίτηση εγείρει προδικαστική ένσταση η οποία έχει δύο σκέλη (α) ότι η απόφαση του Εφόρου στην επιστολή ημερ. 15.11.1999 ήταν επιβεβαιωτική της προηγούμενης απόφασης ημερ. 5.5.1998 εφόσον κανένα νέο στοιχείο δεν υποβλήθηκε και συνακόλουθα (β) ότι η προσφυγή είναι εκπρόθεσμη αφού καταχωρήθηκε σε χρόνο πέραν των 75 ημερών με αφετηρία υπολογισμού την 5.5.1998.
Καθίσταται απαραίτητη η εξέταση της προδικαστικής ένστασης γιατί τυχόν επιτυχία της διαθέτει ολόκληρη την προσφυγή.
Έχω μελετήσει με πάσα προσοχή το περιεχόμενο τόσο της επιστολής ημερ. 5.5.1998 όσο και το περιεχόμενο της επιστολής ημερ. 15.11.1999. Έχω επίσης μελετήσει το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου που παρουσιάσθηκε στο Δικαστήριο και σημειώθηκε ως Τεκμήριο 1. Έχω την πεποίθηση ότι η προδικαστική ένσταση ευσταθεί.
Η διοικητική πράξη με εκτελεστό περιεχόμενο είναι αυτή που εκφράζεται με την επιστολή ημερ. 5.5.1998. Η πράξη που προσβάλλεται με την προσφυγή και περιέχεται στην επιστολή ημερ. 15.11.1999 δεν έχει εκτελεστό χαρακτήρα. Είναι επιβεβαιωτική της πρώτης. Είναι νομολογιακή αρχή ότι επιβεβαιωτικές πράξεις προηγούμενης απόφασης δεν έχουν εκτελεστό χαρακτήρα. Δεν παράγεται νέα εκτελεστή πράξη. Για να έχει η δεύτερη πράξη εκτελεστό χαρακτήρα πρέπει η αρμοδία αρχή να προέβη σε επανεξέταση αφού λάβει υπόψη νέα στοιχεία τα οποία προσκομίζει ο αιτητής. Στην παρούσα υπόθεση ο αιτητής αρνήθηκε ή παρέλειψε να προσκομίσει
οποιοδήποτε νέο στοιχείο. Ο καθ΄ου η αίτηση Έφορος δεν προέβη σε καμιά νέα επανεξέταση εμμένοντας στην αρχική του απόφαση, όπως εκφράζεται στην επιστολή ημερ. 5.5.1998. Το γεγονός ότι ο Έφορος ζήτησε με δύο επιστολές του ημερ. 23.9.1999 και 27.10.1999 από τον αιτητή να προσκομίσει νέα στοιχεία δεν αλλοιώνει την ουσία της πράξης. Η πράξη που εκφράζεται στην επιστολή ημερ. 15.11.1999 κατατάσσεται στις επιβεβαιωτικές πράξεις που δεν έχουν εκτελεστό χαρακτήρα.Προκύπτει από την πιο πάνω κατάληξη μου, ότι η προσφυγή είναι απαράδεκτη αφού προσβάλλει μη εκτελεστή διοικητική πράξη. Συνακόλουθα αν θεωρηθεί ότι προσβάλλεται η εκτελεστή διοικητική πράξη που εκφράζεται στην επιστολή ημερ. 5.5.1998 αυτή είναι εκπρόθεσμη αφού παρήλθαν είκοσι ένας μήνες μέχρι την καταχώρηση της προσφυγής αυτής.
Ενόψει της κατάληξης μου αυτής δεν θεωρώ σκόπιμο να εξετάσω την ουσία της προσφυγής.
Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.
(Υπ.) Μ. Κρονίδης, Δ.
/Επσ