ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2002) 4 ΑΑΔ 1113

22 Noεμβρίου, 2002

[ΝΙΚΗΤΑΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

1. ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΘΕΟΔΩΡΟΥ,

2. ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΘΕΟΔΩΡΟΥ,

3. ΑΝΤΡΗ ΘΕΟΔΩΡΟΥ,

Αιτητές,

v.

ΚΥΠΡΙΑΚHΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΕΦΟΡΟΥ ΦΟΡΟΥ ΠΡΟΣΤΙΘΕΜΕΝΗΣ ΑΞΙΑΣ,

Καθ' ου η αίτηση.

(Υπόθεση Αρ. 708/2001)

 

Φόρος Προστιθέμενης Αξίας ― Μεταβίβαση επιχείρησης ― Συνέπειες ως προς τη μεταβίβαση υφισταμένων φορολογικών υποχρεώσεων ― Το νομοθετικό πλαίσιο και η πεπλανημένη εφαρμογή του από τον Έφορο Φ.Π.Α. στην κριθείσα περίπτωση ― Περιστάσεις και συνέπειες.

Προσφυγή βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος ― Λόγοι ακυρώσεως ― Έλλειψη αιτιολογίας ― Περιστάσεις στοιχειοθέτησής της στην κριθείσα περίπτωση απόφασης του Εφόρου Φόρου Προστιθέμενης Αξίας.

Οι αιτητές προσέφυγαν κατά της άρνησης του καθ'ου να εγκρίνει την μεταβίβαση των φορολογικών υποχρεώσεων του άτυπου συνεταιρισμού τους σε νεοϊδρυθείσα από αυτούς και διάδοχο του συνεταιρισμού εταιρεία περιορισμένης ευθύνης.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, ακυρώνοντας την επίδικη απόφαση, αποφάσισε ότι:

1.  Ο Έφορος έχει διακριτική ευχέρεια με βάση τον Καν. 3(1) της Κ.Δ.Π. 222/91 να εγκρίνει ή όχι τη μεταβίβαση επιχείρησης ως λειτουργούσης. Οι λέξεις "ο Έφορος μπορεί" στον Καν. 3(1) δεν αφήνουν αμφιβολίες γι' αυτό. Αφού φυσικά αιτιολογήσει την απόφασή του. Όμως το ζήτημα δεν είναι ακριβώς αυτό. Γεννιέται θέμα αν ο Έφορος μπορούσε να απορρίψει το αίτημα μεταβίβασης (έντυπο Φ.Π.Α. 11) πρωθύστερα, δηλαδή, αφού ακυρώθηκε η εγγραφή του άτυπου συνεταιρισμού και ενεγράφη στο Μητρώο η διάδοχος κατάσταση εξαιτίας της μεταβίβασης σ' αυτή της επιχείρησης του συνεταιρισμού. Επισημαίνεται ότι η μεταβίβαση είναι παραδεκτή. Ο επιλεκτικός αυτός διαχωρισμός, που αφορά μόνο τις φορολογικές υποχρεώσεις, δεν βρίσκει νόμιμο έρεισμα είτε στο νόμο είτε στους Κανονισμούς. Ο Έφορος υπέπεσε σε νομική και πραγματική πλάνη, υπερβαίνοντας με την προσβαλλόμενη ενέργεια τις εξουσίες του.

     Οι οδηγίες που περιέχει το "Ενημερωτικό φυλλάδιο 3" αναφορικά με την «Εγγραφή στο Μητρώο Φ.Π.Α.» στη σελ. 20 ως προς την ερμηνεία του κανονισμού, συνάδουν με την παραπάνω αντίκρυση.

2.  Η ειδοποίηση περαιτέρω δεν περιέχει καμιά αιτιολογία.  Ο λόγος βέβαια φαίνεται, έστω και λακωνικά, στο έντυπο Φ.Π.Α. 11.  Όμως είναι μια αιτιολογία που μένει μετέωρη μέχρι τέλους, γιατί δεν υπάρχει οτιδήποτε ή αναφορά σε οποιοδήποτε στοιχείο που τείνει να την υποστηρίξει. Η απουσία αιτιολογίας, από τη σκοπιά αυτή, είναι πρόσθετος και ανεξάρτητος λόγος ακύρωσης.

Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.

Αναφερόμενη Υπόθεση:

Χαραλάμπους v. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 66/98, ημερ. 31.7.2002.

Προσφυγή.

Α. Παπαντωνίου, για τους Αιτητές.

Ε. Αντωνίου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τον Καθ' ου η αίτηση.

Cur. adv. vult.

ΝΙΚΗΤΑΣ, Δ.: Οι αιτητές ασκούσαν, ως φυσικά πρόσωπα, επιχείρηση καφετέριας στη Λευκωσία. Όμως η εγγραφή τους στο Μητρώο Φόρου Προστιθέμενης Αξίας (στο εξής το Μητρώο), σε σχέση με τη δραστηριότητα τους αυτή, έγινε με τη μορφή άτυπου συνεταιρισμού. Στις 14/6/01, οι αιτητές συμπλήρωσαν το έντυπο Φ.Π.Α. 11, ζητώντας τη μεταβίβαση της επιχείρησής τους, ως λειτουργούσης επιχείρησης, στην εταιρεία Cafe City Path Entertainment Ltd., της οποίας η εγγραφή στο μητρώο έγινε δεκτή την ίδια ημερομηνία. Προηγήθηκε στις 13/6/01, η ακύρωση της εγγραφής του συνεταιρισμού (λόγω μεταβίβασης λειτουργούσης επιχείρησης), σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας Νόμου (στο εξής Φ.Π.Α.) αριθμός 246 του 1990. Είναι στο πλαίσιο των προνοιών της νομοθεσίας αυτής που θα κριθεί η προκείμενη φορολογική διαφορά.

Ο Έφορος Φ.Π.Α. δεν αποδέχθηκε, μολαταύτα, τη μεταβίβαση και των φορολογικών ευθυνών του συνεταιρισμού στην εταιρεία. Ο λόγος γιαυτό ήταν, όπως σημειώνει στο παραπάνω έντυπο ο λειτουργός της Υπηρεσίας Φ.Π.Α., που εξέτασε το αίτημα, ότι, αν πραγματοποιόταν η μεταβίβαση, υπήρχε ο κίνδυνος η εκκρεμούσα φορολογική οφειλή του συνεταιρισμού, ύψους £93.625,66, να μην ικανοποιηθεί.

Η απόφαση του Εφόρου ανακοινώθηκε στους αιτητές με επιστολή του ημερ. 26/7/01. Δε γίνεται αναφορά στην παραπάνω ή οποιαδήποτε άλλη αιτιολογία. Το σχετικό τμήμα της επιστολής, που είναι άλλωστε πολύ σύντομο, έχει ως εξής:

"Σχετικά με το έντυπο Φ.Π.Α. 11 που υποβάλατε, λυπούμαι να σας πληροφορήσω ότι δεν έγινε αποδεκτό και ως εκ τούτου δε θα μεταβιβαστούν οι φορολογικές υποχρεώσεις και τα δικαιώματα σας στην εταιρεία City Path Entertainment Ltd., αρ. Φ.Π.Α. 10120966Η."

Αισθανόμενοι ότι η άρνηση των καθών να ικανοποιήσουν το αίτημα δεν έχει νόμιμο έρεισμα, οι αιτητές προσέφυγαν στο δικαστήριο με το εξής αίτημα θεραπείας:

"Α. Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η απόφαση των Καθ' ων η Αίτηση η οποία περιέχεται στην απόφαση του Εφόρου Φόρου Προστιθέμενης Αξίας ημερομ. 26-07-2001 με την οποία οι Καθ' ων η Αίτηση αρνήθηκαν στους Αιτητές την μεταβίβαση λειτουργούσας επιχείρησης και/ή δεν έκαναν δεκτό το αίτημα τους για μεταβίβαση της επιχείρησης τους στην Εταιρεία CAFE CITY ENTERAINMENT LTD είναι άκυρη, παράνομη και εστερημένη οποιουδήποτε νόμιμου αποτελέσματος."

Ό,τι περιρρέει την αγόρευση των αιτητών είναι η σκέψη ότι δεν προβάλλεται νομοθετικό έρεισμα για τη λήψη της επίδικης απόφασης, είτε στην ίδια την απόφαση του Εφόρου είτε στην αγόρευση της Δημοκρατίας. Ούτε αντικειμενικά μπορεί να εξευρεθεί νομική βάση για την απόφαση, η οποία προσκρούει στις νομοθετικές και κανονιστικές διατάξεις που διέπουν το ζήτημα.  Μεταξύ άλλων στο άρθρ. 2(7), 6(11) και 6(14) του φερώνυμου νόμου, του καν. 7 των περί Φ.Π.Α. (Προσδιορισμός Ορισμένων Συναλλαγών) Κανονισμών του 1991 (Κ.Δ.Π. 202/91) και του Καν. 3 των περί Φ.Π.Α. (Μεταβιβάσεις Λειτουργουσών Επιχειρήσεων) Κανονισμών του 1991 (Κ.Δ.Π. 222/91). Ενισχυτική επίκληση έγινε και σε οδηγίες για την επιβολή του Φ.Π.Α., που περιέχουν τα ενημερωτικά φυλλάδια αρ. 3 και αρ. 11 αναφορικά με την "Εγγραφή στο Μητρώο Φ.Π.Α." και τις "Μεταβιβάσεις Λειτουργουσών Επιχειρήσεων" αντίστοιχα.

Όπως εισηγείται ο δικηγόρος των αιτητών, μια και ο Έφορος διέγραψε τον συνεταιρισμό και ενέγραψε στη συνέχεια τη νέα οντότητα δεν δικαιολογείται η άρνηση του να δεχθεί το έντυπο Φ.Π.Α. 11 και την συνακόλουθη ανάληψη τυχόν φορολογικών οφειλών από τη διάδοχη του νομική κατάσταση, δηλαδή, την εταιρεία. Για να ενισχύσει το επιχείρημα του αναφέρθηκε στο ότι το παραπάνω ποσό (£93.625,66) βεβαιώθηκε την επομένη, 14/6/01. Δεν αρνείται το γεγονός η Δημοκρατία, αλλά η κα Αντωνίου ανέφερε ότι η απόφαση εκείνη προσβλήθηκε με την προσφ. αρ. 702/01 "και δεν αποτελεί θέμα της παρούσας προσφυγής". Εν πάση περιπτώσει, όπως συμπλήρωσε το επιχείρημα αυτό, η ακύρωση εγγραφής δε συνεπάγεται ακύρωση όλων των υποχρεώσεων. Παρέπεμψε για την πρόταση στη Χαραλάμπους ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 66/98, ημερ. 31.7.2002. Επίσης υποστήριξε, αντίθετα με τον κ. Παπαντωνίου, ότι η σημείωση του λειτουργού στο έντυπο Φ.Π.Α. 11, συνιστά επαρκή και νόμιμη αιτιολογία της επίδικης απόφασης. Με βάση τα όσα ανέπτυξε, ο δικηγόρος των αιτητών υπέβαλε ότι η επίδικη πράξη είναι ακυρωτέα επίσης και για έλλειψη δέουσας έρευνας, καθώς και για το ότι ήταν προϊόν πραγματικής ή νομικής πλάνης.

Η κα Αντωνίου λέγει ότι η βάση της άρνησης του Εφόρου να δεχτεί το έντυπο Φ.Π.Α. 11, είναι ο καν. 3 της Κ.Δ.Π. 222/91. Εισηγείται πως ο Έφορος είχε διακριτική εξουσία, αφού εκκρεμούσε η φορολογική υποχρέωση των αιτητών, να αρνηθεί τη μεταβίβαση στην άλλη εταιρεία τέτοιας σοβαρής υποχρέωσης. Το ότι δεν ενέκρινε την αίτηση μεταβίβασης - αυτό εισηγείται - δεν εξυπακούει ότι η συναλλαγή έχασε το χαρακτήρα της ως μεταβίβαση λειτουργούσης επιχείρησης. Ωστόσο δεν μπορούν να εφαρμοστούν οι πρόνοιες της Κ.Δ.Π. 222/91 "και το κάθε μέρος της συμφωνίας διατηρεί τις δικές του υποχρεώσεις προς την Υπηρεσία Φ.Π.Α.". Ο Έφορος ενήργησε μέσα στα όρια της διακριτικής εξουσίας που του παρέχουν οι Κανονισμοί.

Παρατηρούμε ότι το άρθρ. 2(7) του νόμου προβλέπει ότι η πράξη μεταβίβασης λειτουργούσης επιχείρησης θεωρείται παράδοση, η οποία γίνεται "μέσα στα πλαίσια ή για την προώθηση των δραστηριοτήτων της επιχείρησης". Σύμφωνα δε με τον καν. 7 της Κ.Δ.Π. 202/91 η μεταβίβαση των περιουσιακών στοιχείων της επιχείρησης από ένα πρόσωπο σε άλλο στο οποίο μεταβιβάζεται η επιχείρηση ως λειτουργούσα επιχείρηση, δεν θεωρείται, για σκοπούς φορολόγησης, είτε ως παράδοση αγαθών είτε ως παροχή υπηρεσιών. Τίθενται όμως δύο προϋποθέσεις: (α) ότι τα μεταβιβαζόμενα περιουσιακά στοιχεία θα χρησιμοποιηθούν για την άσκηση επιχείρησης του ίδιου είδους. και (β) ο μεταβιβάζων είναι υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο, όπως και το πρόσωπο στο οποίο γίνεται η μεταβίβαση, το οποίο είναι ή καθίσταται υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο "αμέσως, ως αποτέλεσμα της μεταβίβασης".

Έχουν ιδιαίτερη σημασία οι πρόνοιες του καν. 3(1) και 2 της Κ.Δ.Π. 222/91, όπως τροποποιήθηκε από την Κ.Δ.Π. 161/94. Θα βοηθήσει αν έχουμε ακριβώς υπόψη τι προνοείται:

"3.(1) Στην περίπτωση που

(α) επιχείρηση μεταβιβάζεται ως λειτουργούσα επιχείρηση,

(β) η εγγραφή του προσώπου που προβαίνει στη μεταβίβαση δεν έχει ακόμα ακυρωθεί,

(γ) κατά τη μεταβίβαση της επιχείρησης η εγγραφή του μεταβιβάζοντος πρόκειται να ακυρωθεί και το πρόσωπο προς το οποίο γίνεται η μεταβίβαση καθίσταται υπόχρεο να εγγραφεί ή ο Έφορος συμφωνεί να τον εγγράψει σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 15 του Νόμου, και

(δ) υποβάλλεται αίτηση στο έντυπο που εκδίδεται από τον Έφορο και δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας από ή εκ μέρους του μεταβιβάζοντος και του προσώπου προς το οποίο γίνεται η μεταβίβαση της επιχείρησης αυτής,

τότε ο Έφορος μπορεί, από την ημερομηνία της εν λόγω μεταβίβασης, να ακυρώσει την εγγραφή του μεταβιβάζοντος και να εγγράψει το πρόσωπο προς το οποίο γίνεται η μεταβίβαση και να παραχωρήσει σ' αυτόν τον ίδιο αριθμό εγγραφής που είχε δοθεί προηγουμένως στο μεταβιβάζοντα.

(2) Η αίτηση που αναφέρεται στην παράγραφο

(1) του παρόντος Κανονισμού αποτελεί γνωστοποίηση για τους σκοπούς του άρθρου 16 του Νόμου."

Ο Καν. 3(3) ρυθμίζει τα δικαιώματα και υποχρεώσεις που απορρέουν από τη μεταβίβαση και έχει ως εξής:

"(3) Στην περίπτωση που το πρόσωπο προς το οποίο γίνεται η μεταβίβαση της επιχείρησης έχει εγγραφεί με βάση την παράγραφο (1) του παρόντος Κανονισμού και έχει δοθεί σ' αυτόν ο αριθμός που είχε δοθεί προηγουμένως στον μεταβιβάζοντα, τότε -

(α) οποιαδήποτε υποχρέωση του μεταβιβάζοντος να υποβάλει φορολογική δήλωση ή να αποδώσει λογαριασμό ή να καταβάλει φόρο σύμφωνα με τις διατάξεις του Κανονισμού 3 ή 5 των περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας (Απόδοση Λογαριασμών και Καταβολή του φόρου) Κανονισμών του 1991 ο οποίος ισχύει κατά την ημερομηνία της μεταβίβασης, καθίσταται υποχρέωση του προσώπου προς το οποίο γίνεται η μεταβίβαση.

(β) οποιοδήποτε δικαίωμα του μεταβιβάζοντος, υφιστάμενο ή μή κατά την ημερομηνία μεταβίβασης, αναφορικά με πίστωση ή επιστροφή φόρου εισροών, καθίσταται δικαίωμα του προσώπου προς το οποίο γίνεται η μεταβίβαση, και

(γ) οποιοδήποτε δικαίωμα του μεταβιβάζοντος (ανεξάρτητα αν τέτοιο δικαίωμα υφίσταται είτε όχι κατά την ημερομηνία της μεταβίβασης) ή του προσώπου προς το οποίο γίνεται η μεταβίβαση για επιστροφή φόρου από τον Έφορο σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (7) του άρθρου 25 του Νόμου, ικανοποιείται με την επιστροφή του φόρου στον ένα από αυτούς."

Γεγονός είναι ότι στην προκείμενη περίπτωση ο Έφορος είχε διαγράψει από το Μητρώο τους αιτητές, τους οποίους είχε αρχικά εγγράψει ως άτυπο συνεταιρισμό. Γεγονός επίσης παραμένει ότι ο Έφορος προέβη στην εγγραφή εταιρείας με την παραπάνω επωνυμία στην οποία έγινε η μεταβίβαση της επιχείρησης των αιτητών ως λειτουργούσης επιχείρησης. Παρά ταύτα, μεταγενέστερα, στις 18/7/01, δεν ενέκρινε την αίτηση στο έντυπο Φ.Π.Α. με την αιτιολογία (την αναφέρω τώρα όπως ακριβώς έχει):

"Ακυρώνεται η εγγραφή του συνεταιρισμού από 13/6/01 δυνάμει του άρθρου 17(2) λόγω μεταβίβασης λειτουργούσας επιχείρησης. Το έντυπο Φ.Π.Α. 11 δεν εγκρίνεται επειδή ο άτυπος συνεταιρισμός οφείλει πολύ μεγάλο ποσό στην Υπηρεσία (£93.625,66) και η εταιρεία που ανέλαβε είναι περιορισμένης ευθύνης και θα υπήρχε κίνδυνος για τα Δημοσια Έσοδα αν το μεγάλο οφειλόμενο ποσό μεταφερόταν από τον άτυπο συνεταιρισμό στην εταιρεία."

Ο Έφορος έχει διακριτική ευχέρεια με βάση τον καν. 3(1) να εγκρίνει ή όχι τη μεταβίβαση επιχείρησης ως λειτουργούσης. Οι λέξεις "ο Έφορος μπορεί" στον καν. 3(1) που έχω υπογραμμίσει δεν αφήνουν αμφιβολίες γιαυτό. Αφού φυσικά αιτιολογήσει την απόφαση του. Όμως το ζήτημα δεν είναι ακριβώς αυτό. Γεννιέται θέμα αν ο Έφορος μπορούσε να απορρίψει το αίτημα μεταβίβασης (έντυπο Φ.Π.Α. 11) πρωθύστερα, δηλαδή, αφού ακυρώθηκε η εγγραφή του άτυπου συνεταιρισμού και ενεγράφη στο Μητρώο η διάδοχος κατάσταση εξαιτίας της μεταβίβασης σ' αυτή της επιχείρησης του συνεταιρισμού. Επισημαίνεται ότι η μεταβίβαση είναι παραδεκτή. Ο επιλεκτικός αυτός διαχωρισμός, που αφορά μόνο τις φορολογικές υποχρεώσεις, δεν βρίσκει νόμιμο έρεισμα είτε στο νόμο είτε στους Κανονισμούς, στους οποίους έχω ήδη αναφερθεί.  Κατά τη γνώμη μου ο Έφορος υπέπεσε σε νομική και πραγματική πλάνη, υπερβαίνοντας με την προσβαλλόμενη ενέργεια τις εξουσίες του.

Όντως στην υπόθεση Γεώργιου Χαραλάμπους, ο φορολογούμενος εισηγήθηκε ότι ο Έφορος δεν είχε εξουσία να προχωρήσει σε βεβαίωση της φορολογίας γιατί είχε στο μεταξύ μεταβιβάσει την επιχείρηση του ως λειτουργούσα σε άλλη εταιρεία. Το επιχείρημα του απορρίφθηκε. Εντοπίζω στα εξής το σκεπτικό:

"Με βάση τα στοιχεία του φακέλου της υπόθεσης δεν φαίνεται να συντρέχει αυτή η τελευταία προϋπόθεση, [(δηλαδή, του Καν. 3(1)(δ) ανωτέρω)] δηλαδή υποβολή σχετικής αίτησης, ενώ ο συνήγορος του αιτητή δεν παρουσίασε και ούτε ανέφερε οτιδήποτε που να αποδεικνύει το αντίθετο και ως εκ τούτου ο λόγος αυτός δεν ευσταθεί. Ενώ το ίδιο κατά την άποψη μου δεν ισχύει και ο ισχυρισμός του αιτητή ότι η αποδοχή του λειτουργού για χρησιμοποίηση του φόρου σε αγορές του 1993, ήτοι πριν την ημερομηνία εγγραφής του στο Μητρώο Φ.Π.Α., μέσα στο 1994 θα πρέπει να εκληφθεί και ως αποδοχή του ισχυρισμού του περί μεταβίβασης και των υποχρεώσεων και δικαιωμάτων του αιτητή στην εταιρεία, αφού σύμφωνα με τον Κ.4.(1) Κ.Δ.Π. 208/91:

"4(1) Τηρουμένων των διατάξεων των παραγράφων (2) και (4) του Κανονισμού αυτού σε περίπτωση υποβολής απαίτησης σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (3) του κανονισμού αυτού, ο Έφορος δύναται να εξουσιοδοτήσει υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο να μεταχειρίζεται, ως να ήταν φόρος εισροών."

Γεγονός το οποίο προκύπτει, αιτιολογείται και συμπληρώνεται μέσα από τον φάκελο της υπόθεσης και συγκεκριμένα στην έκθεση του λειτουργού του Φ.Π.Α. στη σελίδα 2 στο (ε) "Εισροές" και κάτω από τον τίτλο "ΕΛΕΓΧΟΣ ΒΙΒΛΙΩΝ ΑΡΧΙΚΗΣ ΕΓΓΡΑΦΗΣ".

Πρέπει να αναφέρω ότι η δικηγόρος της Δημοκρατίας παρέθεσε την απόφαση χωρίς τους αναγκαίους συσχετισμούς ή παραλληλισμούς. Η άλλη πλευρά δεν σχολίασε. Δεν μπορώ, ειλικρινά, να ανιχνεύσω τη συνάφεια με την παρούσα υπόθεση, ή την αρχή που διατυπώνεται και μπορεί να τύχει εδώ εφαρμογής.  Όμως δεν είναι όμοια ή παρόμοια η παρούσα κατάσταση, όπως ήδη έχω εξηγήσει. Οι δε οδηγίες που περιέχει το "Ενημερωτικό φυλλάδιο 3" στη σελ. 20 ως προς την ερμηνεία του κανονισμού (ας προσεχθούν ιδιαίτερα οι υπογραμμίσεις μου), συνάδουν πιστεύω με την παραπάνω γνώμη που εξέφρασα:

"12. Μεταβιβάσεις λειτουργουσών επιχειρήσεων

(α) ...................................................................

(δ) Ακύρωση της εγγραφής και εγγραφή

Στην περίπτωση που μεταβιβάζεται επιχείρηση ως λειτουργούσα επιχείρηση το πρόσωπο το οποίο τη μεταβιβάζει θα διαγραφεί από το Μητρώο Φ.Π.Α. και θα υποβάλει τελική φορολογική δήλωση χωρίς να αποδίδει φόρο για τα περιουσιακά στοιχεία που μεταβιβάζει. Η διαγραφή ισχύει από την ημερομηνία της μεταβίβασης.

Το πρόσωπο στο οποίο μεταβιβάζεται η επιχείρηση θα εγγραφεί στο Μητρώο Φ.Π.Α. με νέο αριθμό εγγραφής. Η εγγραφή ισχύει από την ημερομηνία της μεταβίβασης. Υποχρέωση να αποδώσει φόρο στο Δημόσιο για τα περιουσιακά στοιχεία που μεταβιβάστηκαν θα έχει το πρόσωπο στο οποίο έχει μεταβιβαστεί η επιχείρηση ως λειτουργούσα επιχείρηση."

Έρχομαι στην αιτιολογία. Η ειδοποίηση δεν περιέχει καμιά αιτιολογία. Όμως αυτό θα ήμουν διατεθειμένος να το παρακάμψω, αφού ο λόγος φαίνεται, έστω και λακωνικά, στο έντυπο Φ.Π.Α. 11. Όμως είναι μια αιτιολογία που μένει μετέωρη μέχρι τέλους γιατί δεν υπάρχει οτιδήποτε ή αναφορά σε οποιοδήποτε στοιχείο που τείνει να την υποστηρίξει. Η απουσία αιτιολογίας, από τη σκοπιά αυτή, είναι πρόσθετος και ανεξάρτητος λόγος ακύρωσης.

Η προσφυγή γίνεται δεκτή. Η επίδικη απόφαση ακυρώνεται σύμφωνα με το άρθρ. 146.4(β) του Συντάγματος. Με έξοδα σε βάρος της Δημοκρατίας.

Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο