ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2002) 4 ΑΑΔ 890
11 Oκτωβρίου, 2002
[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΑΡΧH ΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟΥ ΚΥΠΡΟΥ,
Αιτητές,
v.
ΔHΜΟΥ ΜEΣΑ ΓΕΙΤΟΝΙAΣ (ΑΡ. 2),
Καθ' ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 771/2001)
Δήμοι ― Τέλη αδειών λειτουργίας επαγγελματικών υποστατικών ―Άρθρο 103 του περί Δήμων Νόμου του 1985 (Ν.111/85 ως τροποποιήθηκε) ― Ερμηνεία ― Προϋπόθεση επιβολής τέλους είναι η έκδοση άδειας λειτουργίας επαγγελματικού υποστατικού ― Άνευ νομικού ερείσματος η επιβολή του τέλους στην κριθείσα περίπτωση.
Οι αιτητές προσέφυγαν κατά της σε βάρος τους επιβολής τέλους σε σχέση με άδεια λειτουργίας επαγγελματικού υποστατικού, η οποία όμως ουδέποτε είχε εκδοθεί.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, ακυρώνοντας την επίδικη απόφαση, αποφάσισε ότι:
Σχετικό είναι εν προκειμένω το Άρθρο 103 του περί Δήμων Νόμου του 1985 (Ν. 111/85 όπως τροποποιήθηκε).
Η ρύθμιση για τις άδειες λειτουργίας επαγγελματικών υποστατικών εξαντλείται στα διαλαμβανόμενα στο Άρθρο 103, παρέχεται εξουσία για την επιβολή τέλους για τις άδειες λειτουργίας επαγγελματικών υποστατικών, και, επομένως, προϋποτίθεται τέτοια άδεια αν πρόκειται να επιβληθεί το αντίστοιχο τέλος. Το κατά πόσο οι αιτητές έχουν διαπράξει ή όχι το αδίκημα που προβλέπεται στο Άρθρο 103(3) του Νόμου δεν μπορεί να είναι θέμα της παρούσας διαδικασίας. Η προσβαλλόμενη απόφαση στερείται νομικού ερείσματος και η προσφυγή πρέπει να επιτύχει, χωρίς έξοδα όμως ενόψει της πορείας της υπόθεσης.
Η προσφυγή επιτυγχάνει χωρίς έξοδα.
Προσφυγή.
Χρ. Ραγουζαίου για Γ. Κακογιάννη, για τους Αιτητές.
Κ. Μαυραντώνη για Π. Αναστασιάδη, για τους Καθ' ων η αίτηση.
Cur. adv. vult.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Με απόφαση του Δήμου Μέσα Γειτονιάς επιβλήθηκε τέλος σε σχέση με άδεια λειτουργίας από τους αιτητές επαγγελματικού υποστατικού για το έτος 2000. Οι αιτητές επιδιώκουν την ακύρωση αυτής της απόφασης με τη βασική εισήγηση πως ο υποσταθμός τους, σε σχέση με τον οποίο επιβλήθηκε το τέλος, δεν ήταν οικοδομή ή χώρος μέσα στον οποίο ασκούσαν οποιαδήποτε επιχείρηση ή τα άλλα που εξειδικεύονται στο άρθρο 103(1) του περί Δήμων Νόμου του 1985 (Ν. 111/85 όπως τροποποιήθηκε).
Δε θα χρειαστεί να ασχοληθώ με τα επιχειρήματα των δυο πλευρών αναφορικά με το πιο πάνω θέμα. Κατά το άρθρο 103(1):
"Ουδέν πρόσωπον διατηρεί εντός των δημοτικών ορίων οιουδήποτε δήμου οιανδήποτε οικοδομήν ή χώρον εντός των οποίων ασκείται οιαδήποτε επιχείρησις, βιομηχανία, εμπόριον, επάγγελμα ή επιτήδευμα, άνευ αδείας λαμβανομένης προηγουμένως από το συμβούλιον του τοιούτου δήμου:
Νοείται ότι το συμβούλιο μπορεί να μην επιβάλλει τέλος για την άσκηση ορισμένων ειδών επιχειρήσεων, βιομηχανιών, επαγγελμάτων, επιτηδευμάτων ή εμπορίου:"
Κατά τη δεύτερη επιφύλαξη:
"Το συμβούλιο μπορεί να επιβάλει τέλη για τις άδειες λειτουργίας επαγγελματικών υποστατικών, τα οποία δεν υπερβαίνουν τα εκτιθέμενα στον Έβδομο Πίνακα."
Και κατά το εδάφιο 3 του ίδιου άρθρου:
"Οιονδήποτε πρόσωπον παραβαίνον τας διατάξεις του παρόντος άρθρου υπόκειται, επί τη καταδίκη του, εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν τας £500."
Οι αιτητές δεν αποτάθηκαν για την έκδοση άδειας όπως η αναφερόμενη στο άρθρο 103 και έθεσα κατά τις διευκρινίσεις στις δυο πλευρές ερώτημα αναφορικά με το κατά πόσο θα ήταν δυνατό να τίθεται ζήτημα επιβολής τέλους σε σχέση με τέτοια άδεια, όπως προβλέπεται στη δεύτερη επιφύλαξη του άρθρου 103(1). Οι δυο πλευρές επανήλθαν και οι αιτητές πράγματι υποστήριξαν πως η επιβολή τέλους σύμφωνα με το άρθρο 103(1) προϋποθέτει την ύπαρξη άδειας που εδώ δεν υπάρχει. Αναφέρθηκαν σχετικά στις πρόνοιες του άρθρου 104 μέχρι 110 σε σχέση με το ζήτημα της άσκησης επί κέρδει επιχείρησης, επιτηδεύματος, εργασίας ή επαγγέλματος. Επιβάλλεται εκεί υποχρέωση για υποβολή αίτησης για τη χορήγηση της σχετικής άδειας και προβλέπεται (άρθρο 106) εξουσία του Δημοτικού Συμβουλίου, σε περίπτωση παράλειψης, για καθορισμό των καταβλητέων δικαιωμάτων, όπως περιγράφονται εκεί, και για την καταχώριση του ονόματος του προσώπου που κρίνεται ότι ασκεί επιχείρηση ή τα άλλα, στο μητρώο επαγγελματικών αδειών. Η ανυπαρξία ανάλογης πρόνοιας για τα επαγγελματικά υποστατικά ενισχύει την άποψη πως σε εκείνη την περίπτωση δεν μπορεί να τίθεται ζήτημα επιβολής τέλους.
Οι καθ' ων η αίτηση αναγνώρισαν την ύπαρξη διαφοράς στη ρύθμιση σε σχέση με τα επαγγελματικά υποστατικά από τη μια και την άδεια για άσκηση επιχείρησης κλπ από την άλλη. Θεωρούν όμως πως αφού, αντίθετα προς ό,τι συμβαίνει στη δεύτερη περίπτωση όπου επιβάλλεται υποχρέωση υποβολής αίτησης και η παράλειψη υποβολής ποινικοποιείται με το άρθρο 109, στην πρώτη περίπτωση δεν επιβάλλεται τέτοια υποχρέωση, θα πρέπει να θεωρήσουμε πως το Δημοτικό Συμβούλιο έχει την εξουσία επιβολής τέλους χωρίς κατ' ανάγκη να έχει προηγηθεί η υποβολή αίτησης και συναφώς η έκδοση, στη βάση της, άδειας επαγγελματικού υποστατικού.
Δεν μπορώ να συμφωνήσω με την εισήγηση των καθ' ων η αίτηση. Δεν είναι επιτρεπτή η προσθήκη στο Νόμο προνοιών που δεν υπάρχουν και δεν μπορώ να συμμεριστώ την άποψη πως η εξουσία, στη μια περίπτωση παρέχεται ρητά ενώ στην άλλη απλώς υπονοείται. Η ρύθμιση για τις άδειες λειτουργίας επαγγελματικών υποστατικών εξαντλείται στα διαλαμβανόμενα στο άρθρο 103, παρέχεται εξουσία για την επιβολή τέλους για τις άδειες λειτουργίας επαγγελματικών υποστατικών, και, επομένως, προϋποτίθεται τέτοια άδεια αν πρόκειται να επιβληθεί το αντίστοιχο τέλος. Το κατά πόσο οι αιτητές έχουν διαπράξει ή όχι το αδίκημα που προβλέπεται στο άρθρο 103(3) του Νόμου δεν μπορεί να είναι θέμα της παρούσας διαδικασίας. Η προσβαλλόμενη απόφαση στερείται νομικού ερείσματος και η προσφυγή πρέπει να επιτύχει, χωρίς έξοδα όμως ενόψει της πορείας της υπόθεσης. Η προσφυγή επιτυγχάνει και η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται. Καμιά διαταγή για έξοδα.
Η προσφυγή επιτυγχάνει χωρίς έξοδα.