ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΣΥΝΕΚΔ. ΥΠ. ΑΡ. 892/00, 908/00, 909/00, 910/00
ΕΝΩΠΙΟΝ: ΚΡΑΜΒΗ, Δ.
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος.
< U>ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 892/00
Μεταξύ:
1. Χαράλαμπου Στυλιανού, από τη Λεμεσό,
2. Ευανθίας Χατζηοικονόμου, από τη Λευκωσία,
3. Βασίλη Παπαγεωργίου, από το Αυγόρου,
Αιτητών,
- και -
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω
Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας,
Καθ΄ης η αίτηση.
ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 908/00
Μεταξύ:
Νίκου Αδάμου, από τη Λευκωσία,
Αιτητή,
- και -
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω
Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας,
Καθ΄ης η αίτηση.
ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 909/00
Μεταξύ:
Ελευθέριου Βαρναβίδη, από τη Λευκωσία,
Αιτητή,
- και -
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω
Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας,
Καθ΄ης η αίτηση.
ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 910/00
Μεταξύ:
Μιχάλη Καλαθά, από τη Λευκωσία,
Αιτητή,
- και -
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω
Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας,
Καθ΄ης η αίτηση.
- - - - - -
29 Νοεμβρίου, 2002
.Για τους αιτητές στην 892/00: κ. Α.Σ. Αγγελίδης.
Για τους αιτητές στις προσφυγές 908/00 και 909/00: κ. Αρ. Γεωργίου.
Για τον αιτητή Μ. Καλαθά στην 910/00: Καμιά εμφάνιση.
Για την καθ΄ης η αίτηση: κα Ε. Αντωνίου.
Για τα ενδ. μέρη 1, 2, 3, 6, 7, 8 και 9: κα Καλλιγέρου.
Για το ενδ. μέρος 4: κ. Σ. Κυριακίδης.
Για το ενδ. μέρος 5: κ. Α. Κωνσταντίνου.
- - - - - -
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Οι υπό κρίση συνεκδικαζόμενες προσφυγές, στρέφονται εναντίον της απόφασης της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας, («η Επιτροπή») ημερ. 29.2.2002 με την οποία η Επιτροπή, διόρισε τα εννέα ενδιαφερόμενα πρόσωπα στη μόνιμη θέση Κτηματολογικού Λειτουργού Β΄, Τμήμα Κτηματολογίου και Χωρομετρίας, (θέση πρώτου διορισμού και προαγωγής).
Οι υπό πλήρωση θέσεις ήταν εννέα και υποβλήθηκαν 295 αιτήσεις. Στις γρατπές εξετάσεις παρακάθησαν 167 ενδιαφερόμενοι. Οσοι απέτυχαν να εξασφαλίσουν βαθμολογία πέραν του 50% στις γρατπές εξετάσεις και όσοι δεν κατείχαν τα απαιτούμενα από το σχέδιο υπηρεσίας της θέσης προσόντα αποκλείσθηκαν από την περαιτέρω διαδικασία πλήρωσης των θέσεων. Ακολούθησε προφορική εξέταση στην οποία προσήλθαν ενώπιον της Συμβουλευτικής Επιτροπής όσοι από τους ενδιαφερόμενους πέτυχαν στη γραπτή εξέταση και κατείχαν τα απαιτούμενα προσόντα. Στην προφορική εξέταση, προσήλθαν επίσης ακόμα τρεις ενδιαφερόμενοι αιτητές οι οποίοι είτε απέτυχαν είτε δεν προσήλθαν στη γραπτή εξέταση πλην όμως, πληρούσαν τις πρόνοιες των περί Επαγγελματικής Αποκατάστασης των Παθόντων και των Τέκνων των Εγκλωβισμένων Νόμων του 1997 και 1998 (Ν. 55(1)/97) και τροποποιητικός νόμος 100(1)/98 («ο νόμος») που προβλέπουν ότι ποσοστό 10% των κενών θέσεων στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, πληρούνται από προσοντούχους υποψήφιους που ανήκουν στην καθοριζόμενη τάξη. Η τάξη αυτή περιλαμβάνει παθόντες και τέκνα εγκλωβισμένων. Μέχρι του καθοριζόμενου ποσοστού διορίζονται ή προάγονται, ανάλογα με την περίπτωση, δικαιωματικά υποψήφιοι που προέρχονται από την τάξη αυτή ανεξάρτητα από τη συγκριτική τους αξία έναντι των άλλων υποψηφίων. Συγκριτικά στοιχεία αξίας για διορισμό ή προαγωγή προσμετρούν μόνο μεταξύ των μελών της τάξης αυτής εφόσον οι δικαιούχοι υπερβαίνουν το ποσοστό του 10% επί του συνολικού αριθμού των θέσεων - άρθρο 3 του νόμου.
Η Συμβουλευτική Επιτροπή αφού εξέτασε τους υποψήφιους που προσήλθαν στην προφορική εξέταση και κατέγραψε την απόδοσή τους, επέλεξε 36 τους οποίους σύστησε για προαγωγή.
Η Επιτροπή, κάλεσε χωριστά τους υποψήφιους για την πλήρωση της θέσης σε προφορική εξέταση. Οι συνεντεύξεις έγιναν στην παρουσία του Διευθυντή του Κτηματολογίου ο οποίος μετά το πέρας των συνεντεύξεων, αξιολόγησε την απόδοση των υποψηφίων με τους χαρακτηρισμούς «Καλός», «Σχεδόν Πολύ Καλός», «Πολύ Καλός», «Πάρα Πολύ Καλός», «Σχεδόν Εξαίρετος» και «Εξαίρετος». Για τη μια θέση μεταξύ των τριών υποψηφίων που πληρούσαν τις πρόνοιες του νόμου σύστησε το ενδιαφερόμενο πρόσωπο Τσολάκη Ελισάβετ, ενώ για τις υπόλοιπες θέσεις, σύστησε τα άλλα οκτώ ενδιαφερόμενα πρόσωπα. Μετά την αποχώρηση του Διευθυντή, η Επιτροπή, προέβη στην αξιολόγηση της απόδοσης των υποψηφίων έχοντας προς τούτο υπόψη και τις σχετικές επί του θέματος κρίσεις του Διευθυντή. Στη συνέχεια, η Επιτροπή ασχολήθηκε με τη γενική αξιολόγηση και σύγκριση των υποψηφίων. Προς τούτο,
«...... έλαβε δεόντως υπόψη την έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής, τα προσόντα των υποψηφίων σε σχέση με τα καθήκοντα της θέσης, όπως επίσης και τα υπόλοιπα στοιχεία των αιτήσεων, το περιεχόμενο των Προσωπικών Φακέλων και των Φακέλων των Ετήσιων Υπηρεσιακών Εκθέσεων των υποψηφίων που είναι δημόσιοι υπάλληλοι, καθώς και την απόδοση των υποψηφίων κατά την ενώπιόν της προφορική εξέταση και τις συστάσεις του Διευθυντή.»
Το ενδιαφερόμενο πρόσωπο Τσολάκη Ελισάβετ επικράτησε των άλλων δύο υποψηφίων που πληρούσαν τα κριτήρια των νόμων 55(1)/97 και 100(1)/98. Η σχετική αιτιολογία παρατίθεται:
«Αυτή, έναντι των άλλων δύο υποψηφίων που ευνοούνται από τους εν λόγω Νόμους, δηλαδή τους Τσεριώτη Ιωάννη και Χ»Οικονόμου Ευανθία (η οποία σημειωτέον διαθέτει το πλεονέκτημα), υπερέχει γενικά αφού αξιολογήθηκε σε ψηλότερο επίπεδο για την απόδοσή της στην ενώπιον της Επιτροπής προφορική εξέταση, δεν υστερεί αυτών σε προσόντα (έναντι μάλιστα της Χατζοικονόμου υπερτερεί) και έχει επιπλέον, την υπέρ της σύσταση του διευθυντή.»)
Για τις άλλες οκτώ θέσεις, η Επιτροπή επέλεξε τους Γεωργιάδου Ιωάννα, Γεωργίου Γεώργιο, Γεωργίου Ξενάκη, Ελισσαίου Κυπριανό, Κωνσταντινίδου Χριστιάνα, Μαγείρου Μαρία, Μαλαή Λουϊζα και Συμεών Συμεών. Η αιτιολογία παρατίθεται:
«- έχουν αξιολογηθεί σε ψηλότερο επίπεδο από τους μη επιλεγέντες για την απόδοση τους στην ενώπιόν της Επιτροπής προφορική εξέταση και, επιπλέον,
Η Επιτροπή έλαβε επίσης υπόψη ότι από τους πιο πάνω οι Γεωργιάδου Ιωάννα, Γεωργίου Γεώργιος, Γεωργίου Ξενάκης, Ελισσαίου Κυπριανός, Μάγειρου Μαρία και Συμεού Συμεών διαθέτουν επιπρόσθετα ακαδημαϊκά ή/και επαγγελματικά προσόντα, τα οποία παρ΄ όλο που δεν απαιτούνται από το Σχέδιο Υπηρεσίας λαμβάνονται υπόψη και συνεκτιμούνται. Περαιτέρω, η Επιτροπή σημείωσε ότι οι Γεωργιάδου, Μαγείρου και Συμεού διαθέτουν, επίσης, και το πλεονέκτημα.
Η Επιτροπή δεν παρέλειψε να σημειώσει ότι το πλεονέκτημα διαθέτουν και οι υποψήφιοι Γαλιούνας Κωνσταντίνος, Ζακχαίος Χρυσόστομος, Παπαγεωργίου Βασίλης, Περικλέους Τάσος, Ρούσου Γιάννης, Στυλιανού Χαράλαμπος και Χ»Οικονόμου Ευανθία, οι οποίοι δεν επιλέγηκαν, όμως έκρινε ότι αυτοί υστερούν γενικά έναντι των επιλεγέντων, αφού, μεταξύ άλλων, απέδωσαν σε χαμηλότερο επίπεδο στην ενώπιόν της προφορική εξέταση και δεν έχουν τη σύσταση του Διευθυντή.»
Στην Δημοκρατία ν. Ελένης Κωνσταντίνου, ΑΕ 2385, ημερ. 26.9.2002, η Ολομέλεια κήρυξε ως αντισυνταγματικό το άρθρο 3 του νόμου περί επαγγελματικής αποκατάστασης των παθόντων και των τέκνων των εγκλωβισμένων. Κρίθηκε ότι τα δικαιώματα των υποψηφίων είναι τα ίδια και ότι δεν διαφοροποιούνται με τις προσωπικές τους ιδιαιτερότητες. Σχετικές είναι οι πιο κάτω περικοπές από την απόφαση της Ολομέλειας:
«Σε σχέση με τα καθήκοντα των δημοσίων υπαλλήλων και την εκπλήρωσή τους δε χωρεί καμιά διάκριση μεταξύ των δημοσίων υπαλλήλων. Το ίδιο ισχύει και για όσους επιδιώκουν την ένταξή τους στη Δημόσια Υπηρεσία. Κοινό παρανομαστή των επιδιώξεων τους αποτελεί η δυνατότητα και η ικανότητά τους να εκπληρώσουν τα καθήκοντα αυτά. ...........................
........................................... ..................................... .................................................. .................................................. .................................................. .............. Ο διορισμός, όπως και η προαγωγή των πλέον άξιων και ικανότερων υποψηφίων είναι κεφαλαιώδους σημασίας για το κοινό καλό. Η άρτια στελέχωση της Δημόσιας Υπηρεσίας προάγει άμεσα το συμφέρον του δημοσίου. Αναξιοκρατικά κριτήρια για τη στελέχωση της Δημόσιας Υπηρεσίας όχι μόνο δεν προάγουν αλλά πλήττουν το δημόσιο συμφέρον.
Υπάρχει όμως και μια άλλη οπτική γωνία από την οποία οράται το ζήτημα, εξίσου καθοριστική για τη λύση του θέματος. Αυτή προσδιορίζεται από το δικαίωμα των άλλων υποψηφίων για προαγωγή για ίση μεταχείριση από τη Διοίκηση. Το δικαίωμα του ατόμου προς ίση μεταχείριση εξυπακούει διαγωνισμό για την κατάκτηση θέσης στο δημόσιο επί ίσοις όροις. Το δικαίωμα που παρέχει ο Νόμος σε παθόντες και εγκλωβισμένους δεν αποβλέπει στην παροχή βοήθειας, εκπαιδευτικής ή άλλης, προς γεφύρωση της ανισοσκέλειας που επήλθε από τα δεινά που τους έπληξαν έναντι τρίτων ώστε να είναι σε θέση να διαγωνιστούν ισότιμα με αυτούς. Το δικαίωμα που τους παρέχεται θεμελιώνεται στον εκτοπισμό του δικαιώματος για ίση μεταχείριση παντός ετέρου που διεκδικεί θέση στο δημόσιο, διάκριση που δεν μπορεί να συμβιβασθεί με το αναφαίρετο των θεμελιωδών δικαιωμάτων του ανθρώπου. Το δικαίωμα που παρέχεται από το Νόμο συνεπάγεται την στέρηση του δικαιώματος παντός τρίτου για ίση μεταχείριση από τη διοίκηση.»
Είναι αυτόδηλο ότι η εν προκειμένω εφαρμογή του άρθρου 3 στη βάση του οποίου η Επιτροπή διόρισε το ενδιαφερόμενο πρόσωπο Τσολάκη Ελισάβετ στη μια από τις εννέα κενές θέσεις, πλήττει, σχεδόν εκ βάθρων, το κύρος της διαδικασίας πλήρωσης των θέσεων. Ωστόσο, για τους αιτητές στις συνεκδικαζόμενες προσφυγές 908/00, 909/00 και 910/00 τίθεται θέμα προς εξέταση κατά πόσο έχουν έννομο συμφέρον προσβολής της επίδικης απόφασης εφόσον αυτοί, είχαν αποκλεισθεί από το αρχικό στάδιο της διαδικασίας επιλογής επειδή απέτυχαν να συγκεντρώσουν το ποσοστό επιτυχίας που είχε προκαθοριστεί για τις γραπτές εξετάσεις. Οι εν λόγω αιτητές παραδεκτώς προβάλλουν λόγους ακύρωσης που αφορούν τη διαδικασία που προηγήθηκε του αποκλεισμού τους. Οι παραδεκτώς προβαλλόμενοι λόγοι ακύρωσης αναφέρονται βασικά στα πρώτα στάδια της διαδικασίας με έμφαση στην κατ΄ ισχυρισμό πλημμέλεια των γραπτών εξετάσεων. Οι εν λόγω αιτητές παραπονούνται κατά τρόπο γενικό και αόριστο ότι παραβιάστηκε η μυστικότητα των εξετάσεων, ότι ο τρόπος που έγιναν οι εξετάσεις ήταν μεροληπτικός και ότι έγινε σε βάρος τους δυσμενής διάκριση επειδή κάποια από τα θέματα των γραπτών εξετάσεων ήταν γνωστά στους εσωτερικούς υποψήφιους γιατί είχαν τεθεί και σε προηγούμενες εξετάσεις του δημοσίου. Παραπονούνται επίσης
ότι κάποιες από τις απαντήσεις σημειώθηκαν με μολύβι. Η Επιτροπή διερεύνησε εξ αρχής τόσο τον ισχυρισμό ότι τα θέματα των γραπτών εξετάσεων ήταν γνωστά σε κάποιους υποψήφιους από προηγούμενες εξετάσεις του δημοσίου στις οποίες παρακάθησαν όσο και τον ισχυρισμό για χρήση μολυβιού. Η διαπίστωση της Επιτροπής ήταν ότι οι ισχυρισμοί δεν ευσταθούσαν και ότι οι εξετάσεις ήταν αδιάβλητες. Οι υπόλοιποι ισχυρισμοί προβλήθηκαν για πρώτη φορά με τις γραπτές αγορεύσεις κατά τρόπο γενικό και αόριστο και χωρίς τη δέουσα/τεκμηρίωση. Εχει καθιερωθεί στη νομολογία η αρχή ότι τέτοιοι ισχυρισμοί που αφορούν σε μεροληπτικό τρόπο εξέτασης των υποψηφίων και ύπαρξη προκατάληψης σε βάρος των αιτητών, πρέπει να αποδεικνύονται με απτά στοιχεία που προσάγονται από τους αιτητές ή εξάγονται από το περιεχόμενο των φακέλων (Θ. Χριστοφή και Σία Λτδ ν. Δημοκρατίας, ΑΕ 1812, ημερ. 11.6.98). Στην προκείμενη περίπτωση, οι αιτητές απέτυχαν να αποσείσουν το βάρος απόδειξης των πιο πάνω ισχυρισμών.Ο ισχυρισμός ότι κακώς δεν κλήθηκαν στην προφορική εξέταση ενώ κλήθηκαν τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα 3, 6, 7, 8 και 9 που είχαν συγκεντρώσει χαμηλότερη βαθμολογία είναι ανακριβής. Η βαθμολογία των εν λόγω ενδιαφερόμενων προσώπων εκτός της Τσολάκη Ελισάβετ που κλήθηκε στην προφορική εξέταση με βάση τα ειδικά κριτήρια ήταν υψηλότερη από βαθμολογία των εν λόγω αιτητών. Η συνολική βαθμολογία και των τριών αιτητών ήταν χαμηλότερη από τη βάση του 50% και ορθά αποκλείστηκαν από την περαιτέρω διαδικασία, όπως είχε προαποφασίσει η Συμβουλευτική Επιτροπή για όλους τους υποψήφιους οι οποίοι θα αποτύγχαναν στις γραπτές εξετάσεις.
Επιπρόσθετα, οι αιτητές επικαλούνται δέκα επί μέρους λόγους ακύρωσης που άπτονται του είδους, του τρόπου διεξαγωγής των γραπτών εξετάσεων καθώς και του τρόπου βαθμολόγησης. Από τους φακέλους δεν προέκυψε ο,τιδήποτε μεμπτό που να θίγει το νομότυπο της διαδικασίας των εξετάσεων. Εξάλλου, το ακυρωτικό Δικαστήριο δεν υπεισέρχεται στον τρόπο αποτίμησης των προσόντων από τη Διοίκηση και σε τεχνικής φύσεως ζητήματα που αφορούν στο περιεχόμενο των εξετάσεων, εκτός αν συντρέχει πλάνη περί τα πράγματα ή υπήρξε παραβίαση των άκρων ορίων της διακριτικής ευχέρειας της διοίκησης. Δεν συντρέχει τέτοιος λόγος ώστε να ασκηθεί δικαστικός έλεγχος. Σχετικές είναι οι υποθέσεις Κ. Καντούνα κα ν. Δημοκρατίας, Συνεκδ. υπόθ. αρ. 682/96 κ.α., 18.9.98, Χ. Τσαγγαρίδη ν. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 796/93, 11.5.95, Κυριακίδη κα ν. Δημοκρατίας, Συνεκδ. υπόθ. αρ. 618/87 κ.α., 21.12.90.
Για όλους τους πιο πάνω λόγους, η προσφυγή αρ. 892/00 επιτυγχάνει με έξοδα και η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται. Οι προσφυγές 908/00, 909/00, 910/00 απορρίπτονται με έξοδα.
FONT>Α. Κραμβής, Δ.
ΣΦ.