ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Υπόθεση Αρ. 948/2000
ΕΝΩΠΙΟΝ: Γ.Κ. ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ.
Αναφορικά με το Άρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ
:ΒΑΣΟΣ ΧΑΡΤΟΥΠΑΛΛΟΣ & ΥΙΟΙ ΛΤΔ, από τις Βρυσούλλες,
FONT>Αιτητών
- και -
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω
Περιβάλλοντος,
2. Προϊσταμένου Υπηρεσίας Μεταλλείων,
Καθ΄ ων η αίτηση
---------------------------
17 Σεπτεμβρίου 2002
Για τους αιτητές: Ι. Νικολάου.
Για τους καθ΄ ων η αίτηση: Ε. Καρακάννα, Δικηγόρος της Δημοκρατίας.
---------------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Προσβάλλεται η απόφαση ημερ. 27 Απριλίου 2000, με την οποία απορρίφθηκε η Αίτηση Αρ. 3823 για έκδοση ερευνητικής άδειας τάξης `B΄ σε σχέση με περιοχή του χωριού Αχερίτου, της επαρχίας Αμμοχώστου.
Η αίτηση, ημερ. 31 Μαρτίου 1999, αφορούσε την αναζήτηση λατομικών υλικών για την παραγωγή σπαστών ψαμμιτικών προϊόντων. Με επιστολή, ημερ. 18 Ιουνίου 1999, ο Προϊστάμενος της Υπηρεσίας Μεταλλείων πληροφόρησε τους αιτητές πως θα μπορούσε να προχωρήσει σε εξέταση του αιτήματος σε σχέση με μόνο το μέρος που προσδιόρισε σε συνημμένο χωρομετρικό σχέδιο, εφόσον προσκομίζονταν γραπτώς οι συγκαταθέσεις άλλων αιτητών με προτεραιότητα. Εξειδίκευσε δε ορισμένα πρόσθετα στοιχεία τα οποία ζήτησε ως απαραίτητα για την περαιτέρω εξέταση. Οι αιτητές τα υπέβαλαν στις 15 Οκτωβρίου 1999. Εξήγησαν μεταξύ άλλων πως τα υλικά που αναζητούσαν τα προόριζαν για χρήση στην οικοδομική βιομηχανία ως δομικά υλικά.
Ο Προϊστάμενος της Υπηρεσίας Μεταλλείων με σημείωμά του ημερ. 4 Ιανουαρίου 2000 εισηγήθηκε απόρριψη της αίτησης επειδή η πρόθεση των αιτητών προσέκρουε στην απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου, Αρ. 40.491 ημερ. 26 Ιανουαρίου 1994. Παρέπεμψε σχετικά σε αρνητική απάντηση η οποία είχε δοθεί στις 29 Δεκεμβρίου 1999 σε άλλο αίτημα για την περιοχή Αχερίτου. Είχε δοθεί ως λόγος ότι «στις υπό εξέταση περιοχές υπάρχουν αποθέματα φυσικών άμμων και αμμοχαλίκων» και ότι βάσει της εν λόγω απόφασης του Υπουργικού Συμβουλίου «επιτρέπεται η έκδοση προνομίου λατομείου για παραγωγή φυσικού άμμου μετά από προσεκτική μελέτη, μόνο στις υφιστάμενες μονάδες παραγωγής τέτοιων υλικών και στις περιοχές όπου υφίστανται οι εγκαταστάσεις τους». Ας σημειωθεί ότι στο φάκελο υπήρχε επιστολή του Διευθυντή του Τμήματος Γεωλογικής Επισκόπησης προς τον Προϊστάμενο του Τμήματος Μεταλλείων, ημερ. 28 Σεπτεμβρίου 1994, σύμφωνα με την οποία σε σχέση με αιτήσεις που είχαν υποβληθεί για εξόρυξη άμμου σε περιοχές της Αχερίτου οι οποίες, καθώς φαίνεται από σχετικό χάρτη, αποτελούσαν το μεγαλύτερο μέρος της περιοχής που αφορούσε και η υπό εξέταση Αίτηση, διαπιστώθηκαν τα εξής:
«Κατά την επιτόπια επίσκεψη, σε κανένα σημείο και των τεσσάρων περιοχών που εξετάστηκαν δεν εντοπίστηκαν γεωλογικοί σχηματισμοί ή το συγκεκριμμένο πέτρωμα (ασβεστολιθικός ψαμμίτης) από το οποίο να μπορεί να παραχθεί σπαστή άμμος. Αντίθετα έχουν εντοπιστεί εναλλασσόμενες στρώσεις λεπτόκοκκου και πιο χοντρόκοκκου άμμου που καλύπτονται από ακατάλληλα υλικά (χαβάρες καυκάλλες κλπ), πάχους μέχρι 4΄ μέτρων, όπως έχει περιγραφεί και πιο πάνω.»
Με αυτά τα στοιχεία, ο Υπουργός στις 27 Απριλίου 2000 απέρριψε και αυτή την Αίτηση «δεδομένου ότι η αιτήτρια, με βάση το ερευνητικό πρόγραμμά της, σκοπεύει στην ουσία να παράξει και διαθέσει στην οικοδομική βιομηχανία φυσικούς άμμους» ενώ «η δραστηριότητα αυτή περιορίζεται από την Απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου με αρ. 40.491 και ημερομηνία 26 Ιανουαρίου 1994».
Οι αιτητές προβάλλουν (α) ότι δεν διεξήχθη έρευνα για διακρίβωση των δεδομένων της περιοχής την οποία αφορούσε η αίτηση
. (β) ότι η αρμόδια αρχή ενήργησε υπό πλάνη αναφορικά με το αίτημα αφού θεωρήθηκε πως σκοπός των αιτητών ήταν η παραγωγή και διάθεση στην οικοδομική βιομηχανία φυσικού άμμου ενώ αφορούσε τη χορήγηση ερευνητικής άδειας για λατόμευση και παραγωγή θραυστών αδρανών υλικών. (γ) ότι η απόφαση δεν ήταν επαρκώς ή δεόντως αιτιολογημένη. και (δ) ότι παραβιάστηκε η αρχή της καλής πίστης διότι από τη στιγμή που τους ζητήθηκαν και έδωσαν τα πρόσθετα στοιχεία για την περαιτέρω εξέταση του αιτήματος, υποβλήθηκαν σε περιττά έξοδα και δαπάνες και τους δημιουργήθηκαν συνάμα η πεποίθηση πως το αίτημα θα γινόταν δεκτό, γι΄ αυτό η αρμόδια αρχή δεν θα έπρεπε να επικαλεστεί την προαναφερθείσα απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου.Μου φαίνεται πως η προηγουμένως διεξαχθείσα έρευνα σε σχέση με άλλες αιτήσεις, κάλυπτε ουσιαστικά και την παρούσα περίπτωση αφού αφορούσε το μεγαλύτερο μέρος της ίδιας περιοχής και παρείχε βάσιμες ενδείξεις για το σύνολο. Ενόψει δε των διαπιστώσεων ότι υπήρχε μεν φυσική άμμος αλλά όχι σχηματισμοί ή πετρώματα από τα οποία να μπορούσε να παραχθεί σπαστή άμμος, το αίτημα αφορούσε πια στη φυσική άμμο σε σχέση όμως με την οποία η Απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου δεν παρείχε δυνατότητα έγκρισης. Η δοθείσα αιτιολογία δεν ήταν διατυπωμένη με τον πιο καλό τρόπο αλλά ήταν αρκετή για να εξηγήσει στην ουσία την απορριπτική κατάληξη. Τέλος, δεν συμμερίζομαι την άποψη ότι επειδή για σκοπούς εξέτασης της αίτησης ζητήθηκαν πρόσθετα στοιχεία η διοίκηση αυτοπεριοριζόταν αναφορικά με το πώς εν τέλει θα αξιολογούσε την περίπτωση και θα αποφάσιζε.
Η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται με έξοδα. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται βάσει του Άρθρου 146.4(α) του Συντάγματος.
Γ.Κ. Νικολάου,
Δ.
/ΕΘ