ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

Υπόθεση Αρ. 159/2001

ΕΝΩΠΙΟΝ: Γ.Κ. ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ.

Αναφορικά με το Άρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ:

Ξενοφών Ξενοφώντος, από τη Δένεια,

Αιτητή

- και -

Κυπριακού Οργανισμού Τουρισμού,

Καθ΄ ου η αίτηση

---------------------------

17 Σεπτεμβρίου 2002

Για τον αιτητή: Α.Σ. Αγγελίδης.

Για τον καθ΄ ου η αίτηση: Μ. Τριανταφυλλίδης.

Για το ενδιαφερόμενο πρόσωπο: Καμιά εμφάνιση.

---------------------------

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Η θέση Βοηθού Τουριστικού Λειτουργού 2ης Τάξης (θέση πρώτου διορισμού), στην οποία αφορά η παρούσα υπόθεση, προκηρύχθηκε στις 11 Σεπτεμβρίου 1994. Εκ των τριάντα εννέα υποψηφίων που αποτάθηκαν εμπροθέσμως, οι τριάντα θεωρήθηκαν εκ πρώτης όψεως προσοντούχοι και κλήθηκαν σε γραπτές εξετάσεις στα Ελληνικά, στα Αγγλικά, σε μια δεύτερη ξένη γλώσσα ατομικής επιλογής, και σε γενικές γνώσεις συναφείς με τις ανάγκες της θέσης. Παρακάθησαν δεκαεννέα, εκ των οποίων πέτυχαν μόνο τρεις οι οποίοι κλήθηκαν σε συνεντεύξεις. Σ΄ αυτούς συγκαταλέγονταν ο αιτητής και το ενδιαφερόμενο πρόσωπο, Μαρία Σκαπούλλη. Εν τέλει η διαδικασία προχώρησε μόνο για τον αιτητή και το ενδιαφερόμενο πρόσωπο, αφού η τρίτη υποψήφιος διορίστηκε στο μεταξύ σε άλλη παρόμοια θέση.

Η πλήρωση της θέσης εξετάστηκε όχι απευθείας από το Διοικητικό Συμβούλιο αλλά από την Επιτροπή Προσωπικού, κατ΄ εξουσιοδότηση νομοθετικά προβλεπόμενη. Σε συνεδρία ημερ. 2 Μαίου 1995 επιλέγηκε για διορισμό το ενδιαφερόμενο πρόσωπο. Η απόφαση προσεβλήθη από τον αιτητή με την προσφυγή αρ. 848/95 και στις 15 Οκτωβρίου 1997 το Ανώτατο Δικαστήριο την ακύρωσε επειδή, σε σχέση με το απαιτούμενο προσόν της πολύ καλής γνώσης των δύο ξένων γλωσσών, δεν διερευνήθηκε ο προφορικός λόγος. Παραθέτω το σκεπτικό ακύρωσης:

«Έχει επανειλημμένα λεχθεί πως το προσόν γνώσης ξένης γλώσσας αντιστοιχεί σε γνώση του γραπτού και προφορικού λόγου και μάλιστα στο βαθμό που προσδιορίζεται στο σχέδιο υπηρεσίας (βλ. μεταξύ άλλων Χρυστάλλα Χατζηγιάννη Ιωσήφ και άλλοι ν. Δημοκρατίας, Υπ. Αρ. 614/90 και άλλες, ημερ. 16.5.1991). Στην παρούσα υπόθεση βρίσκω ότι δεν έγινε επαρκής έρευνα ως προς την πολύ καλή γνώση τόσο της αγγλικής όσο και της επιπρόσθετης ξένης γλώσσας που απαιτούσε το σχέδιο υπηρεσίας και συνεπώς η απόφαση θα πρέπει να ακυρωθεί.»

 

Ακολούθησε επανεξέταση. Αυτή τη φορά ανέλαβε την περίπτωση, όπως είχε δικαίωμα, το ίδιο το Διοικητικό Συμβούλιο: βλ. Παπαμιλτιάδους-Μπατίστα ν. Κ.Ο.Τ., υπόθ. αρ. 412/96, ημερ. 12 Σεπτεμβρίου 1997. Σε συνεδρία ημερ. 19 Μαρτίου 1998 σημειώθηκε στα πρακτικά ότι η επανεξέταση γινόταν βάσει των όσων ίσχυαν κατά το χρόνο που είχε ληφθεί η προηγούμενη απόφαση, αλλά χωρίς την απόδοση των υποψηφίων στις συνεντεύξεις ενώπιον της Επιτροπής Προσωπικού και χωρίς τη διεξαγωγή νέων συνεντεύξεων, ενώ τίποτε δεν σημειώθηκε αναφορικά με το ζήτημα για το οποίο είχε ακυρωθεί η προηγούμενη απόφαση. Απασχόλησε όμως κατά τη συζήτηση και ο πρόεδρος, εκφράζοντας την προσωπική του άποψη με την οποία συμφώνησαν και άλλα μέλη, ανέφερε τα εξής από τα οποία προκύπτει ότι δεν έγινε αντιληπτή η διαφορά μεταξύ έρευνας για τα προσόντα και αξιολόγησης για επιλογή του καταλληλότερου εκ των προσοντούχων υποψηφίων:

«Εκεί που [το Ανώτατο Δικαστήριο] διαφώνησε και ακύρωσε το διορισμό όπως εμφανίζεται στην προσφυγή είναι ότι δεν υπάρχει καμία ένδειξη στον φάκελλο που να δείχνει ότι έγινε εξέταση των υποψηφίων ως προς την ικανότητά τους στον προφορικό λόγο και έκφραση στα Ελληνικά, Αγγλικά και της επιπρόσθετης γλώσσας που αποτελούσαν απαραίτητα στοιχεία σύμφωνα με το σχετικό Σχέδιο Υπηρεσίας.

Δυστυχώς για τους λόγους που έχουν ήδη αναφερθεί δεν έχομε τη δυνατότητα να έχομε νέα προφορική εξέταση των υποψηφίων στο παρόν στάδιο, αλλά υποχρεούμεθα να εξάξουμε την κρίση μας για το θέμα αυτό από τα υφιστάμενα στο φάκελλο της υπόθεσης στοιχεία.»

 

Με κατά πλειοψηφία απόφαση, ημερ. 19 Μαρτίου 1998, επιλέγηκε ξανά το ενδιαφερόμενο πρόσωπο.

Ο αιτητής προσέβαλε την απόφαση με την προσφυγή αρ. 347/98 και στις 14 Σεπτεμβρίου 2000 το Ανώτατο Δικαστήριο την ακύρωσε λόγω κακής σύνθεσης του Διοικητικού Συμβουλίου. Η Γενική Διευθύντρια με σημείωμά της, ημερ. 3 Οκτωβρίου 2000, ενημέρωσε το Διοικητικό Συμβούλιο για τη δεύτερη ακύρωση και αναφέρθηκε συνοπτικά στο ιστορικό. Το Διοικητικό Συμβούλιο σε συνεδρία ημερ. 4 Δεκεμβρίου 2000 προέβη σε επανεξέταση. Χωρίς και πάλι να διερευνήσει το κατά πόσο οι υποψήφιοι κατείχαν το απαιτούμενο προσόν ξένων γλωσσών με αναφορά, συγκεκριμένα, στον προφορικό λόγο, που ήταν το ζήτημα για το οποίο είχε ακυρωθεί η πρώτη απόφαση. Το μόνο που σημειώθηκε στα πρακτικά είναι το εξής γενικό, για όλα τα προσόντα, που ήταν εν προκειμένω εντελώς ανεπαρκές και απαράδεκτο:

«Από τη μελέτη των σχετικών πιστοποιητικών σπουδών και των προσόντων των υποψηφίων συνάγεται το συμπέρασμα ότι και οι δύο υποψήφιοι πληρούν τις σχετικές πρόνοιες του Σχεδίου Υπηρεσίας της θέσης.»

 

Επιλέγηκε για τρίτη φορά το ενδιαφερόμενο πρόσωπο. Και για τον ίδιο, όπως και την πρώτη φορά λόγο, τον οποίο και πάλι επικαλείται ο αιτητής, η απόφαση ημερ. 4 Δεκεμβρίου 2000 θα πρέπει να ακυρωθεί.

Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα. Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται βάσει του Άρθρου 146.4(β) του Συντάγματος.

 

 

 

 

 

Γ.Κ. Νικολάου,

Δ.

 

 

/ΕΘ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο