ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Συνεκδικαζόμενες Προσφυγές 112/00, 115/00 και 116/00
ΕΝΩΠΙΟΝ: Γ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗ, Δ.
Αναφορικά με το ΄Αρθρο 146 του Συντάγματος
Προσφυγή 112/00
Ηλία Χαραλάμπους από τη Γερμασόγεια
Αιτητή
και
Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω
Καθ΄ ων η αίτηση
-------------
Υπόθεση Αρ. 115/2000
Ανδρέα Σπανού από τη Λευκωσία
Αιτητή
και
Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω
Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας
Κα θ΄ ων η αίτηση
--------------
Υπόθεση Αρ. 116/2000
Σόνιας Κυριακίδου από τη Λευκωσία
Αι τήτριας
και
Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω
Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας
Κα θ΄ ων η αίτηση
------------------------
4 Σεπτεμβρίου 2002
Για τον αιτητή στην 112/00: Α.Σ. Αγγελίδης.
Για τους αιτητές στις 115/00 και 116/00: Ξ. Ευγενίου για Λ. Βασιλείου.
Για τους καθ΄ ων η αίτηση: Στ. Χριστοδουλίδου για Ε. Λοϊζίδου.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Με απόφαση της Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας (ΕΕΥ) ημερομηνίας 21.9.99, προάχθηκαν στη θέση επιθεωρητή Γενικών Μαθημάτων Δημοτικής Εκπαίδευσης οι Ιάκωβος Παρπέρης, Θεόδωρος Χατζηθεορή, Αλέξανδρος Χριστοφόρου, Αντώνης Κωνσταντινίδης, Αντώνιος Πατάτας και Κώστας Πατέρα.
Με τις τρεις συνεκδικαζόμενες προσφυγές προσβάλλονται οι προαγωγές των πέντε από αυτούς. Δεν προσβάλλεται η προαγωγή του Θ. ΧατζηΘεορή. Σημειώνω επίσης πως η προαγωγή του Αλ. Χριστοφόρου προσβάλλεται μόνο με την προσφυγή του Ηλ. Χαραλάμπους αρ. 112/00. Η φύση των ζητημάτων που εγείρονται επιβάλλει την εξ αρχής εξέταση, χωριστά, της 112/00 από τη μια και των άλλων δυο από την άλλη.
Η προσφυγή του Ηλ. Χαραλάμπους αρ. 112/00
Ο Ηλ. Χαραλάμπους αποκλείστηκε από τη Συμβουλευτική Επιτροπή ως μη κατέχων το βασικό προσόν του σχεδίου υπηρεσίας για "εκπαιδευτική υπηρεσία τριών ετών είτε στην παρούσα είτε στην προηγούμενη θέση Διευθυντή Σχολείων Δημοτικής Εκπαίδευσης".
Είχε προαχθεί στη θέση Διευθυντή μόλις το 1999, δεν συμπλήρωνε τρία χρόνια και θέτει υπό αμφισβήτηση αυτό το μέρος του σχεδίου υπηρεσίας.
Κατά την εισήγησή του είναι ultra vires αφού η θέση ήταν πρώτου διορισμού και προαγωγής. Η άποψή του στηρίχτηκε κατά πρώτον στο σκεπτικό της απόφασης στη Χρίστου Κινέζου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Προσφυγή 479/96, ημερομηνίας 11.9.98 και συναφώς στην υπόθεση Χατζηχάννας ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Προσφυγή 1093/00 ημερομηνίας 29.6.01. Στην Κινέζος (ανωτέρω), ενώ οι θέσεις ήταν πρώτου διορισμού και προαγωγής, το σχέδιο υπηρεσίας απαιτούσε ως βασικό προσόν την κατοχή μόνιμης θέσης στην εκπαιδευτική ή τη δημόσια υπηρεσία, αναλόγως. Και ενόψει των νομοθετικών προνοιών που παρέχουν τη δυνατότητα διεκδίκησης τέτοιων θέσεων και από πρόσωπα που βρίσκονται εκτός υπηρεσίας, ο φραγμός που τέθηκε κρίθηκε ως ult
ra vires αφού, κατά δυσμενή διάκριση, αναιρούσε την ίση δυνατότητα διεκδίκησης της θέσης από οποιονδήποτε κατέχει τα υπόλοιπα προσόντα. Στην Χατζηχάννας (ανωτέρω), υιοθετήθηκε η Κινέζος και κρίθηκε ανεπίτρεπτη η πρόνοια του σχεδίου υπηρεσίας με την οποία θέση πρώτου διορισμού και προαγωγής ρητά μετετράπη σε προαγωγής, σε σχέση με την πρώτη πλήρωσή της.Δεν έχει συζητηθεί η δυνατότητα καθορισμού θέσεων ως πρώτου διορισμού και προαγωγής με την έννοια που προσδίδει στους όρους ο νόμος και, περαιτέρω, δεν αμφισβητούν οι καθ΄ ων η αίτηση την ορθότητα των πιο πάνω αποφάσεων. Κατά την εισήγησή τους, προς την οποία και συναρτάται το μόνο θέμα που εγείρεται, η παρούσα διακρίνεται σαφώς από τις προηγούμενες. Αντίθετα προς εκείνες, εδώ δεν απαιτείται να βρίσκονται στην
εκπαιδευτική υπηρεσία οι αιτητές ώστε, ενόψει και της θέσης που πράγματι κατέχουν, να απολήγει ως προαγωγή κατ΄ ανάγκην η πλήρωση της θέσης, κατά αναίρεση της θεμελιακής κατάταξής της και ως πρώτου διορισμού. Εκείνο που απαιτείται, συννόμως όπως προτείνουν, είναι η ορισμένη υπηρεσία σε ορισμένη θέση οποτεδήποτε και αν αυτή συντελέστηκε.Είναι ορθό πως υπάρχει η επισημανθείσα διαφορά με τις υποθέσεις Κινέζος και ΧατζηΧάννας, τουλάχιστον από την εμφάνιση των πραγμάτων. Ο αιτητής όμως επικαλέστηκε και τις υποθέσεις Γρηγόρη Α. Μακρίδη κ.α. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας 556/98 κ.α. ημερομηνίας 30.11.99 και Κωστάκης Ιακώβου κ.α. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας 1561/00 κ.α. ημερομηνίας 4.4.02, οι περιπτώσεις των οποίων είναι σαφώς ανάλογες προς την παρούσα. Κρίθηκε απαράδεκτη η απαίτηση του σχεδίου υπηρεσίας, για θέση πρώτου διορισμού και προαγωγής, στη Μακρίδης για "εκπαιδευτική υπηρεσία" 12 τουλάχιστον ετών σε δημόσιο σχολείο της Κύπρου". Μάλιστα, σε εκείνη την υπόθεση, συμφώνησε και η νομική υπηρεσία πως το σχεδίο υπηρεσίας ήταν ultra vires σε σχέση με το νόμο. Και στην Ιακώβου η απαίτηση για δεκαετή τουλάχιστον υπηρεσία στην επαρχιακή διοίκηση. Πάλιν με το σκεπτικό πως αυτή αναιρεί το χαρακτήρα της θέσης ως πρώτου διορισμού και προαγωγής.
Εν τούτοις, θεωρώ πως το θέμα τέμνεται από το άρθρο 24(3) του περί Δημόσιας Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας Νόμου του 1969 [Ν. 10/69 όπως τροποποιήθηκε, ειδικά από το Ν. 12(Ι)/99] το οποίο προφανώς διέλαθε της προσοχής των μερών. Προβλέπει ως ακολούθως:
"Σχέδιο Υπηρεσίας μιας θέσης, ανεξάρτητα από την κατηγορία στην οποία αυτή υπάγεται, δυνατόν να προνοεί ως προϋπόθεση διορισμού ή προαγωγής υπηρεσία σε θέση στη δημόσια εκπαιδευτική υπηρεσία".
Είναι σαφές πως το άρθρο παραπέμπει στις κατηγορίες των θέσεων όπως τις καθορίζει το άρθρο 25 που ακολουθεί (πρώτου διορισμού, πρώτου διορισμού και προαγωγής, και προαγωγής) και πως τα αναφερόμενα στο τελευταίο αυτό άρθρο αναφορικά με τη δυνατότητα διορισμού σε θέση πρώτου διορισμού και προαγωγής και προσώπων που δεν βρίσκονται στην εκπαιδευτική υπηρεσία, υπόκεινται στη δυνατότητα του άρθρου 24(3). Επομένως, το επιχείρημα του Ηλ. Χαραλάμπους, στη βάση του οποίου βρίσκεται ο νόμος, απολήγει αβάσιμο. Η προσφυγή 112/00 πρέπει να απορριφθεί.
Οι προσφυγές των Α. Σπανού (115/00) και Σ. Κυριακίδου (116/00).
Ο Α. Σπανός δεν είχε συστηθεί από τη Συμβουλευτική Επιτροπή επειδή, όπως εξηγήθηκε, υστερούσε σε προσόντα έναντι όλων των προταθέντων και σε αρχαιότητα έναντι πέντε. Η Σ. Κυριακίδου συστήθηκε από τη Συμβουλευτική Επιτροπή αλλά το όνομά της αφαιρέθηκε στο τέλος από τον κατάλογο της Συμβουλευτικής Επιτροπής και δεν περιλήφθηκε στον τελικό κατάλογο. Θα δούμε τους λόγους που οδήγησαν σ΄αυτό το χειρισμό. Τελικά άπτονται των επιχειρημάτων, τουλάχιστον κατά ένα μέρος, και των δυο αιτητών. Τα άλλα που ακολούθησαν, δηλαδή η περαιτέρω αξιολόγηση και σύγκριση των υποψηφίων που περιλήφθηκαν στον τελικό κατάλογο, δεν είναι σχετικά. Δεν αφορούσαν πλέον στους δυο αιτητές.
Οι υποψήφιοι Ν. Νεοφύτου και Γ. Λουκαΐδης δεν είχαν περιληφθεί στον κατάλογο της Συμβουλευτικής Επιτροπής επειδή, όπως κρίθηκε, υστερούσαν σε προσόντα έναντι όλων των προταθέντων και σε αρχαιότητα έναντι πέντε, μεταξύ των οποίων και της αιτήτριας Σ. Κυριακίδου. Το ίδιο και ο Π. Παντελίδης ο οποίος κρίθηκε ότι υστερούσε σε προσόντα έναντι όλων των προταθέντων και σε αρχαιότητα έναντι δυο από αυτούς.
Αυτοί οι τρεις υποψήφιοι υπέβαλαν ένσταση και η ΕΕΥ δέχτηκε εκείνη του Γ. Λουκαΐδη. Για ποιό λόγο δεν εξηγείται στα πρακτικά αλλά δεν θα χρειαστεί να διερευνήσω το θέμα από αυτή την άποψη. Εκείνο που τώρα πρέπει να σημειωθεί είναι πως αποφασίστηκε να περιληφθεί στον τελικό κατάλογο.
Οι άλλες δυο ενστάσεις απορρίφθηκαν με παραπομπή στην κρίση της Συμβουλευτικής Επιτροπής πως υστερούσαν, μετά από συνεκτίμηση των τριών κριτηρίων. Προστίθεται στην περίπτωση του Π. Παντελίδη πως "η Συμβουλευτική Επιτροπή έχει προβεί στην αναγκαία έρευνα για να διαπιστώσει ποιοι από τους υποψήφιους υπερέχουν σε αξία, προσόντα και αρχαιότητα. Εν τούτοις, αποφάσισε τη συμπερίληψη τους στον τελικό κατάλογο, "επειδή απέσυραν την υποψηφιότητά τους δυο άλλοι υποψήφιοι". Αυτό, όπως σημειώνει, "εξετάζοντας τη νομιμότητα του καταλόγου που καταρτίστηκε από τη Συμβουλευτική Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 35Β(8) της σχετικής νομοθεσίας". Παρεμβάλλω εδώ πως με το Ν. 44(Ι)/99 τροποποιήθηκε το άρθρο 35Β(8) ώστε να έχει η ΕΕΥ και εξουσία να εξετάζει "τη νομιμότητα του καταλόγου που καταρτίστηκε από τη Συμβουλευτική Επιτροπή, ανεξάρτητα από το αν έχουν ή όχι υποβληθεί ενστάσεις".
Έχουμε, λοιπόν, δυο υποψήφιους που ενώ περιλήφθηκαν στον κατάλογο της Συμβουλευτικής Επιτροπής απέσυραν την αίτησή τους για προαγωγή και τρεις υποψήφιους οι οποίοι, κατά τη ληφθείσα απόφαση της ΕΕΥ, θα περιλαμβάνονταν στον τελικό κατάλογο. Κατά το άρθρο 35Β(5) στον κατάλογο της Συμβουλευτικής Επιτροπής θα πρέπει να περιλαμβάνεται αριθμός υποψηφίων τριπλάσιος των κενών θέσεων, και προφανώς για να συμπληρώσει αυτό τον κατάλογο, η ΕΕΥ προέβη σε συγκρίσεις. Αυτές όμως δεν αφορούσαν καν σε όλους τους προσοντούχους υποψήφιους που δεν συστήθηκαν μεταξύ των οποίων και ο Α. Σπανός. Περιορίστηκαν στη συγκριτική αξία, κατά τη γνώμη της ΕΕΥ, των τριών για τους οποίους είχε ληφθεί απόφαση για περίληψή τους στον τελικό κατάλογο και της Σ. Κυριακίδου. Και επειδή η πλειοψηφία (ένα μέλος διαφώνησε) έκρινε πως και οι τρεις γενικά υπερείχαν της Σ. Κυριακίδου, αποφασίστηκε η αφαίρεσή της από τον τελικό κατάλογο.
Οι δυο αιτητές ανέπτυξαν σειρά επιχειρημάτων σε σχέση με τις συγκρίσεις που έγιναν. Διακρίνω όμως θεμελιακό ελάττωμα στον χειρισμό της ΕΕΥ, όπως το πρότειναν οι δυο αιτητές, και δεν είναι απαραίτητο να επεκταθώ σ΄αυτά.
Ο Νόμος προβλέπει δυο υποχρεωτικά στάδια αξιολόγησης των υποψηφίων. Εκείνο της Συμβουλευτικής Επιτροπής που καταλήγει στον πρώτο κατάλογο και εκείνο της ΕΕΥ που καταλήγει στον καταρτισμό του τελικού καταλόγου, από τον οποίο αντλούνται, αφού αξιολογηθούν περαιτέρω, οι καταλληλότεροι. Η ύπαρξη της έκθεσης της Συμβουλευτικής Επιτροπής που περιλαμβάνει τον κατάλογο των υποψηφίων τους οποίους συστήνει ενόψει της δικής της αποτίμησης με γνώμονα την αξία, τα προσόντα και την αρχαιότητα, είναι όρος νομιμότητας. (Βλ. την απόφαση της Ολομέλειας στη Χρύσα Τζιακούρη-Σιακαλλή ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Προσφυγή 376/97, ημερομηνίας 31.3.99
).Αυτή η κρίση της Συμβουλευτικής Επιτροπής είναι, σε σχέση με τους υποψηφίους που θεωρεί ότι έχουν τα προσόντα, συγκριτική και εξυπακούει συσχετισμό όλων μεταξύ τους. Αυτός ο συσχετισμός στην προκείμενη περίπτωση οδήγησε στον αποκλεισμό των τριών που αναφέρθηκαν, του Α. Σπανού και άλλων βεβαίως. Ποιά θα ήταν η κρίση της Συμβουλευτικής Επιτροπής χωρίς τους δυο υποψήφιους που αποσύρθηκαν, δεν μπορεί να είναι γνωστό. Θεωρώ ότι, στο πλαίσιο των προνοιών του Νόμου, με την απόσυρση της υποψηφιότητας των δυο, ας σημειωθεί πριν από τον καταρτισμό του τελικού καταλόγου, το θέμα έπρεπε να επαναπεμφθεί στη Συμβουλευτική Επιτροπή. Οι καθ΄
ων η αίτηση εισηγούνται πως αυτό δεν ήταν αναγκαίο και πως η ΕΕΥ, αφού διαπίστωσε ότι ο κατάλογος της Συμβουλευτικής Επιτροπής δεν ήταν "νόμιμος" επειδή δεν συμπεριλάμβανε πλέον 18 υποψήφιους, είχε εξουσία να τον συμπληρώσει. Δεν μπορώ να συμφωνήσω. Ο κατάλογος που καταρτίστηκε από τη Συμβουλευτική Επιτροπή ήταν νόμιμος απ΄ αυτή την άποψη γιατί περιλάμβανε τους 18 υποψήφιους που σύστηνε. Δημιουργήθηκε κενό εκ των υστέρων, και αφού είχε αναιρεθεί το υπόβαθρο των συγκρίσεων που έκαμε η Συμβουλευτική Επιτροπή, αυτό μπορούσε να πληρωθεί με νέες συγκρίσεις, σε εκείνο το στάδιο από τη Συμβουλευτική Επιτροπή, ώστε να υπάρχει η κατά νόμο απαραίτητη κρίση της για τη συγκριτική καταλληλότητα των υποψηφίων και, βεβαίως, κατάλογος με 18 υποψηφίους, προερχόμενος από την ίδια. Οπότε, όπως ευστόχως σημειώνει ο Α. Σπανός, θα είχε πλέον και το εκ του Νόμου δικαίωμα υποβολής ένστασης αν αποκλειόταν και κατά σύγκριση προς τους άλλους που θα συστήνονταν, για να ασκηθούν στη συνέχεια οι εξουσίες της ΕΕΥ, κατά το δεύτερο στάδιο της διαδικασίας. Δεν ήταν έργο της ΕΕΥ η συμπλήρωση - καταρτισμός του καταλόγου της Συμβουλευτικής Επιτροπής.Στοιχειοθετείται συνεπώς λόγος ακυρότητας που άπτεται της ρίζας του χειρισμού σε σχέση με το ποιοι θα μπορούσαν να αξιολογηθούν περαιτέρω. Δεν είχαν βεβαίως επιλεγεί τελικά οι τρεις που προστέθηκαν στον τελικό κατάλογο αλλά, όπως καταγράφεται, είχε διαδραματίσει στη συνέχεια σημαντικό ρόλο η απόδοση στις προφορικές συνεντεύξεις και δεν είναι δυνατό να γνωρίζουμε ποιά θα ήταν η εξέλιξη στην περίπτωση κατά την οποία οι αιτητές συστήνονταν και, αναλόγως, περιλαμβάνονταν στον τελικό κατάλογο.
Η Σόνια Κυριακίδου εγείρει και πρόσθετο θέμα σε σχέση με το γεγονός ότι η αρχική προκήρυξη των θέσεων αποσύρθηκε. Εισηγείται πως η απόσυρση ήταν καταχρηστική, για να καταστούν προσοντούχοι και τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα. Θεωρώ επ' αυτού ορθή την εισήγηση των καθ΄ ων η αίτηση πως αυτό δεν μπορεί να είναι θέμα της παρούσας διαδικασίας. Η προσφυγή 112/00 απορρίπτεται, με έξοδα εναντίον του αιτητή. Οι προσφυγές 115/00 και 1
16/00 επιτυγχάνουν με έξοδα υπέρ των αιτητών. Οι προσβαλλόμενες προαγωγές των Ιάκωβου Παρπέρη, Αντώνη Κωνσταντινίδη, Αντώνιου Πατάτα και Κώστα Πατέρα στις Προσφυγές 115/00 και 116/00, ακυρώνονται.Γ. Κωνσταντινίδης, Δ.
/ΜΣι.
C:\My Documents\2002\PART4\112-00et.doc