ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 1523/2000

ΕΝΩΠΙΟΝ: Τ. ΗΛΙΑΔΗ, Δ.

Αναφορικά με το Αρθρο 146 του Συντάγματος.

ΜΕΤΑΞΥ:

Ανδρέα Ζαπίτη, από τους Αγιους Ομολογητές,

Αιτητή

και

Αρχής Τηλεπικοινωνιών Κύπρου,

Καθ'ης η αίτηση

----------------------------

12 Ιουλίου 2002

Για τον Αιτητή: κ. Θ. Ιωαννίδης.

Για την Καθ'ης η αίτηση: κ. Κ. Χ" Ιωάννου.

Για το Ενδιαφερόμενο Μέρος: Ουδεμία εμφάνιση.

---------------------------

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Με την παρούσα προσφυγή ο Ανδρέας Ζαπίτης (ο αιτητής) προσβάλλει την εγκυρότητα της απόφασης της Αρχής Τηλεπικοινωνιών Κύπρου (της Αρχής) να προαγάγει στη θέση του Υποτομεάρχη Τεχνικού Προσωπικού τον Αντώνη Κυριακίδη (το ενδιαφερόμενο μέρος).

 

(α) Τα γεγονότα

Επειδή οι λόγοι της προσφυγής περιστρέφονται γύρω από τα γεγονότα που οδήγησαν στη λήψη της επίδικης απόφασης, κρίνω σκόπιμο να αναφερθώ συνοπτικά στις πιο κάτω λεπτομέρειες.

 

 

 

Το Συμβούλιο Προσωπικού κατόπιν παράκλησης της Αρχής, έκρινε ότι 9 υποψήφιοι κατείχαν τα προσόντα που καθορίζει ο Κανονισμός 8(1)(Β)(α) δηλαδή "πλήρη πανεπιστημιακόν τίτλον εις την ηλεκτρολογίαν (με ειδικότητα εις θέματα Τηλεπικοινωνιών), ή ισοδυνάμους τίτλους αναγνωρισμένους υπό της Αρχής ως τοιούτους" και 24 υποψήφιοι πληρούσαν τα προσόντα του σχεδίου υπηρεσίας της θέσης Μηχανικού, το οποίο εφαρμόζεται για προαγωγές του προσωπικού που προσλήφθηκε στην Αρχή πριν τις 13/5/72. Ο αιτητής και το ενδιαφερόμενο μέρος κρίθηκαν προσοντούχοι με βάση τον Κανονισμό 8(1)(Β)(α). Ο αιτητής κατέχει πτυχίο B.Sc in Electronics Technology. Το ενδιαφερόμενο μέρος κατέχει πτυχίο B.Sc in Physics with Electronics και μεταπτυχιακό δίπλωμα στις Τηλεπικοινωνίες. Στη συνέχεια μελέτησε τις βαθμολογίες, τις παρατηρήσεις και τις συστάσεις των προϊσταμένων των 33 υποψηφίων όπως προκύπτουν από τα έντυπα αξιολόγησης και προέβη σε αξιολόγηση και σύγκριση των υποψηφίων αφού έλαβε υπόψη τα κριτήρια του Κανονισμού 10(7), που προνοεί ότι,

"(7) Οι κρίσεις για προαγωγή διενεργούνται με βάση την υπηρεσιακή επίδοση και απόδοση των υποψηφίων και την εν γένει ουσιαστική καταλληλότητα τους, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του προσωπικού τους φακέλου, τα φύλλα ποιότητας και τα φύλλα προαγωγής τους."

 

Αφού διαπίστωσε ότι ο υποψήφιος Παναγιώτης Βάσου υπερείχε των άλλων υποψηφίων ως ουσιαστικά καταλληλότερος για πλήρωση μιας από τις δύο κενές θέσεις, προέβηκε σε σύγκριση των υποψηφίων Α. Πολυκάρπου, Π. Ρούσο, Δ. Καράπιττα, Χρ. Ζαχαρίου, Α. Κυριακίδη (ενδιαφερόμενου μέρους), Μ. Πηλαβάκη και Α. Ζαπίτη (αιτητή) και διαπίστωσε ότι οι βαθμολογίες τους βρίσκονταν στα ίδια επίπεδα, ενώ των υπόλοιπων υποψηφίων βρίσκονταν σε κατώτερα επίπεδα. Εκρινε ότι το ενδιαφερόμενο μέρος ήταν ουσιαστικά καταλληλότερος για πλήρωση της άλλης από τις δύο κενές θέσεις, στηρίζοντας την κρίση του αυτή στη διαφορά που υπήρχε μεταξύ του ενδιαφερόμενου μέρους και των υπόλοιπων έξι υποψηφίων ως προς την πείρα στην εκτέλεση καθηκόντων Προϊστάμενου Υπηρεσίας Α΄, που έδινε αξία στην εποπτική και στη διοικητική του πείρα. Εισηγήθηκε ομόφωνα στο Συμβούλιο της Αρχής να προάξει στις δύο κενές θέσεις το ενδιαφερόμενο μέρος και τον Παναγιώτη Βάσου.

Ο Διευθυντής της Αρχής σύστησε επίσης τα ίδια πρόσωπα. Για το ενδιαφερόμενο μέρος ο Διευθυντής ανέφερε τα εξής:

"Οσον αφορά τον υποψήφιο Αντώνη Κυριακίδη, η βαθμολογία του βρίσκεται στα ίδια περίπου επίπεδα με άλλους ανθυποψηφίους του, όμως διαπιστώνω ότι υπερέχει από αυτούς σε εποπτική και διοικητική πείρα. Διεκπεραιώνει τα καθήκοντά του με υπευθυνότητα, επαγγελματισμό και ενθουσιασμό, καθοδηγώντας ορθολογιστικά τους υφισταμένους του και επιβλέποντας το έργο τους. Περαιτέρω, επιδεικνύει πρωτοβουλία όπου χρειάζεται και υποβάλλει θετικές εισηγήσεις με στόχο τη βελτίωση της ποιότητας υπηρεσίας."

 

Το Συμβούλιο της Αρχής επιλήφθηκε του θέματος πλήρωσης των θέσεων και αφού μελέτησε τα πρακτικά της συνεδρίας του Συμβουλίου Προσωπικού, την εισήγηση του Γενικού Διευθυντή και το περιεχόμενο των προσωπικών φακέλων των υποψηφίων, διαπίστωσε για τον αιτητή και το ενδιαφερόμενο μέρος τα ακόλουθα:

Για τον Αιτητή:

"Ο υποψήφιος Ανδρέας Ζαπίτης (664) κρίνεται ως πολύ καλός, τακτικός και επιμελής υπάλληλος."

 

 

Για το Ενδιαφερόμενο Μέρος:

"Ο υποψήφιος Αντώνης Α. Κυριακίδης (3350) κρίνεται ως εξαίρετος υπάλληλος, έμπιστος και εργατικός, με αξιόλογες ικανότητες και εξαίρετη εποπτική και διοικητική πείρα. Το Συμβούλιο έκρινε περαιτέρω ότι ο εν λόγω υπάλληλος διακρίνεται για την υπευθυνότητα και τον επαγγελματισμό του."

 

 

Ακολούθως το Συμβούλιο αποφάσισε την επιλογή του ενδιαφερόμενου μέρους και του Παναγιώτη Βάσου για προαγωγή στις επίδικες θέσεις με την πιο κάτω αιτιολογία:

"Το Συμβούλιο, αφού προχώρησε σε περαιτέρω αξιολόγηση και σε σύγκριση όλων των υποψηφίων μεταξύ τους με βάση τα ακαδημαϊκά και τα επαγγελματικά τους προσόντα, την απόδοση και επίδοσή τους, καθώς και την καταλληλότητά τους για τις προς πλήρωση θέσεις, λαμβάνοντας υπόψη το περιεχόμενο των πρακτικών του Συμβουλίου Προσωπικού και την Εισήγηση του Γενικού Διευθυντή, καθώς και το περιεχόμενο των προσωπικών τους φακέλων, έκρινε ότι οι υποψήφιοι Αντώνης Α. Κυριακίδης (3350) και Παναγιώτης Γ. Βάσου (6033) υπερέχουν των υπολοίπων υποψηφίων σε απόδοση, επίδοση και ικανότητες, καθώς και σε ουσιαστική καταλληλότητα για τις προς πλήρωση θέσεις, γι' αυτό και αποφάσισε την προαγωγή τους στο βαθμό του Υποτομεάρχη Τεχνικού Προσωπικού.

Κατά την κρίση του το Συμβούλιο στάθμισε και αξιολόγησε όλα τα ενώπιόν του στοιχεία, δηλαδή την απόδοση και επίδοση των υποψηφίων, τα προσόντα, την πείρα, τη γενική υπηρεσιακή εικόνα και την ουσιαστική καταλληλότητα για τις προς πλήρωση θέσεις."

 

 

(β) Οι λόγοι της προσφυγής

Ο αιτητής ισχυρίζεται ότι η επίδικη απόφαση θα πρέπει να ακυρωθεί γιατί

(i) Πάσχει από έλλειψη αιτιολογίας, και

(ii) Δόθηκε υπερβολική σημασία στην πείρα του ενδιαφερόμενου μέρους και δεν αξιολογήθηκαν τα προσόντα των υποψηφίων.

 

(i) Ελλειψη αιτιολογίας της επίδικης απόφασης

Ο κύριος λόγος πάνω στον οποίο βασίζεται η προσφυγή αυτή είναι η έλλειψη αιτιολογίας της απόφασης του Διοικητικού Συμβουλίου της Αρχής. Είναι η θέση του αιτητή ότι τόσο στην απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου, όσο και στην εισήγηση του Συμβουλίου Προσωπικού και στη σύσταση του Διευθυντή δεν υπάρχει αιτιολογία αλλά απλή απαρίθμηση των κριτηρίων που λήφθηκαν υπόψη.

Το ίδιο ακριβώς θέμα εξετάστηκε στην υπόθεση ΑΤΗΚ ν. Δαμιανού (Α.Ε. 2706 της 26/3/2001), όπου η Ολομέλεια αποφάσισε ότι στην εισήγηση του Συμβουλίου Προσωπικού και στη σύσταση του Γενικού Διευθυντή (που οι κανονισμοί δεν επέβαλλαν την αιτιολογία της) υπήρχε η σχετική αιτιολόγηση που συνηγορούσε υπέρ της επιλογής του ενδιαφερόμενου μέρους. Κρίνω σκόπιμο να παραθέσω από την πιο πάνω απόφαση το πιο κάτω απόσπασμα που σχετίζεται με την υπό εξέταση υπόθεση:

"....... τα μέλη του Συμβουλίου Προσωπικού και ο Διευθυντής έχουν προσωπική γνώση της γενικής αξίας των υποψηφίων, ως εκ της ιδιότητας τους σαν ανώτεροι λειτουργοί της Αρχής. Η φράση που χρησιμοποιήθηκε: «ουσιαστικά καταλληλότεροι», δεν είναι κατ' ανάγκην αναπαραγωγή αυτής που χρησιμοποιείται στον Κανονισμό 10(7). Δηλώνει, νομίζουμε, την επιλογή του Συμβουλίου Προσωπικού και του Διευθυντή μεταξύ υποψηφίων που ισοβαθμούν στα στοιχεία που καταγράφονται στα χαρτιά. Αν δεν ήταν δυνατή σε τέτοια, ή παρόμοια περίπτωση, το Συμβούλιο Προσωπικού ή ο Διευθυντής να εκφράσουν την προτίμηση τους, αναφορικά με ισότιμους υποψηφίους, τότε θα ήταν αχρείαστη η συμμετοχή τους στη διαδικασία, εφόσον όλα τα έγγραφα, στα οποία καταγράφεται η απόδοση και επίδοση των υποψηφίων, είναι στο φάκελο τους και ενώπιον του Συμβουλίου της Αρχής. Εδώ ακριβώς, νομίζουμε, πως υπεισέρχεται η ατομική κρίση, η οποία δυνατό να μην μπορεί να εκφραστεί με συγκεκριμένες λέξεις, ενόψει της ισοβαθμίας των υποψηφίων, διαπιστώνεται όμως από το πνεύμα του γραπτού λόγου που χρησιμοποιείται και τις ιδιάζουσες περιστάσεις στην κάθε υπόθεση.

Η υιοθέτηση των συστάσεων του Συμβουλίου Προσωπικού και του Διευθυντή, από το Συμβούλιο της Αρχής, δεν πρέπει να ξενίζει. Το Συμβούλιο της Αρχής αποτελείται από διορισμένα πρόσωπα. Εργο του είναι η γενική διαχείριση και διοίκηση της Αρχής. Δεν έχουν όμως, τα μέλη του Συμβουλίου, άμεση γνώση της αξίας των λειτουργών της Αρχής. Γι' αυτό και στην επιλογή των καταλληλότερων υποψηφίων για στελέχωση του οργανισμού θεσμοθετήθηκε η διαδικασία, που περιγράψαμε πιο πάνω.

......... οι διαπιστώσεις του Συμβουλίου της Αρχής, που αναφέρονται στο ενδιαφερόμενο μέρος, και που ενθέτουμε πιο πάνω, είναι γενικά ευμενέστερες γι' αυτόν σε σύγκριση με τον αιτητή. Και τούτο προσθέτει στην ποιότητα της αιτιολογίας, που κρίνουμε πως ικανοποιεί τις αρχές της νομολογίας."

 

Από τα πιο πάνω φαίνεται ότι η επίδικη απόφαση ήταν αιτιολογημένη και ο ισχυρισμός του αιτητή ότι αυτή πάσχει από έλλειψη αιτιολογίας δεν μπορεί να γίνει αποδεκτός. Η ίδια προσέγγιση υιοθετείται σχετικά με τον ισχυρισμό του αιτητή για την εισήγηση του Συμβουλίου Προσωπικού και τη σύσταση του Διευθυντή.

 

(ii) Δόθηκε υπερβολική σημασία στην πείρα του ενδιαφερόμενου μέρους και δεν αξιολογήθηκαν τα προσόντα των υποψηφίων

Εχω ήδη παραθέσει στην περιγραφή των γεγονότων ότι τόσο ο αιτητής όσο και το ενδιαφερόμενο μέρος κρίθηκαν ως προσοντούχοι με βάση τον Κανονισμό 8(1)(Β)(α). Από την παράθεση των προσόντων των δύο υποψηφίων φαίνεται ότι ο ισχυρισμός του αιτητή ως προς την υπεροχή του προς το ενδιαφερόμενο μέρος είναι αόριστος και αβάσιμος.

Εξίσου αβάσιμος είναι και ο ισχυρισμός του ως προς την απόδοση υπερβολικής σημασίας στην πείρα του ενδιαφερόμενου μέρους. Το Συμβούλιο Προσωπικού διαπίστωσε ότι οι βαθμολογίες του ενδιαφερόμενου μέρους και των υπόλοιπων έξι υποψηφίων βρίσκονταν στα ίδια επίπεδα. Η πείρα του ενδιαφερόμενου μέρους στην εκτέλεση καθηκόντων Προϊστάμενου Υπηρεσίας Α΄ (προάχθηκε στη θέση αυτή την 2/1/89 ενώ ο αιτητής την 1/4/93) κρίθηκε ότι προσέδιδε αξία στην εποπτική και διοικητική πείρα και τον καθιστούσε ουσιαστικά καταλληλότερο για την επίδικη θέση. Ο Γενικός Διευθυντής στη σύσταση του αναφέρθηκε στην υπεροχή του ενδιαφερόμενου μέρους σε εποπτική και διοικητική πείρα, στη διεκπεραίωση των καθηκόντων του με υπευθυνότητα, επαγγελματισμό και ενθουσιασμό, στην ορθολογιστική καθοδήγηση των υφισταμένων του, όπως επίσης στην πρωτοβουλία του και στην υποβολή θετικών εισηγήσεων με στόχο τη βελτίωση της ποιότητας της υπηρεσίας. Τα πιο πάνω υιοθετήθηκαν και από το Συμβούλιο της Αρχής για να καταλήξει στη θεώρηση του ενδιαφερόμενου μέρους ως εξαίρετου.

 

 

Με βάση τις πιο πάνω διαπιστώσεις το Διοικητικό Συμβούλιο της Αρχής κατέληξε στην επιλογή του ενδιαφερόμενου μέρους. Από τα πιο πάνω διαφαίνεται ότι η εποπτική και διοικητική πείρα ήταν ένα από τα στοιχεία που λήφθηκαν υπόψη στην επιλογή του κατ' επέκταση ο ισχυρισμός του αιτητή δεν μπορεί να γίνει αποδεκτός. Εδώ σημειώνεται ότι στην απόφαση ΑΤΗΚ ν. Δαμιανού (πιο πάνω) τονίστηκε ότι αν δεν ήταν δυνατή η έκφραση της προτίμησης αναφορικά με ισότιμους υποψηφίους από το Συμβούλιο Προσωπικού ή το Διευθυντή, η συμμετοχή τους στη διαδικασία θα ήταν αχρείαστη, αφού το Διοικητικό Συμβούλιο θα μπορούσε να βασισθεί στο περιεχόμενο των φακέλων στους οποίους καταγράφονται οι αποδόσεις και οι επιδόσεις των υποψηφίων.

Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα σε βάρος του αιτητή.

 

 

 

 

 

Τ. ΗΛΙΑΔΗΣ,

Δ.

 

 

 

 

 

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο