ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ANΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΥΠΟΘΕΣ Η ΑΡ. 1602/2000
ΕΝΩΠΙΟΝ: Α. ΚΡΑΜΒΗ, Δ.
ΜΕΤΑΞΥ:
Αυγής Παπαγεωργίου,
Αιτήτριας,
και
Κυπριακού Οργανισμού Τουρισμού,
Καθ΄ ου η αίτηση.
― ― ― ― ― ―
18 Ιουνίου, 2002
.Για την αιτήτρια: κ. Γ. Κολοκασίδης.
Για τον καθ΄ ου η αίτηση: κ. Μ. Τριανταφυλλίδης.
― ― ― ― ― ―
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Αντικείμενο της προσφυγής είναι η απόφαση του καθ΄ ου η αίτηση Κυπριακού Οργανισμού Τουρισμού (ΚΟΤ) ημερ. 20.7.2000 με την οποία ο ΚΟΤ επαναδιόρισε το ενδιαφερόμενο πρόσωπο Κ. Κυπριανίδη στη θέση Τουριστικού Λειτουργού Α΄ αναδρομικά από 1.2.1992.
Η αιτήτρια κατείχε θέση τουριστικού λειτουργού στον ΚΟΤ από το 1984. Προάχθηκε στην επίδικη θέση από 1.2.92. Ωστόσο, η προαγωγή της ακυρώθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο. (Βλ. Δημήτρης Δημητρίου και Αλλοι ν. ΚΟΤ, υπόθ. αρ. 224/92 κ.α., ημερ. 10.5.93.) Μετά από την ακυρωτική απόφαση, ο ΚΟΤ επανεξέτασε το θέμα και επαναπροήγαγε την αιτήτρια. Η απόφαση της προαγωγής ακυρώθηκε ξανά από το Ανώτατο Δικαστήριο. (Βλ. Κώστας Κυπριανίδης ν. ΚΟΤ, υπόθ. αρ. 169/94, ημερ. 24.3.97.) Κατόπιν νέας επανεξέτασης ο ΚΟΤ αποφάσισε την προαγωγή του ενδιαφερόμενου προσώπου στην επίδικη θέση. Η αιτήτρια άσκησε προσφυγή και η προαγωγή ακυρώθηκε. (Βλ. Αυγή Παπαγεωργίου ν. ΚΟΤ, υπόθ. αρ. 799/97, ημερ. 26.4.2000.) Διαπιστώθηκε ότι το Διοικητικό Συμβούλιο του ΚΟΤ παρέλειψε να εξειδικεύσει τους λόγους απόκλισης του από τη σύσταση του Διευθυντή η οποία ήταν σαφώς ευνοϊκή για την αιτήτρια.
Κατόπιν της πιο πάνω (τελευταίας) ακυρωτικής απόφασης, ο ΚΟΤ επανεξέτασε το θέμα της πλήρωσης της επίδικης θέσης και αποφάσισε την επαναπροαγωγή του ενδιαφερόμενου προσώπου αναδρομικά από 1.2.92. Η απόφαση κοινοποιήθηκε στην αιτήτρια με επιστολή του ΚΟΤ ημερ. 18.10.2000. Η προσφυγή στρέφεται, καθώς έχει ειπωθεί, εναντίον της προαναφερθείσας απόφασης.
Προκύπτει από τα πρακτικά ότι το Διοικητικό Συμβούλιο του ΚΟΤ αποφάσισε ομόφωνα την επαναπροαγωγή του κ. Κυπριανίδη στην επίδικη θέση αφού έλαβε υπόψη τα στοιχεία που υπήρχαν κατά τον ουσιώδη χρόνο και για τους ίδιους λόγους που λήφθηκε η προηγουμένως ληφθείσα απόφαση ημερ. 22.7.97. Επιπρόσθετα, το Διοικητικό Συμβούλιο, αιτιολόγησε την απόκλιση από την ευνοϊκή για την αιτήτρια σύσταση του Προϊσταμένου. Στην περικοπή των πρακτικών που ακολουθεί εμφαίνονται οι λόγοι της επίδικης απόφασης.
«(α) Φαίνεται ότι μεταξύ όλων των υποψηφίων αυτοί που υπερέχουν ουσιαστικά και καταφανώς από τους υπόλοιπους είναι ο κ. Κ. Κυπριανίδης και η κα Α. Παπαγεωργίου.
(β) Με βάση τα σχετικά στοιχεία ο κ. Κυπριανίδης είναι αρχαιότερος κατά 20 μήνες περίπου από την κα Αυγή Παπαγεωργίου και επομένως σ΄ αυτό το στοιχείο υπερέχει.
(γ) Φαίνεται ότι ο κ. Κυπριανίδης υπερέχει από την κα Αυγή Παπαγεωργίου σε ακαδημαϊκά προσόντα και συγκεκριμένα έχει ένα δίπλωμα πέραν από το Master, το οποίο διαθέτει και η κα Παπαγεωργίου και επειδή στα Σχέδια Υπηρεσίας δεν περιλαμβάνονται συγκεκριμένα ακαδημαϊκά προσόντα για τη θέση αυτή αλλά το Σχέδιο Υπηρεσίας παραπέμπει στα ακαδημαϊκά προσόντα του Σχεδίου Υπηρεσίας του Τουριστικού Λειτουργού, φαίνεται ότι στο Σχέδιο Υπηρεσίας του Τουριστικού Λειτουργού θεωρείται ως επιπρόσθετο προσόν η ύπαρξη μεταπτυχιακών διπλωμάτων και ως εκ τούτου είναι φανερό ότι ο κ. Κυπριανίδης υπερέχει και σε αυτό το σημείο.
(δ) Η κα Παπαγεωργίου φαίνεται ότι πράγματι διαθέτει μερικές βαθμολογίες με τον βαθμό «Εξαίρετη» περισσότερες από τον κ. Κυπριανίδη. Ομως η γενική εικόνα και των δύο υποψηφίων, σύμφωνα με τις εμπιστευτικές εκθέσεις, είναι ότι η αξία και των δύο υποψηφίων είναι «Πολύ ικανοποιητική». Εσημειώθη ότι η βαθμολογία έχει γίνει από τους ίδιους αξιολογούντες λειτουργούς και σε ορισμένες περιπτώσεις εκεί όπου τη μια χρονιά η κα Αυγή Παπαγεωργίου είχε βαθμολογία «Εξαίρετη» την επόμενη χρονιά είχε βαθμολογία «Λίαν Καλώς», γεγονός που οδηγεί στο συμπέρασμα ότι από το σύνολο της αξιολόγησης των δύο Λειτουργών και οι δύο Λειτουργοί έχουν αξία «Πολύ Ικανοποιητική», δηλαδή είναι ισάξιοι, με αποτέλεσμα να υπερέχει σε ακαδημαϊκά προσόντα
και σε αρχαιότητα ο κ. Κυπριανίδης.(ε) Η σύσταση του Προϊσταμένου του Τμήματος, κ. Παπαγεωργίου, δεν ακολουθήθηκε από το Συμβούλιο καθότι ο κ. Παπαγεωργίου δεν ήταν σε θέση να εκφράσει άποψη για τα ακαδημαϊκά προσόντα του κ. Κυπριανίδη. Πέραν τούτου η θέση του κ. Παπαγεωργίου ότι η απόδοση του κ. Κυπριανίδη στην Υπηρεσία είναι μάλλον ικανοποιητική, φαίνεται να είναι αντίθετη με την πραγματική βαθμολογία των αξιολογούτων λειτουργών στην οποία μετείχε και ο ίδιος ο κ. Παπαγεωργίου, σύμφωνα με την οποία η απόδοση του κ. Κυπριανίδη είναι «Πολύ Ικανοποιητική».
Ο βασικός ισχυρισμός της αιτήτριας είναι ότι καταφανώς υπερέχει του ενδιαφερόμενου προσώπου σε αξία. Ισχυρίζεται συναφώς ότι ενώ η υπεροχή της σε αξία αναγνωρίζεται από το Διοικητικό Συμβούλιο του ΚΟΤ εντούτοις δίδονται «αστήρικτες εξηγήσεις» για να δικαιολογήσουν τον παραμερισμό της υπεροχής της σε αξία.
Η αιτήτρια ισχυρίζεται περαιτέρω πως δεν δόθηκε η απαιτούμενη αιτιολογία για τον παραμερισμό της σύστασης του Διευθυντή και ότι εν πάση περιπτώσει οι λόγοι απόκλισης δεν ικανοποιούν την απαίτηση για επαρκή και ειδική αιτιολογία. Προβάλλεται συναφώς ότι ο ΚΟΤ αγνόησε τη διαπίστωση του Δικαστηρίου ότι η σύσταση του Προϊσταμένου συνάδει με τις υπηρεσιακές εκθέσεις της αιτήτριας σύμφωνα με τις οποίες αυτή υπερείχε του ενδιαφερόμενου προσώπου κατά σειρά ετών στη γενική αξιολόγηση (βλ. Αυγή Παπαγεωργίου ν. ΚΟΤ, υπόθ. αρ. 799/97, ημερ. 26.4.00).
Η αιτήτρια ισχυρίζεται ότι ο ΚΟΤ σκόπιμα παρερμήνευσε το σχέδιο υπηρεσίας της επίδικης θέσης για να αποκτήσει πλεονέκτημα το ενδιαφερόμενο πρόσωπο έναντι της αιτήτριας. Καταλογίζεται επίσης προσπάθεια απόδοσης ιδιαίτερου κύρους στο ακαδημαϊκό προσόν του ενδιαφερόμενου προσώπου που τελικά αποτέλεσε και το καθοριστικό κριτήριο στην προαγωγή του. Η θέση της αιτήτριας είναι ότι υπερέχει του ενδιαφερόμενου προσώπου σε προσόντα. Λέγει συναφώς ότι ο τίτλος MSc που κατέχει στα τουριστικά είναι άμεσα σχετικός με την εργασία της σε αντίθεση με το Maitrise του ενδιαφερόμενου προσώπου που είναι σχετικός με τα οικονομικά. Ισχυρίζεται τέλος η αιτήτρια ότι η προσβαλλόμενη απόφαση στερείται νόμιμης αιτιολογίας και ότι χαρακτηρίζεται από την εμμονή του Διοικητικού Συμβουλίου στον ίδιο διορισμό.
Η επίδικη θέση είναι θέση προαγωγής. Οι προαγωγές στον Οργανισμό Τουρισμού διέπονται από τους περί Κυπριακού Οργανισμού Τουρισμού (Διάρθρωση και Οροι Υπηρεσίας) Κανονισμούς του 1990 (στο εξής «οι Κανονισμοί»). Οι προαγωγές γίνονται με βάση την αξία, τα προσόντα και την αρχαιότητα (καν. 15(2)).
Κατά την προαγωγή, λαμβάνονται «δεόντως υπ΄ όψιν αι περί των υποψηφίων συστάσεις του Προϊσταμένου του Τμήματος εν των οποίω η κενή θέσις». (καν. 15(3)).
Το Συμβούλιο του ΚΟΤ προκειμένου να συμμορφωθεί με την τελευταία ακυρωτική απόφαση πρόσθεσε στο σώμα της προσβαλλόμενης απόφασης, τους λόγους απόκλισής του από την ευνοϊκή για την αιτήτρια σύσταση του Προϊσταμένου. Στη σύστασή του ο Προϊστάμενος λέγει για την αιτήτρια:
«Διακρίνεται για την εργατικότητά της, το ενδιαφέρον της για εργασία, την επιμόρφωσή της, την σε βάθος μελέτη των θεμάτων που χειρίζεται και ιδιαίτερα τη διάθεση για εργασία στο γραφείο, και προθυμία ανάληψης πρωτοβουλιών. Υπερέχει των άλλων υποψηφίων στο ενδιαφέρον της για την εργασία, ποιότητα της εργασίας της και αφοσίωση στα καθήκοντά της καθώς και στην ανάπτυξη πρωτοβουλιών και ανάληψη ευθυνών και για τους λόγους αυτούς συστήνω την Αυγή Παπαγεωργίου ως την καταλληλότερη για τη θέση αυτή.»
Για το ενδιαφερόμενο πρόσωπο ο Προϊστάμενος έδωσε την πιο κάτω σύσταση:
«Υπηρετεί από τις 3.1.1983 ως Υπεύθυνος του Γραφείου Παρισιού. Η απόδοση στην Υπηρεσία θεωρείται μάλλον ικανοποιητική παρόλον ότι μέχρι σήμερα δεν κατέστη δυνατή η ανάπτυξη της Γαλλικής αγοράς στα επιθυμητά επίπεδα. Διακρίνεται για την οργανωτική του ικανότητα σε θέματα λειτουργίας του γραφείου, όχι όμως στο θέμα μάρκετιγκ και δημοσίων σχέσεων.»
Η εικόνα που παρουσιάζεται στις παρατηρήσεις και γενική αξιολόγηση στις εμπιστευτικές εκθέσεις της αιτήτριας για τα τελευταία έτη προ του ουσιώδους χρόνου (1987-1991), συνάδει πλήρως με τη σύσταση του Προϊσταμένου.
Κατόπιν σύγκρισης των εμπιστευτικών εκθέσεων (1987-1991) της αιτήτριας και αυτών του ενδιαφερόμενου προσώπου, προκύπτει ότι η αιτήτρια υπερέχει συστηματικά έναντι του ενδιαφερόμενου προσώπου σε όλα ανεξαιρέτως τα έτη (1987-1991). Ενδεικτικό της διαφοράς είναι ότι το ενδιαφερόμενο πρόσωπο έχει βαθμολογηθεί μόνο με ένα εξαίρετος κατά την υπηρεσία του (και αυτό το 1988) ενώ η αιτήτρια έχει βαθμολογηθεί με 16 εξαίρετα.
Στην εμπιστευτική έκθεση της αιτήτριας για το 1989 γίνονται εξαιρετικά σχόλια και εύφημη μνεία για την εργατικότητά και ευσυνειδησία της. «Δεν υπάρχει πιο εργατικός και ευσυνείδητος λειτουργός στον Οργανισμό. Δείχνει μεγάλη αφοσίωση στη δουλειά της». Για το ενδιαφερόμενο πρόσωπο δεν γίνεται κανένα σχόλιο. Το σχόλιο που μόλις έχω παραθέσει, συνάδει πλήρως με τη σύσταση του Προϊσταμένου που μεταξύ άλλων εγκωμιάζει την αιτήτρια για την εργατικότητά της. Η σύσταση λοιπόν του προϊσταμένου συνάδει με το περιεχόμενο των φακέλων. Σχετική επί τούτου είναι και η πιο κάτω διαπίστωση του Κρονίδη, Δ., στην τελευταία ακυρωτική απόφαση. Βλ. Αυγή Παπαγεωργίου ν. Κυπριακού Οργανισμού Τουρισμού (ανωτέρω):
«Εν προκειμένω η σύσταση του Διευθυντή δεν αφίστατο της υπαλληλικής εικόνας της αιτήτριας όπως αυτή προέκυπτε από τις υπηρεσιακές της εκθέσεις, σύμφωνα με τις οποίες υπερείχε σε γενική αξιολόγηση του ενδιαφερόμενου μέρους κατά σειρά ετών.»
Οι συστάσεις του Προϊσταμένου ενός Τμήματος αποτελούν σύμφωνα με τη νομολογία, ένα ουσιωδέστατο, πρωτογενές και ανεξάρτητο στοιχείο κρίσης. Στη σύσταση του Προϊσταμένου δίδεται μεγάλη σημασία επειδή, λόγω της θέσης του, είναι σε θέση να εκτιμήσει τόσο τις απαιτήσεις της υπό πλήρωση θέσης, όσο και την καταλληλότητα των υποψηφίων αναφορικά με την εκτέλεση των καθηκόντων της θέσης. Ωστόσο, η διαπίστωση των προσόντων των υποψηφίων για την πλήρωση των θέσεων, ανάγεται στη διακριτική ευχέρεια του διορίζοντος οργάνου και συνιστά πτυχή της διοικητικής λειτουργίας. Η σημασία των συστάσεων εξασθενίζει ανάλογα με το βαθμό διάστασής τους προς τις εμπιστευτικές εκθέσεις που αντικειμενικά καθορίζουν την αξία του υπαλλήλου. Σε περίπτωση που το διορίζον όργανο αποφασίσει να μην ακολουθήσει τις συστάσεις, πρέπει να αιτιολογήσει με ειδική και επαρκή αιτιολογία την απόκλιση.
Οι λόγοι της απόκλισης όπως έχουν καταγραφεί στο πρακτικό της προσβαλλόμενης πράξης είναι:
(α) Ο κ. Παπαγεωργίου δεν ήταν σε θέση να εκφράσει άποψη για τα ακαδημαϊκά προσόντα του κ. Κυπριανίδη.
(β) Η θέση του κ. Παπαγεωργίου ότι η απόδοση του κ. Κυπριανίδη ότι είναι μάλλον ικανοποιητική συγκρούεται με τις εμπιστευτικές εκθέσεις σύμφωνα με τις οποίες η απόδοση Κυπριανίδη είναι «Πολύ Ικανοποιητική».
Οι λόγοι της απόκλισης θα πρέπει να εξεταστούν σε συνάρτηση με τις πρόνοιες του Καν. 15(2), (3) των Κανονισμών και τις καθιερωμένες από τη νομολογία αρχές.
Σχετικό είναι το πιο κάτω απόσπασμα από την Ιωάννου & άλλοι ν. Δημοκρατίας (1993) 3 ΑΑΔ σελ. 390, στις σελ. 418-419, απόφαση Ολομέλειας:
«Η σημασία των συστάσεων του προϊσταμένου ενός Τμήματος έχει τονιστεί σε σειρά αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Οι συστάσεις αυτές αποτελούν ένα ανεξάρτητο στοιχείο κρίσεως, προσδιοριστικό και επαυξητικό της αξίας των υποψηφίων, τόσο σημαντικό, ώστε να απαιτείται ειδική αιτιολόγηση και προσδιορισμός των λόγων για τυχόν απόκλιση απ΄ αυτές από την Επιτροπή. Κι΄ αυτό γιατί οι Προϊστάμενοι των Τμημάτων βρίσκονται σε
Οι λόγοι της απόκλισης από τη σύσταση του Προϊσταμένου είναι σαφώς ανεπαρκείς, καθόλου πειστικοί και ατεκμηρίωτοι. Μόνο ισχυροί και επαρκώς τεκμηριωμένοι λόγοι θα μπορούσαν να ανατρέψουν την καθ΄ όλα σοβαρή σύσταση του Προϊσταμένου για την αιτήτρια η οποία, συνάδει με το περιεχόμενο των εμπιστευτικών εκθέσεων αναδεικνύοντας την καταφανή υπεροχή της
αιτήτριας σε αξία έναντι του ενδιαφερόμενου προσώπου. Η αποτυχία του ΚΟΤ να αιτιολογήσει δεόντως ως ανωτέρω αναφέρεται την απόκλιση από τη σύσταση του Προϊσταμένου συνιστά μεμπτότητα η οποία καθιστά νομικά τρωτή την προσβαλλόμενη απόφαση.Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα υπέρ της αιτήτριας. Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται.
Α. Κραμβής, Δ.
ΣΦ.