ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2001) 4 ΑΑΔ 344
16 Μαΐου, 2001
[ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ANTENNA T.V. ΛΤΔ,
Αιτητές,
ν.
1. ΑΡΧΗΣ ΡΑΔΙΟΤΗΛΕΟΡΑΣΗΣ ΚΥΠΡΟΥ ΚΑΙ/Η
2. ΕΙΔΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΑΡΧΗΣ ΡΑΔΙΟΤΗΛΕΟΡΑΣΗΣ
ΚΥΠΡΟΥ (ΑΡ. 1),
Καθ' ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 1409/2000)
Αρχή Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου ― Κατάταξη και σήμανση τηλεοπτικών εκπομπών ― Δεν παρέχεται τέτοια αρμοδιότητα στην Αρχή ούτε από τον περί Ραδιοφωνικών και Τηλεοπτικών Σταθμών Νόμο του 1998 (Ν.7(Ι)/98) ούτε από τους περί Ραδιοφωνικών και Τηλεοπτικών Σταθμών Κανονισμούς του 2000 (Κ.Δ.Π. 10/2000) ― Ερμηνεία και συνέπειες.
Αρχή Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου ― Καν. 33(1)(γ) των περί Ραδιοφωνικών και Τηλεοπτικών Σταθμών Κανονισμών του 2000 (Κ.Δ.Π. 10/2000) ― Ερμηνεία ― Η εφαρμογή του κανονισμού κρίθηκε πεπλανημένη στην κριθείσα περίπτωση ― Περιστάσεις.
Οι αιτητές ζήτησαν την ακύρωση της απόφασης της καθ'ης η αίτηση Αρχής με την οποία επιβλήθηκε σε βάρος τους πρόστιμο £500 για παράβαση των Καν. 22(3) και 33(1)(γ) της Κ.Δ.Π. 10/2000.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, ακυρώνοντας την επίδικη απόφαση, αποφάσισε ότι:
1. Δεν δίνεται εξουσία και αρμοδιότητα στην Αρχή, από τον περί Ραδιοφωνικών και Τηλεοπτικών Σταθμών Νόμο του 1998 (Ν. 7(Ι)/98), όπως τροποποιήθηκε, και τους βάσει αυτού θεσπιζομένους κανονισμούς, να προβαίνει σε κατάταξη τηλεοπτικών προγραμμάτων, περιλαμβανομένων κινηματογραφικών ταινιών, σε κατηγορίες και να ρυθμίζει ανάλογα τα των μεταδόσεων προγραμμάτων κάθε τέτοιας κατηγορίας. Στο Άρθρο 3 του Νόμου, που αφορά τις αρμοδιότητες της Αρχής, δεν γίνεται οποιαδήποτε σχετική αναφορά. Αλλά και στο Άρθρο 29 όχι μόνο δεν απαγορεύεται εντελώς η προβολή των αναφερομένων στα εδάφιο (1) και (2) προγραμμάτων αλλά μόνο επιφορτίζεται η Αρχή με την υποχρέωση να μεριμνά για την παροχή σχετικής ένδειξης για τέτοια προγράμματα.
2. Αλλά και στους ίδιους τους κανονισμούς, αν οι αναφερόμενες στο νόμο αρμοδιότητες ήθελαν θεωρηθεί, στη γενικότητά τους, ως παρέχουσες τη δυνατότητα ρύθμισης τέτοιας εξουσίας μέσω των κανονισμών, δεν περιέχεται τέτοια ρύθμιση. Ο Κανονισμός 21(1) της Κ.Δ.Π. 10/2000 αναφέρεται σε υποχρέωση των σταθμών να βρίσκονται οι εκπομπές τους στο "ποιοτικό επίπεδο που επιβάλλει η κοινωνική αποστολή του ραδιοφώνου και της τηλεόρασης και η πολιτιστική ανάπτυξη της χώρας". Ποιος όμως θα αποφανθεί για το επίπεδο αυτό;
Ο Κανονισμός 22(1) λέγει ότι "Με βάση τα κριτήρια που αναφέρονται στους παρόντες κανονισμούς δίδονται προειδοποιήσεις σχετικά με τη φύση της εκπομπής". Ποία όμως είναι αυτά τα κριτήρια; Και πώς μεταφράζονται σε κριτήρια καταλληλότητας προγραμμάτων ανάλογα και με την ηλικία του τηλεθεατή; Ιδιαίτερα όσον αφορά προγράμματα "έντονου ερωτικού περιεχομένου", πώς κρίνεται το πράγμα; Και ιδιαίτερα το έντονο του ερωτικού στοιχείου; Ποιες είναι οι βαθμίδες του ερωτισμού και του έντονου ερωτισμού; Εξ άλλου, πολλοί θα έλεγαν ότι αρκετά από τα ομολογουμένως κλασσικά έργα τέχνης διέπονται ακριβώς από έντονο ερωτικό περιεχόμενο. Δεν θα μπορούσαν ποτέ να προβληθούν αυτά τηλεοπτικά; Όμως, η όλη ιδέα του χαρακτηρισμού προγράμματος ως "έντονου ερωτικού περιεχομένου" δεν βρίσκει έρεισμα στο νόμο, όπου η σχετική αναφορά στο Άρθρο 29(1) είναι σε προγράμματα που περιέχουν "πορνογραφικές σκηνές". Ασφαλώς δεν είναι δυνατή η εξίσωση των πορνογραφικών σκηνών (και αν ακόμα ήταν δυνατό να ορισθούν) με τον έντονο ερωτισμό.
Πέραν όμως της απουσίας κριτηρίων ρύθμισης της ανάλογης "καταλληλότητας" τηλεοπτικών προγραμμάτων, είναι κυρίως η απουσία αρμοδιότητας της Αρχής να κρίνει την ανάλογη καταλληλότητα των τηλεοπτικών προγραμμάτων. Ο Κανονισμός 22(1)(γ) παίρνει ως δεδομένη τη διαφοροποίηση εκπομπών ανάλογα με την καταλληλότητα του περιεχομένου τους και καθορίζει ανάλογη οπτική προειδοποίηση. Δεν παρέχει όμως, ούτε και οποιοσδήποτε άλλος κανονισμός, εξουσία ή αρμοδιότητα στην αρχή να καθορίσει τις κατηγορίες αυτές και να εντάσσει τηλεοπτικά προγράμματα σε κάθε κατηγορία, ούτε βέβαια εν πάση περιπτώσει η Αρχή καθόρισε τέτοιες κατηγορίες ή ενέταξε οποιοδήποτε τηλεοπτικό πρόγραμμα σε οποιαδήποτε κατηγορία. Ορθά δε η ίδια η Συμβουλευτική Επιτροπή παρατήρησε προς την Αρχή ότι "δεν αποτελεί ευθύνη και αρμοδιότητα της η παρακολούθηση και έκφραση απόψεων για ταινίες, ως να ήταν σώμα λογοκρισίας". Για να ήταν εξ άλλου δυνατή η αποτελεσματική εφαρμογή του κανονισμού και να είχε οποιοδήποτε νόημα ο κανονισμός θα έπρεπε η κρίση επί εκάστου προγράμματος να εκφέρετο εκ των προτέρων, ώστε να δίδεται και η ανάλογη οπτική ένδειξη που προνοείται. Ελλείψει τέτοιου προκαθορισμού, δεν θα μπορούσε η Αρχή εκ των υστέρων να λέγει ότι ένα πρόγραμμα είναι κατάλληλο για άτομα άνω των 12 ή άνω των 15 ή άνω των 18 ετών ή εντελώς ακατάλληλο. Πώς θα μπορούσε ο τηλεοπτικός σταθμός να γνωρίζει εκ των προτέρων, αν η γνώμη της Αρχής εκφέρεται μόνο εκ των υστέρων όπως στην προκειμένη περίπτωση, ποιας καταλληλότητας ήταν το πρόγραμμα ώστε να το προβάλει στην ανάλογη ώρα και με την ανάλογη ένδειξη; Αφήνεται λοιπόν στο σταθμό να κρίνει ποιας καταλληλότητας είναι το κάθε πρόγραμμα που θα προβάλει ώστε να δώσει και την ανάλογη ένδειξη όταν το προβάλλει; Στο τέλος της ημέρας, ο Κανονισμός 22 είναι ατελής εφ΄όσον προνοεί για την παροχή οπτικής ένδειξης ανάλογα με την καταλληλότητα χωρίς να ρυθμίζεται, από αυτόν ή από οποιοδήποτε άλλο κανονισμό, η κατάταξη προγραμμάτων σε κατηγορίες καταλληλότητας που να αντιστοιχούν με την ανάλογη προνοούμενη ένδειξη. Σίγουρα, δεν δίδεται στην Αρχή οποιαδήποτε εξουσία ή αρμοδιότητα να προβεί στη ρύθμιση αυτή, ουσιαστικά ως σώμα λογοκρισίας, και σίγουρα η Αρχή δεν ενέταξε οποιοδήποτε πρόγραμμα σε κατηγορία καταλληλότητας.
3. Και αν ακόμα η Αρχή είχε τη δυνατότητα να εφαρμόσει τον Κανονισμό 22(3) διερωτάται κανείς πώς θα μπορούσε να κρίνει και να αποφανθεί ότι η ταινία ήταν "έντονου ερωτικού περιεχομένου" χωρίς καν ποτέ να τη δει. Στα πρακτικά δεν αναφέρεται και ούτε εξυπακούεται ότι η Αρχή παρακολούθησε την ταινία.
4. Όσο για το άλλο σκέλος της προσβαλλόμενης απόφασης που αφορά την καταδίκη με βάση τον Κανονισμό 33(1)(γ), η Αρχή αιτιολόγησε την απόφαση της για παράβαση του Κανονισμού 33(1)(γ) λέγοντας ότι:
"Το γεγονός ότι η Αρχή έλαβε παράπονα/καταγγελίες για το περιεχόμενο της αναφερόμενης τηλεταινίας στοιχειοθετούν ότι η τηλεταινία υπερέβηκε το αισθητήριο του μέσου τηλεθεατή."
Αυτό όμως είναι non sequitur. Κατ' αρχή, η μόνη συγκεκριμένη αναφορά σε παράπονο που γίνεται, ως προς την οποία και τροχιοδρομήθηκε η υπόθεση, είναι εκείνη σε ανώνυμο τηλεφωνικό παράπονο. Στην απόφαση γίνεται αναφορά και σε "άλλα παράπονα του κοινού". Αυτά όμως όχι μόνο δεν ετέθησαν στον Antenna αλλά και δεν τεκμηριώνονται. Εν πάση περιπτώσει, το να εξαχθεί το συμπέρασμα ότι η ταινία δυνατό να έθιξε τις ευαισθησίες του μέσου τηλεθεατή από το ότι υπήρξε ένα ανώνυμο παράπονο γι΄αυτή, ή και άλλα μη εξειδικευόμενα, το περιεχόμενο των οποίων επίσης δεν εξειδικεύεται, συνιστά πλάνη. Υπάρχουν βέβαια και άλλα πολλά ερωτήματα - σε ποίες "ευαισθησίες" αναφέρεται ο κανονισμός; Οποιουδήποτε είδους; Και αν έτσι, με ποια εξουσιοδότηση ρυθμίζεται το πράγμα; Γεννάται ευθέως θέμα ultra vires του κανονισμού.
5. Η καταδίκη του Antenna ήταν τρωτή και ως προς τον Κανονισμό 22(3) και ως προς τον Κανονισμό 33(1)(γ). Θα αρκούσε βέβαια η διαπίστωση του τρωτού της καταδίκης ως προς τον ένα από τους δύο κανονισμούς για να ακυρωθεί η απόφαση αφού η επιβληθείσα ποινή ήταν ενιαία και για τις δύο καταδίκες. Εν πάση περιπτώσει, η προσφυγή επιτυγχάνει και η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται. Η Αρχή θα καταβάλει τα έξοδα του Antenna.
Διαταγή ως ανωτέρω.
Προσφυγή.
Προσφυγή από τους αιτητές προς ακύρωση απόφασης της Αρχής Ραδιοτηλεόρασης με την οποία τους επιβλήθηκε πρόστιμο £500 για παράβαση των Κανονισμών 22(3) και 33(1)(γ) των περί Ραδιοφωνικών και Τηλεοπτικών Σταθμών Κανονισμών του 2000 (Κ.Δ.Π. 10/2000) σε σχέση με την προβολή κινηματογραφικής ταινίας με τίτλο "Showgirls" στις 3.4.2000 μεταξύ των ωρών 22.35 και 24.50.
Α. Κωνσταντίνου, για τους Αιτητές.
Ν. Χαραλάμπους, για τους Καθ΄ων η αίτηση.
Cur. adv. vult.
ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ.: Ο τηλεοπτικός σταθμός Antenna ζητά την ακύρωση απόφασης της Αρχής Ραδιοτηλεόρασης με την οποία του επιβλήθηκε πρόστιμο £500 για παράβαση των κανονισμών 22(3) και 33(1)(γ) των περί Ραδιοφωνικών και Τηλεοπτικών Σταθμών Κανονισμών του 2000 (Κ.Δ.Π. 10/2000) σε σχέση με την προβολή κινηματογραφικής ταινίας με τίτλο "Showgirls" στις 3.4.2000 μεταξύ των ωρών 22.35 και 24.50.
Η υπόθεση τροχιοδρομήθηκε με επιστολή της Αρχής ημερομηνίας 23.5.2000 με την οποία πληροφορούσε τον Antenna ότι εξετάζετο παράπονο για ενδεχόμενη παράβαση των εν λόγω κανονισμών σε σχέση με την πιο πάνω προβολή. Η επιστολή ανέφερε ότι:
"Σύμφωνα με την καταγγελία, στην εν λόγω ταινία προβλήθηκαν σκηνές με έντονο ερωτικό περιεχόμενο και δραστηριότητες με περιεχόμενο που δυνατό να θίγει τις ευαισθησίες των τηλεθεατών."
Ο Antenna πληροφόρησε την αρχή ότι η ταινία, κατατασσόμενη ως κατάλληλη για άτομα άνω των 17 ετών, είχε προβληθεί εκτός των ωρών "οικογενειακής ζώνης". Εξ άλλου, το Συμβούλιο Λογοκρισίας κινηματογραφικών ταινιών πιστοποίησε ότι η ταινία κατετάγη από αυτό στην κατηγορία "3" ως κατάλληλη για άτομα άνω των 18 ετών. Ακολούθησε η προσβαλλόμενη απόφαση της Αρχής, η οποία αναφέρει:
"Σε ότι αφορά τον κανονισμό 22(3) των προαναφερθέντων Κανονισμών, η Αρχή δεν υιοθετεί την άποψη του σταθμού ότι η τηλεταινία "Showgirls" κατατάσσεται ως κατάλληλη για άτομα πάνω των 17 χρονών, αλλά χαρακτηρίζει την τηλεταινία ως (Α) - πρόγραμμα με έντονο ερωτικό περιεχόμενο. Επομένως διαπιστώνεται παράβαση του κανονισμού 22(3) των πιο πάνω Κανονισμών, εφόσον απαγορεύεται η προβολή εκπομπών που εμπίπτουν στην κατηγορία προγραμμάτων με έντονο ερωτικό περιεχόμενο (Α), από τηλεοπτικούς σταθμούς μη κωδικοποιημένων εκπομπών.
Η Αρχή επισημαίνει ότι, με βάση την υφιστάμενη νομοθεσία, η απαγόρευση σε τηλεοπτικούς σταθμούς μη κωδικοποιημένων εκπομπών της προβολής εκπομπών που εμπίπτουν στην κατηγορία (Α) - προγράμματα έντονου ερωτικού περιεχομένου, ισχύει για ολόκληρο το εικοσιτετράωρο.
Σχετικά με τον κανονισμό 33(1)(γ) των σχετικών κανονισμών, διαπιστώθηκε παράβαση καθότι κατά τη μετάδοση της τηλεταινίας προβλήθηκαν δραστηριότητες με περιεχόμενο που δυνατό να έθιξαν τις ευαισθησίες τηλεθεατών. Το γεγονός ότι η Αρχή έλαβε παράπονα/καταγγελίες για το περιεχόμενο της αναφερόμενης τηλεταινίας στοιχειοθετούν ότι η τηλεταινία υπερέβηκε το αισθητήριο του μέσου τηλεθεατή."
Ο ευπαίδευτος συνήγορος για τον Antenna εισηγείται το νομικά πεπλανημένο και παράνομο της προσβαλλόμενης απόφασης κατά το ότι ο κανονισμός 22 δεν απαγορεύει την προβολή ταινίας της κατηγορίας "3" εκτός της οικογενειακής ζώνης. Ο κ. Κωνσταντίνου λέγει ότι, προκειμένου περί κινηματογραφικών ταινιών όπως η εν λόγω, αρμοδιότητα κατάταξης τους σε κατηγορίες που προσδιορίζουν και την εμβέλεια της δυνατότητας προβολής τους έχει το Συμβούλιο Λογοκρισίας (ή η Επιτροπή Λογοκρισίας αυτού) σύμφωνα με τον περί Κινηματογραφικών Ταινιών Νόμο, Κεφ. 43, όπως τροποποιήθηκε, με ιδιαίτερη αναφορά στο άρθρο 5 το οποίο προνοεί:
"5. Κανένα πρόσωπο δεν παρουσιάζει ή προβάλλει ή επιτρέπει να παρουσιαστεί ή προβληθεί οποιαδήποτε κινηματογραφική ταινία ή μέρος ταινίας εκτός αν η ταινία αυτή εγκρίθηκε προηγουμένως από Επιτροπή Λογοκρισίας ή, μετά από έφεση βάσει του άρθρου 9 του Νόμου αυτού, από το Συμβούλιο."
Ο Κανονισμός 7 των περί Κινηματογραφικών Ταινιών (Λογοκρισία) Κανονισμών του 1953, όπως τροποποιήθησαν, προνοεί ότι:
"7.(1) Η Επιτροπή Λογοκρισίας κατατάσσει εκάστην ταινίαν εγκριθείσαν υπ΄αυτής προς προβολήν εις μίαν των ακολούθων κατηγοριών:
(α) Κατηγορία "1" "Όλαι αι ταινίαι αι οποίαι κατά την γνώμην της Επιτροπής Λογοκρισίας είναι κατάλληλοι δια γενικήν προβολήν κατατάσσονται εις την κατηγορίαν "1". Τοιαύται ταινίαι δέον να είναι αι προάγουσαι και εξυπηρετούσαι τα εθνικά, θρησκευτικά ή ανθρωπιστικά ιδεώδη, αι εμπνέουσαι το θάρρος, την αυτοθυσίαν, την καλωσύνην, την ευγένειαν, την αισιοδοξίαν ή την αρετήν, αι εμπλουτίζουσαι τας γνώσεις, αι εμφανίζουσαι έργα τέχνης, πόλεις, τοπία, ήθη και έθιμα διαφόρων λαών, ιστορικά γεγονότα, επιστημανικάς εφευρέσεις, βιογραφίας μεγάλων ανδρών άνευ πολιτικής προπαγάνδας και αι προσφέρουσαι ψυχαγωγίαν απηλλαγμένην χυδαιοτήτων.
(2) Ταινίαι καταταγείσαι εις την Κατηγορίαν "1" δύνανται να προβληθώσιν εις άπαντα τα πρόσωπα οιασδήποτε ηλικίας.
(3) Ταινίαι καταταγείσαι εις την Κατηγορίαν "2" δεν προβάλλονται εις πρόσωπα κάτω των δεκατριών ετών.
(4) Ταινίαι καταταγείσαι εις την Κατηγορίαν "3" δεν προβάλλονται εις πρόσωπα κάτω των δεκαοκτώ ετών.
..........................................................................................................."
Ο Κανονισμός 22(1) της Κ.Δ.Π. 10/2000 τώρα προνοεί για οπτικές προειδοποιήσεις που πρέπει να δίδονται κατά την προβολή κάθε εκπομπής από τηλεοράσεως, που στην περίπτωση εκπομπής ακατάλληλης για άτομα κάτω των 18 ετών είναι η ένδειξη (18). Ο κανονισμός προχωρεί να προνοήσει ότι:
"22.-(2) Τα προγράμματα που υπάγονται στην κατηγορία (15) και (18) μπορούν να προβάλλονται μόνο εκτός της οικογενειακής ζώνης."
Η "οικογενειακή ζώνη" ορίζεται στον κανονισμό 2 ως:
""οικογενειακή ζώνη" σημαίνει τη χρονική περίοδο κατά τη διάρκεια της οποίας προβάλλονται προγράμματα σε μη κωδικοποιημένη μορφή, κατάλληλα και για άτομα κάτω των δεκαπέντε ετών. Η ζώνη αρχίζει στις 5.30 και λήγει στις 21.00 για τις νύκτες που ακολουθούνται από εργάσιμες μέρες και στις 22.00 για τις νύκτες που ακολουθούνται από τις μη εργάσιμες μέρες του Σαββάτου, της Κυριακής, των εορτών και των σχολικών αργιών, όπως αυτές καθορίζονται στους εκάστοτε ισχύοντες περί Λειτουργίας των Δημοσίων Σχολείων Μέσης και Δημοτικής Εκπαίδευσης Κανονισμούς."
Εφ΄όσον, λέγει ο κ. Κωνσταντίνου, η εν λόγω ταινία ήταν κατάλληλη για άτομα άνω των 18 ετών και προβλήθηκε εκτός της οικογενειακής ζώνης, η προβολή της ήταν σύμφωνη με τον κανονισμό 22(2). Ο κ. Κωνσταντίνου σημειώνει βέβαια ότι ο Antenna καταδικάσθηκε για παράβαση όχι του κανονισμού 22(2) αλλά του κανονισμού 22(3) ο οποίος προνοεί:
"(3)Απαγορεύεται σε τηλεοπτικούς σταθμούς μη κωδικοποιημένων εκπομπών η προβολή εκπομπών που εμπίπτουν στην κατηγορία (Α):
Νοείται ότι οι σταθμοί κωδικοποιημένων εκπομπών μπορούν να προβάλλουν εκπομπές της κατηγορίας αυτής μετά την 24.00 ώρα μέχρι τις 5.30."
Η αναφορά στην κατηγορία (Α) φαίνεται να είναι αναφορά στην ένδειξη (Α) που πρέπει να δίδεται σύμφωνα με τον κανονισμό 22(1)(v) για "προγράμματα έντονου ερωτικού περιεχομένου". Εισηγείται όμως ο κ. Κωνσταντίνου ότι, εφ΄όσον η ταινία είχε ήδη καταταγεί από την Επιτροπή Λογοκρισίας, ως μόνη αρμόδια, στην κατηγορία "3" ως κατάλληλη για άτομα άνω των 18 ετών, δεν μπορούσε να καταταγεί σε άλλη κατηγορία, την "Α", από την Αρχή, η οποία ουδεμία αρμοδιότητα είχε να κατατάσσει τις κινηματογραφικές ταινίες σε κατηγορίες, ενεργώντας έτσι ουσιαστικά ως άλλο και αναρμόδιο σώμα λογοκρισίας.
Ο ευπαίδευτος συνήγορος για την Αρχή απαντά λέγοντας ότι η αρμοδιότητα της Επιτροπής Λογοκρισίας και η ανάλογη κατάταξη ταινιών από αυτήν περιορίζεται σε κινηματογραφικές ταινίες που προβάλλονται δημόσια σε κινηματογράφους και είναι άσχετη με τους εξεταζόμενους κανονισμούς που διέπουν τις τηλεοπτικές εκπομπές. Η κατάταξη και σήμανση ταινιών, όπως και όλων των προγραμμάτων, που μεταδίδονται από τηλεοπτικούς σταθμούς, λέγει ο κ. Χαραλάμπους, αποφασίζεται με βάση τον κανονισμό 22 και όχι με βάση τον περί Κινηματογραφικών Ταινιών Νόμο.
Θα μπορούσα να έβλεπα βάση στην εισήγηση του κ. Χαραλάμπους αν εδίδετο εξουσία και αρμοδιότητα στην Αρχή, από τον περί Ραδιοφωνικών και Τηλεοπτικών Σταθμών Νόμο του 1998 (Ν. 7(Ι)/98), όπως τροποποιήθηκε, και τους βάσει αυτού θεσπιζομένους κανονισμούς, να προβαίνει σε κατάταξη τηλεοπτικών προγραμμάτων, περιλαμβανομένων κινηματογραφικών ταινιών, σε κατηγορίες και να ρυθμίζει ανάλογα τα των μεταδόσεων προγραμμάτων κάθε τέτοιας κατηγορίας. Το επιχείρημα του όμως οδηγεί ουσιαστικά σε πλήρη αδυναμία εφαρμογής του κανονισμού 22 εφ΄όσον ούτε ο νόμος ούτε και οι κανονισμοί δίδουν τέτοια εξουσία ή αρμοδιότητα στην Αρχή. Στο άρθρο 3 του Νόμου, που αφορά τις αρμοδιότητες της Αρχής, δεν γίνεται οποιαδήποτε σχετική αναφορά. Αλλά και στο άρθρο 29, που αφορά ακριβώς την αρμοδιότητα της Αρχής να λάβει κατάλληλα μέτρα ως προς την προστασία των ανηλίκων από "... προγράμματα τα οποία ενδέχεται να βλάψουν σοβαρά τη σωματική, την πνευματική ή την ηθική ανάπτυξη των ανηλίκων και ιδίως προγράμματα που περιέχουν πορνογραφικές σκηνές ή σκηνές αδικαιολόγητης βίας" (29(1)) και άλλα συναφή προγράμματα (29(2)), η πρόβλεψη που γίνεται στο άρθρο 29(3) είναι ότι:
29.-(3) "Για τα αναφερόμενα στα εδάφια (1) και (2) προγράμματα που μεταδίδονται σε μη κωδικοποιημένη μορφή, η Αρχή μεριμνά ώστε να προηγείται ακουστική προειδοποίηση ή να αναγνωρίζονται από την παρουσία ενός οπτικού συμβόλου καθ΄όλη τη διάρκειά τους."
Το άρθρο 29 λοιπόν όχι μόνο δεν απαγορεύει εντελώς την προβολή των αναφερομένων στα εδάφιο (1) και (2) προγραμμάτων παρά μόνο επιφορτίζει την Αρχή με την υποχρέωση να μεριμνά για την παροχή σχετικής ένδειξης για τέτοια προγράμματα αλλά και δεν παρέχει εξουσία ή αρμοδιότητα στην Αρχή να κατατάσσει τα προγράμματα σε κατηγορίες καταλληλότητας.
Αλλά και στους ίδιους τους κανονισμούς, αν οι αναφερόμενες στο νόμο αρμοδιότητες ήθελαν θεωρηθεί, στη γενικότητά τους, ως παρέχουσες τη δυνατότητα ρύθμισης τέτοιας εξουσίας μέσω των κανονισμών, δεν περιέχεται τέτοια ρύθμιση. Ο κανονισμός 21(1) αναφέρεται σε υποχρέωση των σταθμών να βρίσκονται οι εκπομπές τους στο "ποιοτικό επίπεδο που επιβάλλει η κοινωνική αποστολή του ραδιοφώνου και της τηλεόρασης και η πολιτιστική ανάπτυξη της χώρας". Ποιος όμως θα αποφανθεί για το επίπεδο αυτό; Και πώς καθορίζεται το επίπεδο αυτό; Αποφεύγω βέβαια να πω ότι, αν συναρτάτο προς τα προγράμματα που μεταδίδονται καθ΄όλη τη διάρκεια ακόμα και της ίδιας της "οικογενειακής ζώνης" το επίπεδο αυτό κάθε άλλο παρά ιδανικό θα εκρίνετο από πολλούς, αφού δεν είναι για τον οποιονδήποτε να καθορίσει για άλλον επίπεδα και επιλογές που συνταγματικά συναρτώνται προς την ατομική υπόσταση και προσωπικότητα του καθενός, ιδιαίτερα στο ιδιωτικό του σπιτιού του.
Ο κανονισμός 22(1) λέγει ότι "Με βάση τα κριτήρια που αναφέρονται στους παρόντες κανονισμούς δίδονται προειδοποιήσεις σχετικά με τη φύση της εκπομπής". Ποία όμως είναι αυτά τα κριτήρια; Και πώς μεταφράζονται σε κριτήρια καταλληλότητας προγραμμάτων ανάλογα και με την ηλικία του τηλεθεατή; Ιδιαίτερα όσον αφορά προγράμματα "έντονου ερωτικού περιεχομένου", πώς κρίνεται το πράγμα; Και ιδιαίτερα το έντονο του ερωτικού στοιχείου; Ποιες είναι οι βαθμίδες του ερωτισμού και του έντονου ερωτισμού; Εξ άλλου, πολλοί θα έλεγαν ότι αρκετά από τα ομολογουμένως κλασσικά έργα τέχνης διέπονται ακριβώς από έντονο ερωτικό περιεχόμενο. Δεν θα μπορούσαν ποτέ να προβληθούν αυτά τηλεοπτικά; Εξ άλλου όμως, η όλη ιδέα του χαρακτηρισμού προγράμματος ως "έντονου ερωτικού περιεχομένου" δεν βρίσκει έρεισμα στο νόμο, όπου η σχετική αναφορά στο άρθρο 29(1) είναι σε προγράμματα που περιέχουν "πορνογραφικές σκηνές". Ασφαλώς δεν είναι δυνατή η εξίσωση των πορνογραφικών σκηνών (και αν ακόμα ήταν δυνατό να ορισθούν) με τον έντονο ερωτισμό.
Πέραν όμως της απουσίας κριτηρίων ρύθμισης της ανάλογης "καταλληλότητας" τηλεοπτικών προγραμμάτων, είναι κυρίως η απουσία αρμοδιότητας της Αρχής να κρίνει την ανάλογη καταλληλότητα των τηλεοπτικών προγραμμάτων. Ο κανονισμός 22(1)(γ) παίρνει ως δεδομένη τη διαφοροποίηση εκπομπών ανάλογα με την καταλληλότητα του περιεχομένου τους και καθορίζει ανάλογη οπτική προειδοποίηση. Δεν παρέχει όμως, ούτε και οποιοσδήποτε άλλος κανονισμός, εξουσία ή αρμοδιότητα στην αρχή να καθορίσει τις κατηγορίες αυτές και να εντάσσει τηλεοπτικά προγράμματα σε κάθε κατηγορία, ούτε βέβαια εν πάση περιπτώσει η Αρχή καθόρισε τέτοιες κατηγορίες ή ενέταξε οποιοδήποτε τηλεοπτικό πρόγραμμα σε οποιαδήποτε κατηγορία. Ορθά δε η ίδια η Συμβουλευτική Επιτροπή παρατήρησε προς την Αρχή ότι "δεν αποτελεί ευθύνη και αρμοδιότητα της η παρακολούθηση και έκφραση απόψεων για ταινίες, ως να ήταν σώμα λογοκρισίας". Για να ήταν εξ άλλου δυνατή η αποτελεσματική εφαρμογή του κανονισμού και να είχε οποιοδήποτε νόημα ο κανονισμός θα έπρεπε η κρίση επί εκάστου προγράμματος να εκφέρετο εκ των προτέρων, ώστε να δίδεται και η ανάλογη οπτική ένδειξη που προνοείται. Ελλείψει τέτοιου προκαθορισμού, δεν θα μπορούσε η Αρχή εκ των υστέρων να λέγει ότι ένα πρόγραμμα είναι κατάλληλο για άτομα άνω των 12 ή άνω των 15 ή άνω των 18 ετών ή εντελώς ακατάλληλο. Πώς θα μπορούσε ο τηλεοπτικός σταθμός να γνωρίζει εκ των προτέρων, αν η γνώμη της Αρχής εκφέρεται μόνο εκ των υστέρων όπως στην προκειμένη περίπτωση, ποιας καταλληλότητας ήταν το πρόγραμμα ώστε να το προβάλει στην ανάλογη ώρα και με την ανάλογη ένδειξη; Αφήνεται λοιπόν στο σταθμό να κρίνει ποιας καταλληλότητας είναι το κάθε πρόγραμμα που θα προβάλει ώστε να δώσει και την ανάλογη ένδειξη όταν το προβάλλει; Στο τέλος της ημέρας, ο κανονισμός 22 είναι ατελής εφ΄όσον προνοεί για την παροχή οπτικών ένδειξης ανάλογα με την καταλληλότητα χωρίς να ρυθμίζεται, από αυτόν ή από οποιοδήποτε άλλο κανονισμό, η κατάταξη προγραμμάτων σε κατηγορίες καταλληλότητας που να αντιστοιχούν με την ανάλογη προνοούμενη ένδειξη. Σίγουρα, δεν δίδεται στην Αρχή οποιαδήποτε εξουσία ή αρμοδιότητα να προβεί στη ρύθμιση αυτή, ουσιαστικά ως σώμα λογοκρισίας, και σίγουρα η Αρχή δεν ενέταξε οποιοδήποτε πρόγραμμα σε κατηγορία καταλληλότητας.
Η μόνη δυνατότητα μερικής τουλάχιστον πλήρωσης του κενού ως προς κινηματογραφικές ταινίες είναι η προσφυγή στις κατηγορίες που προνοούνται στον κανονισμό 7 των περί Κινηματογραφικών Ταινιών (Λογοκρισία) Κανονισμών, και τούτο μόνο αν οι κανονισμοί αυτοί είχαν εφαρμογή, όπως εισηγείται ο κ. Κωνσταντίνου και αντίθετα με το τι εισηγείται ο κ. Χαραλάμπους, στην περίπτωση τηλεοπτικών εκπομπών. Σε τέτοια περίπτωση όμως η εν λόγω ταινία είχε καταταγεί από την Επιτροπή Λογοκρισίας στην κατηγορία των κατάλληλων για άτομα άνω των 18 ετών που ανιστοιχούσε με την κατηγορία της ένδειξης (18) του κανονισμού 22(1)(γ) και μπορούσε, σύμφωνα με τον κανονισμό 22(2), να προβάλλεται, όπως και προβλήθηκε, εκτός της οικογενειακής ζώνης. Σίγουρα, κατηγορία αντίστοιχη προς την ένδειξη (Α) για ταινίες "έντονου ερωτικού περιεχομένου" δεν υπάρχει για την Επιτροπή Λογοκρισίας, ώστε να μην υπήρχε δυνατότητα εφαρμογής του κανονισμού 22(3). Εφ΄όσον μάλιστα η ταινία μπορούσε να προβληθεί εκτός της οικογενειακής ζώνης σύμφωνα με τον κανονισμό 22(2).
Περαίνοντας, θα ήθελα μόνο να παρατηρήσω πως, και αν ακόμα η Αρχή είχε τη δυνατότητα να εφαρμόσει τον κανονισμό 22(3) διερωτάται κανείς πώς θα μπορούσε να κρίνει και να αποφανθεί ότι η ταινία ήταν "έντονου ερωτικού περιεχομένου" χωρίς καν ποτέ να τη δει. Στα πρακτικά δεν αναφέρεται και ούτε εξυπακούεται ότι η Αρχή παρακολούθησε την ταινία. Το μόνο που αναφέρεται είναι ότι "λειτουργός" της Αρχής "διατύπωσε τα παρακάτω συμπεράσματα" σε σχέση με την ταινία, αναφέροντας διάφορα σχόλια του για την ταινία. Δεν γνωρίζουμε αν ο ίδιος ο λειτουργός είδε την ταινία. Και αν την είδε, η κρίση της Αρχής απολήγει να είναι η κρίση του αδιευκρίνιστου λειτουργού. Αυτά δεν είναι σοβαρά πράγματα. Πιο υπεύθυνα συμπεριφέρθηκε η Συμβουλευτική Επιτροπή της Αρχής, η οποία απέφυγε να τοποθετηθεί, παρατηρώ δε μάλιστα ότι η μόνη της αναφορά στο περιεχόμενο της ταινίας, ως άποψη διατυπωθείσα κατά τη συνεδρία της, ήταν όχι στο "έντονο ερωτικό περιεχόμενο" της αλλά στο ότι μπορούσε να θεωρηθεί ως ενθάρρυνση για χρήση ναρκωτικών. Για κανένα "έντονο ερωτικό περιεχόμενο" δεν διατυπώθηκε λοιπόν καν άποψη στη Συμβουλευτική Επιτροπή.
Όσο για το άλλο σκέλος της προσβαλλόμενης απόφασης που αφορά την καταδίκη με βάση τον κανονισμό 33(1)(γ), λίγα χρειάζεται να λεχθούν. Ο εν λόγω κανονισμός προνοεί:
33.-(1) "Σε περίπτωση μετάδοσης σεξουαλικών δραστηριοτήτων σε τηλεοπτικές και ραδιοφωνικές εκπομπές απαγορεύεται-
.............................................................................................................
(γ) η προβολή δραστηριοτήτων με περιεχόμενο που δυνατό να θίξει τις ευαισθησίες τηλεθεατών ή ακροατών.
............................................................................................................"
Η Αρχή αιτιολόγησε την απόφαση της για παράβαση του κανονισμού 33(1)(γ) λέγοντας ότι:
"Το γεγονός ότι η Αρχή έλαβε παράπονα/καταγγελίες για το περιεχόμενο της αναφερόμενης τηλεταινίας στοιχειοθετούν ότι η τηλεταινία υπερέβηκε το αισθητήριο του μέσου τηλεθεατή."
Αυτό όμως είναι non sequitur. Κατ' αρχή, η μόνη συγκεκριμένη αναφορά σε παράπονο που γίνεται, ως προς την οποία και τροχιοδρομήθηκε η υπόθεση με την επιστολή της Αρχής της 23.5.2000, είναι εκείνη σε ανώνυμο τηλεφωνικό παράπονο στις 4.4.2000. Στην απόφαση γίνεται αναφορά και σε "άλλα παράπονα του κοινού". Αυτά όμως όχι μόνο δεν ετέθησαν στον Antenna αλλά και δεν τεκμηριώνονται από τα ενώπιον μου στοιχεία. Εν πάση περιπτώσει, το να εξαχθεί το συμπέρασμα ότι η ταινία δυνατό να έθιξε τις ευαισθησίες του μέσου τηλεθεατή από το ότι υπήρξε ένα ανώνυμο παράπονο γι΄αυτή, ή και άλλα μη εξειδικευόμενα, το περιεχόμενο των οποίων επίσης δεν εξειδικεύεται, συνιστά πλάνη. Ο κανονισμός 33(1)(γ) δεν μπορεί ασφαλώς να αναφέρεται στο θίξιμο της ευαισθησίας μεμονωμένων τηλεθεατών αλλά του μέσου τηλεθεατή, όπως και η ίδια η Αρχή φαίνεται να αντελήφθη. Η Αρχή όμως δεν προβαίνει σε ουσιαστική διαπίστωση ότι η ταινία δυνατό να έθιγε τις ευαισθησίες του μέσου τηλεθεατή, παρά μόνο συνάγει τούτο από το γεγονός ότι ένας, ή και περισσότεροι, τηλεθεατές παραπονέθησαν, χωρίς μάλιστα καν να αναφέρει το περιεχόμενου του παραπόνου για να διαπιστωθεί το ποίες ευαισθησίες δυνατό να εθίγησαν και τα στοιχεία των θιγέντων τηλεθεατών για να διαπιστωθεί αν ανταποκρίνοντο στα του μέσου τηλεθεατή. Υπάρχουν βέβαια και άλλα πολλά ερωτήματα - σε ποίες "ευαισθησίες" αναφέρεται ο κανονισμός; Οποιουδήποτε είδους; Και αν έτσι, με ποια εξουσιοδότηση ρυθμίζεται το πράγμα; Γεννάται ευθέως θέμα ultra vires του κανονισμού, όπως εισηγείται και ο κ. Κωνσταντίνου. Δεν χρειάζεται όμως να υπεισέλθω σε αυτά τα θέματα.
Καταλήγω ότι η καταδίκη του Antenna ήταν τρωτή και ως προς τον κανονισμό 22(3) και ως προς τον κανονισμό 33(1)(γ). Θα αρκούσε βέβαια η διαπίστωση του τρωτού της καταδίκης ως προς τον ένα από τους δύο κανονισμούς για να ακυρωθεί η απόφαση αφού η επιβληθείσα ποινή ήταν ενιαία και για τις δύο καταδίκες. Εν πάση περιπτώσει, η προσφυγή επιτυγχάνει και η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται. Η Αρχή θα καταβάλει τα έξοδα του Antenna.
Διαταγή ως ανωτέρω.