ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Υπόθεση Αρ. 813/2001
ΕΝΩΠΙΟΝ: ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗ, Δ.
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
New Marathon Tours Ltd
Αιτήτρια
και
Χρηματιστηρίου Αξιών Κύπρου
Καθ΄ων η Αίτηση
--------------
5 Οκτωβρίου 2001
Μονομερής Αίτηση ημερ. 4.10.2001
Για την Αιτήτρια: κ. Σπ. Ευαγγέλου.
----------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Την ίδια μέρα που καταχωρήθηκε η προσφυγή, στις 4.10.2001, καταχωρήθηκε και αίτηση ex parte για έκδοση προσωρινού διατάγματος που να αναστέλλει την ισχύ της απόφασης η οποία προσβάλλεται με την προσφυγή. Η απόφαση η οποία προσβάλλεται είναι, όπως αναφέρεται, απόφαση του Χρηματιστηρίου Αξιών Κύπρου, και συγκεκριμένα του Συμβουλίου του, ημερομηνίας 28.9.2001, σύμφωνα με την οποία το Συμβούλιο αποφάσισε με τη σύμφωνη γνώμη της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς την αναστολή της διαπραγμάτευσης των τίτλων της Αιτήτριας εταιρείας στο Χρηματιστήριο για προστασία του κοινού σύμφωνα με το άρθρο 29(1) του περί Αξιών και Χρηματιστηρίου Αξιών Κύπρου Νόμου (Ν. 14(1)/93), όπως τροποποιήθηκε, μέχρι να ικανοποιήσει η εταιρεία τους εξωτερικούς ελεγκτές της αναφορικά με την ικανότητα της να συνεχίσει τις δραστηριότητες και τη λειτουργία της ως δρώσα οικονομική μονάδα και οι ελεγκτές να άρουν τις επιφυλάξεις τους.
Ένορκη δήλωση συνοδεύει την αίτηση και ο ευπαίδευτος συνήγορος για την Αιτήτρια εταιρεία έχει αγορεύσει επ΄αυτής. Η τοποθέτηση της υπόθεσης από τον κ. Ευαγγέλου έχει δύο σκέλη. Το πρώτο, η ισχυριζόμενη έκδηλη παρανομία της απόφασης, η οποία συζητείται περαιτέρω διακρινόμενη σε 4 σημεία, και το δεύτερο, η ανεπανόρθωτη ζημιά στην εταιρεία.
Ως προς το πρώτο θέμα, η βασική εισήγηση είναι ότι υπάρχει σύγκρουση εμφανής της απόφασης προς τα προνοούμενα στο άρθρο 29(1) του Νόμου, το οποίο ορίζει ότι:
"Με επαρκώς αιτιολογημένη απόφαση του, το Συμβούλιο έχει την εξουσία σε δικαιολογημένες προς το δημόσιο συμφέρον περιστάσεις, ή προς προστασία των επενδυτών και του κοινού εν γένει, να διατάξει την προσωρινή, μέχρι ενός μηνός, αναστολή της εμπορίας στο Χρηματιστήριο αξιών, που κατά το προηγούμενο άρθρο έχουν εισαχθεί εις αυτό."
Η παρανομία, λέγει ο κ. Ευαγγέλου, έγκειται στο ότι:
1. Η απόφαση όπως δημοσιεύθηκε δεν είναι επαρκώς αιτιολογημένη όπως απαιτείται από το άρθρο 29(1).
2. Η απόφαση αποκαλύπτει ότι ελήφθη όχι αποκλειστικά από το Συμβούλιο του Χρηματιστηρίου το οποίο έχει, σύμφωνα με το άρθρο 17(2), αποκλειστική εξουσία, και δεν επιτρέπεται η εκχώρηση εξουσιών ως προς το άρθρο 29, καθ΄όσον φαίνεται να συμμετείχε και η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς στη λήψη της, αφού αναφέρεται στην απόφαση ότι αυτή ελήφθη με τη σύμφωνη γνώμη της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς.
3. Ότι, αντίθετα με τις διατάξεις του άρθρου 29(1) που περιορίζει τη δυνατότητα αναστολής της εμπορίας αξιών μέχρι ενός μηνός, η απόφαση δεν αναφέρεται σε χρονική περίοδο μέχρι ενός μηνός αλλά αόριστα μέχρι να ικανοποιήσει η εταιρεία τους εξωτερικούς ελεγκτές της και αυτοί να άρουν τις επιφυλάξεις τους.
Ένας πρόσθετος λόγος για ισχυριζόμενη έκδηλη παρανομία είναι η αναφορά την οποία κάνει ο κ. Ευαγγέλου στο ότι φαίνεται να παρερμηνεύθη η αναφορά των λογιστών στην ετήσια έκθεση και τις ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις για το 2000, εφόσον αναφέρεται εκεί ότι "χωρίς να εκφράζουμε επιφύλαξη στη γνώμη μας επισύρουμε την προσοχή στα ακόλουθα". Παραπομπή γίνεται σχετικά και στο υπόδειγμα 6 του Audit Report Examples του Institute of Certified Public Accountants of Cyprus, με βάση το οποίο και γίνεται η αναφορά από τους λογιστές στην έκθεση τους σ. 3-5.
Ως προς το τελευταίο, δεν θα είχα κάτι ιδιαίτερο να σχολιάσω εφόσον θεωρώ ότι δεν είναι θέμα παρανομίας ως τέτοιο αλλά θέμα μάλλον ερμηνείας του τι ουσιαστικά έλεγαν οι ελεγκτές επισύροντας την προσοχή σε ορισμένα στοιχεία που προέκυπταν από τις οικονομικές καταστάσεις όπως τα εξειδικεύουν, και επομένως δεν θα θεωρούσα ότι τίθεται θέμα περαιτέρω συζήτησης με βάση το θέμα αυτό.
Ως προς τα τρία θέματα τα οποία προκύπτουν από το άρθρο 29(1), κατά τη διάρκεια της συζήτησης είχα παρατηρήσει ότι η αίτηση γίνεται ex parte και το Δικαστήριο δεν έχει ενώπιον του όλα τα στοιχεία στα οποία βασίστηκε η λήψη της απόφασης. Το αιτιολογημένο ή όχι της απόφασης δεν είναι μόνο θέμα το οποίο θα προκύπτει αναγκαστικά από την όψη της, όπως έχει δημοσιευθεί στο διαδίκτυο, αλλά από το σύνολο των στοιχείων τα οποία ήσαν ενώπιον του Συμβουλίου. Επισημαίνω όμως ότι υπάρχει, εν πάση περιπτώσει, αναφορά στην απόφαση, όπως είναι ενώπιον μου, στο τι ουσιαστικά αποτέλεσε το υπόβαθρο για τη λήψη της, δηλαδή η παρατήρηση των ελεγκτών στην έκθεση τους, και νοουμένου ότι το δικαστήριο στο στάδιο αυτό δεν υπεισέρχεται στην ουσιαστική κρίση της νομιμότητας της απόφασης παρά μόνο εξετάζει αν υπάρχει τέτοια έκδηλη παρανομία που να βοά στην όψη του πράγματος, όπως αποκαλύπτει η νομολογία, δεν θα θεωρούσα ότι υπάρχει τέτοια έκδηλη παραβίαση του άρθρου 29(1) ως προς το απαιτούμενο επαρκώς αιτιολογημένο της απόφασης που να επιτρέπει την άσκηση της εξαιρετικής φύσεως εξουσίας του δικαστηρίου να εκδώσει προσωρινό διάταγμα αναστέλλοντας δραστικά την όλη ισχύ της απόφασης.
Έχω αναφερθεί από τον κ. Ευαγγέλου στην υπόθεση Πατσαλίδη ν. Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς Κύπρου
, 206/2001, 23.3.2001, στην οποία γίνεται αναφορά στην Stylianides Computers Services Co. Ltd v. Κυπριακή Δημοκρατία, Υπ. Αρ. 174/96, 23.5.1996, όπου ο αδελφός μου Δικαστής Κρονίδης παραθέτει τη σύνοψη της νομολογίας σε έκταση επί όλων των πτυχών και τονίζεται ότι πρόκειται για ένα εξαιρετικό μέτρο. Προκειμένου περί έκδηλης παρανομίας, πρέπει αυτή να είναι εμφανής, άμεσα αναγνωρίσιμη ή αυταπόδεικτη ώστε να θεωρείται τόσο δεδομένη που να είναι αναντίλεκτη.Σην αναδρομή της νομολογίας, αυτός ήταν πάντα ο κανόνας και ευθύς εξ αρχής είχε τονισθεί από το Ανώτατο Δικαστήριο ότι υπάρχει σαφής διαφοροποίηση του ενδιάμεσου διατάγματος που εκδίδεται σε αστικές υποθέσεις και του ενδιάμεσου διατάγματος που εκδίδεται σε υποθέσεις αναθεωρητικής δικαιοδοσίας, όχι μόνο ως εκ του δραστικού της θεραπείας αλλά και ως εκ του ότι το ενδιάμεσο διάταγμα, επιδιώκοντας την αναστολή της ισχύος της ίδιας της απόφασης στο σύνολο της, θα ισοδυναμούσε, αν δίδετο με ευκολία, με πρόκριση της όλης υποθέσεως. Ακόμα δε, όπως έχει τονισθεί, και σε περιπτώσεις που υπάρχει έκδηλη παρανομία, το πράγμα πρέπει να προσεγγίζεται με τη μέγιστη δυνατή προσοχή, όπως παρατήρησε ο Δικαστής Λοΐζου, ως ήτο τότε, στην υπόθεση Sofocleous v. Republic (1971) 3 CLR 345, σελ. 352-353:
"It may, therefore be said with certainty that when an administrative act is flagrantly illegal a provisional order may be granted. It is, however, a ground to be approached with the utmost caution, as it may be tantamount to disposing the case on its merits, something discouraged by Rule 13 of the Supreme Constitutional Court Rules, though this rule cannot be held as divesting this Court from being the watchdog of legality."
Την ίδια προσοχή υπέδειξε και ο Δικαστής Λώρης στην υπόθεση
Karram v. The Republic (1983) 3 CLR 199 αναφερόμενος στην Sofocleous (ανωτέρω).Είναι με αυτό το πνεύμα που προσεγγίζω το θέμα της έκδηλης παρανομίας, έχοντας υπόψη μου ότι πρέπει να επιδείξω τη μέγιστη δυνατή φειδώ και προσοχή στην έκδοση τέτοιου διατάγματος προκειμένου περί επικλήσεως έκδηλης παρανομίας.
Όπως έχω ήδη αναφέρει, σε σχέση με το πρώτο θέμα που αφορά το άρθρο 29(1), δεν πιστεύω, εν πάση περιπτώσει, ότι η παρανομία είναι έκδηλη ώστε να επιτρέπει περαιτέρω σκέψη επί του θέματος.
Έχω την ίδια άποψη ως προς το δεύτερο θέμα που άπτεται του άρθρου 29(1), δηλαδή ότι η απόφαση δεν ελήφθη αποκλειστικά από το μόνο αρμόδιο Συμβούλιο του Χρηματιστηρίου. Είναι δυνατό να ερμηνευθεί η απόφαση, όπως είναι διατυπωμένη ως δημοσιευμένη, ότι υπάρχει κάποια συμμετοχή της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς στη λήψη της. Είναι όμως δυνατό να ερμηνευθεί αυτή και ως απόφαση του Συμβουλίου, αναφέροντας απλώς ότι υπήρξε και η σύμφωνη γνώμη της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς σε αυτή. Δεν πιστεύω ότι, αν υπάρχει οποιαδήποτε παρανομία σε συνάρτηση με την οποιαδήποτε αναφορά στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, προκύπτει ότι το θέμα είναι τόσο καθαρό στην όψη του που να απολήγει σε έκδηλη παρανομία. Και το υλικό το οποίο είναι ενώπιον του Δικαστηρίου στο στάδιο αυτό αλλά και η ίδια η απόφαση όπως είναι διατυπωμένη, δεν επιτρέπει έκφραση άποψης ότι η απόφαση είναι έκδηλα παράνομη ως συγκρουόμενη ξεκάθαρά με το άρθρο 29(1).
Απομένει το τρίτο θέμα το οποίο έχει εγερθεί αναφορικά με την ισχυριζόμενη παρανομία της απόφασης σε συνάρτηση με το άρθρο 29(1). Αυτό είναι ότι ο χρόνος αναστολής της εμπορίας των αξιών της εταιρείας στο Χρηματιστήριο δεν καθορίστηκε μέχρι ενός μηνός αλλά η απόφαση αναφέρεται γενικά σε αναστολή μέχρι να αρθούν οι επιφυλάξεις των λογιστών και να ικανοποιηθούν οι λογιστές αναφορικά με την ικανότητα της εταιρείας να συνεχίσει τις δραστηριότητες και τη λειτουργία της. Το ερώτημα που εγείρεται εδώ χρήζει κάποιας προσοχής οπωσδήποτε, εφόσον ο σκοπός της πρόνοιας του άρθρου 29(1) είναι ασφαλώς η επιδίωξη περιορισμένης αναστολής και συγκεκριμένα ώστε να μην παρατείνεται επ΄αόριστον η αναστολή διαπραγμάτευσης. Εκείνο που βαρύνει όμως, κατά την άποψη μου, είναι το γεγονός ότι δεν υπάρχει οτιδήποτε ενώπιον μου που να δεικνύει ότι αυτή η απόφαση νοείτο ότι θα συνεχίσει πέραν του ενός μηνός ο οποίος προνοείται στο άρθρο 29(1). Ναι μεν δεν υπάρχει αναφορά σε χρονικό όριο, αλλά πιστεύω ότι το θέμα είναι θέμα ερμηνείας του άρθρου 29(1) και ερμηνείας η οποία δεν οδηγεί αναγκαστικά στην κατάληξη ότι πρέπει η απόφαση η ίδια να περιλαμβάνει αναφορά σε χρονική περίοδο μέχρι ενός μηνός στο ίδιο της το σώμα. Με αυτό το δεδομένο και πάλι δεν είμαι διατεθειμένος να θεωρήσω
ότι υπάρχει έκδηλη παρανομία που να δικαιολογούσε την άσκηση μιας τέτοιας δραστικής εξουσίας που παρέχεται στο δικαστήριο βάσει των γενικών αρχών.Η αίτηση έχει βασισθεί ως προς το άλλο σκέλος της και στην επίκληση ανεπανόρθωτης ζημιάς όσον αφορά την Αιτήτρια εταιρεία, όπως αναφέρεται ιδιαίτερα στην παράγραφο 6 της ενόρκου δηλώσεως. Κατανοώ τις αναφορές στον επηρεασμό του καλού ονόματος και της φήμης της εταιρείας όπως και της αναστάτωσης που μπορεί να επέλθει και της απώλειας εμπιστοσύνης, δεν είμαι όμως
και πάλι διατεθειμένος να δεχθώ ότι για το λόγο αυτό το δικαστήριο θα πρέπει να εκδώσει το αιτούμενο διάταγμα. Η επίκληση ανεπανόρθωτης ζημιάς μπορεί να είναι εναλλακτική βάση πάνω στην οποία μπορεί να εκδοθεί το διάταγμα, εναλλακτική της έκδηλης παρανομίας, υπόκειται όμως και αυτή στη γενική θεώρηση ότι τέτοιο διάταγμα πρέπει να εκδίδεται με τη μέγιστη δυνατή φειδώ και μάλιστα όπου κατ΄αρχή το δικαστήριο ικανοποιείται ότι υπάρχουν συγκεκριμένα πράγματα που να δεικνύουν ότι θα υπάρξει πράγματι ανεπανόρθωτη ζημιά. Και βεβαίως το βάρος είναι στον αιτητή να αποδείξει τούτο.Πιστεύω ότι με βάση και μόνο τη γενική πιθανότητα επηρεασμού του καλού ονόματος και της φήμης μιας εταιρείας ως εκ της αναστολής της διαπραγμάτευσης των τίτλων της και της αναστάτωσης που μπορεί να προέλθει στην αγορά σε σχέση με αυτή, που δεν είναι αναγκαστικά πέραν του προβλεπόμενου σε κάθε τέτοια περίπτωση, δεν στοιχειοθετείται ανεπανόρθωτη ζημιά, λαμβανόμενου μάλιστα υπόψη ότι είναι ακριβώς πάνω σε δεδομένα τα οποία έχουν να κάμουν με την όλη προστασία του κοινού που εκδίδεται βάσει του άρθρου 29(1) και εξεδόθη η προσβαλλόμενη απόφαση. Όπως εξειδικεύει το άρθρο 29(1), είναι το δημόσιο συμφέρον ή η προστασία των επενδυτών και του κοινού εν γένει που δικαιολογεί την εφαρμογή του. Στην προκειμένη περίπτωση, το Συμβούλιο του Χρηματιστηρίου Αξιών Κύπρου έχει αναφέρει ότι είναι για προστασία του κοινού που λαμβάνεται η απόφαση.
Στο πλαίσιο αυτό λαμβάνω ιδιαίτερα υπόψη μου το γεγονός ότι, εν πάση περιπτώσει, και αν ακόμα καταδειχθεί ανεπανόρθωτη ζημιά αν δεν εκδοθεί το διάταγμα, αυτή πρέπει να ζυγίζεται σε συνάρτηση με τη ζημιά η οποία μπορεί να επέλθει όσον αφορά το δημόσιο συμφέρον γενικότερα αν το διάταγμα εκδοθεί και η απόφαση ανασταλεί.
Ο Δικαστής Τριανταφυλλίδης, ως ήτο τότε, στην υπόθεση
Georghiades (No. 1) v. The Republic (1965) 3 CLR 392 αναφέρει ότι, στη σελ. 395:"It is cardinal principle of administrative law that where a provisional order is sought in an administrative recourse and where on the one hand the non-making of the order will cause damage, even irreparable, to the Applicant but on the other hand the making of such an order will cause serious obstacles to the proper functioning of the administration then the personal interest of the Applicant has to be subjected to the general interest of the public and the provisional order should not be granted. It goes without saying that where the non-making of the provisional order will not cause to an Applicant irreparable damage such an order will not be made, in any case, on the strength of the application made by Applicant for the purpose."
Και ο Δικαστής Λοΐζου, ως ήτο τότε, στην
Sofocleous, ανωτέρω, στη σελ. 354, παραθέτοντας και σχετικό απόσπασμα από το Τσάτσο:"«Η Αναστολή της διαταχθείσης μεταθέσεως του δημοσίου υπαλλήλου κατ΄αρχήν παρεμβάλλει προσκόμματα εις την εύρυθμον λειτουργίαν της διοικήσεως. Δέον όθεν όχι μόνον η ζημία εκ της μεταθέσεως να είναι ιδιαζόντως μεγάλη, αλλά και ν΄αποβαίνη βεβαία η μη παρεμβολή ουσιώδους προσκόμματος εις το έργον της διοικήσεως εκ της αναστολής ίνα η σχετική αίτησις γίνη δεκτή.»
But there is something more to be said. As stated by Tsatsos (supra) p. 284, "even in cases where irreparable damage will inevitably be caused on account of the duration of the sub judice act, the speedy trial of the recourse may lead to the dismissal of the application for stay"."
Και συνέχισε να πει ότι προτίθετο να εκδικάσει την υπόθεση το συντομότερο δυνατό, ως εκ του επείγοντος του πράγματος.
Δεν έχω διαπιστώσει λοιπόν λόγους για τους οποίους θα ήμουν διατεθειμένος να ασκήσω τη διακριτική μου ευχέρεια προς όφελος της εκδόσεως προσωρινού διατάγματος με τα δεδομένα που είναι ενώπιον μου. Η αίτηση αποτυγχάνει και απορρίπτεται.
Θέλω όμως να αναφέρω, παίρνοντας αφορμή από την τελευταία αναφορά του Προέδρου Λοΐζου στην
Sofocleous, ότι το Δικαστήριο είναι διατεθειμένο να δώσει κάθε δυνατή προτεραιότητα στην σύντομη εκδίκαση της υπόθεσης, ως εκ της φύσης της, ούτως ώστε να επισπευθούν οι τασσόμενες από τους κανόνες προθεσμίες και να μην υπάρξει οποιαδήποτε αχρείαστη καθυστέρηση.
Δ. Χατζηχαμπής
Δ.
/ΚΧ"Π