ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 657/2000

ΕΝΩΠΙΟΝ: ΚΡΑΜΒΗ, Δ.

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος.

Μεταξύ:

Χριστάκη Κ. Στεφανή,

Αιτητή,

- και -

Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου,

Καθ΄ης η αίτηση.

- - - - - -

8 Οκτωβρίου, 2001.

Για τον αιτητή: κα Στ. Στεφανή.

Για την καθ΄ης η αίτηση: κ. Α. Ευαγγέλου.

- - - - - -

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Ο αιτητής διορίστηκε στη Δημόσια Υπηρεσία της Δημοκρατίας τον Απρίλιο του 1962. Με απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου, συνταξιοδοτήθηκε πρόωρα για να αναλάβει το Νοέμβριο του 1965 καθήκοντα Διοικητή της καθ΄ ης η αίτηση Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου (στο εξής "η Τράπεζα").

Οι όροι υπηρεσίας του Διοικητή της Τράπεζας, προνοούσαν την παροχή χορηγημάτων αφυπηρέτησης με βάση τις πρόνοιες του Σχεδίου Συντάξεων των Υπαλλήλων της Τράπεζας. Η υπηρεσία του αιτητή στην Τράπεζα έληξε στις 30.4.1982 οπότε και συνταξιοδοτήθηκε. Κατά την αποχώρησή του από την Τράπεζα επέλεξε όπως για την περίοδο υπηρεσίας του στην Τράπεζα, του παραχωρηθεί μειωμένη σύνταξη μετά φιλοδωρήματος αντί πλήρους σύνταξης χωρίς φιλοδώρημα. Εκ τούτου, η σύνταξη του μειώθηκε κατά το 1/4 σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία.

Η Τράπεζα, υιοθετώντας την κυβερνητική πολιτική για αναγνώριση και μεταφορά της υπηρεσίας υπαλλήλων που υπηρέτησαν προηγουμένως σε Οργανισμούς Δημοσίου Δικαίου και αντιστρόφως, δημοσίευσε στις 30.7.93 τροποποιητικούς περί Συντάξεων Κανονισμούς (ΚΔΠ 194 ημερ. 30.7.93), ανάλογους με εκείνους που είχε δημοσιεύσει η κυβέρνηση στις 31.12.92 (Ν. 112(1)/92).

Με βάση λοιπόν τους κανονισμούς που δημοσίευσε η Τράπεζα το 1993, αναγνωρίζεται η προϋπηρεσία των υπαλλήλων της στη Δημόσια Υπηρεσία, συμπεριλαμβανομένων και των υπαλλήλων που είχαν ήδη αφυπηρετήσει, ως συντάξιμη υπηρεσία στην Τράπεζα για τον καθορισμό του μήκους υπηρεσίας που δίδει δικαίωμα σε ωφελήματα καθώς και για τον υπολογισμό των ωφελημάτων αφυπηρέτησης που θα δικαιούνται να λάβουν από την Τράπεζα. Οι διατάξεις των σχετικών κανονισμών εφαρμόζονται μόνο σε περίπτωση που ο υπάλληλος θα επιλέξει να καταβάλει με τόκο στην Τράπεζα τα ωφελήματα που πήρε υπό μορφή φιλοδωρήματος κατά την αφυπηρέτησή του από τη Δημόσια Υπηρεσία. Στην περίπτωση υπαλλήλου που είχε ήδη αφυπηρετήσει, αναθεωρείται μόνο η ετήσια σύνταξή του από την πρώτη του μήνα που ακολουθεί την ημερομηνία δημοσίευσης (31.7.1993) των περί Συντάξεων Υπαλλήλων της Κεντρικής Τράπεζας (Τροποποιητικών) Κανονισμών του 1993.

Εδώ πρέπει να σημειωθεί ότι σύμφωνα με τον καν. 2 των περί Συντάξεων Υπαλλήλων Κεντρικής Τράπεζας Κύπρου Κανονισμών ο όρος "αφυπηρέτηση" "σημαίνει τον τερματισμό της όλης απασχόλησής από την υπηρεσία της Τράπεζας κατά, ή πριν ή μετά τη συμπλήρωση του συνηθισμένου για αφυπηρέτηση ορίου ηλικίας".

Με βάση τους πιο πάνω κανονισμούς ο αιτητής το Σεπτέμβριο του 1997 αποτάθηκε στην Τράπεζα και ζήτησε όπως η περίοδος κατά την οποία υπηρέτησε στην Κυβέρνηση αναγνωριστεί για σκοπούς σύνταξης και θεωρηθεί συνέχεια της υπηρεσίας του στην Τράπεζα.

Η Τράπεζα αναγνώρισε την προϋπηρεσία του αιτητή στη Δημόσια Υπηρεσία και αναθεώρησε τη σύνταξή του από την 1.8.1993 δηλαδή, την επόμενη της δημοσίευσης των Κανονισμών.

Στην επιστολή της Τράπεζας προς τον αιτητή ημερ. 1.3.2000 καθορίζονται οι όροι σύμφωνα με τους οποίους θα γινόταν η μεταφορά της υπηρεσίας.

Ο αιτητής πρόβαλε αντιρρήσεις που αφορούσαν στον τρόπο και τη μεθοδολογία των υπολογισμών που υιοθέτησε η Τράπεζα. Η Τράπεζα, κατόπιν διαβουλεύσεων με τον αιτητή και ύστερα από επανεξέταση του θέματος αποφάσισε την αναθεώρηση της σύνταξης του αιτητή. Σχετική είναι η επιστολή της Τράπεζας προς τον αιτητή ημερ. 6.11.2000 η οποία παρατίθεται:

"Αναγνώριση προϋπηρεσίας στην Κυβέρνηση

Σχετικά με το αίτημά σας για μεταφορά της προϋπηρεσίας σας στην Κυβέρνηση προς την Κεντρική Τράπεζα για σκοπούς σύνταξης, θα ήθελα να σας αναφέρω ότι όλοι οι υπολογισμοί έγιναν με βάση τα πιο κάτω:

1. Η ημερομηνία εφαρμογής της αναθεωρημένης σύνταξης θα είναι η 1.8.1993, παρά το γεγονός ότι αποταθήκατε προς την Κεντρική Τράπεζα το Σεπτέμβριο του 1997.

2. Το φιλοδώρημα που λάβατε κατά την αποχώρησή σας από την Κυβέρνηση θα πρέπει να επιστραφεί μαζί με τόκους που περιορίζονται στο ποσό του αρχικού κεφαλαίου. Τονίζεται στο σημείο αυτό ότι η Τράπεζα διαφοροποιεί την αρχική της θέση βάσει της οποίας το φιλοδώρημα θα έπρεπε να επιστραφεί μαζί με τόκους υπολογισμένους με το εκάστοτε σε ισχύ επιτόκιο, παρέχοντάς σας έτσι οικονομικό όφελος της τάξης των £11.000,00.

3. Η αναθεωρημένη σύνταξη θα σας πληρωθεί αναδρομικά από 1.8.1993 μαζί με τόκους υπολογισμένους με το εκάστοτε σε ισχύ επιτόκιο.

4. Οι τόκοι στην αναθεωρημένη σύνταξη από 1.8.1993 κεφαλαιοποιούνται στο τέλος κάθε έτους μέχρι την ημερομηνία τελικής διευθέτησης.

5. Θα πρέπει να υπογράψετε το επισυνημμένο έγγραφο βάσει του οποίου εξουσιοδοτείτε την Κεντρική Τράπεζα να αποκόπτει από την σύνταξη που θα σας καταβάλλεται την εκάστοτε σε ισχύ μηνιαία σύνταξη που θα λαμβάνετε από την Κυβέρνηση. Νοείται ότι το συνολικό ποσό που λάβατε από την Κυβέρνηση υπό μορφή σύνταξης μεταξύ της περιόδου 1.8.93 μέχρι την ημερομηνία τελικής διευθέτησης, μαζί με τους εκάστοτε σε ισχύ τόκους, θα αφαιρεθεί από την αναθεωρημένη σύνταξη.

Με βάση όλα τα πιο πάνω, ενδεικτικά σας αναφέρεται ότι:

(α) Η ετήσια σύνταξη που θα λαμβάνετε από την Κεντρική Τράπεζα αναθεωρείται από 1.12.2000 σε £16.716,03.

(β) Η Κεντρική Τράπεζα θα σας πληρώσει με ημερομηνία αξίας 1.12.2000 το ποσό των £12.307,79 που προκύπτει ως εξής:

Επιπρόσθετη σύνταξη από 1.8.1993-30.11.2000 65.231,43

Σημερινή αξία φιλοδωρήματος

από την Κυβέρνηση (μαζί με τόκους

μέχρι του ποσού του αρχικού

κεφαλαίου £3.459,38

Συντάξεις από την Κυβέρνηση

από 1.8.1993-30.11.2000 με τόκους £49.464,26

&# 9; (52.923,64)

&# 9; 12.307,79

&# 9; ========

Παρακαλώ σημειώστε ότι η Τράπεζα έχει μελετήσει το τελευταίο σας σημείωμα (χωρίς ημερομηνία). Με βάση τον Κανονισμό 17Γ(2) των περί Συντάξεων Υπαλλήλων της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου Κανονισμών, ο οποίος ήταν σε ισχύ κατά το χρόνο που είχατε αποταθεί στην Τράπεζα, στην περίπτωση σας αναθεωρείται μόνο η σύνταξη. Η μεθοδολογία αναθεώρησης της σύνταξής σας στηρίζεται σε γνωμάτευση που πήραμε από το νομικό μας σύμβουλο και δε μπορεί να αναθεωρηθεί, ούτε προτάσσεται οποιοδήποτε νομικό σημείο που να ανατρέπει τη θέση αυτή."

 

Με την παρούσα προσφυγή ο αιτητής ουσιαστικά αμφισβητεί τον τρόπο υπολογισμού της ετήσιας σύνταξής του, όπως αυτή έχει υπολογισθεί από την Τράπεζα. Με τη γραπτή αγόρευση των δικηγόρων του αιτητή, το αντικείμενο της προσφυγής περιορίστηκε μόνο στα θέματα που αφορούν στον τρόπο υπολογισμού της επιπλέον σύνταξης και στον τρόπο υπολογισμού της ετήσιας σύνταξης που θα λαμβάνει από την Τράπεζα από 1.8.1993, καθότι, με την επιστολή της Τράπεζας ημερ. 6.11.2000 (ανωτέρω) δεν τίθεται πλέον θέμα καταβολής κεφαλαιοποιημένου τόκου. Και όπως οι δικηγόροι του αιτητή παρουσιάζουν το ζήτημα, το αντικείμενο της προσφυγής αφορά σε τελευταία ανάλυση, στο κατά πόσο ορθά η Τράπεζα προχώρησε στον υπολογισμό της ετήσιας σύνταξης του αιτητή όπως αυτή αναθεωρήθηκε αφού του αναγνωρίστηκε η προϋπηρεσία του στην κυβέρνηση.

Η Τράπεζα προβάλλει προδικαστική ένσταση ότι ο αιτητής στερείται εννόμου συμφέροντος προσβολής της επίδικης πράξης για δύο λόγους:

(α) η αναθεώρηση της σύνταξής του έγινε "χαριστικά".

(β) το αίτημα για να επωφεληθεί ο αιτητής των προνοιών του Κανονισμού 17Γ(2) υποβλήθηκε από τον αιτητή καθυστερημένα ήτοι, τέσσερα χρόνια μετά τη δημοσίευση των Κανονισμών.

Αναφορικά με τον πρώτο λόγο της ένστασης, υποστηρίχθηκε από την Τράπεζα ότι σύμφωνα με την παράγραφο 10 των όρων υπηρεσίας του αιτητή, αυτός εδικαιούτο ωφελημάτων αφυπηρέτησης ως να ήταν μέλος του ισχύοντος για τους υπαλλήλους της Τράπεζας σχεδίου σύνταξης το οποίο, περιλαμβάνεται στους περί Συντάξεων Υπαλλήλων Κεντρικής Τράπεζας Κύπρου Κανονισμούς 1991-1996.

Μολονότι στην έννοια του όρου "υπάλληλος" των Κανονισμών δεν περιλαμβάνεται ο Διοικητής της Τράπεζας εντούτοις, με βάση τους όρους υπηρεσίας του αυτός εδικαιούτο στην καταβολή τέτοιων ωφελημάτων τα οποία και του έχουν καταβληθεί. Ωστόσο, το έγγραφο υπηρεσίας του αιτητή, έπαυσε να ισχύει μετά τον τερματισμό των υπηρεσιών του και την καταβολή της σχετικής αποζημίωσης και συνεπώς ο αιτητής δεν μπορούσε να διεκδικήσει αναγνώριση της προϋπηρεσίας του με βάση τον Κανονισμό 17Γ(2) των προαναφερθέντων Κανονισμών. Λέγει περαιτέρω η Τράπεζα ότι ο αιτητής δεν αφυπηρέτησε αλλά τερματίστηκαν οι υπηρεσίες του με βάση το άρθρο 118.4 του Συντάγματος. Ο σχετικός Κανονισμός (17Γ(2) έχει ως εξής:

"Οι διατάξεις του παρόντος Κανονισμού εφαρμόζονται και στην περίπτωση υπαλλήλου της Τράπεζας ο οποίος αφυπηρέτησε πριν από την ημερομηνία δημοσίευσης των περί Συντάξεων Υπαλλήλων της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου (Τροποποιητικών) Κανονισμών του 1993, στην περίπτωση όμως αυτή αναθεωρείται μόνο η ετήσια σύνταξη του από την πρώτη του μήνα που ακολουθεί μετά την ημερομηνία αυτή."

 

 

Ο πρώτος λόγος της προδικαστικής ένστασης δεν ευσταθεί γιατί το δικαίωμα για αναθεώρηση της σύνταξης του αιτητή εκπηγάζει απ΄ ευθείας από τους ίδιους τους τροποποιητικούς κανονισμούς και αυτό βέβαια, σε συνάρτηση προς το περιεχόμενο των όρων υπηρεσίας του αιτητή και των προνοιών του Κανονισμού 17Γ(2) (ανωτέρω) των τροποποιητικών κανονισμών οι οποίοι έχουν αναδρομική ισχύ. Σχετική επί τούτου είναι η παράγραφος 10 των όρων υπηρεσίας του αιτητή ήτοι,

"Ο Διοικητής θα δικαιούται εις χορηγήματα αφυπηρετήσεως δυνάμει των προνοιών του διά τους υπαλλήλους της Τραπέζης ισχύοντος Σχεδίου Συντάξεων, ως εάν ήτο μέλος αυτού από της 8ης Νοεμβρίου 1965 δι΄ όλην την περίοδον της υπηρεσίας αυτού εις το αξίωμα.

Νοείται ότι, εάν ο Διοικητής δεν επαναδιορισθεί μετά τη λήξη της περιόδου της αναφερομένης εις το άρθρο 3 των παρόντων όρων υπηρεσίας ή εάν ο διορισμός του τερματισθεί δυνάμει της επιφυλάξεως του αυτού άρθρου, ούτος θα δικαιούται εις σύνταξιν υπολογιζόμενην δι΄ όλην την υπηρεσίαν αυτού από της 8ης Νοεμβρίου 1965.

Νοείται περαιτέρω ότι διά τον υπολογισμόν της συντάξεως του διοικητού θα λογίζωνται ως συντάξιμοι απολαβαί και τα έξοδα παραστάσεως."

 

 

Εκ των ανωτέρω καθίσταται πρόδηλο ότι η περίπτωση του αιτητή, του οποίου η προϋπηρεσία στη Δημόσια Υπηρεσία υπολογίζεται στους 165 μήνες, καλύπτεται από τους τροποποιητικούς Κανονισμούς εφόσον αυτός, καθώς είναι παραδεκτό, κατείχε το αξίωμα του Διοικητή της Τράπεζας από τις 8.11.1965. Ο τερματισμός της υπηρεσίας του αιτητή την 30.4.1982 και η σ΄αυτόν χορήγηση αποζημίωσης κατά τα προβλεπόμενα στον όρο 9 των όρων υπηρεσίας είναι ζήτημα άσχετο με τα συνταξιοδοτικά του δικαιώματα τα οποία ουδόλως επηρεάζονται. Εξάλλου, όταν τερματίστηκε η υπηρεσία του αιτητή στις 30.4.1982, δεν αμφισβητήθηκαν τα συνταξιοδοτικά του δικαιώματα και η Τράπεζα χορήγησε την αρχική του σύνταξη.

Κατόπιν των ανωτέρω, αποφαίνομαι ότι με βάση τους τροποποιητικούς κανονισμούς του 1993 (ΚΔΠ 194) σε συνάρτηση προς τους όρους υπηρεσίας του στην Τράπεζα, ο αιτητής δικαιούται σε αναθεώρηση της σύνταξής του κατά το χρόνο του τερματισμού των υπηρεσιών του (30.4.1982) και με εφαρμογή της αναθεωρημένης σύνταξης από 1.8.1993 που είναι η επόμενη της δημοσίευσης των κανονισμών (ΚΔΠ 194).

Το δεύτερο σκέλος της προδικαστικής ένστασης, ότι δηλαδή το αίτημα υποβλήθηκε καθυστερημένα από τον αιτητή επίσης δεν ευσταθεί. Οι κανονισμοί δεν καθορίζουν χρονικά όρια για την άσκηση της επιλογής. Ο αιτητής ενήργησε προς διεκδίκηση των δικαιωμάτων του μόλις έλαβε γνώση περί των εν λόγω δικαιωμάτων ήτοι, μόλις έλαβε αντίγραφο των σχετικών κανονισμών από το αρμόδιο τμήμα της Τράπεζας ύστερα από δικό του διάβημα. Η Τράπεζα δεν ενημέρωσε προηγουμένως τον αιτητή για τη μεταβολή που επέφεραν οι τροποποιητικοί κανονισμοί.

Ο ισχυρισμός της Τράπεζας ότι ο αιτητής έτυχε χαριστικής μεταχείρισης επειδή το αίτημά του δεν βασιζόταν στο νόμο, νομίζω πως δεν βοηθά την υπόθεση της Τράπεζας έστω και αν ακόμα η Τράπεζα είχε εκ του νόμου ρητή εξουσία για τέτοιου είδους ευνοϊκή/χαριστική μεταχείριση του αιτητή.

Ερχομαι τώρα να εξετάσω την ουσία της προσφυγής. Οταν έληξε η υπηρεσία του αιτητή στις 30.4.1982 ο υπολογισμός της αρχικής σύνταξης του έγινε με βάση την περί Συντάξεων Νομοθεσία Κεφ. 311. Το άρθρο 3 του εν λόγω νόμου προβλέπει ότι ωφελήματα που χορηγούνται βάσει του νόμου, υπολογίζονται με βάση τις πρόνοιες του νόμου που ίσχυαν κατά την ημερομηνία αφυπηρέτησης του υπαλλήλου. Πρόνοια με παρόμοιο περιεχόμενο υπάρχει και στους ισχύοντες τροποποιητικούς κανονισμούς (Βλ. Καν. 3(5)).

Εκ των ανωτέρω είναι σαφές ότι για την αναθεώρηση της ετήσιας σύνταξης του αιτητή, μετά τη θέσπιση των τροποποιητικών Κανονισμών, τυγχάνει εφαρμογής η νομοθεσία που ίσχυε την 30.4.1982 που αφυπηρέτησε ο αιτητής σύμφωνα με την οποία, η ετήσια σύνταξη θα χορηγείται με βάση:

(α) τις ετήσιες συντάξιμες απολαβές κατά την ημερομηνία αφυπηρέτησης.

(β) τους μήνες συντάξιμης υπηρεσίας

(γ) συντελεστή 1/660 των συντάξιμων απολαβών για κάθε μήνα συντάξιμης υπηρεσίας.

Σύμφωνα με την ίδια νομοθεσία, ο υπάλληλος είχε δικαίωμα επιλογής όπως η σύνταξη μειωθεί στα 3/4 της με αντάλλαγμα μετατροπής της διαφοράς σε φιλοδώρημα. Οπως έχει ειπωθεί, ο αιτητής επέλεξε για την αρχική σύνταξη του από την Τράπεζα μειωμένη σύνταξη και φιλοδώρημα. Λέχθηκε επίσης, ότι το αίτημα του αιτητή, όπως έχει αποκρυσταλλωθεί, είναι για αναθεώρηση της ετήσιας σύνταξής του με βάση τις πρόνοιες του καν. 175(1)(2). Είναι λοιπόν η θέση του, ότι ο υπολογισμός της αναθεωρημένης ετήσιας σύνταξης πρέπει να γίνει σύμφωνα με τις διατάξεις και τη μεθοδολογία υπολογισμού της ετήσιας σύνταξης κατ΄ εφαρμογήν της νομοθεσίας που ίσχυε κατά το χρόνο της αφυπηρέτησης του (30.4.1982).

(Α) Η θέση του αιτητή αναφορικά με τον τρόπο υπολογισμού της αναθεωρημένης ετήσιας σύνταξης.

(ι) Στοιχεία που αφορούν τη συνταξιοδότηση του αιτητή από την Τράπεζα:

(1) Ημερομηνία αφυπηρέτησης :30.4.1982

(2) Συντάξιμη υπηρεσία : 198 συμπληρωμένοι μήνες.

(3) Συντάξιμες ετήσιες απολαβές 30.4.82 : ΛΚ15291,96.

(4) Συντελεστής Υπολογισμού Σύνταξης : 1/660 των ετήσιων συντάξιμων απολαβών για κάθε μήνα συντάξιμης υπηρεσίας

 

 

 

(ιι) Με βάση τα πιο πάνω, η ετήσια σύνταξη του αιτητή κατά τις 30.4.1982 υπολογίστηκε στις ΛΚ4587,59.

(ιιι) Σύμφωνα με την ισχύουσα τότε νομοθεσία ο αιτητής επέλεξε να πάρει μειωμένη σύνταξη κατά 1/4 με φιλοδώρημα 12½ φορές το ποσό της μείωσης. Επομένως, με βάση τα πιο πάνω η μειωμένη σύνταξη του αιτητή υπολογίστηκε στις ΛΚ3440,69, το δε φιλοδώρημα στις £14336,20.

(Διάφορες αυξήσεις που δόθηκαν στους συνταξιούχους ανέβασαν τη σύνταξη από ΛΚ3440,69 (30.4.1982) στις ΛΚ 8595 την 1.3.2000 (με 13η σύνταξη επιπλέον ή κατά 149,83%).

(ιν) Τα στοιχεία της κυβερνητικής προϋπηρεσίας και σύνταξης που επηρεάζουν τις διευθετήσεις για αναθεώρηση της σύνταξης από την Τράπεζα.

(1) Συντάξιμη Υπηρεσία : 165 ολοκληρωμένοι μήνες.

(2) Ημερομηνία αφυπηρέτησης : 30.1.1966.

(3) Εκλογή για μειωμένη σύνταξη και

φιλοδώρημα - Φιλοδώρημα : ΛΚ1729,69.

(4) Ετήσια σύνταξη - 1.3.2000 : ΛΚ5373,60

(δεν περιλήφθηκε η 13η σύνταξη).

 

 

(ν) Με βάση τα πιο πάνω θα επιστραφεί στην Τράπεζα το φιλοδώρημα ΛΚ1729,69 που καταβλήθηκε από την κυβέρνηση με τόκο και η ετήσια σύνταξη θα αναθεωρηθεί με βάση τους συντελεστές που ίσχυαν κατά την 30.4.1982 (ημερομηνία αφυπηρέτησης του αιτητή από την Τράπεζα) και την επιπλέον υπηρεσία που προέρχεται από την αναγνώριση της κυβερνητικής προϋπηρεσίας. Επομένως η επιπλέον ετήσια σύνταξη κατά την 30.4.1982 θα είναι 105/660 των £15291,96 ήτοι ΛΚ3822,99.

(νι) Η αναθεώρηση της σύνταξης σύμφωνα με τον Καν. 175(2) θα τεθεί σε ισχύ από 1.8.1993. Θα πρέπει επομένως η ετήσια σύνταξη κατά την 30.4.1982 να αυξηθεί με τα ποσοστά αυξήσεων που εγκρίθηκαν για συνταξιούχους για την περίοδο 30.4.1982 μέχρι 1.8.1993 και να υπολογισθεί η διαφορά μεταξύ της σύνταξης της Τράπεζας και της κυβερνητικής σύνταξης για την περίοδο 1.8.1993 - 29.2.2000 όπως αναφέρεται στην παρ. (Β) της επιστολής της Τράπεζας ημερ. 1.3.2000.

(νιι) Οσον αφορά στην αναθεωρημένη ετήσια σύνταξη του αιτητή κατά την 1.3.2000 υπολογίζεται στις £18146,70 (επιπλέον 13η σύνταξη) όπως αναλύεται πιο κάτω:

Επιπλέον σύνταξη κατά την 30.4.1982, 165/660 των ΛΚ15292,96 : ΛΚ3822,99

Αύξηση σε συνταξιούχους 149,84% : ΛΚ5272,99

(30.4.1982 μέχρι 1.3.2000) _________

Σύνολο επιπλέον σύνταξης : ΛΚ9550,98

Υφιστάμενη σύνταξη : ΛΚ8595,72

&# 9; _________

Σύνολο ετήσιας σύνταξης από

1.3.2000 -

(επιπλέον 13η σύνταξη) : ΛΚ18146,70

&# 9; ==========

 

 

 

Στο παράρτημα "Γ" της ένστασης εμφαίνεται η μεθοδολογία που υιοθέτησε η Τράπεζα για τον υπολογισμό της αναθεωρημένης σύνταξης του αιτητή από την Τράπεζα. Το παράρτημα παρατίθεται αυτούσιο. Σημειώνω ωστόσο ότι τα ποσά 1.146,90 και 7.263,68 της τρίτης στήλης είναι γραμμένα με κόκκινο χρώμα και τα ποσά 2.102,64 και 6.307,93 της τέταρτης στήλης είναι γραμμένα με πράσινο χρώμα. Ο πρώτος και ο δεύτερος αστερίσκος είναι με κόκκινο και πράσινο χρώμα αντίστοιχα.

Το παράρτημα "Γ" της ένστασης:

 

 

 

 

 

 

 

 

SALARY

15291,95

15291,95

 

 

 

 

SERVICE

198

363

 

 

 

 

CONSTANT

660

660

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

LUMP SUM

14.336,20

14.336,20

 

 

 

 

PENSION

4.587,59

8.410,57

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

COMMUTATION

1.146,90

1.146,90

2.102,64

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

RED PENSION

3.440,69

7.263,68

6.307,93

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

*

incorrect

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

*

correct

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Η διαφωνία του αιτητή εστιάζεται στην αύξηση του ποσού για μετατροπή (commutation) εκ μέρους της αναθεωρημένης σύνταξης σε εφάπαξ κατά ΛΚ955,74 από ΛΚ1146,90 σε ΛΚ2102,64 στη στήλη 4 με αποτέλεσμα τη μείωση της αναθεωρημένης σύνταξης κατά 1/4 από ΛΚ8410,57 σε ΛΚ6307,93 εφόσον το ποσό των ΛΚ955,74 δεν χρησιμοποιείται για υπολογισμό του φιλοδωρήματος. Είναι φανερό ότι η μεθοδολογία που υιοθέτησε η Τράπεζα επί του συγκεκριμένου τούτου θέματος επέφερε μείωση της αναθεωρημένης ετήσιας σύνταξης του αιτητή με ποσό μεγαλύτερο εκείνου που χρησιμοποιήθηκε για μετατροπή (commutation) του φιλοδωρήματος. Η προσέγγιση της Τράπεζας δεν στηρίζεται στο νόμο και εν πάση περιπτώσει στερείται αιτιολογίας η οποία θα καθιστούσε ενδεχομένως ευλόγως έστω επιτρεπτή την απόφαση. Σε τελευταία ανάλυση ο αιτητής καλείται από την Τράπεζα να επιστρέψει το φιλοδώρημα που πήρε από την κυβέρνηση, που αντιστοιχεί στο 1/4 της σύνταξης που εδικαιούτο από την κυβέρνηση και θα του αφαιρεθούν τα 3/4 της κυβερνητικής σύνταξης του σε αντάλλαγμα της αναθεωρημένης σύνταξης από την Τράπεζα η οποία θεωρεί ότι μόνο τα 3/4 της αναθεωρημένης σύνταξης μπορούν να καταβληθούν στον αιτητή. Εν ολίγοις παραμένει αδιευκρίνιστο το υπόβαθρο πάνω στο οποίο η Τράπεζα έχει στηρίξει την απόφασή της για μείωση της αναθεωρημένης σύνταξης πέραν του ποσού των ΛΚ1146,90 που χρησιμοποιήθηκε για μετατροπή "commutation" του 1/4 της αρχικής σύνταξης σε φιλοδώρημα.

Κατόπιν των ανωτέρω διαπιστώνω ότι η Τράπεζα, κατά τη λήψη της επίδικης απόφασης καθόσον αφορά τη μείωση της αναθεωρημένης σύνταξης πέραν του ποσού των ΛΚ1146,90 δηλαδή, της σύνταξης που χρησιμοποιήθηκε για μετατροπή "commutation" του 1/4 της αρχικής σύνταξης σε φιλοδώρημα προέβη σε λανθασμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου / κανονισμών. Η επίδικη απόφαση, κατά την έκταση που αφορά το συγκεκριμένο τούτο θέμα, στερείται επαρκούς αιτιολογίας χωρίς την οποία καθίσταται αδύνατος ο αναθεωρητικός έλεγχος.

Η προσφυγή επιτυγχάνει. Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται. Εξοδα υπέρ του αιτητή.

 

 

Α. Κραμβής,

Δ.

ΣΦ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο